Fractal

Μια ημέρα από τη ζωή του Ντικ Ντέκαρτ

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

«Το ηλεκτρικό πρόβατο» του Φίλιπ Ντικ, Εκδ. Κέρδος, σελ. 272

 

To 1975, τη στιγμή που παραλάμβανε το σεπτό βραβείο «John W. Campbell Memorial Award» (σ.σ.: βραβείο για τα καλύτερα sci-fi μυθιστορήματα της χρονιάς), ο Φίλιπ Ντικ, στον λόγο του, εξέφραζε τη σχέση που έχει τις λέξεις και την τέχνη του: «Θέλω να γράφω για ανθρώπους που αγαπώ και να τους βάζω σε έναν κόσμο μυθοπλαστικό και όχι πραγματικό, διότι ο πραγματικός κόσμος δεν μου φτάνει. Γράφω αυτές τις ιστορίες και ρωτάω δυνατά αν το σύμπαν είναι πραγματικό κι αν εμείς είμαστε πραγματικοί». Βέβαια, επ’ αυτού ο Ουίλιαμ Μπάροουζ έχει αποφανθεί καταλλήλως: «Τίποτα δεν είναι πραγματικό, όλα επιτρέπονται» (δάνειο από τον συγγραφέα, ζωγράφο και ποιητή Μπράιον Γκίσιν). Μόνο που στον Φίλιπ Ντικ, με την ιδιοσυγκρασία του καταπέλτη που ρίχνει βολές κατά πάντων, ούτε κι αυτό έφτανε για να μετριάσει την ανάγκη του να ξεφύγει από το πνιγηρό πλαίσιο της πραγματικότητας (αν και λαμβάνει πολλά στοιχεία αυτής). Γράφοντας επιθυμεί να πλήξει τις καταπιεστικές δομές των παντοειδών εξουσιών που μετατρέπονται τον άνθρωπο σε άθυρμα ή σε ανδροειδές, για τα οποία τόσο του άρεσε να γράφει.

Μονομανιακός, στα όρια της τρέλας, πειραματιστής, «ακοσμικός πανθεϊστής» όπως περιέγραφε ο ίδιος τον εαυτό του και κάμποσα άλλα άκρως αντισυμβατικά, συνθέτουν τη φυσιογνωμία του ανδρός, αλλά και του συγγραφέα. Η προβληματική του Ντικ ξεπερνάει τα όρια της λογοτεχνίας (την οποία εξαρχής διατρύπησε με τα εξωλογικά βιβλία του) και εκτείνεται έως τα πεδία της φιλοσοφίας, της κυβερνητικής, της τεχνολογίας και της οικολογίας για να συμπεριλάβει ένα γενικότερο μήνυμα που έχει να κάνει με την ανθρώπινη υπόσταση, την παρουσία της σε αυτόν τον κόσμο (ή σε κάποιον άλλον), την προσωπική ταυτότητα, αλλά και την μέγιστη διερώτηση «τι είναι και τι δεν είναι πραγματικό».

Η νέα έκδοση του μυθιστορήματος «Ηλεκτρικό Πρόβατο» επαναφέρει τη συζήτηση γύρω από την επιρροή που άσκησε ο Φίλιπ Ντικ στη λεγόμενη λογοτεχνία του φανταστικού και στο σύνολο της pop κουλτούρας. Ομοίως με τα άλλα βιβλία του, εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν κόσμο που μπορεί να μην είναι ο «δικός» μας, αλλά ακολουθεί την ημερολογιακή δομή του (βρισκόμαστε στη Β. Καρολίνα του 1992 και σε νεότερες εκδοχές στο 2021). Η συνθήκη στην οποία μας υποβάλλει ο Ντικ είναι άκρως αποκαλυπτική: έχουν παρέλθει λίγα μόλις χρόνια από τον Τελικό Παγκόσμιο Πόλεμο που άφησε πίσω του ραδιενέργεια, σκόνη, συντρίμμια, σκουπίδια, εκφυλισμένους ανθρώπους, ανδροειδή που θέλουν να επιστρέψουν παράνομα στη Γη από το Διάστημα, τεχνητά ζώα, καθώς τα αληθινά έχουν εξολοθρευτεί και την απόλυτη κυριαρχία της εντροπίας. Τούτος ο επίγειος ζόφος διαμορφώνει το δυστοπικό μέλλον που οραματίζεται ο Ντικ. Η τυπική έννοια του ήρωα δεν υπάρχει στα βιβλία του Ντικ• υπάρχουν ηρωικές καταστάσεις από κάποιους δρώντες, αλλά η συνολική αίσθηση είναι ότι αυτός ο «καινούργιος κόσμος» ούτε θαυμαστός είναι, ούτε κατοικείται από γαλαξιακές ελίτ.

Πρωταγωνιστής στο «Ηλεκτρικό Πρόβατο» είναι ο Ρικ Ντέκαρτ, ένας κλασικός κυνηγός κεφαλών (ανδροειδών). Ζει με την καταθλιπτική γυναίκα του σε ένα σπίτι-ερείπιο, ελέγχει τα αισθήματά του μέσω ειδικών μηχανημάτων και ονειρεύεται με τα χρήματα που θα βγάλει να αντικαταστήσει το ηλεκτρικό πρόβατο που διαθέτει με ένα πραγματικό ζώο. Το τελευταίο είναι το βασικό σύμβολο στάτους στην κοινωνία που ζει. Του ανατίθεται να βγάλει από τη μέση την τελευταία παρτίδα των Nexus-6, τα οποία είναι άκρως εξελιγμένα ανδροειδή, πολύ πιο έξυπνα και λειτουργικά από τον άνθρωπο που τα κατασκεύασε. Αυτό που πρέπει να κάνει είναι να ξεσκεπάσει, με τη βοήθεια ενός απλού τεστ, την ψευδεπίγραφη «ανθρωπινότητά» τους. Ο βασικός διαχωρισμός τούτων των «μηχανών» από το ανθρώπινο είδος είναι η απουσία ενσυναίσθησης. Κι όλα αυτά σε έναν κόσμο διαταραγμένο όπου υπάρχουν άνθρωποι εκφυλισμένοι και αποσυνάγωγοι και η βασική θρησκεία είναι ο μερσερισμός με κύριο εκφραστή την οντότητα του Ουίλμπουρ Μέρσερ που ως άλλος Σίσυφος ανεβαίνει και κατεβαίνει μια απόκρημνη πλαγιά και ενώνεται μέσω μηχανημάτων ενσυναίσθησης με τους πιστούς του.

Το βιβλίο εκτείνεται χρονικά σε μια ημέρα του Ντέκαρτ πάνω στο ρημαγμένο τοπίο του πλανήτη του και του εαυτού του. Μόνο που αυτή η ημέρα θα του αλλάξει δραστικά τη ζωή.

Τα κλασικά λάιτ μοτίφ στα έργα του Ντικ, στο «Ηλεκτρικό Πρόβατο» παρατάσσονται αυτοστιγμεί: οι κυριαρχικές δομές εξουσίας, οι οποίες εδώ υποδηλώνονται από μια νέα θρησκεία, μια υπερτροφική εταιρεία που κατασκευάζει ανδροειδή και ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα υψηλής τηλεθέασης όπου ο παρουσιαστής λατρεύεται ως άλλος Μεσσίας.

 

O συγγραφέας Φίλιπ Ντικ

 

Στον αντίποδα βρίσκονται άνθρωποι καθημερινοί και καθημαγμένοι. Ο ντετέκτιβ Ντέκαρτ, η παραιτημένη γυναίκα του, οι ανώτεροί του στην αστυνομία και ο «κοκορόμυαλος» Ισιντόρ, ένας «ιδιαίτερος» οδηγός μιας εταιρείας, που περιθάλπει τα τρία εναπομείναντα Νexus-6. Ο Ντέκαρτ, που εξολοθρεύει με επαγγελματική συνέπεια το ένα μετά το άλλο τα ανδροειδή, θα βιώσει μια άλλη είδους σχέση με αυτά τα όντα, σχεδόν ερωτική, μέσω της Ρέιτσελ Ρόζεν, κόρη του ιδιοκτήτη της εταιρείας που φτιάχνει τα Νexus-6. To πρόβλημα είναι ότι κι αυτή δεν ανήκει στο ανθρώπινο είδος. Παρόμοια κατάσταση βιώνει και με τον επίσης κυνηγό επικηρυγμένων, Φιλ Ρες. Είναι αυτός που του βάζει το σπόρο της αμφιβολίας για το πώς μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος για μια «μηχανή». Κάπως έτσι ο Ντέκαρτ, βλέπει τη στιβαρή λογική του (ο καρτεσιανός άνθρωπος) να διασπάται και να βρίσκεται μπροστά σε σημαντικά διλήμματα. Ποια είναι τα όρια της ανθρώπινης βούλησης και ποια του στυγνού προγραμματισμού; Πώς ένας άνθρωπος θρυμματισμένος μπορεί να τα βάλει με ένα ολόκληρο σύστημα; Ο Ντέκαρτ, με τα χρήματα που βγάζει από τη δουλειά του εξολοθρευτή, καταφέρνει να αγοράζει μια πραγματική γίδα, την οποία δεν προλαβαίνει να χαρεί. Η Ρόζεν θα θρυμματίσει το ύστατο ψήγμα ενσυναίσθησης του Ντέκαρτ που πλέον βρίσκεται σε κατάσταση καταληψίας και νομίζει πως είναι ο Μέρσερ.

Εντέλει δεν υπάρχει ελπίδα, ούτε σιγουριά για το αν όλο αυτό που βιώνει είναι πραγματικό. Καταλήγει όπως ξεκίνησε: με ένα ψεύτικο «κατοικίδιο»: έναν φαύνο τον οποίο πίστευε, όταν τον βρήκε σε έναν ερημότοπο στο Όρεγκον, ότι ήταν σάρκινος και όχι τεχνητός και με τη γυναίκα του εξακολουθεί να ζει σε μια μόνιμη κατάσταση κατάθλιψης.

Είναι φανερό πως ο Ντικ, όπως και σε άλλα βιβλία του, έχει επηρεαστεί άμεσα από τον γνωστό ψυχίατρο Ζακ Λακάν. Τα ανδροειδή δεν είναι τίποτα άλλο από κατοπτρικές εικόνες του ανθρώπου, όχι όμως σε προσωπικό επίπεδο, αλλά σε κοινωνικό. Σαν να υπάρχει μια έμφοβη κοινωνία ανθρώπων που βλέπει στον καθρέφτη το τεχνητό της προσωπείο.

Το βιβλίο αποτέλεσε την ιδέα τον μέγιστο σκηνοθέτη, Ρίντλεϊ Σκοτ να γυρίσει την ταινία- θρύλο «Blade Runner».

Η παρούσα έκδοση φέρει την μεταφραστική υπογραφή του Δημήτρη Αρβανίτη, ο οποίος είχε αναλάβει το ίδιο έργο και στην πρώτη έκδοση του βιβλίου στα ελληνικά.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top