Fractal

Η μετενσάρκωση του χρόνου και η ανάδυση των τόπων στο δρόμο του φεγγαριού

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

Δημήτρης Σαμωνάκης, “Πικροδάφνες στο δρόμο του φεγγαριού”. Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2016

 

‘Αυτός ο δρόμος έπαθε καθίζηση/Ήταν που ήταν πρόχειρα φτιαγμένος/απ’ την αρχή/ήταν που κλέψαν οι εργοδηγοί/και οι εργολάβοι /που βάλανε λειψό χαρμάνι/οι αχρείοι/ήρθε από πάνω και η βροχή/κι ανοίξανε τα ουράνια/και κάθισε/ και βούλιαξε/και γέμισε ρωγμές βαθιές/ωσάν πληγές/κι ωσάν κραυγή διαμαρτυρίας προς τα άστρα/Αυτός ο δρόμος έπαθε καθίζηση/Σαν τη ζωή μου’

Ανέστης Ευαγγέλου, Καθίζηση, 1994.

 

Η περιβόητη σχέση μεταξύ της Λογοτεχνίας και της Ιατρικής, όσο και να ξενίζει, είναι πολύ παλιά. Πηγαίνοντας πίσω στην αρχαιότητα, θα παρατηρήσουμε ότι ο Απόλλωνας  ήταν ο θεός της Ιατρικής και της Ποίησης, ενώ οι αρχαίοι γιατροί και μαθητές του Ασκληπιού, μεταξύ των άλλων θεραπευτικών μεθόδων χρησιμοποιούσαν τη μουσική, το τραγούδι και την ποίηση, γεγονός που σήμερα είναι αδιαμφισβήτητο αφού γνωρίζουμε ότι ενισχύουν με κρυφές, γνωστές και άγνωστες, συνταγές το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Ο κατάλογος των σχετικών παραδειγμάτων αυτής της σχέσης είναι μακρύς.  Η ιστορία μάς έχει προμηθεύσει άφθονο διαθέσιμο υλικό για τη σχέση Ιατρικής και Λογοτεχνίας μέσα από κείμενα γνωστών γιατρών συγγραφέων όπου περιγράφονται ασθενείς και ασθένειες. Ο Άντον Τσέχωφ (1860-1906), για παράδειγμα είναι ένας από αυτούς, κι ακόμα ο Ουίλιαμ Σόμερσετ Μομ (1874-1965) και πολλοί άλλοι βεβαίως.

Έχει ειπωθεί και αναλυθεί κατά κόρον, ότι η ενασχόληση με τη λογοτεχνία, βελτιώνει την ευχέρεια στην γλωσσική επικοινωνία και ανοίγει καινούργιους ορίζοντες στην ικανότητα   έκφρασης. Ο φοιτητής της ιατρικής ή ο γιατρός στη συνέχεια γράφοντας μ’ ένα τρόπο πέρα από τα συνηθισμένα και τετριμμένα, γνωρίζει καλύτερα τις δυνατότητες του εαυτού του αλλά και των ασθενών με τους οποίους καθημερινά σχεδόν συναλλάσσεται. Μπορεί η χρήση κάποιων λογοτεχνικών στοιχείων να μην είναι εκ πρώτης όψεως απαραίτητη στην καθημερινή εξάσκηση του ιατρικού επαγγέλματος, αλλά την ίδια στιγμή αυτή δίνει τη δυνατότητα στον γιατρό να εμβαθύνει και να γνωρίσει καλύτερα καταστάσεις και γεγονότα, που άπτονται πολλών άλλων θεμάτων, ηθικών κατά κύριο λόγο. Οι τεχνικές της διήγησης βοηθούν τους γιατρούς να έρθουν σε βαθύτερη και πληρέστερη επαφή με τις καθημερινές ιστορίες των ασθενών τους. Έτσι το υλικό αυτό αποτελεί μια ανέλπιστα πλούσια δεξαμενή συμπεριφορών, σχέσεων, διαταραχών, συναισθημάτων, τουτέστιν μια πλουσιότατη πηγή παθήσεων του σώματος και του νου, σε γιατρούς που είχαν την τύχη ή το προνόμιο να ασχοληθούν εντατικότερα με τη λογοτεχνία και τα παρακλάδια της.

Πολλοί γνωστοί συγγραφείς ήταν γιατροί στο επάγγελμα. Μερικοί το εξασκούσαν, άλλοι το εγκατέλειψαν, και μερικοί ξεκίνησαν να σπουδάσουν αλλά δεν έφτασαν στο τέλος, για διάφορους φυσικά λόγους. Η σχετική λίστα είναι μεγάλη και ιστορικά καταγεγραμμένη. Ο γνωστός μας Άντον Τσέχωφ, συνδύαζε και τα δύο. ‘Η Ιατρική είναι η νόμιμη σύζυγός μου και η Λογοτεχνία η ερωμένη μου’, έλεγε χαριτολογώντας.  Μερικοί γιατροί λογοτέχνες έχουν ως επίκεντρο του λογοτεχνικού τους έργου πολυποίκιλα ιατρικά θέματα, μερικοί άλλοι επεκτείνονται πέραν αυτού. Ο γνωστός λογοτέχνης χειρουργός Ρίτσαρντ Σελζέρ (1928-2016), έγραφε κάποτε πως  ‘…η τέχνη με ώθησε να γίνω χειρουργός. Μου άρεσε να μαθαίνω τον τρόπο  να κόβω, να ράβω και να απολινώνω. Το ίδιο όταν άρχισα να μαθαίνω να γράφω, ήταν η συρραφή των λέξεων σε προτάσεις…. που μου έδινε χαρά…’.

Η περιγραφή των συμπτωμάτων μιας ασθένειας είναι και αυτή στην ουσία μιας μορφής τέχνη, αφού όπως και το διήγημα ή το μυθιστόρημα, και γιατί όχι η ποίηση,  απαιτεί την καλή γνώση της νόσου  και των επιπλοκών της στον ασθενή. Σε μεγάλη ηλικία ο Σόμερσετ Μομ παραδέχτηκε τη λογοτεχνική αξία όλων εκείνων που βίωσε ως φοιτητής της Ιατρικής, βλέποντας τους αρρώστους να υποφέρουν και να πεθαίνουν, με ζωγραφισμένη στα μάτια τους την ελπίδα, τον πόνο, το φόβο και την ανακούφιση.

Η λογοτεχνία στις μέρες μας αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα στα προγράμματα ιατρικών σπουδών σε αρκετά πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Οι νεαροί φοιτητές και γιατροί διδάσκονται τον τρόπο να ακούνε προσεκτικότερα την περιγραφή των συμπτωμάτων από τους ασθενείς τους και πως βεβαίως αυτοί ανταποκρίνονται στην εφαρμοσθείσα θεραπεία. Αναλύονται θέματα που έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία, όπως η γήρανση με όλα τα συμπαρομαρτούντα της, η διαδικασία και ο φόβος του θανάτου, το AIDS, και τόσα άλλα. Μερικές λεπτομέρειες αναλύονται περισσότερο από τη λογοτεχνική σκοπιά και όχι την καθαρά ιατρική άποψη.

Αν βαδίσουμε από την απέναντι όχθη, η νόσος στη λογοτεχνία, χρησιμοποιείται ακόμη μεταφορικά για να αναδείξει πολυσύνθετα κοινωνικά προβλήματα και ιδιόρρυθμες καταστάσεις. Ενσωματώνει τον αναγνώστη στα κατάβαθα της ιστορίας της ιατρικής και πολλών άλλων επιστημών, όπως αυτές αναπτύχθηκαν κατά μήκος των αιώνων. ‘Η πανούκλα’ του Αλμπέρ Καμύ και  το ‘Μαγικό Βουνό’ του Τόμας Μαν, αποτελούν κλασσικά και χαρακτηριστικά παραδείγματα περιγραφής ασθενειών και καταστάσεων με σημαντικότατες πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Αλλά και αρκετοί Έλληνες συγγραφείς έθιξαν με τον τρόπο τους ευαίσθητα ιατρικά θέματα, με κυριότερους εκπροσώπους τους μεγάλους μας ποιητές και συγγραφείς, Κωνσταντίνο Καβάφη, Ανδρέα Καρκαβίτσα, Κωστή Παλαμά, Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, Κώστα Κρυστάλλη και Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Μέσα σε όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε μια εξίσου ενδιαφέρουσα παράμετρο με τις προηγούμενες. Την επίδραση κάποιων ασθενειών στην  δημιουργικότητα, παραγωγικότητα και απόδοση ορισμένων λογοτεχνών, από τις οποίες έπασχαν κάποιοι ασθενείς τους ή οι ίδιοι. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελούν αναμφίβολα οι ψυχικές νόσοι.

 

Δημήτρης Σαμωνάκης

 

Αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις, η επαφή με την ποίηση ενός ποιητή αρκετά χαμηλών τόνων, του Δημήτρη Σαμωνάκη. Γιατρός στο επάγγελμα, γαστρεντερολόγος, εργάζεται από πολύ καιρό στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου. Παράλληλα με την απαιτητική εργασία του, ασχολείται με την ποίηση, χωρίς πολλές-πολλές  δημόσιες εμφανίσεις, αναρτήσεις στο διαδίκτυο, δημοσιεύσεις σε εφημερίδες και περιοδικά, κοκ., φαινόμενα δηλαδή που χαρακτηρίζουν γενικώς κάθε φέρελπι ποιητή που επιθυμεί την γνωστοποίηση του έργου του σε πλατύτερες μάζες και λογοτεχνικούς κύκλους. Η γνωστή στους παλιότερους ‘Ελληνική Εταιρεία Ιατρών Λογοτεχνών’, να σημειώσουμε, μαζί με το περιοδικό της ‘Κασταλία’ όπου εύρισκαν καταφύγιο και βήμα αρκετοί γιατροί ποιητές, σήμερα δεν υφίσταται, σε πρακτικό τουλάχιστον επίπεδο.   Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου οι Έλληνες γιατροί λογοτέχνες πορεύονται ο καθένας κατά το δοκούν και κατά μόνας. Κάποιοι αναδείχτηκαν μέσα από σελίδες ηλεκτρονικών περιοδικών, άλλοι μέσα από ιδιωτικές εκδόσεις, κοκ. Αυτά όμως, όπως είναι ευνόητο,  ξεφεύγουν του σκοπού του παρόντος κειμένου.

Το πέρασμα του χρόνου είναι ένα κρίσιμο και σημαντικό θέμα το οποίο απασχολεί και τους ποιητές, μεταξύ πολλών άλλων, από αρχαιοτάτων χρόνων. Σε αυτό ενσωματώνονται και αλληλοεπηρεάζονται η προσωπική ιδιοσυγκρασία, οι αγωνίες, οι γνώσεις, η ιδιαίτερη ευαισθησία ενός εκάστου εξ αυτών, τα υπαρξιακά ερωτήματα, καθώς και το ποιητικό τους ταλέντο. ‘Συμπιεσμένος χρόνος/η ζωή σε μια μέρα/μια μέρα σε μια ζωή’, αναγνωρίζει ο ποιητής στις ‘Διαστάσεις του χρόνου’.

Η ποιητική συλλογή ‘Πικροδάφνες στο δρόμο του φεγγαριού’ του Δημήτρη Σαμωνάκη, είναι ακριβώς μία ποιητική απάντηση με φιλοσοφικές διασταυρώσεις του τόπου και του χρόνου. Το ρεύμα του καιρού, τα παρατηρούμενα σημάδια φθοράς που δεν μπορούν, φευ,  να αναχαιτιστούν, μαζί με αρκετές κοινωνικές αναφορές, εμφιλοχωρούν στη στοχαστική διάθεση του ποιητή. Ήδη από το πρώτο ποίημα (‘Το φεγγάρι’) της συλλογής, μας δίνει το σχετικό στίγμα: ‘…Ψάχνω να βρω το φεγγάρι/στη θύμηση από παράξενο όνειρο/με σένα μέσα/στο χρόνο που άπλωσε τη ζωή μας/παχιά πινελιά στην νιότη/πιο αχνή στα τελειώματα…’.

Πρόκειται για υπαρξιακή ποίηση με κοινωνικές αναφορές και προεκτάσεις και μια στοχαστική προσέγγιση θεμελιωμένη σε γραφή εξομολογητική. Ο ποιητής εδώ έρχεται σε επαφή με το θέμα και την έννοια, γενικότερα,  του χρόνου μέσα από περιγραφές τόπων από τις οποίες  ξαφνικά αναδύονται εικόνες της σύγχρονης ζωής, με ενσωματωμένη τη φθορά σε όλες τις παραμέτρους και εκφάνσεις της. Την περιρρέουσα φτώχεια, την ανημποριά, την απομόνωση, τη μοναξιά. Στην ‘Πατησίων’,  ξεδιπλώνει και αφήνει έκθετο το δράμα μεγάλης μερίδας φτωχών και εξαθλιωμένων προσωρινών και μόνιμων,  καλύτερα,  ‘κατοίκων’, της πρωτεύουσας:

‘Μεσημέρι, βράζει ο ήλιος στην άσφαλτο και τα στάσιμα νερά στην άκρη του πεζοδρομίου. Τα ρολά κατεβασμένα, ανυψωμένη μόνο η σημαία της παρακμής. Παρέλαση φυλών σε πολύχρωμο φόντο, αντιστρόφως ανάλογο με το γκρίζο διαφορετικής ζωής απ’ αυτήν που ονειρεύτηκαν και στρίμωξαν σε υπόγεια με σπασμένα παράθυρα που ασφυκτιούν στο μεσημεριανό κάματο.  Σε ετοιμόρροπα μπαλκόνια ή άθλια παγκάκια, όλη τους η πραμάτεια σε δυό λιγδιασμένες σακούλες’.

Η ποίηση του Σαμωνάκη όμως αφήνει μία ιδιαίτερα προσωπική διάθεση στοχαστικής κατάδυσης. Οι στίχοι του συνδέουν και μπερδεύουν το χρόνο με διαφορετικούς τόπους, εδώ κι’ εκεί, που επηρέασαν και έδωσαν το έναυσμα στο ποιητή για ποιητική έμπνευση και καταγραφή.  Είναι σαφές, όμως,  ότι και σε τούτη τη συλλογή του ποιητή, όπως και στις δύο προηγούμενες, δηλαδή ‘Τα δίπολα και ο χρόνος’ (Ιούνιος, 2008) και ‘Εκκωφαντική σιωπή’ (Ιανουάριος, 2013) από τον ίδιο εκδοτικό οίκο (Γαβριηλίδης),  ο χρόνος παύει να αποτελεί και να παρουσιάζεται ως συνεχόμενη γραμμή.  Οι τόποι στους οποίους αναφέρεται, αναδύουν μια φέτα φιλοσοφικής  διάθεσης, όπου την ίδια στιγμή εμφιλοχωρούν τεχνηέντως η μορφή και η ιστορία τους.  Ο ποιητής δεν προβαίνει σε εκρηκτικές εκφράσεις, ούτε προτείνει συγκεκριμένα θέματα, τρόπους και χειρισμούς αντιμετώπισης καταστάσεων, απλώς καταγράφει ότι βλέπει και αισθάνεται, με μια υφέρπουσα μελαγχολική, και ίσως κάποιες φορές ελάχιστα ειρωνική, διάθεση! Μέσα στους στίχους του, παράλληλα αναδύεται και η όποιας μορφής, κάθε φορά, παραδοχή τετελεσμένων καταστάσεων, αδύναμων και ανίκανων στο πέρασμα του χρόνου.

‘Περπατώ στην παγωμένη προβλήτα/στο λιμάνι ασάλευτα/τα ίδια πάντα φορτηγά πλοία/ Μόνο τα χρώματα αλλάζουν./ Μπροστά μου η χαμένη νιότη/κι όνειρα που ’σβησαν πριν ανθίσουν/ σαν τον αφρό του κύματος/ που ομολογεί την ήττα του’,

περιγράφει την σκληρή τωρινή πραγματικότητα στην ‘Αναδρομική’ του! Οι εποχές, οι αιώνες, τα χρόνια, η ιστορία και οι μύθοι, υφαίνονται με τους τόπους, γεμίζουν στους στίχους του ποιητή και βρίσκονται όλα σκόρπια ανάμεσα σε βαθύτερες φιλοσοφικές παραμέτρους. Κι ίσως ο ποιητής να απέφυγε τον καθορισμό και αναγραφή της συγκεκριμένης ημερομηνίας συγγραφής ενός εκάστου ποιήματος, για  τους λόγους που προαναφέρθηκαν, αφού στην ουσία  και στις περισσότερες των περιπτώσεων αναποδογυρίζουν το παρελθόν και το μέλλον. Στις ‘Αναμνήσεις από το μέλλον’ είναι αρκούντως ξεκάθαρος:

‘Οι αλλαγές ήταν εδώ πριν έρθουν, όμως δύσκολα τις δέχεσαι ακόμα και τώρα. Τρομάζει το αύριο που χτυπά την πόρτα και συ δεν ξέρεις αν έχεις ένδυμα αποδοχής. Ως άλλη μωρή παρθένος κλείνεις την πόρτα και βλέπεις τη ζωή να κυλά, δυστυχώς να προσπερνά’.

Είναι κάτι παραπάνω από εμφανής η επίδραση του Τόμας Έλιοτ στον ποιητή. Στο ‘Burnt Norton’ (1941), που αποτελεί το πρώτο μέρος των ‘Τεσσάρων Κουαρτέτων’ (1943) του, ο μεγάλος ποιητής του προηγούμενου αιώνα,  μαζί με τα κοινωνικά, αισθητικά και φιλοσοφικά θέματα,  τονίζει έξυπνα και εστιάζεται στο επίμαχο θέμα της  σχετικότητας του χρόνου:

‘Χρόνος παρών και χρόνος παρελθών/ίσως παρόντες και οι δύο σε χρόνο μέλλοντα/Κι ο μέλλων χρόνος να περιέχεται στον παρελθόντα’, γράφει στην αρχή-αρχή της ενότητας ο Έλιοτ, για να τονίσει ξανά λίγο παρακάτω,   ότι ‘… Χρόνος παρελθών και μέλλων χρόνος/Αυτό που θα μπορούσε να υπάρξει κι εκείνο που υπήρξε/ ένα τέλος μαρτυρούν, που παντοτινά είναι παρόν’.

Η έννοια του χρόνου, όμως, βρίσκεται σύμφυτη με τον ποιητή Σαμωνάκη, ήδη,  από τη συλλογή του ‘Τα δίπολα και ο χρόνος’ (Ιούνιος, 2008), όπου στην προμετωπίδα της παραθέτει τις απόψεις του φημισμένου Αυστριακού δοκιμιογράφου, λιμπρετίστα και διηγηματογράφου  Ούγκο Φον Χόφμανσταλ (1974-1929), όπου εκείνος έγραφε ότι, ‘Ακούω το χρόνο  να ρέει ακούραστα/να γλιστρά μέσ’ απ’ τα πρόσωπά μας. Νιώθω την ευθραυστότητα /των θνητών πραγμάτων’, παραπέμποντας ίσως σε μια αλληλουχία γεγονότων που σηματοδοτούν το παρελθόν, παρόν και το μέλλον της ζωής του εαυτού του, αλλά και γενικότερα του ανθρώπου. Στην ποίηση του Σαμωνάκη, κάποιες φορές είναι ανιχνεύσιμη η νοσταλγική διάθεση σε ανθρώπους του περίγυρου ή κοινωνίες, χωρίς όμως  περισσότερες προεκτάσεις και τοποθετήσεις. ‘… Είσαι και συ/σαν τόσους άλλους/ μια γέφυρα /που στο πέρασμά της/ ο χρόνος/ χαλαρώνει τους αρμούς/ όμως αλίμονο/σχεδόν κανείς. Δεν τη βαδίζει αλλιώς’, παραδέχεται στη συλλογή ‘Τα δίπολα και ο χρόνος’, ενώ στην ‘Εκκωφαντική σιωπή’ του,

‘Η θάλασσα εξαϋλώνει το είναι μου

Νεφελώδη Σαββατιάτικα απογεύματα

Βράδυ τα πλοία αναχωρούν

Και συ χάδι θαλασσινό

Χάνεσαι στις δροσερές ακτές’.

 

Ο Σαμωνάκης μεταχειρίζεται έναν λόγο καθημερινό, οικείο, χωρίς εξεζητημένα στοιχεία και υπερρεαλιστικές αποχρώσεις. Οι χώροι του είναι τα λιμάνια με τις παγωμένες τους προβλήτες, οι πόλεις με τα κτίσματά τους, και οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εκεί μέσα, παρέα με τις αναμνήσεις τους από το παρελθόν ή το μέλλον, χωρίς αυτό να έχει εκ πρώτης όψεως και κάποια ιδιαίτερη σημασία. Στοχαστική διάθεση, απλός λόγος γεμάτος υπαρξιακές φιλοσοφικές αναζητήσεις και φαινομενικά ανώδυνη και ειλικρινής παραδοχή γεγονότων και κατασταλαγμένες διαπιστώσεις καταστάσεων, είναι τα βασικά και ουσιαστικά στοιχεία της ποίησής του. Αποφεύγει να χρησιμοποιήσει ιατρικές αναφορές, όπως άλλωστε και κάποιοι άλλοι γιατροί ποιητές, στις οποίες είναι εθισμένος και οι οποίες ενδεχομένως  να προσέδιδαν εντυπωσιασμό στα ποιήματά του. Εποχές που αλλάζουν, μύθοι που ξεθωριάζουν μπλέκοντας με την ιστορία, η πρωινή ομίχλη του λιμανιού να σηματοδοτεί τη θολή ζωή κάποιων ψυχών, και τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού ‘αλαζονικά ψυχρή’ αλλά και τόσο αποκαλυπτική κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις.  Η ποίηση άλλωστε, έχει το προνόμιο και τον έξυπνο τρόπο της να αποκαλύπτει πολλά, να ξεπερνάει κλειστές πόρτες και υψηλούς τοίχους, να αποκαλύπτει κάποιες δύστροπες ιδιορρυθμίες της ανθρώπινης ψυχής, αφήνοντας επώδυνες παραδοχές απελπιστικά γυμνές στη θέα, τουτέστιν να κάνει τον αναγνώστη να έρθει ενώπιος ενωπίω με κρυφές περιοχές της πραγματικότητας, αλλά και της μνήμης και της νοσταλγίας.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top