Fractal

Μόνο τα άδεια παπούτσια φοβάμαι…

Γράφει ο Γιώργος Ρούσκας // *

 

Προσέγγιση της ποιητικής συλλογής της Μαλβίνας Ιωσηφίδου «Πέτρες ανθισμένες», εκδόσεις Κοράλλι, Αθήνα 2017.

 

Ανθίζουν οι πέτρες; Προσπερνώντας την προσωπική μου άποψη ότι ναι, με τη δύναμη της αγάπης, με την ολόψυχη πίστη, με την καλοσύνη και με άλλα ακόμη τα οποία δεν έχουν θέση εδώ, ως και οι πέτρες μπορεί να ανθίσουν, ανατρέχω στο οπισθόφυλλο του βιβλίου όπου διαβάζω για το «χαλικόφυτο», ένα φυτό «σαν χοντρό χαλίκι» το οποίο «με τα πρώτα δάκρυα της βροχής ανθίζει». Επιστρέφω στο υπέροχο λιλά – μωβ – βιολετί  εξώφυλλο και προσπαθώ να μαντέψω με τις ως τώρα πληροφορίες (χωρίς να ανοίξω το βιβλίο) με τι καταπιάνεται, τι θα συναντήσω. Τα γράφω σε ένα χαρτί  επιγραμματικά: ευαισθησία, πόνος, ελπίδα, περηφάνια, χρόνος, χωρισμός, αποφάσεις, φθορά. Για να δούμε.

 

Είναι η πρώτη ποιητική απόπειρα της κ. Μαλβίνας Ιωσηφίδου. Έρχεται μέσα από ένα καλαίσθητο και προσεγμένο βιβλίο, με εντιμότητα, σαφήνεια και σταθερή φωνή να πει όσα έχει να πει. Χωρίς υπερβολές, με αυτοσαρκασμό, αυτοκριτική, εξομολόγηση. Αρθρώνει λεκτικά μια στάση ζωής μέσα από καταστάσεις μιας ολόκληρης περιόδου. Αυτό έχει την αξία του. Δεν θα σταθώ στους εκφραστικούς τρόπους και στα ποιητικά (επί μέρους ή όχι) χαρακτηριστικά, αλλά θα επικεντρωθώ στα νοήματα και σε όσα κρίνω ότι χρειάζεται  να ειπωθούν στον δεδομένο χώρο της παρούσας προσέγγισης.

 

Ξεκινώντας, με το πρώτο ερώτημα να έχει ήδη γεννηθεί, ψάχνω να βρω σε ποιες πέτρες αναφέρεται. Δεν θέλει και πολύ κόπο. Το λέει στο πρώτο εισαγωγικό ποίημα – μότο, με τίτλο τον τίτλο της ποιητικής συλλογής: «μια πέτρα καρδιά / … / ένα ηφαίστειο σβησμένο», θυμίζοντας τη λαϊκή έκφραση «έκανε την καρδιά του πέτρα».

Γιατί πέτρωσε η καρδιά; Δεν αφήνει ελευθερία υποθέσεων και ενδεχομένων, αφού στον τελευταίο στίχο του πρώτου κιόλας ποιήματος ξεκαθαρίζει: «πια δεν σε περιμένω».

Οδηγούμαστε έτσι σε μια συγκινητική εικόνα που δείχνει μια καρδιά η οποία πέτρωσε, νέκρωσε μετά από έναν δυνατό χωρισμό. Το επιβεβαιώνει στο δεύτερο εισαγωγικό ποίημα:

 

Εγώ σαν υλικό, την πέτρα

Εσύ σαν υλικό, το φελλό

Αυτός σαν υλικό,

τη σκόνη του χρόνου

Τελικά,

Δεν έδεσαν τα υλικά…

 

 

Ευτυχώς υπάρχει η θύμηση του τίτλου και αναμένεται η ανθοφορία. Ως τότε όμως, έχοντας την πίκρα στο στόμα και την απογοήτευση πως ποτέ δεν θα ανθίσουμε ξανά, τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα. Ο χρόνος είναι μαρτύριο:

 

Και είναι ώρες

που δε γεμίζουν με τίποτα

και είναι χρόνοι

με κάτι εμμονές μονοσήμαντες

που σε κάνουν να ονειρεύεσαι.

κι εγώ παρατηρητής

από απόσταση,

που ορίζουν άλλοι.

 

Ο χρόνος κυλά στη σιωπή. Η καλή μας η μνήμη, έρχεται εδώ να ξεσπάσει όλη της την κακία επάνω μας, φέρνοντας στο προσκήνιο βαθιά ριζωμένες συνήθειες και αγαπημένες στιγμές που μοιραζόμαστε με τον άλλον, εντείνοντας έτσι τον πόνο με τη συνειδητοποίηση της απουσίας σε όλα τα επίπεδα. Το ποιητικό υποκείμενο εκμεταλλεύεται (άκρως ποιητικά) μία στιγμή, μια συνήθεια (μια καλημέρα) για να υπονοήσει το όλον (δηλαδή εκείνον) ή καλύτερα το σύνολο των στιγμών της «απουσίας»:

 

Μπαίνουν και βγαίνουν οι εποχές

χωρίς εσένα να μου λες

μια καλημέρα.

 

Μαλβίνα Ιωσηφίδου

 

Μία από τις μονομερείς παρηγοριές, η γραφή, δρα πολλαπλά: γεμίζει όσο μπορεί το κενό της μη παρουσίας, μαλακώνει με την ψευδαίσθηση (ή και την αίσθηση ακόμη) της επικοινωνίας, δίνει πεδίο για αυτοψυχανάλυση και επιβεβαιώνει την πληγωμένη μας ύπαρξη αφού γράφοντας δρούμε, ενεργούμε, άρα υπάρχουμε. Η γραφή στη θέση της ανάσας. Έμμεσα καλλιεργείται επιπλέον μια περίεργη ελπίδα με λίπασμα το εξής σκεπτικό: αφού μπορώ και γράφω, όπως έγραφα ως τώρα, θα μπορέσω να πορευτώ, όπως έκανα ως τώρα και ναι, στην καλύτερη περίπτωση, θα γυρίσει κοντά μου να συνεχίσουμε μαζί όπως και πριν, όπως κάναμε ως τώρα. Η δύναμη της συνήθειας εδραιώνεται και στον ορατό μας κόσμο αλλά κα στον αόρατο. Όλα αυτά, ή και άλλα ακόμη ίσως, συνοψίζονται ποιητικά:

 

Σου γράφω

για να γράψω,

γιατί αν σταματήσω

να γράφω,

θα πει πως πέθανα.

 

 

Ο θάνατος, φυσικός ή μη, παρών σε κάθε μεγάλο πόνο. Πρώτος του εξάδελφος ο φόβος. Όταν ο τελευταίος έρθει επίσκεψη, είμαστε τυχεροί αν δεν μετακομίσει μόνιμα στο σπίτι μας με «το έτσι θέλω». Ο πόνος του χωρισμού, γίνεται φόβος στην ιδέα του οριστικού από-χωρισμού από τα γήινα:

 

Μόνο τα άδεια παπούτσια φοβάμαι…

 

 

Την ανεπάρκεια της γραφής, προσπαθεί να συμπληρώσει η επαφή με τη θάλασσα, η οποία αποτελεί τη δεύτερη από τις επτά ενότητες της συλλογής, με πρώτη την ενότητα «Απουσίες».

Γιατί όταν ραγίσει η καρδιά ανατρέχουμε στη θάλασσα; Ας δούμε:

 

Ήταν μπλε

Τόσο πολύ μπλε η θάλασσα

Σα μεγάλη καρδιά.

 

 

Σαφέστατο. Θάλασσα όμως χωρίς φως; Αλίμονο. Η Τρίτη ενότητα με τίτλο «Φωτοσκιάσεις», έρχεται είτε να γεμίσει με φως τα κενά από τις ανοιχτές πληγές, είτε να σκιάσει αυτές που καίνε.

Το φως συνδέεται άμεσα και απόλυτα με τα μάτια. Όπως κι αν είναι αυτά:

 

Τα μάτια μου είναι θλιμμένα

Τυχαίνει να είναι καστανά

Του φθινοπώρου χρώματα.

 

 

Στο φως, φαίνονται όλα. Όταν η αδυναμία και η έλλειψη συνειδητότητας ή αυτογνωσίας οδηγούν σε τάσεις κρυψίματος, σε τάσεις μεταμφίεσης (όπως ο τίτλος του ποιήματος από το οποίο και οι στίχοι που ακολουθούν), τόσο ο πόνος όσο και οι ελπίδες, αγωνιωδώς τρέχουν να κρυφτούν:

 

Ρούχα φορώ χοντρά

που να μη φαίνονται

οι χτύποι της καρδιάς

σαν αφηνιάζουν.

 

 

Αδυναμία αντίδρασης. Αδυναμία δράσης. Ακόμα και στο όνειρο, όπως και στο ποίημα με τίτλο «στο όνειρο»:

 

Πώς να σταματήσω το αίμα;

Πώς να φιλιώσω με εμένα;

 

 

Σιγά σιγά, έρχονται απαντήσεις σε θέματα που από τη νεότητα απασχολούν την ανθρώπινη φύση. Τι είναι η ζωή;

 

Τώρα που κοιτώ από ψηλά

ξέρω Τι είναι σκιά!

……………….

Σκιά είναι η ζωή

σαν πίσω της κρύβεται

μια φωτεινή πηγή.

 

 

Η επόμενη ενότητα «Ρήματα» είναι ένα εντελώς διαφορετικό στάδιο. Γιατί επιλέχτηκε αυτός ο τίτλος; Τι δείχνει το ρήμα; Ότι ένα υποκείμενο είτε ενεργεί, είτε παθαίνει κάτι, είτε βρίσκεται απλά σε μια κατάσταση. Δείχνει ζωή. Μετά από τη φάση του πένθους εξαιτίας του χωρισμού, της εκτεταμένης ακινησίας (ακινησία της χαράς, του σχεδιασμού, των ονείρων, του χρόνου, της ζωής) και του μουδιάσματος, αν είσαι συγκροτημένος και ανοιχτός στη θάλασσα και στο φως, έρχεται η ώρα να βάλεις ρήματα στο λεξιλόγιό σου, στις προθέσεις σου και στη ζωή σου.

Πρώτο και τολμηρό στάδιο είναι έκθεση. Αρχίζεις να εκτίθεσαι. Δεν είναι καθόλου εύκολο και δεν γίνεται μια και έξω. Η αρχή όμως, είναι περισσότερο από το ήμισυ του παντός:

 

ΕΚΤΙΘΕΜΑΙ

Πάει να πει

Βγάζω προς τα έξω

τα μέσα μου.

Ύστερα κρύβομαι / … /

και κλαίω

Μετά αποφασίζω

και ξανά

ΕΚΤΙΘΕΜΑΙ!

 

 

Παράλληλα, όλα αναδιατάσσονται, όλα επαναπροσδιορίζονται:

 

Στύβω επιθυμίες καταστάσεις

Στύβω πόνους και αποστάσεις

Απουσίες και μοναξιές.

 

Όλα πλέκονται μεταξύ τους. Άλλωστε ένα πλεκτό δεν είναι και η ίδια η ζωή; Ένα πλεκτό, με παραμέτρους κρίσιμες και απολύτως καθοριστικές: τι νήμα θα χρησιμοποιηθεί, τι βελόνες, τι πλέξη, σε συνάρτηση με τη βασικότερη: ποιος κρατάει τις βελόνες ή σε ποιόν εμπιστευόμαστε τις βελόνες για το πλεκτό της ζωής μας.

Όσο όμως κι αν προνοήσουμε να πάνε όλα ρολόι, όσο κι αν σχεδιάσουμε τα πάντα ως την παραμικρή τους λεπτομέρεια, δεν μπορεί να μένουμε πάντα σε μια αψεγάδιαστη τελειότητα. Υπάρχουν τόσοι δαίμονες, τόσα απρόβλεπτα, τόσες παραλλαγές του Νόμου του E. A. Murphy.

Η κ. Ιωσηφίδου το λέει υπέροχα σε ένα από τα κορυφαία ποιήματα της συλλογής (ΠΛΕΚΩ):

 

Σου είπα πλέκω

Έτσι γίνεται η τρύπα στο πλεκτό

Από εκεί μέσα σε θωρώ

Να μπαίνεις και να βγαίνεις

Στο όνειρό μου!

 

Επανερχόμενοι σε «φυσιολογικούς» ρυθμούς ζωής, μπαίνουμε στην ενότητα «Του καιρού» όπου ζούμε και απολαμβάνουμε μικρές εγγεγραμμένες μέσα μας ιεροτελεστίες, σε μια προσπάθεια να συνδεθούμε ξανά με τη γη, με το χρόνο, με τη ζωή. Έτσι, έρχεται μια άλλη καρδιά, να μας θυμίσει πολλά, από τα παιδικά μας χρόνια, ως την απουσία εκείνου, μα με τρόπο απαλότερο, νοσταλγικό, πιο κατασταλαγμένο:

 

Γεύτηκα την καρδιά   

Δαγκωνιά καρπουζιού

γλυκό φιλί στο στόμα!

 

 

Ακολουθεί η ενότητα «Περί έρωτος» όπου με την απόσταση του χρόνου, συνειδητοποιούνται αλλιώς ορισμένα βιώματα, αποκαλύπτονται οι ιδιότητές τους, ο συμβολισμός ή η κινητήρια δύναμή τους, με πρώτο τον έρωτα:

 

Ξαναλές το τραγούδι όλο

από την αρχή,

ξανά και ξανά και ποτέ κάθε φορά

δεν είναι ίδια με την άλλη.

Γι’ αυτό δε χορταίνεται ο έρωτας!

 

 

Η τελευταία ενότητα «Ιορδανία» έρχεται να επιβεβαιώσει την πρόθεση για ζωή, την πίστη ότι αυτή η καρδιά που πέτρωσε θ’ ανθίσει και πάλι. Μέσο; Ένα μακρινό ταξίδι.

Στην άλλη χώρα, έχοντας αφήσει πίσω σου πρόσωπα και πράγματα, έχοντας απαλλαγεί από κάθε τι υλικό που μπορεί να σου θυμίζει τον χωρισμό (εκτός αν έχεις κάνει το λάθος να πάρεις κάτι δικό του μαζί σου), προσπαθείς να επιτύχεις τρεις άθλους, ως νέος μικρός Ηρακλής. Να αποδεχτείς την όλη κατάσταση, να συνειδητοποιήσεις ότι η ζωή σου ΕΧΕΙ ΑΥΤΟΥΣΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΑ ΤΗΣ είτε είναι συνδεδεμένη με τη δική του είτε όχι και να πάρεις σοβαρές και τηρητέες αποφάσεις.

Σε άγονο μέρος, σε ξένη γη, σε ακούσματα μιας γλώσσας εντελώς διαφορετικής, έχοντας χαθεί σε έναν εντελώς διαφορετικό πολιτισμό, κολυμπώντας σε ένα άλλο φως, έχεις μια καλή ευκαιρία να βρεις τον εαυτό σου, να καταλάβεις ποιος και τι είσαι και να επιλέξεις τι θέλεις από εδώ και πέρα να είσαι. Και για ποιον.

Μπορεί να περάσεις πάλι τα προηγούμενα στάδια, μπορεί να κλάψεις, μπορεί χίλια δύο. Έχεις ελπίδα να επιβιώσεις, μόνο αν αφεθείς, μόνο αν αγκαλιάσεις το παρελθόν και αποφασίσεις συνειδητά να ζήσεις πλέον στο παρόν. Το ποιητικό υποκείμενο, βίωσε το στάδιο αυτό (τουλάχιστον στο βιβλίο) με τη φωνή του να χάνεται στα νερά της Νεκρής Θάλασσας:

    

Νεκρά θάλασσα…όπως

Νεκρός, νεκροφόρα, νεκροταφείο,

νεκρική πομπή, νεκρώσιμοι ψαλμοί,

νεκρική σιγή…

/ … /

Τρέχουν δάκρυα!

Πρώτη φορά που είναι γλυκά,

μπροστά στην τόση αλατότητα,

αυτής της άγονης θάλασσας!

Αναδύθηκα!

Εξαγνίστηκα!

 

Είπε κανείς ότι είναι εύκολο; Είπε κανείς ότι δεν γίνεται; Επιμένετε ότι δεν υπάρχουν «πέτρες ανθισμένες» ή έστω έτοιμες ν’ ανθίσουν;

 

 

* Ο Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top