Fractal

Ποίηση: ” SALUADE Α΄”

Tης Μαρίας Πανούτσου // *

 

 

Το φως του φεγγαριού φωτίζει.

Το πουλί καθισμένο σ’ένα κλαδί.

Ο άνθρωπος κάτω απ’ τοκλαδί ακούσει το τριζόνι.

Οι σύντροφοι των παιδικών μου χρόνων, γέρασαν σήμερα.

 

 

f1

 

 

Η ΗΣΙΟΝΗ

 

Κλεισμένη στο δωμάτιο, με τις οσμέςαπό τα ρόδα,

κοπανισμένα με βρεγμένες πέτρες,

μιά-μιά από την ακροποταμιά, γυάλιζαν ακόμη,

η Ησιόνη πάλευε να βγάλει τις πόρπες.

Πάνω σ’ ένα πανί τις έβαζε, ύφανση της γιαγιάς.

 

Στο κρεβάτι μέρες αργότερα περίμενε στα με λιβάνι πανιά τυλιγμένη.

Κρυφές ελπίδες τορπιλίζουν το σώμα της

κι’ απομακρύνουν προς στιγμή τις πόρπες, απ’ την βουβώνα χώρα.

Άχρηστα όλα.

 

Οι άνθρωποι, θαμμένοι εκεί κοντά της.

Το χώμα νωπό, είχε το μύρισμα των μυρικιών.

Αγνάντευαν το πέλαγος, οι Θώες κι’αυτή.

Τίποτα δεν θύμιζε ποιά ήταν και για τί θρηνούσε.

Ξέχασε τον Ηρακλή και τα λιβάνια και τις χαρές πού δεν έφτασαν.

Τώρα άχρηστα όλα.

 

 

 

ΑΡΝΗΣΗ

 

Τις αδύνατεςμέρες ρίχτες μακριά,

να παλέψουν μετα όρνεα και να νικήσουν,

όλα να γίνουνγρήγορα κι’ αστραφτερά

σαν τα πιο λαμπρά αστέρια

σαν τις άσπρεςνύχτες,

που οι αγάπες πεθαίνουν και το πρωί οι ερωτευμένοι χωρισμένοι,

μ’ένα πόνο ανάμεσα στα μάτια, ανάμεσα στα πλευρά.

Εσύ κι’ εγώ, θα πολεμήσουμε παρέα με τις τέρψεις και τις έξεις,

Τις πρόσκαιρες και μάταιες αλλαγές.

Ο έρωτας που αρνήθηκα, για να σε φτάσω πρώτη και μόνη,

δεν περιμένει την επιστροφή του φεγγαριού,

για να εκδικηθεί την πράξη μου.

 

 

Τέλος θα φύγωμακριά, πριν προφτάσεις και δεις, πως εγώ

δεν υπάρχω αληθινά,

αλλά πως είμαι ένα φως,

που ρίχνει για τελευταία φορά τα κύτταρά του,

σε ανθρώπινο πρόσωπο.

 

 

 

ΜΝΗΜΗ

 

Ξεπέρασε ο άνεμος τις φυλλωσιές των δένδρων.

Αμμόχωστες ακραίες γωνιές του τόπου μόνες.

Κουτσουρεμένα κλαδιά των πεύκων.

 

Η ματιά εναντιώνεται σε κάθε ερωτικό σύντροφο

κι’ όμως άκουσα το τραγούδι μας χθες,

που το φεγγάρι ολόγιομο γκεζάριζε τον ουρανό

κι’ ο πόθος από τότε σταλάζει σούρουπο κι’ αυγή στα παραθύρια μου.

 

Όλα νωπά και παγίδα το ψαθί της καρέκλας.

Με τις γραμμές του ορίζοντα ζήτησα ν’ ανταμωθώ

Και τερατόμορφα κοχύλια σχημάτισαν ζωγραφιά το πρόσωπό σου,

στα λευκά μου μπράτσα.

Δεν σώζεται ο γλάρος απ’ την τροφή της θάλασσας,

μα, απ’ το δικό σου χέρι, καθώς μιμείσαι την κίνηση

πώς τάχα,αργά, ρίχνεις τρίμματα άρτου στ’ αφρισμένα κύματα.

 

 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Πέρα απ’ τους λόφους κατρακυλούσε και το σκυλί το μύριζε σκεφτικό, τ’ αυτιά

πεσμένα, όπως γλάρος που ξεκουράζεται σε ξύλινο δοκάρι αλμυρό και το

κύμα το βρέχει όλη μέρα.

 

Στη μέση του δρόμου τα στάχυα κυμάτιζαν και πέρα η θάλασσα. Οι νύχτες σιωπηλές,

τα τελευταίαχρόνια της βροχερής αναλαμπής. Τέτοια ώρα έφτασε το κουφάρι

σ’ εξώπορτα σπιτιού παλιού και τρίζανε τα τζάμια. Τότε ο κόσμος σαν ένας πολύχρωμος

εφιάλτης, γύρισε τις πλάτες και πήρε την λεωφόρο της σαγηνευτικής νύχτας.

 

Τα παιδιά άφησαν τα σπίτια και έτρεχαν στα πίσω δρομάκια με γέλια. Μέσα στην

ταραχή πέρασε κι΄ η Κάρμεν, σεμνά ντυμένη. Στη φούστα κεντημένα μισοφέγγαρα

και πίσω για ζώνη, μαντήλι πλουμιστό, μικρή φωλιά, για λιλιπούτεια πουλιά.

 

 

 

 

ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ

 

Το φουστάνι το μαύρο πεσμένο στο ξύλινο δάπεδο.

Στην παλάμη ιδρωτίλα, στους λοβούς πάχνη.

Τις αγριάδες του στήθους της εσύ, ανήμπορος να δαμάσεις.

Τις κόρεςτων ματιών τους, βλέπω

να συνορεύουν τώρα, με τον έξω κόσμο.

Κοιτώ τα σαλιωμένα χείλη,

τ’ αχνιστά ρουθούνια, τα δαγκωμένα νύχια.

Οι βέρες στα δάχτυλα στένεψαν από το φούσκωμα των κορμιών.

Οι πατούσες βαριές τεντώνονται. Οι κινήσεις αργές.

Άπνοια.

 

 

 

 

Ο ΣΙΣΥΦΟΣ

 

Στις λίμνες βρήκε την εικόνα του ο άνθρωπος και σάστισε.

Όταν οι άλλοι είχαν φύγει, την αναζήτησε νύχτα και μυστικά,

να ξαναδεί αυτό το πρόσωπο σε φεγγαρόλουστα νερά ανατριχιάζοντας, έτρεξε.

Του Σίσυφου παιδί κι’ εγώ, για την εικόνα μου ψαχουλεύω, στην γυαλάδα

των ματιών αυτών, που βιαστικά περνούν δίπλα μου.

Καθώς κρατούν σφαλιστά τα βλέφαρα,στεγνά χωρίς υγρές ροές,

που δίνουν ελπίδας μηνύματα,ροβολώ λέξεις λειψές, γιατί

οι λίμνες πια μακριά φαντάζουν και οι ποταμοί και οι θάλασσες,

δεν δίνουν πια την δική μου μορφή και χρώμα.

 

Με περιμένει στην μαύρη σαν άβυσσο μασχάλη σου, ο έρωτας.

Στα βαθύδασα σκέλη σου μεθυσμένη απ’ τα υγρά σου.

Σκοτεινή η όψη σου πλην, τις δυό φεγγαράδες κάτω απ’ το κούτελο.

Κάποτε την τέχνη ονειρεύτηκα και τώρα την τέχνη της αγάπης,

μελετώ πως στα όνειρα, τις νύχτες υφάλους να πλέκω.

Με λάγνες κινήσεις σε πλησιάζω και μπροστά μου, ολόγιομος μοναδικός,

σ’ ομορφιές και σκέψεις, μ’ οδηγείς με καθυστέρηση ετών.

 

Στ’ αλήθεια σαναπάνθρωπος μοιάζω,

έτσι πουμακριά σου στέκομαι

κι’ αφήνω σε,σκεφτικό να με κοιτάς.

 

 

 

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ

 

Τον φιδωτόδρόμο κλωτσάω,

καθώς ο πελαργός ακίνητος στην φωλιά του.

Χαμαί, κλωσσούνοι κότες

κι’ οι κοκκόροι με τις φωνές τους τις πρώτες

ιστορούν μιά συμφωνία.

Τα ροδοπέταλαχωρίς πνοή στο στήθος μου.

Στο κόκκινο χώμα περπατώ

κι’ ο θρίαμβοςμ’ ακολουθεί χαράζοντας λασπογραμμές.

Ανήκω στην γενιά που δεν γνώρισε πόλεμο.

Στους πίνακεςκαι στα βιβλία μάθαμε την θλίψη,

γενναίοι εσείς!

εμείς,η ζωή μας θερισμένο τριφύλλι.

Και οι γαζίες φαίνονται μόνες, άδειες από μελίσσια δεν είναι!

Μέχρι σήμερα σκόνη θανατερή ράντιζε την τροφή μου

κι’ η Μαρία της Αιγύπτου μου δείχνει τα σταφύλια της Αλεξάνδρειας!

 

Όλα συσσωρευμένα στο βλέμμα του οδηγού.

Κωνσταντίνος ή Δημήτριος ή Νικόλαος ήΑλέξανδρος.

Τρίκαλα Αθήνα – Αθήνα Τρίκαλα. Οι άλλοι γύρω μου λιγοκοιμούνται,

μόνος ο δρόμος, με συντροφεύει.

 

Στο μεϊντάνι είδα κόσμο πολύ το ίδιο βράδυ.

Ο δρόμος μισός σκοτεινός, μισός φωτεινός, έκρυβε ένα πτώμα. Τεμαχίζουν τα πελαγίσια μέλη των ωραίων συντρόφων μου,

των ανδρών που ξενύχτησα και πάλεψα στην αγκαλιά τους να ξεριζώσω την νίκη.

Οι ιστορίεςαπό τις χίλιες και μία νύχτες μόνο εμένα θέλανε να κρατήσουν ξάγρυπνη!

 

 

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΕΛΟΣ

 

Θα σχίσω το χαρτί και θα γυρίσω πίσω την ιστορία.

Τότε που δεν σε γνώριζα, στον αιώνα του Κολόμβου.

Για σένα χτένισα μαλλιά κι’ έπλυνα ρούχα,

Στέγνωσα μαντήλια, πότισα υάκινθο.

Στην πόρτα κρεμασμένο το ύφασμα του εξαγνισμού.

Θα σκονιστεί από το χρόνο κι’ ο παλιατζής θα το χρεώσει,

όσο έναν καφέ στο πόδι.

 

 

 

ΠΕΡΙΣΤΡΟΦΗ

 

Γύρισε τοκεφάλι εκεί είμαι.

 

Δίπλα στηνκαρέκλα στην σόμπα παραδίπλα.

Στο πρώτο σκαλί, στην μισάνοιχτη πόρτα,

όταν την σπρώχνεις να κλείσει κι’ αυτή δειλιάζει

και μένει ανοιχτή.

Να σ’ αφήσω να φύγεις

Σε ποιά ελευθερία σιγουρεύτηκα

Ο κόσμοςγέμισε σώματα,

το δικό μου έλεγες είναι ή σκλαβιά της ψυχής σου.

Κι’ εσύ μ’αυτό το πρόσωπο, μόνο σε αγκαλιά γυναίκας

τη λαχτάρα που με ράβει, να ξεχάσω μπορώ.

Έβρεχε εκείνοτο καλοκαίρι θυμάμαι.

Εγώ είχα την ηλικία των είκοσι κι’ εσύ των δέκα πέντε.

 

 

 

συντομίες

 

Φλόγες ορθώθηκαν ─ Αναμένουμε τέλος ─

Και εσύ μακριά με σκεπτόσουν και το στήθος σου ακουμπούσες.

Εμείς εδώ δεν ακούμε την σειρήνα του ποταμόπλοιου,

που γυρνάει με μαντάτα.

Περιμένουμετην επιστροφή σου Άργητα σημαδεύει την ανακωχή

Και ο χρόνος διαβολικός και ανοιχτόχρωμος, μας πιέζει για

εκμυστηρεύσεις.

Γύρνα –παρουσία σου απαραίτητη τα χέρια σου τρυφερά ειδοποιούν για τις επιθυμίες της ζωής που θα τελεύσουν και ποιός ξέρει πότε θα βρούμε το κουτί της Πανδώρας

 

Στο μέσα δωμάτιο η μυρωδιά του σώματός σου.

Οι εφημερίδες κιτρινίζουν σκόρπιες σαν φύλλα του φθινοπώρου.

Πού και πού διακρίνω γράμματα. Τα ερωτικά σου γράμματα,

στο ίδιο αλφάβητο γραμμένα.

 

 

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΑ Α’

 

Οι πτυχές της βελούδινης πολυθρόνας,έχασαν το σχήμα τους.

Οι βελονιές χαλαρωμένες μικρές οπές προς το φαγωμένο κάμποτο.

Ένα μήλο στο λερωμένο πανί επάνω και γύρω φως, απ’ το κερί

που μόλις άναψες.

Γέμισετο σπίτι μ’ ανθρώπους.

Εκλεκτές τροφές και το πιοτό χρωματιστό.

Ασήμι δεν υπάρχει ούτε χρυσός ούτε σμύρνα,

μόνο, η χειρονομία σου, λιτή, στυφή,υπονομεύει την καθημερινότητα.

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΑ Β΄

 

Θα ξαναρχίσω απ’ τα πρώτα χνάρια τα πρώτα ξύσματα νυχιού.

Δίνες λαξεμένες με άμμο και γύρω αφρός.

 

Ψηλά,οι φτερωτές υπάρξεις την αλήθεια διαπομπεύουν.

 

Είθε η ευχή να ξέπλενε την μορφή του ανθρώπου

Και το σχηματισμένο πήλινο σώμα, εξέπεμπε ραβδιά,

Από λατρείας δώρα.

 

Η ποδιά μου κοντή κρύβει την βουβώνα χώρα ολόλευκη και παχουλή με ροζ λεπτές πτυχώσεις,τρυφερή και υγρή μ’ ένα φως

που στάζει.

Ο παλμός της πατούσας κρατά τον ρυθμό, ρυθμό νευρικό,

από το πέρα δώθε βημάτων πεζοδρομίου.

 

Ας ριχτούμε όλοι μαζί στην βοή που ξυπνά

ίδιοι Λάζαροι από μεθύσι θανατερό.

 

Στο τραπέζιμια φέτα ψωμί από ξένο χέρι ετοιμασμένη

κι’ η κανάταμε νερό να στέκει σε κίνηση.

 

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΑ Γ΄

 

Πέρασαν οι τελευταίες μέρες χωρίς εσένα να ψαχουλεύεις

τις πτυχές των εσωρούχων μου,

να δρασκελίζεις τις σκάλες για να προφτάσεις την γάμπα μου,

στοπροτελευταίο σκαλί. Κρατώ τούς γοφούς μου ακίνητους,

όμως εσένα δεν σου ξεφεύγουν κρυφοί και μη κρυφοί γοφοί

και τώρα στα πόδια σου, με ζουπάς.

 

Η μυρωδιά του μελανιού που χύθηκε έγινε ένα με τούς άνεμους.

Θα την ξανάβρης σαν ένα σύννεφο λίγο πιο σκούρο απ’ το καφέ

Της πολυθρόνας.

Εκεί επίμονη βουβή σε σπρώχνει, να περάσεις την ζωή σου παρέα, με τους κλέφτες, τους ψεύτες,τους ανέντιμους, τους κολασμένους, τους τρελούς.

 

Τί έμεινεατελεύτητο και με παγίδεψε να γράφω σαν καταδίκη,

σ’ όλη μου την ζωή, παραμύθια στον εαυτό μου;

 

 

 

SALUADE Β΄

 

 

 

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ α΄

 

Τίποτα πιο λαμπερό απ’ την εικόνα σου.

Με μισόκλειστα μάτια σε θυμάμαι, αγαπητό πρόσωπο εσύ.

Το στέρνο σου μέσ’ την ασπράδα του

κι’ οι φλόγες των ματιών σου, ένα παράπονο.

 

Τα όνειρα συχνά, την ίδια επανάληψη προβάλλουν,

πώς νύχτα φτάνω σε μεγαλούπολη κι’ οι δρόμοι, στενοί και κατηφορικοί,

κάτι σαν τις σκιές πάνω στα χείλη μας, τις νύχτες στο COVENT GARDEN.

 

Πατημένα λουλούδια κατά μήκος του πεζοδρομίου

θυμίζουντο φτηνό ιταλικό κρασί,

όταντο κινέζικο εστιατόριο αφήναμε για αόριστες επισημότητες.

Ω!Εσύ θεέ των Ερώτων!

 

Τα βράδια μας περνούσαμε σε δανεικά κρεβάτια

κι’ ολονύχτιατα χάιδια και τα κλάματα.

Το παιδί των σπλάχνων μας, πόσο τ’ αγάπησα

και κλαίγαμε μαζί και χώρια,

μαζί και πάλι χώρια.

 

Ό,τι ονειρευτήκαμε το ζήσαμε.

Στις συμφορές της γης, το λαμπερό αστέρι ήσουν

Και τώρα στουςδρόμους χάραμα με υγρασία

το σάλιο απ’το παιδικό φιλί, στο γκρι σου κεφάλι,

λιβάνισε τον παγωμένο αέρα κι’ εσύ θυμάσαι,

τότε που γλίστραγα στα κράσπεδα και κράταγα την άκρη των δακτύλων σου,

ή της μπλούζαςσου την άκρη.

 

 

 

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ β΄

 

Ο γραφικός σου χαρακτήρας ή τα δυό σου φρύδια εκεί ενωμένα,

Πριν ηρεμήσουν για τα καλά, με φέρνουν πίσω.

Η κίνηση της λεκάνης σου, η πιο όμορφη που είδε ποτέ ο κόσμος.

Το χέρι σου, κατεβασμένο χαμηλά στην κοιλιά,

Ή το σφύριγμα, όταν ανέβαινες την σκάλα διακριτικά,

Σαν πουλί, που ετοιμάζεται να πετάξει.

 

Η σκέψη των συναντήσεών μας, δεν αντέχεται.

Λοιπόν στα σύνορα της πόλης να μένεις.

Κι’είναι η μορφή σου σφήνα στην παρεγκεφαλίδα που λικνίζεται

κι’η μνήμη ροκάνα άσελγη, σε φέρνει θυμιατό.

Στην άκρη του κήπου, φύτεψες γιασεμί και στο ραφάκι του μπάνιου

TEA ROSE.

 

Εκείνα τα βράδια οι θεοί μαζεύονταν στο μοναδικό μαξιλάρι.

Κοιμόσουντο πρωί και έρεε σάλιο από το στόμα σου, στο δικό μου στόμα.

Κρύψε την ταραχή σου, όλα τέκνα της φαντασίας μου.

Εσύ, μακριά μακάριος προστατεύεσαι.

Μοναχικό έναβράδυ που η καρδιά μου στίχους έγραφε,

είδα ένα όνειρο.

 

 

 

Τ’ΟΝΕΙΡΟ

 

Είδα πως πέρασα στον άλλο κόσμο,

μια νύχτα, που το φεγγάρι αδύναμο,

μ’ αντίκρυσε να κλαίω από έρωτα.

 

Ώρα πολλή άλλαζε σχήματα.

Αναποφάσιστη εγώ κι’ αυτό περίμενε

το φως τουμέχρι την αυγή κρατώντας,

μαζί να πάμε,πέρα απ’ το στερέωμα.

 

Τότε, το ρούχο μου ανυπόμονο ξεχύθηκε στους δρόμους

μαζί με τα φαντάσματα και τα ποντίκια.

Η σοφή κουκουβάγια με πήρε το κατόπι

και κράζει πίσω να γυρίσω.

 

Τί κάλεσμα φρικτό έφτασε στα πλευρά μου

Τί χτύπος πιοδυνατός απ’ της καρδιάς μου τον παλμό.

 

Το ξέχασμα αργεί.

Κι’ ο ουρανόςπου με σκεπάζει δεν αναγνωρίζεται πια.

Τότε να φύγω,σκέφτηκα, να πάω κοντά του.

Και στο φεγγάρι φτάνω.

 

 

 

 

 

ΤΑΞΊΔΙ ΣΙΩΠΗΛΟ

 

Στο δρόμο τοφεγγάρι, έκανε γούβα το κορμί του

και κέντησε με γρήγορες κινήσεις ένα κουκούλι.

Μ’ αυτό με κάλυψε ολόκληρη καθώς τα πνεύματα των πραγμάτων,

όλο μεκαλούσαν προς αυτά.

 

Πρώτος σταθμός ένας μικρός πύρινος κύκλος.

Καθώς οι φλόγες γλύφανε τα σκότη,

το φεγγάρι μεταμορφώνεται σ’ άνδρα.

Έμοιαζε με όλους τους άνδρες που είχα αγαπήσει.

Με πήρε στην αγκαλιά του και ο ένας ρουφούσε τον άλλον.

Κι’ όλο μπαίναμε πιο βαθειά στον πύρινο δίσκο.

Τα σώματά μας με παλμικές κινήσεις πέρασαν μέσα απ’ τα πυρά

και σε μορφή σκόνης λευκής, λαμπαδερής, βγήκαν προς ένα τόπο άτοπο.

Ξύπνησα όταν τα χέρια μου έγιναν κλαδιά με ρόζους, τα πόδια μου,

ιστοί αράχνης και τα μαλλιά μου, κύβοι από φύλλα καστανιάς.

Τα μάτια μου πέτρες τα στήθη μου κούνιες κι’ όλος

ο σκελετός μου, σκάλα για θεϊκά πουλιά χωρίς φτερά κι’ εγώ,

που ήμουν πια δεν ήξερα.

 

Τότε τοφεγγάρι έφτασε κοντά μου πάλι σιωπηλά κι’ εγώ

Ισορροπίας έκσταση δοκίμασα ξανά πάνω στη ράχη του.

Άρχισα να τοφιλώ. Σ’ όλο το δρόμο το φιλούσα και

τα δάχτυλά μου εισχώραγαν μεσ’ στη δομή των κυττάρων του.

Στην παραλίατης πατρίδας μου, πάνω σ’ ένα βράχο μ’ αφήνει κι’ αυτό

το ίδιο φάντασμα του εαυτού του, βουτάει στα παγωμένα νερά και χάνεται.

 

 

 

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ γ΄

 

 

Στους δρόμουςαργά τη νύχτα τα τελευταία αυτοκίνητα.

Στις γωνιές τα σκουπίδια και οι γάτες.

Είσαι χρόνια τώρα μακριά μου.

Γίνομαι σκιάτης σκέψης σου, σαν τον αέρα που στο σκοτάδι,

περνάει τιςχ αραμάδες και φτάνει ακάλεστος.

Στονκύκλο της μνήμης σου, είμαι και σαν στεφάνι μαγιάτικο,

Πάνω απ’ το κρεβάτι σου με ’χεις

κι’ εγώ μοναστικές αγιορείτικες υπομονές φορτώνομαι

και θάλασσες ρηχές και λιμνοφόρες.

Εμείς γεννηθήκαμε κλεισμένοι σε χρυσό κλουβί,

με μπαλαλάικες στ’ αυτιά κι’ αντικρυστούς χορούς στα μάτια,

γι’ αυτό, με θεία δώρα κερασιάς με ράντισες από κορφή στο τέρμα.

Όμως όσοι δεν έζησαν πάνω στη γη, τα σύννεφα το δείλι δεν θυμούνται.

Το στήθος μου προτείνω τώρα στις δυό σου φούχτες κι’ ας μείνουμε

Στο ίδιο σημείο, όπως μιά μέρα Σάββατο, μέρα ξεκούρασης, χαράς,

Μέρα πρώτη.

Πόσες φορές κυράδες από άλλες ώρες δεν κάλεσα μαζί τους

να με πάρουν, σε χώρες λίγο σιωπηλές.

Τα μέλη του κορμιού μου μουσεία έγιναν γι’ αγαπημένους άνδρες

Και γυναίκες.

Όταν ο ήλιος θα ξανάρθει μη τον ρωτήσεις ό,τι χτες.

Καβάλα ένα άλογο σε χωματένιους τάφους να φτάσεις, πριν ένα γίνεις

με τα ρόδα,τις σταφίδες, τα πούπουλα, τα λάδια, τις βελόνες των πεύκων, το γάλα απ’ τα σύκα …

Φθινόπωρο κι’έλπιζα να σε δω μακριά να προσπερνάς.

Τα γράμματα ταχτικά βαλμένα στο κουτί με τα βότσαλα και

η βεντάλια από πάνω.

Όλα ας πλαγιάσουν την ώρα αυτή του αποχαιρετισμού.

Η Ιώ μόνη στο ακροπύργιο θρηνεί, συνηθισμένη σε αρχαίους νόμους.

Μια τελευταία ματιά στο δωμάτιο, μεγάλο και το κρεβάτι στενό, δίπλα

στο παράθυρο.

 

 

 

 

maria_panoytsou_coverΗ Μαρία  Πανούτσου γεννήθηκε  στην Αθήνα ​και υπηρετεί το θέατρο  και την ποίηση  από  το 1979. Σπούδασε  μουσική,  χορό, θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία στην Ελλάδα, Αγγλία,  Πολωνία. Έχει ταξιδεύσει για σπουδές  και για συμμετοχή σε Διεθνη Φεστιβάλ  θεάτρου, με το Θέατρο Τομή, στην Αγγλία, Σκωτία, Ρουμανία, Γεωργία, Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία, Ιταλία, Κύπρο. Έζησε  στην παιδική  της  ηλικία στο Ιρακ, στην Κύπρο και στο Λίβανο. Ξεκίνησε  πολύ μικρή  το χορό και το θέατρο και με  την πρώτη της σκηνοθετική  δουλειά  βραβεύτηκε με πέντε  βραβεία στο Φεστιβάλ  Ιθάκης. Σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης, καλύτερης  παρουσίασης νεοελληνικού έργου, βραβείο γυναικείου ρόλου και έπαινος ανδρικού. Τώρα μοιράζεται την ζωή της μεταξύ  Αθήνας, Κέας και Λονδίνου. 

Είναι απόφοιτος του Έκτου Γυμνασίου Θηλαίων. Διπλωματούχος της Σχολής Κλασσικού χορού Ε. Ζουρούδη. Διπλωματούχος της Επαγγελματικής σχολής Θεάτρου Αθηνών Εχει  σπουδάσει στο  GROTOWSKI  LABORATORIUM  στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Τελειόφοιτος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών. Σπούδασε  στο  Open University  OF    London  Humanities- Ανθρωπιστικές σπουδές ,  και συμπλήρωσε την μελέτη της για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία με την παρακολούθηση: Αθηναϊκή Δημοκρατία, 5ος αιώνας,  στο  Open University of London.

Παράλληλα με το θέατρο και η τέχνη η Μαρία Σκουλαρίκου – Πανούτσου έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές, ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ , SALUADER  και  ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΟΝΟΥ Η ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΑΝΔΡΑ ΑΠΟ ΤΟ CITY που έχουν εξαντληθεί και  ετοιμάζει την έκδοση της νέας ποιητικής  συλλογής με τίτλο ‘Η ΠΟΛΗ’

Μελέτησε Ζωγραφική  και Αγιογραφία με τον ζωγράφο  Δ. Πάλμα, και Κεραμική με τον γλύπτη  Ν.Σκλαβενίτη. 

Ζωγραφίζει από το 1982 και χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά για τον σκοπό αυτόν. Δουλεύει τον πηλό κατασκευάζοντας έργα αποκλειστικά με το χέρι και όχι με τον τροχό. 

Με την Φωτογραφία και τις αρχές της κινηματογραφικής τέχνης, ασχολήθηκε την περίοδο 1980-90 όπου έγινε δεκτή και στο International Film school of London.

 Αυτήν την περίοδο.

Ολοκληρώνει συλλογή παραμυθιών και την νέα ποιητική  συλλογή  με τίτλο ‘Η Πόλη’.

Θέατρο 

2015-2016  Ως  ηθοποιός  βρίσκομαι συνεχώς σε  αναζήτηση των δυνατοτήτων μου, άλλα και της τέχνης αυτής που υπηρετώ.  Θέλω να συνταιριάσω την έρευνα και το λαϊκό στοιχείο, το αυθόρμητο και την μελέτη, στις παραστάσεις μου από τώρα και μετά. Θα έδινα τον τίτλο:  Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ, Ο ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ. 

Ξεκινώ αυτήν την εργασία με την παράσταση,  “ΑΣΠΡΟ ΦΩΣ  ιστορίες έρωτα και αναρχίας’( Πρώτη παρουσίαση στο θέατρο Ελισσός,  Ιανουάριος 2015)

.. Άν θα έπρεπε να  αναφέρω μερικές στιγμές από την δουλειά μουθα ήταν:

1980 Σπουδές στο Grotowski  Loboratorium στην Πολωνία . 
1982 ίδρυση της εταιρείας  ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΜΉ και συμμετοχή στο Φεστιβάλ Ιθάκης .Πρώτη μου δουλειά σκηνοθετική. 
Η παράσταση απέσπασε 6 βραβεία. 

Συμμετοχή σε προγράμματα  θεατρικής παιδείας  στις ανδρικές φυλακές Κορυδαλλού 1984-86
Συμμετοχή μου το 1997 με την παράσταση  ‘Ιστορία με τέλος’  στο Φεστιβάλ Γυναίκες Δημιουργοί των δύο Θαλασσών, UNESCO Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης.

1999 Τρίτη εκδοχή της Αντιγόνης με τίτλο: ‘Η Λατρεία των Νεκρών’  Edinburgh fringe festival  και ​περιοδεία στην Ευρώπη.

2001 Διδασκαλία σε σεμινάριο, ‘Προσέγγιση  στην Αρχαίας  Ελληνικής Τραγωδίας’  στο Πανεπιστήμιο  Edinburgh University και Glasgow University.

2007-2014  A project in progress House of flesh by Yussuf Idris. Προσέγγιση του Αραβικού πολιτισμού με το έργο ενός από τους πιο σημαντικούς Άραβες λογοτέχνες.

Για την περίοδο 2016-2017

Ολοκληρώνει  συλλογή  παραμυθιών  και την  νέα  ποιητική  συλλογή  με τίτλο ‘Η Πόλη’.

‘Ιστορίες έρωτα και αναρχίας’  Κείμενα προφορικής παράδοσης ​από Ανατολή Δύση, Βορά και Νότο.

Αφηγήσεις για ενήλικες.  Ιανουάριος  2015.  Συνεργασία με τον μουσικό, Σταμάτη Δελλαπόρτα. Πρώτη παρουσίαση στο θέατρο ΕΙΛΙΣΣΟΣ  2015

Ξεκινά συνεργασία με τον σκηνοθέτη και δάσκαλο Σταμάτη Ευσταθίου με θέμα την Aπώλεια.

Προετοιμασία θεατρικής παράστασης με τον ποιητή και θεατρικό συγγραφέα, Σταμάτη Πολενάκη.

 

PERFORMANCES THROUGHT DECADES

A.PROJECT ‘Foyer’ 2009-2012  Μουσική παράσταση βασισμένη στο διήγημα του Yussuf idris  ‘House of flesh’.Συνεργασία με την μουσικό και συνθέτρια, ΤΑΝΙΑ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ.  

B.PROJECT  Αντιγόνη  1997 – 2007 H ΔΕΚΑΧΡΟΝΗ ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟ  ΤΟΥ ΣΟΦΟΚΛΗ ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ

C.PROJECT 2012-2017 Νίκα Μαρτοπούλου. Μαρτυρία της  Δ. Μ Μιχαλακέα. Μάιος –  Συνεργασία με την σοπράνο και performer  ΒΙΒΙΑΝΑ ΓΙΑΝΝΑΚΗ.

«Αυτό που μ’ ενδιαφέρει πρώτιστα στην τέχνη του Θεάτρου είναι η σχέση του ανθρώπου με αυτό που επιμελώς κρύβει βαθιά μέσα του και που εκφράζεται για λίγο σε κάποιες οριακές στιγμές, για να ξανακρυφτεί και πάλι πίσω από λόγια δισταχτικά και αδέξια σαν τ’αχνάρια ενός πληγωμένου ζώου πάνω στο χιόνι…

Το Θέατρο μας δίνει, κατ’ αρχήν τη δυνατότητα να μακρύνουμε το διάστημα αυτής της αποκάλυψης και στη συνέχεια να έρθουμε σε επαφή με τους συμπολίτες μας μέσα από αυτήν. Μια επαφή που μπορεί να θεωρηθεί, απαραίτητη»                                                                                     

Έχει συνεργαστεί  με τους, Σ. Τσιώλη, Ν. Αγγελίδη  Σ. Θεοδωράκη  στο σινεμά και δούλεψε στο ραδιόφωνο και τηλεόραση 1979 με 1989.

Από το 1989 αφιερώθηκε στην θεατρική έρευνα και εκπαίδευση.

Για την Μαρία Πανούτσου το Θέατρο, είναι ένας χώρος έρευνας των εκφραστικών δυνατοτήτων του ανθρώπου, χωρίς να αρνείται τον παιδαγωγικό,  ψυχαγωγικό και θεραπευτικό του χαρακτήρα. Ιδιαίτερη αφοσίωση έδειξε στην μελέτη της κίνησης του σώματος, μαθητεύοντας σε διαφορετικές τεχνικές.

Πιστεύει ότι η κίνηση του σώματος ολοκληρώνεται μόνο με τον έντεχνα εκφρασμένο λόγο. Από το 1992 χρησιμοποιεί εκτός του θεατρικού κειμένου, το ποιητικό, πεζογραφικό, δοκιμιακό κείμενο και με εφαλτήριο τον σύνθετο λόγο του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος, συνεχίζει την αναζήτηση, της σχέσης λόγου, κίνησης, νοήματος, δημιουργώντας ένα δικό της θεατρικό κώδικα επικοινωνίας. Ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο της ζωής της είναι η διδασκαλία που εκτός από λειτούργημα την θεωρεί μία ακόμη μορφή τέχνης. Την ενδιαφέρουν οι δύο ρόλοι που ενυπάρχουν στην διδασκαλία, του διδάσκοντος και του διδασκόμενου και βρίσκει μεγάλη ευχαρίστηση στην εναλλαγή αυτών των ρόλων.

Η μέθοδός της είναι ουσιαστικά, μια στάση απέναντι στο υλικό (μνήμη-κοινωνία) που συσσωρεύει καθημερινά ο άνθρωπος καλλιτέχνης, καθώς και ένας «τρόπος» εξάσκησης για την εφαρμογή μιας όσο γίνεται πιο προσωπικής έκφρασης. 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top