Fractal

Ρεμπέτικο, έρωτας ζωής!

Του Νίκου Τσούλια // *

 

 

rebetiko

 

 

      Το ρεμπέτικο είναι κομμάτι φωτεινό της ψυχής μας. Είναι ανάγκη ζωής. Είναι σκίρτημα καρδιάς, ανάσα στιγμιαίας αλλά απόλυτης ευτυχίας. Είναι όνειρο μελαγχολίας και μελαγχολία ονείρου. Είναι μοναξιάς και παρέας συνάμα έμβλημα, του λαού έκφραση και καημός. Είναι ιστορία και μέλλον του ελληνισμού, διαμάντι παντοτινό. Το ρεμπέτικο είναι έρωτας ζωής!

      Το ρεμπέτικο θα φέρει το λαϊκό πολιτισμό στην πρώτη γραμμή της κοινωνίας στις εποχές της φτώχειας και της στέρησης. Θα συνδεθεί με τη μαγεία του ζεϊμπέκικου και θα δωρίζει στην ψυχή του ανθρώπου την απόλυτη ομορφιά. Η ζωή είναι όμορφη αρκεί και μόνο να χορεύεις ζεϊμπέκικο. Αν κάθε μέρα νιώθεις την ανάγκη να χορέψεις ζεϊμπέκικο του Βαμβακάρη ή του Τσιτσάνη και πραγματοποιείς της ψυχής σου την ευχή, είσαι ευτυχισμένος, είσαι ταξιδεμένος στους δικούς άγιους τόπους. Ο κόσμος του ρεμπέτικου είναι το ιερό της καρδιάς μας. Ο παράδεισός του είναι εδώ. Περιγελά τη φθορά και την κόλαση. Αγνοεί κάθε βάσανο και κάθε θλίψη. Αποδιώχνει τη μαυρίλα του θανάτου προκαλώντας τον αναίτια, στα καλά καθούμενα.

      Ποιος μπορεί να ξέρει πώς μεταμορφώνεται η φτώχεια και η στεναχώρια, ο κατατρεγμός και η αδικία, ο χαμένος έρωτας και το ανεκπλήρωτο όνειρο κάθε φορά που χάνεσαι στου μπουζουκιού τις γλυκές νότες και γίνονται όλα κόσμος μαγευτικός και ονειρεμένος; Ποιος μπορεί να κατανοήσει το πώς η «κάμπια γίνεται πεταλούδα», πώς κάθε φορά που χορεύεις ζεϊμπέκικο γίνεσαι νέος, πώς ονειρεύεσαι τόσο ζωντανά, πώς περιγελάς τον χρόνο των ανθρώπων και τα χρόνια τα δικά σου; Γιατί στο ζεϊμπέκικο ακόμα και αν δεν είσαι ερωτευμένος, επινοείς και γεύεσαι τον έρωτα; Γιατί ήθελα να χορέψω ένα ρεμπέτικο όταν πέθανε η μάνα μου; Πώς γίνεται και θυμάμαι κάθε γωνιά που έχω τιμηθεί με του ρεμπέτικου τα ακούσματα σαν να ήταν όλα χθεσινά συμβάντα αν και έχουν περάσει χρόνια πολλά και καιροί πιο πολλοί; Γιατί λατρεύω όλους τους ανθρώπους με τους οποίους μοιράστηκα του ζεϊμπέκικου τις βαριές μελωδίες; Από πού έρχονται όλα αυτά τα συναισθήματα και μπουκώνω ισορροπώντας στο ξεκίνημα των δακρύων; Γιατί στοχάζομαι τόσο μοναδικά, τόσο όμορφα και ξεχωριστά όταν τα βήματά μου τα οδηγεί του μπουζουκιού το κάλεσμα; Πού βρίσκομαι όταν χορεύω το «με πήρε το ξημέρωμα στους δρόμους»; Τι είναι αυτό που με συγκλονίζει;

      Κάθε φορά που φέρνεις τις στροφές σου με ένα τραγούδι ρεμπέτικο σημαδεύεις τους χωροχρόνους σου, μαχαίρι κοφτερό πάνω στην πράσινη φλούδα του κορμού. Φτιάχνεις τα πιο όμορφα γεγονότα του εαυτού σου, που τα κρατάς ζωντανά και φωτεινά στη διαρκή αφήγηση της ζωής σου, στο μονόλογο του εαυτού σου. Πατάς τη γη με ξεχωριστό τρόπο, δεν ξέρεις πώς γίνεται αυτό, απλώς το απολαμβάνεις. Η σχέση σου με τον εαυτό σου γίνεται πιο ζωντανή, απόλυτα προσωπική… Κάθε φορά που τα βήματά σου και το σώμα σου ακολουθούν της μουσικής του ζεϊμπέκικου το ρυθμό νιώθεις να ξαναδημιουργείσαι, να φιλοτεχνείς αυθεντικά το είδωλό σου καταπώς εσύ θέλεις αγνοώντας παντελώς κάθε σύμβαση και κάθε κανονισμό, κάθε συνθήκη και κάθε περιορισμό. Ποιες άλλες αφορμές έχεις για να δημιουργήσεις και για να εκφράσεις συνάμα το πιο άρτιο πορτρέτο σου; Γι’ αυτό είσαι ερωτευμένος με το ρεμπέτικο. Πόσες και πόσες φορές δεν περιμένεις το άκουσμα κάποιου αγαπημένου σου τραγουδιού για να σηκωθείς στην πίστα προσδοκώντας να είσαι μόνος, ολομόναχος, όχι για να σε δούνε αλλά γιατί στο ζεϊμπέκικο πρέπει να είσαι μόνος, να χορέψεις μόνο για τον εαυτό σου…

      Η Ελλάδα θα ήταν φτωχή αν δεν είχε το σύμπαν του ρεμπέτικου, γιατί θα ήταν διαφορετική η καρδιά μας, θα ήταν αλλιώτικη η κουλτούρα του λαού μας. Κάθε φορά που βλέπω έναν μαθητή μου ή μια μαθήτριά μου να χορεύει ζεϊμπέκικο μαγεύομαι, νιώθω ότι έχω και εγώ συμβολή – αυθαίρετα ή όχι δεν με νοιάζει-, ότι έχω μεταβιβάσει στη νέα γενιά κομμάτι της ελληνικής ψυχής, ψηφίδα φωτεινή του ελληνισμού, θεωρώ ότι αυτός ο τόπος έχει ατέλειωτους ορίζοντες, ότι ορίζει το μέλλον του. Ναι είναι η γνώση της σκέψης δημιούργημα και δημιουργός. Και οφείλουμε να την υπηρετούμε απόλυτα. Αλλά το τραγούδι το ρεμπέτικο του λαού μας δεν είναι δημιούργημα και δημιουργός της ψυχής μας; Δεν οφείλουμε να το τιμούμε με ιερότητα;

      Συχνά αναρωτιέμαι τι είναι τελικά το ρεμπέτικο; Πώς γεννήθηκε τόσο αθόρυβα; Κάποιος θεός σαν τον Προμηθέα μάς το δώρισε ή του ανθρώπου δημιουργία είναι; Πώς εξαπλώθηκε σε κάθε ψυχή ελληνική; Πώς αγκάλιασε του λαού την τόσο μεγάλη καρδιά; Πώς αλλάζει τη διάθεσή μας και νιώθουμε την απόλυτη πληρότητα του εαυτού μας; Ποιο είναι το βαθύτερο νόημά του και πού αποβλέπει η όλη ιεροτελεστία του; Ποια είναι η αποστολή του; Γιατί ποθώ να είναι το αγαπημένο μου ζεϊμπέκικο το κύκνειο άσμα μου; Γιατί έχω ιερό πόθο να χορέψει ένα αγαπημένο μου ζεϊμπέκικο τραγούδι κάποιο δικό μου πρόσωπο όταν αποχαιρετίσω με το καλό αυτό τον κόσμο των αισθήσεων;  Γιατί ψυχανεμίζομαι ότι το άκουσμά του θα είναι το μόνο που μπορεί να με συνοδέψει στο άγνωστο ταξίδεμά μου, θα είναι το μαντήλι που με αποχαιρετάει από το λόφο του χωριού μου με νοσταλγία συνάντησης;

Υ.Γ.
Το κείμενο είναι αφιερωμένο σ’ όσους λατρεύουν το ρεμπέτικο, σε όσους ψυχανεμίζονται και «χάνονται» με το ζεϊμπέκικο.

Ακούστε δύο χαρακτηριστικά, δύο όμορφα ρεμπέτικα: 

Με πήρε το ξημέρωμα στους δρόμους Σωτηρία Μπέλλου …

https://www.youtube.com/watch?v=gu31Xu8nnuw

 

Οι φωτογραφίες έχουν ληφθεί από την πολύ όμορφη ιστοσελίδα: http://mpouzouksides.blogspot.gr/

 

 

* Ο Νίκος Τσούλιας είναι καθηγητής σε λύκειο. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003). Διδακτορικό στην Ειδική Αγωγή. Δύο βιβλία: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον».  Συνεργάστηκε με: «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986), «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996) και “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” (2010- σήμερα) καθώς και με αρκετά περιοδικά. (https://anthologio.wordpress.com/)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top