Fractal

Διήγημα: “Πρωτόλεια ερωτήματα για τη βία”

Του Νίκου Τσούλια //

 

[Μικρή ιστορία του σχολείου. Τέτοιες ιστορίες είναι πολύ συχνές στη ζωή του εκπαιδευτικού. Άλλες τις κερδίζεις και άλλες τις χάνεις, όλες όμως σου αφήνουν “σημάδια” που σε συνοδεύουν στο ταξίδι της ζωής, γιατί είναι αυθεντικές ιστορίες ανθρώπων.]

 

[Φωτο. Πρωτόλεια μορφή βίας. Ο Κρόνος καταβροχθίζει ένα από τα παιδιά του. Ελαιογραφία του Φ. Γκόγια, περ. 1811 (Μαδρίτη, Πράδο) (Πηγή: Περιοδικό Corpus, τεύχος 48, άρθρο «Παιδί και βία στην Ελληνική Μυθολογία», Σπυρίδωνα Δ. Συρόπουλου, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, σελ. 61)]

 

Ο Παναγιώτης ξεχώριζε μέσα στη σχολική αίθουσα αμέσως και από τη φυσιογνωμία και από τη συμπεριφορά· ψηλός, σωματώδης, κουρεμένο το κεφάλι – σχεδόν ξυρισμένο, ανήσυχος, πάντα έτοιμος να μιλήσει, αν δε ζωγράφιζε, θα πείραζε κάποιον άλλο δίπλα του. Τον «πήρα με το καλό» ως όφειλα, με το … πολύ καλό. Πιστεύω ότι τους μαθητές που είναι πάντα ζωηροί και ανήσυχοι πρέπει να τους αντιμετωπίζεις με διάθεση φιλίας, με διαρκή και επίμονη διάθεση φιλίας. Έτσι κι αλλιώς δεν βγάζω μαθητές έξω από την αίθουσα, οπότε τα δύο στοιχεία δένονται μεταξύ τους. Μακρηγορώ.

Ο Παναγιώτης ήταν σε ομάδα συγκρούσεων! Είδα τον αγκυλωτό σταυρό σε ένα απόμερο σημείο του θρανίου του. Ο Παναγιώτης με την ομάδα του οργάνωναν επιθέσεις με αλυσίδες σε αντίπαλες πολιτικές ομάδες. «Ξύλο κανονικό», κύριε, «εκεί δεν έχει παίξε – γέλασε». Με φόβισε η ευκολία με την οποία μου παρουσίασε τη δραστηριότητά του. Δεν έδειχνε καμιά αναστολή. Του είχαν δώσει και έναν επιμέρους ηγετικό ρόλο, στρατολογούσε και άλλους. «Έτσι ανεβαίνεις στην εκτίμηση της ομάδας, έτσι κερδίζεις πόντους στη μάχη της ιεραρχίας». Αντί να πάρω εγώ την πρωτοβουλία για την όλη συζήτηση, την είχε πάρει ο Παναγιώτης. «Είναι μόνο θέμα ορμής», σκέφθηκα, «με τόση εμπειρία στα κοινωνικά θέματα – είχα ήδη διατελέσει επί μακρόν πρόεδρος της ΟΛΜΕ – και δε θα φέρω βόλτα τον Παναγιώτη;». Είχα δεχτεί και εγώ τους καρπούς της βίας, γιατί στις συνεντεύξεις μου και στα άρθρα μου ήμουνα αντίθετος στις καταλήψεις των σχολείων αλλά και στην έκφραση κάθε μορφής βίας. Είχα διαβάσει αρκετά για το πώς γεννιέται η βία και ο φασισμός, πώς επωάζεται το «αυγό του φιδιού», σε τι ζωώδη κατάσταση είχε φέρει ο ναζισμός τον άνθρωπο. Αλλά είχα αιφνιδιαστεί από το πώς μπορεί να ξεπηδήσει η σκιά της βίας από έναν έφηβο. Δεν ήταν μόνο μια αντιπαράθεση ιδεών, δεν ήταν μια παιδαγωγική ευθύνη, ήταν κάτι πολύ περισσότερο. Ξεδίπλωνα με αργό και μεθοδικό τρόπο τη δράση μου. Ένιωθα ότι η δύναμη της λογικής είναι φοβερή δύναμη. Είναι το συστατικό στοιχείο που συγκροτεί την ίδια την κοινωνία.

Δε βιάστηκα. Τον έκανα να νιώθει ότι δεν απορρίπτω μετωπικά την επιλογή του. Άφησα περιθώρια συζήτησης, διαμόρφωνα προγεφυρώματα, ολόκληρη στρατηγική ξεδίπλωνα. Στα διαλείμματα και στους σχολικούς περιπάτους άρχισε να με πλησιάζει όλο και περισσότερο. Σε έναν περίπατο μάλιστα που με είδε να διαβάζω εφημερίδα συναδέλφου αντίθετης πολιτικής θέσης από τη δική του, μου έκανε νεύματα να την αφήσω. Είχε πάρει θάρρος, πολύ θάρρος. Σίγουρα θα είχε κατά νου να με επηρεάσει στη δική του κοσμοθεωρία. Του έθετα ερωτήματα μέσα από το πεδίο των δικών του επιλογών. Απαντούσε με διαρκώς μικρότερη σταθερότητα. Τον εκνεύριζα – με καλοπροαίρετο τρόπο – μερικές φορές στο δικό μου προνομιακό πεδίο, στη διαδικασία του μαθήματος.

Έφερνα στην επιφάνεια τη μεγάλη δύναμη του παραδείγματος. Τους ανέφερα μια φορά το περιστατικό – με είχε απασχολήσει ως πρόεδρος της ΟΛΜΕ – κατά το οποίο οπαδοί του ΠΑΟΚ είχαν χτυπήσει μέχρι θανάτου με αλυσίδες έναν οπαδό του Άρη, ένα παιδί 15 χρονών, μαθητή της Α΄ Λυκείου! Τους είχα πάει και το σχετικό δημοσίευμα για να μην ερμηνευτεί ότι θεωρητικολογούσα. Έχασα μια ώρα μάθημα. Άφησα να αναπτυχθεί ένας διάλογος θέτοντας μερικά ερωτήματα. Υπάρχει ποτέ κανένας λόγος για να στερήσω τη ζωή από τον άλλον; Ποια θα είναι η ζωή της μάνας του παιδιού που σκοτώθηκε; Τι σημαίνει αν κάθε φορά η όποια διαφορά (ποδοσφαιρική, πολιτική, ιδεολογική, εθνική κλπ κλπ) γίνεται αφορμή για εχθροπραξία, για μάχη μέχρις εξαφάνισης του του άλλου, του διαφορετικού;

Ο Παναγιώτης συμμετείχε χαλαρά. Ήξερα ότι θα επιζητούσε αφορμή για να με αντικρούσει. Πέρασα και εγώ στην επίθεση. «Παναγιώτη, να σου κάνω μια ερώτηση; Μέχρι τώρα βγαίνεις νικητής από τις συγκρούσεις και αισθάνεσαι περήφανος. Έχεις σκεφτεί ότι κάποια στιγμή οι “άλλοι” μπορεί να είναι πιο δυνατοί ή πιο πολλοί και να χάσετε;». «Έχουμε και σιδερένιες γροθιές και όχι μόνο, κύριε, τι νομίζετε;». «Ωραία, φαντάζομαι ότι και αυτοί πρέπει να σκέφτονται ανάλογα, αλλιώς θα απέφευγαν τις συγκρούσεις». «Κύριε, δεν υπάρχει περίπτωση να χάσουμε, κάνουμε ολόκληρο σχέδιο, υπάρχουν και εφεδρικές δυνάμεις». «Το δέχομαι ότι είναι έτσι. Θέλω να σε ρωτήσω. Αν τραυματίσεις ή αν σκοτώσετε και κάποιον γιατί η βία δεν έχει όρια, αυτό για σένα θα είναι μια θετική εξέλιξη; Θα τον έχεις πείσει για την ορθότητα της ιδεολογίας σου». «Μα δεν μας ενδιαφέρει να αλλάξουν πολιτικές απόψεις, σιγά μην τους κάνουμε και δικούς μας». «Επομένως θέλετε να τους εξαφανίσετε;». «Και βέβαια». «Τότε και οι άλλοι δε νομίζω ότι είναι χαζοί, θα επιδιώκουν το ίδιο. Εγώ θέλω να σκεφτείς το εξής: αν αύριο σε μια τέτοια σύγκρουση τραυματιστείς, πώς θα είναι η ζωή σου μετά; Αν, για παράδειγμα, μείνεις ανάπηρος, έχεις προετοιμαστείς για το πώς θα αντιμετωπίσεις ολόκληρη τη ζωή σου; και επειδή θεωρώ ότι είσαι στοιχειωδώς έξυπνος, δε νομίζω ότι δεν το έχεις σκεφτεί μέχρι τώρα και θα ήθελα την απάντησή σου τώρα».

Είχα επιλέξει τη μετωπική αντιπαράθεση. Αρκετά δεχόμουνα τη δική του παρακμιακή επιχειρηματολογία. «Ορίστε σε ακούω Παναγιώτη. Και μη μου πεις ότι δεν το έχεις σκεφτεί, γιατί θα σε θεωρήσω πολύ χαζό και δεν έχει νόημα να συζητήσω άλλο μαζί σου». Είχε ξαφνιαστεί. «Φίλε μου, η βία δεν είναι παιχνίδι, η βία δεν είναι όπλο στα χέρια σου, είναι και όπλο στα χέρια του άλλου, η βία είναι ευθεία προσβολή της ζωής, της αξίας του ανθρώπου, η βία είναι πάνω από σένα, την ώρα που νομίζεις ότι είσαι από την πλευρά του θύτη βρίσκεσαι στη θέση του θύματος, δεν υπάρχει σύνορο! Και επειδή δεν ξέρω αν είσαι χαζός ή όχι, θα ‘θελα να σε ρωτήσω – επειδή δεν υπάρχει άνθρωπος στη γη που δεν αγαπά τη μητέρα του – σκέφτεσαι τον πόνο της μάνας σου; Το έχεις κουβεντιάσει καθόλου με τη μαμά σου;».

Έφυγα λέγοντάς του ότι είχα δουλειά. Δεν τον ξαναπλησίασα. Με απέφευγε και αυτός. Το ρίσκαρα, «δεν θα τον ξανακουβεντιάσω», είπα στον εαυτό μου, «μόνο αν δω σημάδια όχι υποχώρησής του αλλά συντριβής του». Πέρασε περίπου ένας μήνας. Του μιλούσα μόνο τυπικά έξω από την αίθουσα. Στην τάξη διατηρούσα την οικειότητα για να μην καταλάβουν τίποτα οι άλλοι μαθητές και οι μαθήτριες – γιατί όλοι και όλες ήξεραν τη διαμάχη μας.

Άρχισε να «σιγο – τρίβεται» πάνω μου. Του μιλούσα φιλικά αλλά τίποτε για το επίμαχο. Αυτός …εκεί, εγώ αλλού… Ανησυχούσα γιατί τέλειωνε η χρονιά και δεν ήξερα τι έκβαση θα έχει η διαμάχη. Ο Παναγιώτης δεν είχε κατά νου να σπουδάσει. Τον παρότρυνα να διαλέξει έναν τομέα από τον χώρο της κατάρτισης. «Μπορώ να σε βοηθήσω και πιο συγκεκριμένα – άμα θέλεις, να σου δώσω στοιχεία και να σε στείλω σε κάποιον που έχει γνώσεις και εμπειρία επαγγελματικού προσανατολισμού και συμβουλευτικής». Έδειξα ότι δεν με επηρεάζει το άλλο θέμα, παρά ρο γεγονός ότι με έκαιγε. Δεν μου απάντησε. Αλλά ένιωσα ότι προβληματιζόταν. Κάποια μέρα ένας φίλος του ήλθε και με βρήκε κατά μόνας. «Κύριε, σας θέλει ο Παναγιώτης».

Συναντηθήκαμε στο καφέ που σύχναζα έξω από το σχολείο. «Ξέρετε, μου έκανε εντύπωση η επιμονή σας. Στην αρχή νόμιζα ότι ήταν η πολιτική διαφορά μας που ήσασταν αντίθετος μαζί μου. Μετά συνειδητοποίησα το ενδιαφέρον σας. Πήγα στην ομάδα μου και τους είπα ότι φεύγω γιατί υπάρχει οικογενειακό πρόβλημα και πρέπει να βοηθήσω τη μητέρα μου. Υπάρχει πράγματι. Αλλά και να μην υπήρχε, δεν ήθελα να τους πως ότι μετάνιωσα ή ότι εγκαταλείπω για άλλο λόγο εκτός από τα οικογενειακά αυτό που έκανα μέχρι τώρα. Φοβόμουνα. Αυτός ο φόβος με βοήθησε τελικά. Τον είχα γνωρίσει και όταν πρωτοξεκίνησα τις συγκρούσεις, αλλά τότε τον είχα κατανικήσει ή έτσι πίστευα… Τώρα ο φόβος με βοήθησε. Θα ξανασκεφτώ ό,τι μου λέγατε τόσο καιρό…».

 

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top