Fractal

ΑΡΧΕΙΟ : ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙ

Πηγή: rembetiko.gr

 

image003

 

Έναντι προλόγου

Η προσπάθεια αποδελτίωσης των γλωσσικών στοιχείων που απαντούν στο λαϊκό μας τραγούδι παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες, επειδή δεν έχουν μελετηθεί έως τώρα συστηματικά ούτε οι αστικές (κοινωνικές) διάλεκτοι ούτε η γλωσσική συμπεριφορά και η κοινωνική διαστρωμάτωση των εγκατεστημένων στα αστικά κέντρα πληθυσμιακών ομάδων.
Συγκυρίες οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνετέλεσαν ώστε σε αρκετά αστικά και ημιαστικά περιβάλλοντα να αναπτυχθεί ένας διαλεκτικός λόγος που χαρακτηρίζεται από γλωσσικά στοιχεία, άλλοτε αυτοσχέδια και πρωτότυπα, άλλοτε παραφθαρμένα και σε απόκλιση – αν όχι σε αντιπαράθεση – με την κοινή νεοελληνική γλώσσα. Αναπόφευκτα, αυτός ο λόγος περιέχει αρκετά δάνεια από γειτονικούς πολιτισμούς, λέξεις και φράσεις της κοινής – ομιλούμενης – γλώσσας (με εντελώς όμως διαφορετική σημασία απ’ αυτήν) και μια συνθηματική γλώσσα η οποία λειτουργούσε παραμορφωτικά, προς την ομιλούμενη.
Η επίσημη λεξικογραφία (όπως και ο δημόσιος – επίσημος – λόγος) για μεγάλο διάστημα, είτε αγνόησε αυτή την κοινωνική γλωσσική ποικιλία είτε – στην περίπτωση που την κατέγραψε – στιγμάτισε αρνητικά και αυτήν και, μαζί, και τις πληθυσμιακές ομάδες που εκφράστηκαν μέσω αυτής.
Η δυναμική όμως, τόσο του Λόγου και Μέλους του λαϊκού μας τραγουδιού όσο και των κοινωνικών στρωμάτων που εκφράζονταν με αυτή την άτυπη “αργκό” σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους, διαπέρασε σύντομα όλο και πιο μεγάλα τμήματα του κοινωνικού ιστού επηρεάζοντας καταλυτικά και τη λεξικογραφία.
Η προσπάθεια χαρτογράφησης της φρασεολογίας που απαντά στο λαϊκό μας τραγούδι γίνεται με γνώμονα λέξεις και εκφράσεις σπάνιες, ιδιωματικές, που αποτελούν δάνεια από ξένες γλώσσες, διαφοροποιημένες σημασιολογικά από την επίσημη κοινή νεοελληνική ή και παραφθαρμένες σε σχέση μ’ αυτήν.
Επίσης, άγνωστες στο ευρύ κοινό στην πλειοψηφία τους, με απώτερο στόχο – μέσω της κατανόησης του Λόγου – την ουσιαστικότερη προσέγγιση, άρα και πρόσληψη του αστικού λαϊκού μας τραγουδιού.
Η αναζήτηση αυτής της φρασεολογίας αντλήθηκε σε μεγάλο ποσοστό από το νήμα ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις όπου πραγματοποιείται μια από τις γονιμότερες συζητήσεις από τα μέλη του ρεμπέτικου φόρουμ, με κριτήριο η φρασεολογία αυτή να αφορά κυρίως (και κατά πρώτον) το αστικό λαϊκό μας τραγούδι και στη συνέχεια (επειδή στο ρεμπέτικο φόρουμ λειτουργεί επίσης το νήμα παραδοσιακή μουσική ) εκφραστικούς τύπους που απαντούν και σ’ αυτό το είδος της πνευματικής μας κληρονομιάς.

Όσο για τις χρησιμοποιηθείσες πηγές, προσωπικά, περισσότερο αξιοποίησα από μια αρκετά μεγάλη διαθέσιμη πηγή επιλογής, τα εξής:

1. Π. Πικρού, “Τουμπεκί”, έκδ. 1979 (ειδικά, το πολύτιμο γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου, σελ. 267-272).
2. “Λεξικό της λαϊκής” του Κ. Δαγκίτση (1967)
3. “Λεξικό της πιάτσας” του Βρ. Καπετανάκη (η α’ έκδ., 1951)
4. “Λεξικό της πιάτσας” του Εμ. Παπαζαχαρίου (Ζάχου), 1981.
5. “Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας”, Μπαμπινιώτη, β’ έκδ. 2002
6. “Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής”, Τριανταφυλλίδη, 1998
7. “Μέγα λεξικό όλης της ελληνικής γλώσσας”, Δημητράκου, 1950
[και on-line: http://prodossia-neouellinismou.blog…/hofmann.html]
8. “Ετυμολογικό λεξικό της κοινής νεοελληνικής”, Νικόλαος Π. Ανδριώτης, 1983.
9. Το λεξιλόγιο (και το βιβλίο) του Θ. Κοροβίνη “Οι ζεϊμπέκοι της Μ. Ασίας
10. “Λαογραφικά σύμμεικτα”, Ν. Πολίτης, 4 τόμοι 1920-1980
11. Την ψηφιακή συλλογή παλιών εφημερίδων και περιοδικών.
12. Έναν ευρύ κατάλογο από Νεοέλληνες συγγραφείς
13. “Αυτοβιογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη”, Αγ. Κάϊλ
14. Το λεξιλόγιο που περιέχεται στα βιβλία του Ν. Γεωργιάδη : “Από το Βυζάντιο στο Μ. Βαμβακάρη”, “Ο Ακρίτας που έγινε ρεμπέτης” κ.λπ.
15. Το λεξιλόγιο που περιέχεται στους 4 τόμους της “Ρεμπέτικης ανθολογίας” του Τ. Σχορέλη

—————————————————————————————–
Η δημιουργία του “ρεμπέτικου γλωσσαρίου” είναι μια συλλογική προσπάθεια.
Ανανεώνεται, αναθεωρείται (όταν προκύπτουν νέα στοιχεία) και συμπληρώνεται, σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Ευχαριστώ θερμά όλα τα μέλη, με τη συνδρομή των οποίων υλοποιείται η προσπάθεια αυτή.

Οι λέξεις που ακολουθούν παρατίθενται με αλφαβητική σειρά:

Αβανιά
Ρετσινιά, κακολογία, συκοφαντική διάδοση.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Ο μπάρμπας μου ο Παναγής”
Στ. – μουσ. Ευτ. Παπαγιαννοπούλου – Γ. Στεφανάκη
Ερμηνεία: Μιχ. Ζαμπέτας

“…είχαν συχνά μπελάδες
γιατί μας βγάζαν αβανιές
πως στου σπιτιού μας τις γωνιές
κρύβαμε κατσιρμάδες…”

[ΕΤΥΜ. <ιταλ. avania – αραβ. hawan = ταπείνωση]

Αβάντα
1. Πλεονέκτημα, κέρδος, όφελος που συνήθως προέρχεται από επιλήψιμη διαδικασία, μίζα.
2. Υποστήριξη συνήθως έμμεση, μέσο, αβάντζα
3.(στο θέατρο): σύνολο γνωρισμάτων ρόλου ή παράστασης που σκοπεύουν στο να προσελκύσουν το κοινό με εξωτερικά, συνήθως φανταχτερά μέσα.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Για να ξέρεις, αλανιάρη” (1936)

Στ. – μουσ. : Γ. Καμβύσης
Ερμηνεία: Ρόζα Εσκενάζυ

“Για να ξέρεις, αλανιάρη,
σ’εχω πάρει πια χαμπάρι.
ότι χρόνια πας γι’ αβάντα…»

[ ΕΤΥΜ. < παλιά ιταλική λέξη “avantare” ή βενετική “vantarse” = καυχιέμαι]

Αβανταδόρος
Ο εικονικός παίχτης, ο υποτιθέμενος αγοραστής που ενεργεί ώστε να προσελκύσει υποψήφια θύματα. Ειδικότερα, ο αβανταδόρος δρα στον “παπά”: ένας στήνει τον “παπά” και οι συνεργάτες του, σαν κοινοί διαβάτες, “παίζουν” και “κερδίζουν”, ώστε να πεισθεί ο αφελής ότι μπορεί να κερδίσει και εκείνος, αν παίξει.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Οι Παπατζήδες” (1952)
Στίχοι – Μουσ.: Τόλης Χάρμας
Ερμηνεία: Μπίνης, Ντούο Χάρμα

“…Σαν κορόιδο πιάστηκες να τα χάσεις βιάστηκες
φύλαγαν στη γωνιά οι τσιλιαδόροι
και σου τα τρώγανε οι αβανταδόροι…”

[ΕΤΥΜ. <ιταλ. avanti = πριν, εμπρός]

Αβέρτα
Φανερά, άφοβα, χωρίς προφύλαξη, απροκάλυπτα.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Στην εποχή του Πάγκαλου” (1969)
Στ. – Μουσική: Γ. Μητσάκης
Ερμην.: Γ. Νταλάρας

“… κι αβέρτα τσιγαράκι…”

[ΕΤΥΜ. <ιταλ. averto < apertus, λατιν. = ανοιχτός]

Αγάλι
Σιγά, ήρεμα.

[ΕΤΥΜ. <μεσαιων. αγάλη < αγαληνά < γαληνά]

Αγάντα
1. Κρατήσου γερά, μείνε κοντά.
2. Κάνε υπομονή, κουράγιο.

Ακούγεται στο τραγούδι:
Ο Θερμαστής (1934)
Στ. – Μουσ. και ερμηνεία: Μπάτης.

“…αγάντα, θερμαστάκι μου,
και ρίχνε τις φτυαριές σου…”

[ΕΤΥΜ. < ιταλ. agguantare = αγκιστρώνομαι, κρατιέμαι γερά]

Άγιος Νείλος
Περιοχή του Πειραιά, κοντά στο Χατζηκυριάκειο , όπου και η ομώνυμη εκκλησία.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Χατζηκυριάκειο” (1938)
Στ., μουσ : Δ. Γκόγκος (Μπαγιαντέρας)
Ερμην. : Παγιουμτζής, Περπινιάδης.

“…Από βραδύς ξεκίνησα
μ’ ένα καλό μου φίλο
για το Χατζηκυριάκειο και για τον Άγιο Νείλο…”

Αθανασόπουλος Δημήτρης
Δολοφονήθηκε στο σπίτι του, στην περιοχή Χαροκόπου, στις 7 Γενάρη 1931, από την πεθερά του Άρτεμη Κάστρου, έναν ξάδελφο της γυναίκας του το Δημήτρη Μοσκιό και με τη βοήθεια της γυναίκας του Φούλας Αθανασοπούλου και της υπηρέτριας Γιαννούλας Μπέλλου.
Στη συνέχεια, προσπάθησαν να κάψουν το πτώμα, αλλά επειδή θα τους πρόδιδε ο καπνός και η μυρωδιά, το τεμάχισαν, το έβαλαν σε σακούλες και πετάχτηκε στον Ιλισό, όπου βρέθηκε τυχαία.
Έτσι αποκαλύφτηκε το “έγκλημα του αιώνα”, όπως χαρακτηρίστηκε, σε εφημερίδες της εποχής,
http://photos1.blogger.com/blogger/2…4/1600/878.jpg
http://photos1.blogger.com/blogger/2…4/1600/881.jpg
οι οποίες γέμιζαν με ολοσέλιδες αναφορές και λεπτομέρειες για το έγκλημα αυτό.
Σύμφωνα με την απόφαση της δικαιοσύνης, πεθερά και σύζυγος καταδικάστηκαν σε θάνατο.
Τελικά παρέμειναν στη φυλακή 10 χρόνια, μετά την απόφαση της κυβέρνησης Τσολάκογλου να απονείμει χάρη σε όλους τους βαρυποινίτες εκείνης της εποχής.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Κακούργα πεθερά”, (1931)
Στ., μουσ: Ιακ. Μοντανάρης
Ερμην.: Αντ. Διαμαντίδης.

“…Καημένε Αθανασόπουλε, τι σού ‘μελε να πάθεις,
από κακούργα πεθερά τα νιάτα σου να χάσεις…”

Ακρόπολη, Θεσσαλονίκη
Το βορειότερο και ψηλότερο τμήμα της παλιάς πόλης της Θεσσαλονίκης, στην περιοχή της Άνω Πόλης.
Ό,τι διασώθηκε από την πυρκαγιά του 1917, περιλαμβάνει τα τείχη της Ακρόπολης και το Επταπύργιο, το Γεντί Κουλέ .

Ακούγεται στο τραγούδι: “Μπαχτσέ τσιφλίκι” (1946)
Στ., μουσ. : Τσιτσάνης.
Ερμην : Τσιτσάνης, Παγιουμτζής.

“…πάμε τσάρκα στην Ακρόπολη, στη Βάρνα …”

Αλάνης, (αλάνι, αλανιάρης, αλανάκι, αλανιάρα, αλάνικο)

1. Ο περιφερόμενος στους δρόμους, ο άστεγος.
Μεταφορικά, αυτός που γυρίζει άσκοπα στους δρόμους, το αλητόπαιδο.
2. Πρόσωπο που συμπεριφέρεται χωρίς ευγένεια, με χαμηλό επίπεδο ήθους, γενικά αυτός που δεν έχει καλή συμπεριφορά ή ανατροφή.
Γενικά, πρόκειται για μια έννοια, με αρνητικό σημασιολογικό φορτίο, όχι μόνο για το γενικότερο κοινωνικό περίγυρο.
Και για τους ίδιους τους δημιουργούς έχει αρνητική σημασία, μειωτική, είτε μ’ αυτήν απευθύνονται σε τρίτους είτε στον ίδιο τους τον εαυτό.
Όταν, μάλιστα, την αποδίδουν στον ίδιο τους τον εαυτό, εμφανίζονται σχεδόν αισθήματα ενοχής ή μια διάθεση απολογίας, όπως φαίνεται από τα περισσότερα τραγούδια:

Π.χ.:
“…Είμαι αλανιάρης στους δρόμους και γυρίζω
κι απ’ την πολλή μαστούρα μου κανένα δεν γνωρίζω…”
[“Αλανιάρης”. 1934, Μάρκος Βαμβακάρης]

“…Κι αν είμ’ αλάνης, φουκαράς
δεν φταίω, σάς το λέω…”
[“Μπουζούκι μου διπλόχορδο”, 1937, Μ. Βαμβακάρης]

“..και γυρνάς μ’ όλα τ’ αλάνια…
…Αλανιάρα με τους μάγκες κάθε βράδυ ξενυχτάς…”
[“Η Μαρίκα η χασικλού”, 1934, Β. Παπάζογλου]

Ή, η φωτογραφική περιγραφή στο παρακάτω:
“…Αλάνι μες την παραλία
χρόνια μες την αμαρτία.
Μπαγλαμάς και το μπουζούκι
δεν του λείπει το τσιμπούκι.

Φουμάρει όλο και μεθάει
όμορφα χωρίς να σπάει
κι αν του λάχει να μαλώσει
δεν τον νοιάζει να σκοτώσει.

Να αυτό είναι το αλάνι
του Περαία το αλάνι,
βερεσέ άμα τα πίνει
τα ξεχνάει δεν τα δίνει….”
[ Ν. Μάθεσης, Δ. Μπαρούσης (Λορέντζος) 1934]

Λιγότερο απαξιωτικά εμφανίζεται η λέξη στο παρακάτω:

“…Εγώ `μ’ αλάνης μάνας γιος, μάγκας σωστός στην τρίχα
και στον καθένα ζόρικο, αχ, κόβω με μιας το βήχα…”
[“Αλάνης μάνας γιος”, Τούντας, 1930]

Ενώ, σε αρκετά νεότερο, η λέξη εκφράζει θετική κρίση και συμπάθεια:

“…Είμαστε αλάνια, διαλεχτά παιδιά μέσα στην πιάτσα…”
[ Παπαγιαννοπούλου- Τσιτσάνης, 1951]

[ΕΤΥΜ. <τουρκ. alan “ανοικτός χώρος, ξέφωτο” <αραβ. alani “δημόσιος, ανοικτός”]

Αλεπού
Ένας χαρακτηρισμός για τους μικρολωποδύτες που δρούσαν στις διάφορες αγορές, στα πάρκα, σε αίθουσες αναμονής και σε σταθμούς.
Μια ακόμα μεταφορική σημασία για τον κλέφτη, τον πονηρό.

Ακούγεται στο τραγούδι «Τουμπελέκι-τουμπελέκι»(1931),
με ερμηνευτή τον Α. Κωστή.

«…έναν κόμητα τοιούτο να τον περάσει γι’ αλεπού…»

Αληθινή
Παραδοσιακό χωριό ανάμεσα στην Ερμούπολη και την Άνω Σύρο.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Φραγκοσυριανή” (1935)
Στ., μoυσ., ερμην: Βαμβακάρης.

“…φίνα στην Αληθινή…”

Αλμπάνης
Αδέξιος, άπειρος στη δουλειά του, ατζαμής, ( συνήθως λέγεται για τεχνίτες και γιατρούς).

Ακούγεται στο τραγούδι: “Το λεξικό του μάγκα”, 1932, με τον Πέτρο Κυριακό.

“… το γιατρό τον λέω αλμπάνη…”

[ΕΤΥΜ. < από το (ν)αλμπάν(τ)ης < τουρκ., περσ. nalbant < nalbent = πεταλωτής]

Ανάπλι
Γνωστή, παλιά φυλακή ανατολικά της Ακροναυπλίας, στο εσωτερικό του όρμου.
Αρκετές οι αναφορές σ’ αυτήν και στα τραγούδια και στη Λογοτεχνία, όπου περιγράφονται οι ιδιαίτερα σκληρές τιμωρίες σε βάρος των κρατούμενων, όπως και η άδικη κράτηση.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Αντιλαλούν οι φυλακές” (1935)
Στ., μουσ., ερμην. : Βαμβακάρης.

“…αντιλαλούν οι φυλακές Ανάπλι και Γεντί Κουλέ ς…”

Ανθίζομαι
Αντιλαμβάνομαι, καταλαβαίνω κάτι που υποκρύπτεται, παίρνω είδηση, πιάνω, ψυχανεμίζομαι.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Ο πασατέμπος” (1946)
Στ. – μουσ.:Μ. Χιώτης
Ερμηνεία: Κασιμάτης, Ρόζα.

“Τα παραμύθια σου τ΄ανθίστηκα πια τώρα…”

[ΕΤΥΜ. <από συμφυρμό των λέξεων: άνθος + μυρίζομαι].

Άννυ Όντρα
Η Άννυ Όντρα (Anna Sophie Ondrakova) ήταν ηθοποιός και τραγουδίστρια, λαμπρό αστέρι του Χόλυγουντ.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Εσύ είσαι τρελοκόριτσο” (1938)
Στ. – μουσ. : Δ. Σέμσης
Ερμην. : Ρ. Αμπατζή

“Εσύ είσαι τρελοκόριτσο
ωσάν την Άννυ Όντρα…”

Αντάμ αμάν
Άνθρωπέ (μου) έλεος.

Αποτελεί τον τίτλο ή είναι φράση σε αμανέδες, όπως στο
“Γαλατά αντάμ αμάν” που ερμήνευσε ο Κ. Νούρος το 1926.

Αντάμης
Παλικάρι, άντρας, θαρραλέος.
Το επίθετο “αντάμικος” περισσότερο σε χρήση στο ουδέτερο και πάντα για άψυχα αντικείμενα σημαίνει “αντρίκειο” αλλά και “αυθεντικό”.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Ο μπάρμπας μου ο Παναγής”
Στ. – μουσ. Ευτ. Παπαγιαννοπούλου – Γ. Στεφανάκη
Ερμηνεία: Μιχ. Ζαμπέτας

“…Μες τα Βουρλά κατιρματζής
αντάμης και κοντραμπατζής
και της τουρκιάς ο τρόμος…”

[ΕΤΥΜ. <από το “adam” (το συναντάμε και ως επιφώνημα στους αμανέδες) λέξη εβραϊκή, παρμένη από την Παλαιά Διαθήκη. Adam = άνθρωπος στα εβραϊκά].

Αντελικιώτισσα
Η καταγόμενη από το Αντελικό ή Αιτωλικό, κωμόπολη στο νομό Αιτωλοακαρνανίας.

Ακούγεται στο τραγούδι:”Αντελικιώτισσα”, 1947
Στ., μουσ.: Ζ. Κασιμάτης
Ερμην.: Γ. Μηττάκη.

Ανφάν γκατέ
Κυριολεκτικά, το κακομαθημένο παιδί, το χαϊδεμένο, το μαμόθρεφτο.
Κατ’ επέκταση, ο “καθώς πρέπει”, ο εκλεπτυσμένος άνθρωπος (ή και κυρία).

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Παραπονιούνται οι μάγκες μας” (1936)
Στ., μουσ.: Γ. Τσαούς
Ερμηνεία: Αντ. Καλυβόπουλος

“…Και όλα τα ανφάν-γκατέ μες τον τεκέ θα κάτσουν
μπουζούκι για να ακούσουνε και για να μαστουριάσουν…”

[ΕΤΥΜ. < γαλλική φράση: enfant gate].

Απάχης
Ονομάζονταν έτσι οι περιπλανώμενοι άνεργοι των μεγαλουπόλεων του Μεσοπολέμου. Επίσης, ο αλήτης, αλλά και ο κακοποιός. Τίτλος και οπερέτας της εποχής: “οι Απάχηδες των Αθηνών”.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Με σκλάβωσε η αγάπη σου” (1940)
Στ., μουσ.: Γρ. Ασίκης
Ερμηνεία:Βαμβακάρης

“…Ότι μου είπες το ‘κανα κι ό, τι ζητάς σου φέρνω
από απάχης που ‘μουνα, με έκανες μοντέρνο…”

[ΕΤΥΜ. <γαλλ. apache = ον. φυλής Ινδιάνων της Β. Aμερικής)].

Αποτάζω
Αποκτώ.
Ακούγεται στο τραγούδι: “Όσοι έχουνε πολλά λεφτά” (1936)
Στ. – μουσ. – εκτέλ.: Βαμβακάρης

“…Εγώ ψιλή στην τσέπη μου
ποτές δεν αποτάζω
κι όλα τα ντέρτια μου περνούν,
μόνο σα μαστουριάζω…”

[ΕΤΥΜ. < αποτάσσω (και πιο σωστά) < υποτάσσω = αποκτώ.
Η έννοια της κτήσης προέρχεται από το γεγονός ότι γίνεσαι κύριος των αγαθών που έχει εκείνος, τον οποίον υπέταξες, κατέκτησες].

Αραμπάς
Άμαξα με τέσσερις τροχούς που την έσερναν βόδια ή άλογα, κάρο. Χλευαστικά, η λέξη λέγεται επίσης για χερσαίο μεταφορικό μέσο που είναι υπερβολικά αργό.

Από το τραγούδι:
“Αραμπάς περνά” (1948)
Στ., μουσ.: Τσιτσάνης
Ερμηνεία: Τσιτσάνης, Βαμβακάρης, Καλφοπούλου

“αραμπάς περνά και η βλάμισσα
που αγάπησα είναι μέσα…”

[ΕΤΥΜ. τουρκ. araba = κάρο, τροχοφόρο].

Αρετσού
Παραλιακό προάστιο της Θεσσαλονίκης, στο Δήμο Καλαμαριάς.
Δημιουργήθηκε από Έλληνες πρόσφυγες που ήρθαν στη Θεσσαλονίκη μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, προερχόμενοι από την Αρετσού (αρχαία Αρέθουσα), παραλιακή πόλη της Προποντίδας, το όνομα της οποίας και διατήρησαν στη νέα τους πατρίδα.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Θεσσαλονίκη όμορφη” (1954)
Στ.: Χρ. Κολοκοτρώνης
Μουσ.: Ανέστος Αθανασίου
Ερμην.: Πρ. Τσαουσάκης – Μ. Γρύλη.

“…Θεσσαλονίκη όμορφη, μεσ’ στην καρδιά μου σ’έχω,
Βαρδάρη, Τούμπα κι Αρετσού , μακριά πια δεν αντέχω…”

Άρης Βελουχιώτης
(27/8/1905, Λαμία – 16/6/1945, Μεσούντα)
Ο Θανάσης Κλάρας (όπως ήταν το πραγματικό του όνομα), στέλεχος του ΚΚΕ, φυλακίστηκε και εξορίστηκε για τη δράση του. Πολέμησε στο μέτωπο στον ελληνο-ιταλικό πόλεμο το 1940 και ως ηγέτης μετέπειτα του ΕΛΑΣ στον απελευθερωτικό πόλεμο της Ελλάδας από τους Γερμανούς κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ηγήθηκε με επιτυχία στις 25/11/1942 στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας στις 12/2/1945 συνέχισε τον ένοπλο αγώνα με αποτέλεσμα την απομόνωσή του και το τραγικό τέλος του στη Μεσούντα.

Ακούγεται σε 4 τραγούδια:

– – «Ένας λεβέντης έσβησε” (“Άρης Βελουχιώτης”) (1945)
Στ.: Μάθεση, Χιώτη, μουσ. : Μ. Γενίτσαρη, πρώτη ερμην.: Νταλάρας

“…Αντιλαλούνε τα βουνά κλαίνε τα κλαψοπούλια
ο Βελουχιώτης χάθηκε ψηλά σε μια ραχούλα…”

– – «Να ναι γλυκό το βόλι” (“φόρεσε αντάρτη τ’ άρματα”) (1942)
Στ. – μουσ. – ερμην. : Μπαγιαντέρα

“…και με τον Άρη αρχηγό
γλυκό να ‘ναι το βόλι…».

– – «Αρχηγό μου έχω τον Άρη» (1942)
Στ. – μουσ. -ερμην.: Μπαγιαντέρα

Ασίκης
1. λεβέντης, άντρας που συνδυάζει σωματικά και ψυχικά χαρίσματα.
2. Ο αγαπητικός, ο εραστής.
3. Στις γλώσσες της Ανατολής σημαίνει τραγουδιστής, πλανόδιος οργανοπαίκτης, τροβαδούρος. Τα τραγούδια των Ασίκηδων ήταν μακροσκελή, περιείχαν και διηγήσεις, κομμάτια από έπη με λόγια προσαρμοσμένα στην επικαιρότητα.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Πέντε ποντικοί βαρβάτοι”
Παραδοσιακό
Ερμηνεία: Απ. Νικολαΐδης

“…ποιος ασίκης σαν και μένα
στο κουρμπέτι περπατεί…”

[ΕΤΥΜ. τουρκ. aşιk =εραστής < αραβ. asiq].

Άσος
1. εδώ, με τη μεταφορική σημασία, για κάποιον που είναι άριστος, πρώτος, που διακρίνεται σε έναν τομέα.
2. Επίσης, ο αριθμός ένα ή η πλευρά του ζαριού που είναι σημαδεμένη με μία μόνο βούλα ή το χαρτί της τράπουλας που έχει μόνο ένα χαρακτηριστικό σημάδι.
3. Στη φράση: “μένω στον άσο” = με εγκαταλείπουν όλοι και μένω μόνος, αποτυχαίνω, ή κάνω λάθος υπολογισμούς και μένω αδέκαρος.
4.Ή, “άσος κρυμμένος στο μανίκι” = κρυφό πλεονέκτημα που θα χρησιμοποιηθεί την κατάλληλη στιγμή.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Ο Τσιτσάνης στο Μόντε Κάρλο (1937)
Στ., μουσ.: Τσιτσάνης
Ερμην.: Παγιουμτζής, Περπινιάδης.

“…Μια βραδιά στο Μόντε Κάρλο
πήγα να παρευρεΘώ
μες στους άσους της ρολίνας
να τους συναγωνιστώ…”

[ΕΤΥΜ. < ιταλ. asso, λατιν. as, assis, ρωμαϊκό νόμισμα]

Ατζαμής
Εξελικτικά η λέξη πήρε τις εξής σημασίες: αμάθητος, πρωτόπειρος, πρωτόβγαλτος, πρωτάρης, κακότεχνος, ανίδεος, άπειρος… και με αυτές τις έννοιες έχει περάσει και στη δική μας γλώσσα.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Σαν ατζαμής την έπαθα” (1987)
Στίχ, μουσ.: Μ. Γενίτσαρης
Ερμην.: Μ. Γενίτσαρης, Μ. Ναλμπάντη
“…την έχασα απ’ τα χέρια μου χωρίς καμιά ελπίδα,
σαν ατζαμής την έπαθα σ’ αυτήνε την παρτίδα…”
[ΕΤΥΜ. Προηγήθηκε η αραβική λέξη “Ajami”, που σημαίνει “Πέρσης” [άρα, και “ξένος”, “βάρβαρος” (έννοιες που απαντώνται επίσης) για τους Άραβες].
Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε ως δάνειο στην τουρκική, ως “Acemi”, με την έννοια αρχικά του έφηβου, του στρατολογημένου με το παιδομάζωμα, ο οποίος εκπαιδεύεται για να καταταγεί στο σώμα των γενίτσαρων, στη φρουρά των σουλτανικών ανακτόρων.]

Άφρα
Ο αφρός της θάλασσας, η κορυφή.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Ε, ρε, και πώς γουστάρω”
Στ.: Γ. Καλαμαριώτης
Μουσ. : Γ. Πλέσσας
Ερμην.: Γ. Ντουνιάς

“…Αυτοί τρανοί κι εμείς πανί
ρε φίλε, τι να θέλω;
Να μπω στην άφρα τη χοντρή
με τ’ αψηλό καπέλο…”

Α.Χ.Ε.Π.Α.
Ακρωνύμιο του οποίου τα αρχικά μεταφράστηκαν ως “Αμερικανική Ελληνική Εκπαιδευτική Προοδευτική Εταιρεία”. Ιδρύθηκε το 1922.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Δεν τον θέλω τον ΑΧΕΠΑ” (1934)
Στ. : Αλ. Σακελλάριου, μουσ.: Ν. Πλατσαίου
Ερμηνεία: Κ. Ρούκουνας – Κορίνα Σαλονικιά

“…Αγαπώ ένα λεβέντη που ‘χει δαχτυλίδι μέση
δεν τον θέλω, δεν τον παίρνω τον ΑΧΕΠΑ με το φέσι…”

Βαλαντώνω
Στενοχωριέμαι υπερβολικά, μαραζώνω, εξαντλούμαι σωματικά.

Από το τραγούδι:
“Παραμυθάκι μου”
Στ.: Λ. Παπαδόπουλος
Μουσ.: Μ. Λοΐζος
Ερμηνεία: Γ. Καλαϊτζής

“… παραμυθάκι μου, μη βαλαντώνεις
και την καρδούλα σου μη την χαλάς…”

[ΕΤΥΜ. <βαλάντιον = πορτοφόλι, χρηματικό ποσό.
Η σημασιολογική μεταβολή οφείλεται πιθανόν στη στενοχώρια που προκαλούν οι οικονομικές δυσκολίες].

Βαλεντσιάνες
Οι γυναίκες της Βαλέντσιας ή Βαλένθιας, μια από τις 17 αυτόνομες κοινότητες της Ισπανίας στα ανατολικά της χώρας.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Βαλεντσιάνες” (1947)
Στ.: Χ. Βασιλειάδης
Μουσ.: Γ. Λαύκας
Ερμην.: Λαύκας, Χασκήλ

Βάρνα
Περιοχή της Θεσσαλονίκης, εκτός των τειχών, μεταξύ των δήμων Θεσσαλονίκης και Νεάπολης.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Μπαχτσέ τσιφλίκι” (1946)
Στ., μουσ. : Τσιτσάνης.
Ερμην : Τσιτσάνης, Παγιουμτζής.

“..πάμε τσάρκα στην Ακρόπολη, στη Βάρνα…”

βαρζί, βαρσί και βερζί
Το φυτό ριζάρι, από την ρίζα του οποίου πποερχόταν μία κόκκινη χρωστική ουσία, με την οποία παρήγαγαν την κόκκινη βαφή χειλιών.

Ακούγεται στο τραγούδι “Αντελικιώτισσα” (1947)
Συνθ.: Ζαχ. Κασιμάτης, Τραγ.: Γεωργία Μηττάκη

“…είχε το χείλι κόκκινο
με το βαρσί βαμμένο…”

Αλλά και σε ένα δημοτικό, το “Τραγούδι του Μαγιού”:

“…έχει τ’ αχείλι κόκκινο με το βερζί βαμμένο…”

Βεδουΐνος, Βεδουΐνα
Οι νομαδικές φιλές των Αράβων βοσκών, οι οποίες εντοπίζονται σε όλο το μήκος των εκτάσεων που καλύπτει η έρημος, από τις ακτές της Σαχάρα στον Ατλαντικό μέχρι τη Χερσόνησο του Σινά και ανατολικά την Αραβική έρημο.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Βεδουΐνα” (1936)
Στ.: Σπ. Περιστέρης
Μουσ.: Γ. Καμβύσης
Ερμην.: Μ. Πολίτισσα

[ΕΤΥΜ. < από την αραβική λέξη badawī που σημαίνει γενικά αυτόν που βαδίζει στην έρημο].

Βεράνι
Ερείπιο, ερειπωμένο σπίτι, οικόπεδο άχτιστο, το οικόπεδο που απομένει όταν ένα σπίτι έχει καεί ή πέσει.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“…Η Σμύρνη κι αν εκάηκε
κι αν έγινε βεράνι…”

[ΕΤΥΜ. < αραβικής, αρχικά, προέλευσης λέξη, πέρασε και στα τουρκικά ως viran, virane]

Βερεσέ
Αρχικά σημαίνει “με πίστωση”, “χωρίς άμεση πληρωμή”.
Κατ’ επέκταση, μάταια (ακούω), χωρίς να δίνω σημασία ή να παίρνω υπόψη μου κάτι.

Από το τραγούδι:
“Ο πασατέμπος” (1939)
Στ., μουσ: Χιώτης
Ερμηνεία: Εσκενάζυ, Κασιμάτης

“…αυτά που λες εγώ τ΄ακούω βερεσέ…”

[ΕΤΥΜ. <τουρκ. Veresiye].

Βέρος
Αληθινός, γνήσιος, πραγματικός, αυτόχθων.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Στης πόλης το Μεβλά – Χανέ”
Άγνωστου δημιουργού
Ερμηνεία: Εσκενάζυ

“…στο μαστουρλούκι το’ριξα
με βέρους δερβισάδες…”

[ΕΤΥΜ. < ιταλ. vero < λατιν. verus].

Βέρτζινος
Aγνός, αθώος, παρθένος.
Επίσης: μπατίρης, απένταρος.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Το βέρτζινο μαγκάκι”
Στ.: Γ. Καλαμαριώτης
Μουσ.: Πλέσσας
Ερμην.: Γενίτσαρης

“…Πιάσε ρε μόρτη το παλιό μπαγλαμαδάκι
για να βολτάρει και το βέρτζινο μαγκάκι…”

[ΕΤΥΜ. < ιταλ. vergine=παρθένος, αγνός < λατιν. vergineus].

Βιδάνιο
1. Τα ποσοστά από τα κέρδη χαρτοπαιξίας που έχει το δικαίωμα να κρατάει η χαρτοπαιχτική λέσχη ή το καφενείο, αλλιώς γκανιότα.
2. Το υπόλειμμα πιοτού στο ποτήρι, το απόπιομα.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Παίζω πόκα, παίζω πινόκλι” (1929)
Στ. – μουσ.: Ζάππας
Ερμην.: Κατσαρός (Θεολογίτης)

“…Παίζω πόκα, παίζω πινόκλι
παίζω κοντσίνα, τριόνφο, φαραώ
και αντίς για να ρεφάρω
χάνω και το βιδάνιο…”

[ΕΤΥΜ. ‹ ιταλ. quatagno]

Βίλι Φριτς
Willy Fritsch (1901 – 1973), διάσημος Γερμανός ηθοποιός.
Πρώτη του συμμετοχή σε ταινία το 1921 στη “Miss Venus”, αλλά οι μεγαλύτερες επιτυχίες ήρθαν γι’ αυτόν όταν εμφανίστηκαν ως ζευγάρι μαζί με την Lilian Harvey, από το 1928 και έως το 1937

Ακούγεται στο τραγούδι: “Πρέπει να χτίσω ένα τζαμί” (1935)
Στ. – μουσ. – ερμην. : Βαμβακάρης

“…κι ο Βίλι Φριτς θα σκάρωνε αφράτους αργιλέδες…”

Βλάμης, Βλάμισσα
1. Αδελφοποιτός, σταυραδελφός, φίλος, σύντροφος.
2. Γενναίος, λεβέντης, ασίκης.

Ακούγεται στο τραγούδι:
“Είμαι απόψε στα μεράκια” (1947)
Στ., μουσ. :Απ. Χατζηχρήστος
Ερμηνεία: Χατζηχρήστος, Βαμβακάρης, Σταμούλης.

“…Χόρεψε, βλάμισσα, τρελά
το πορτοφόλι ναν΄καλά…”

[ΕΤΥΜ. <αλβ. vlam].

Βορονώφ Σεργκέϊ
Ρώσος φυσιολόγος (1866-1951), που πήρε τη γαλλική ιθαγένεια το 1897.
Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε ως διευθυντής στο χειρουργικό τμήμα του ρωσικού νοσοκομείου στη Γαλλία.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Ο Βορονώφ” (1933)
Στ., μουσ. : Σκαρβέλης
Ερμην.: Ρόζα Εσκενάζυ.

Βουρλά
Περιοχή της Σμύρνης.

Γαλατάς
Περιοχή της Κωνσταντινούπολης, στη βόρεια πλευρά του Κερατίου κόλπου.

Ακούγεται στο παραδοσιακό τραγούδι: “Έχε γεια, Παναγιά”.

“…Στο Γαλατά ψιλή βροχή
και στα Ταταύλα μπόρα…”

Γαλησσάς
Χωριό στη δυτική πλευρά της Σύρου, 7 χιλιόμετρα από την Ερμούπολη.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Φραγκοσυριανή” (1935)
Στ., μoυσ., ερμην: Βαμβακάρης.

“Γαλησσά και Ντελαγκράτσια
και ας μου’ ρθει συγκοπή…”

Γαλιγάλης Ιωάννης, γεννήθηκε το 1879 στον Πύργο Ηλείας και υπηρέτησε ως υπομοίραρχος στη χωροφυλακή Πειραιά.
Λέγεται ότι έκανε τα στραβά μάτια (και όχι μόνο στην περιοχή του Πειραιά, όπου δεν τον έπαιρνε αλλιώς, μια και ήταν ζόρικα τα πράγματα) για τους τεκέδες και τους θαμώνες που υπήρχαν εκεί.
Λειτουργώντας με τον παραπάνω τρόπο, στέλνοντας δηλαδή τσιράκια και σε συνεργασία με τους χώρους αυτούς, κατάφερε κάπως να ξεκαθαρίσει την περιοχή από εγκληματικά στοιχεία.
Πέθανε το 1924.

Ακούγεται στα δίστιχα:

“…Πού ’σουνα και ήλθες πάλι
ρουφιανιά του Γαλιγάλη…”

Γεμάτα ζάρια
Είναι τα πειραγμένα ζάρια: ή στρογγύλευαν ανεπαίσθητα ορισμένες πλευρές τους ή έριχναν στο εσωτερικό τους υδράργυρο, ώστε με το κατάλληλο πέταγμα να φέρνουν ευνοϊκές για τον εαυτό τους ζαριές οι παίκτες που μεταχειρίζονταν τα κόλπα αυτά.
Αυτό γινόταν στις πρόχειρες μπαρμπουτιέρες, που στήνονταν στο δρόμο, πρόχειρα, πάνω σε μια κουβέρτα, π.χ., γιατί στις επίσημες δεν θα ήταν δυνατόν και ούτε θα ρίσκαραν οι ιδιοκτήτες της λέσχης οποιοδήποτε τέτοιο κόλπο.

Ακούγεται στο “Μπαρμπούτι” ή στο “Χτες το βράδυ στου Καρίπη”

«…ρίξανε γεμάτο ζάρι, δεν τους πήραμε χαμπάρι…»

Γεντί Κουλέ
Η διαβόητη, ίσως η δεύτερη (μετά τ’ Ανάπλι ) χειρότερη φυλακή του ελληνικού χώρου, στη Θεσσαλονίκη, ένα κάτεργο που χρησιμοποιήθηκε όχι μόνο για ποινικούς κρατούμενους, αλλά και για χιλιάδες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και των δημοκρατικών αγώνων του ελληνικού λαού κατά την περίοδο του Εμφύλιου.
Ένα μνημείο του οποίου ένα μέρος ακουμπά σε αρχαίο τείχος του 4ου π.Χ. αιώνα και το υπόλοιπο στο φρούριο του Επταπυργίου, κτίσμα του 12ου αιώνα.

Υμνήθηκε σε πολλά ρεμπέτικα τραγούδια, όπως:
“Η φωνή του αργιλέ”, του Β. Παπάζογλου με το Στ. Περπινιάδη, (1934)
“Στα κάστρα του Γεντί Κουλέ”, του Χρυσίνη με το Γ. Τζιβάνη, (1953)
“Βράδιασε μες στο Γεντί Κουλέ”, του Μητσάκη με τον Καζαντζίδη, (1946).

Αλλά και στη λογοτεχνία περνώντας και το βίωμα της σκληρής διαβίωσης των κρατουμένων, αλλά και το αίσθημα της άδικης ή υπερβολικής τιμωρίας.

 

Περισσότερα  >>>  εδώ

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top