Fractal

Don’t cry for me, Bernie

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

«Φλόγα που σιγοκαίει» του Φίλιπ Κερ, Μετάφραση: Γιώργος Κυριαζής, Εκδ. Κέδρος, σελ. 503

 

Με όνομα «μάσκα», ένα πλαστό διαβατήριο και κάμποσες Ερινύες να τον κυνηγούν, ο γνωστός ντετέκτιβ Μπέρνι Γκούντερ, αυτή η λοξή φιγούρα αντι-ήρωα που έχει σχηματοποιήσει ο Κερ από την «Τριλογία του Βερολίνου», φτάνει στην Αργεντινή για να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Τη στιγμή, όμως, που οι παλιές πληγές δεν έχουν κλείσει.

Είμαστε στο 1950 (αυτό θα μπορούσε να έχει και μια χροιά κυριολεξίας, αλλά δεν είναι της παρούσης), ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει τελειώσει, αφήνοντας πλείστα όσα τραύματα να χαίνουν. Η δικαιοσύνη αποδόθηκε μερικώς – τα εκατομμύρια θύματα της ναζιστικής θηριωδίας ζουν με τους εφιάλτες τους. Κάποια από τα κτηνώδη πρωτοπαλίκαρα του Χίτλερ δικάστηκαν, άλλοι αυτοκτόνησαν και κάμποσοι κρύφτηκαν σε ασφαλή κρησφύγετα που τους πρόσφεραν «φίλιες» δυνάμεις στη Λατινική Αμερική. Η δικτατορία του Περόν στην Αργεντινή έγινε προνομιακός τόπος για κάποιους δολοφόνους-εμιγκρέδες που κρυμμένοι από το… μακρύ χέρι της δικαιοσύνης, συνέχισαν απτόητοι –και κυρίως αμετανόητοι- τη ζωή τους. Ανάμεσα τους βρέθηκε και ο Μπέρνι Γκούντερ κι ας μην ήταν πούρος ναζιστής, κι ας μην έβαψε οικειοθελώς τα χέρια του με αίμα. Μια κλασική πλεκτάνη τον κατατάσσει στην κατηγορία των δολοφόνων με αποτέλεσμα να φύγει άρον άρον από το Βερολίνο. Όμως, στην πραγματικότητα κουβαλάει στις βαλίτσες του τα πάντα: την παλιά του ιδιότητα, τις σκληρές μνήμες, την ενοχή, αλλά κι έναν φαιό κόσμο φασιστών που έχουν μετοικήσει στην Αργεντινή και φυσικά (δεν) διάγουν βίο εύτακτο.

Στο «Φλόγα που σιγοκαίει» ο Κερ λειτουργεί με τη λογική της γέφυρας. Συνενώνει δύο περιόδους με τον Γκούντερ να είναι ο συνδετικός κρίκος. Το Βερολίνο των αρχών του ’30, τότε που αρχίζουν να φαίνονται έκτυπα τα αδιέξοδα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και η ραγδαία άνοδος των ναζιστών στα πράγματα και η Αργεντινή του ’50 όπου έγινε το καταφύγιο των φονιάδων.

Ο Γκούντερ είναι πλέον καταπονημένος, η υγεία του είναι κλονισμένη (πάσχει από καρκίνο θυροειδούς), αναγκάζεται να συγχρωτιστεί με ανθρώπους που απεχθάνεται (τους συμπατριώτες του) και δέχεται, αίφνης, μια πρόταση να ενταχθεί στη μυστική αστυνομία του Περονικού καθεστώτος για να διερευνήσει ένα ειδεχθές έγκλημα με θύμα ένα μικρό κορίτσι, ενώ στην πορεία εμφανίζεται και μια υπόθεση εξαφάνισης ενός άλλου κοριτσιού. Ο Γκούντερ δέχεται την πρόταση –έστω και με τον δικό του κυνικό και ανοίκειο τρόπο-, όχι για να σώσει το τομάρι του, αλλά διότι το αστυνομικό του δαιμόνιο βρίσκει συνάφειες στο έγκλημα που συνέβη στην Αργεντινή, με μια σειρά παρόμοιας σφοδρότητας εγκλήματα που είχαν συμβεί στο Βερολίνο και δεν είχε καταφέρει να εξιχνιάσει, καθώς το ναζιστικό καθεστώς του τον είχε «αποτρέψει» με κάθε τρόπο.

Από εκείνη τη στιγμή, ο Γκούντερ εισέρχεται οικεία βουλήσει στον ιστό της αράχνης και όσο πιο πολύ πλησιάζει στο στόμα του αφανισμού, τόσο μέσα του αρχίζουν να ξεδιαλύνουν τα φρικτά αινίγματα της Ιστορίας.

Φυσικά και δεν μιλάμε για τυπική εκδοχή ενός νούαρ/πολάρ/αστυνομικού μυθιστορήματος, καθώς ο Κερ μας έχει δώσει να καταλάβουμε πως η σύμπλευση των ιστορικών γεγονότων με τη δράση του ήρωά του δεν λειτουργούν αντιθετικά, αλλά το ένα συνδράμει το άλλο – συλλειτουργούν ωσάν να είναι δύο σώμα που αλληλοτροφοδοτούνται.

Ακόμη και η αποκάλυψη ότι ο Γκούντερ βρίσκει τον παρανοϊκό δολοφόνο που με απάνθρωπο τρόπο κατακρεούργησε τα άμοιρα κορίτσια, δεν πρόκειται να «χαλάσει» τη μαγεία της πλοκής.

Και τούτο διότι πολλά μεγαλύτερα ζητήματα κρίνονται σε αυτό το μυθιστόρημα. Ποιος ήταν ο ρόλος του γνωστού «Αγγέλου του θανάτου» Γιόσεφ Μένγκελε; Πώς μπαίνει στην ιστορία ο Γκέμπελς; Ποια ήταν η σχέση που ανέπτυξε ο Περόν με τα απομεινάρια των ναζί στη χώρα του; Η Εβίτα Περόν, εμφανίζεται με πάσα τιμή στο μυθιστόρημα, πόσα γνώριζε και με ποιο τίμημα σκορπούσε τα κρατικά χρήματα σε λογής «φιλανθρωπίες»; Τα λάφυρα του πολέμου που οι ναζί υφάρπαξαν από τα θύματά τους (κυρίως Εβραίους) πού βρίσκονται και ποιοι τα διεκδικούν; Αποδέχθηκε η επίσημη κυβέρνηση το ρόλο του συνεχιστή των ναζιστικών θηριωδιών (σε μικρότερη κλίμακα); Και αν ναι, τι ακριβώς συνέβη στα στρατόπεδα συγκέντρωσης που φτιάχτηκαν στην ενδοχώρα; Και μέχρι ποιου βαθμού έφτασε το πογκρόμ κατά των Εβραίων που μετέβησαν στη χώρα για να σωθούν από τα νύχια των ναζιστών; Μια νεαρή, ευειδής δικηγόρος, η Άννα, μπλέκεται στην ιστορία ζητώντας από τον Γκούντερ να την βοηθήσει να βρει τους χαμένους (Εβραίους) θείους της. Κάπως έτσι ο Κερ διευρύνει την οπτική της πλοκής προσθέτοντας ένα ακόμη στρώμα δράσης και ιστορικής μνήμης.

Ο Γκούντερ ερωτεύεται την κοπέλα, πάλι με το δικό του τρόπο, αποφασίζει να φτάσει μέχρι τέλους, ακόμη και αν γνωρίζει πως μπορεί να χρειαστεί να ξεπληρώσει αυτή τη γνώση με την ίδια του τη ζωή. Φτάνει στο όριο των γεγονότων και το ξεπερνάει. Η πόρτα έχει ανοίξει διάπλατα και τα ένοχα μυστικά μυρίζουν άσχημα.

Ο Μπέρνι Γκούντερ δεν έχει άλλο περιθώριο από το να ακολουθήσει το δρόμο του φευγιού. Η καρδιά του τού λέει να μείνει ή τουλάχιστον να πάρει μαζί του την όμορφη Άννα, αλλά η λογική του προστάζει να φύγει όσο γίνεται πιο μακριά από τον ανοιχτό βόθρο της Αργεντινής.

 

kerr-floga-pou-sigokaiei

 

Ο Κερ έχει χτυπήσει φλέβα με τον Μπέρνι και δεν την αφήνει να στερέψει. Από βιβλίο σε βιβλίο προσθέτει και μια ψηφίδα φτιάχνοντας –συνολικά- ένα έργο που ξεπερνάει την ειδολογική ταυτοποίηση. Με γλώσσα νευρώδη, κοφτή, δουλεμένη σε ύφος και με ιστορικές αναφορές που δεν παίζουν το ρόλο του δευτεραγωνιστή, ο Σκωτσέζος συγγραφέας έχει δημιουργήσει μια άλλη εκδοχή του Μάρλοου. Ο τρόπος που σκιαγραφεί την decadence του Βερολίνου με την σεξουαλική ευωχία να έχει φτάσει στο απόγειό της, είναι έξοχα λεπτολογικός. Ομοίως και η ακρίβεια με την οποία συνθέτει τις ημι-παράνομες φιγούρες που δρουν στο αργεντίνικο σκηνικό του μυθιστορήματος.

Αν ο Τσάντλερ ήταν ο δάσκαλος, ο Κερ αποδεικνύεται άριστος μαθητής – και πλέον, με τη σειρά του, έγινε δάσκαλος του είδους. Τι μπορεί να είναι, άραγε,

αυτή η παράξενη φλόγα που σιγοκαίει; Η κρυφή ταύτιση των Γερμανών με τον Χίτλερ ή εκείνη η μικρή θέρμη που κόρωσε την καρδιά του σκληρού Μπέρνι; Ακόμη κι ένας κυνικός αστυνομικός μπορεί να κρύβει μέσα του μια νότα ανεπεξέργαστου ρομαντισμού.

Η εξαίσια μετάφραση ανήκει στον Γιώργο Κυριαζή.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top