Fractal

Δύο ιδιοσυγκρασίες, δύο συνειδήσεις

Γράφει ο Γιώργος Ρούσκας // *

 

Έντμουντ Γκος (Edmund Gosse) [Πατέρας και  Γιος], μετάφραση Παναγιώτης Σουλτάνης, εκδόσεις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2015

 

Ίσως η διαφορά των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης με άλλους εκδοτικούς οίκους να είναι η τολμηρότερη επιλογή έργων προς έκδοση, με γνώμονα την ποιότητα του έργου, τη συνεισφορά του στον τομέα – είδος του και μετά το κέρδος, αφού υποθέτω ότι διαθέτουν αυτήν την δυνατότητα, η οποία σήμερα όχι μόνο θεωρείται πολυτέλεια αλλά είναι εκ των πραγμάτων απαγορευτική για το ιδιωτικό εκδοτικό επιχειρείν. Αυτό που θα μπορούσε να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα στην όποια –εκτός των συνηθισμένων– επιλογή έργου προς έκδοση, είναι η ευθύνη και η έγνοια να είναι αντάξια του πολύ καλού ονόματος του Ιδρύματος, διατηρώντας τον πήχη ψηλά.

Ευτυχώς οι μέχρι τώρα επιλογές, έχουν δικαιώσει τις αποφάσεις των υπευθύνων και έχουν προσφέρει πολλά στα ελληνικά γράμματα. Από τους πρώτους διδάξαντες και οι εκδόσεις του Μ.Ι.Ε.Τ., οι οποίες συνεχίζουν τιμώντας τη λαμπρή ιστορία τους. Αποδεικνύεται έτσι περίτρανα ότι παρ’ όλη την αιθαλομίχλη, υπάρχουν πάντοτε θύλακες φρέσκου αέρα, υπάρχουν ακόμη νεραντζιές στην Αθήνα που ερωτοτροπούν με το φως.

 

Παρ’ όλο που ο Έντμουντ Γκος (1849-1928) άφησε αρκετά έργα πίσω του (μεταφράσεις θεατρικών του Ίψεν, ποιήματα, κριτικές μελέτες για την αγγλική λογοτεχνία), στη χώρα μας δεν είναι ιδιαίτερα (ή καθόλου;) γνωστός. Το βιβλίο αυτό, με μια εξαιρετική μετάφραση και ένα –όσο χρειάζεται για να μην κουράσει–  επαρκέστατο εισαγωγικό σημείωμα, φέρνει στη γλώσσα μας μια αυτοβιογραφία που καλύπτει το διάστημα των δύο πρώτων δεκαετιών της ζωής του συγγραφέα. Εξετάζοντάς το προσεκτικότερα, αποδεικνύεται ένα λογοτεχνικό κείμενο με πραγματικά στοιχεία το οποίο εξελίσσεται άλλοτε ως ένα ψυχολογικό θρίλερ και άλλοτε ως ένα ψυχολογικό δράμα.

 

Είναι ένα πραγματικό θεατρικό με πολλές πράξεις, όπου ο συγγραφέας –ο οποίος σημειωτέον η πρώτη λέξη που άρθρωσε ήταν «βιβλίο», όπως μας πληροφορεί το εισαγωγικό σημείωμα– στην αρχή του διευκρινίζει προς άρση κάθε παρεξήγησης ότι:

 

«Το βιβλίο τούτο είναι η καταγραφή του αγώνα ανάμεσα σε δύο ιδιοσυγκρασίες, δύο συνειδήσεις και σχεδόν δύο εποχές… Περιγράφονται δύο ανθρώπινα πλάσματα που το ένα γεννήθηκε για να πετάει προς τα πίσω, ενώ το άλλο μπορούσε να προχωρήσει μόνο προς τα εμπρός».

 

Έτσι, με έναν πατέρα προσηλωμένο απόλυτα και ολοκληρωτικά στο τυπικό μιας θρησκείας ή αίρεσης (δεν έχει σημασία αν ήταν χριστιανός, μεθοδιστής και στη συνέχεια «Αδελφός του Πλύμουθ», μέλος δηλαδή «μιας προτεσταντικής σέκτας διαβόητης για την αυστηρότητά της), την οποία έβαζε μπροστά σε κάθε του βήμα και με μία μητέρα σε απόλυτη ταύτιση με εκείνον, οι δυσκολίες ήταν προδιαγεγραμμένες και αναμενόμενες. Πολλές φορές την ημέρα, κάθε ημέρα της εβδομάδος, προσευχή και μελέτη των ιερών κειμένων. Κάθε απόφαση, κάθε επιλογή, κάθε απάντηση πριν παρθεί ή δοθεί, είχε ως άξονα το αν θα είναι σε συμφωνία με τις επιταγές του Κυρίου, έτσι όπως τις ερμήνευαν ανά εποχή οι συγκεκριμένοι πιστοί και οι ηγέτες τους (από σεβασμό δεν θα χρησιμοποιήσω τη λέξη «οπαδοί», μα στην ουσία περί αυτού πρόκειται).

 

Έρχεται στον κόσμο ένα παιδί και από την πρώτη στιγμή οι γονείς θεωρούν ότι η ζωή του είναι εν λευκώ στα χέρια του Θεού. Δύο μηνών ακόμη και η μητέρα γράφει στο ημερολόγιό της:

 

«Τον έχουμε παραδώσει στον Κύριο·  και έχουμε πίστη ότι, αν μεγαλώσει, ο Κύριος πράγματι θα δείξει ότι είναι δικός Του·  και αν ο Κύριος τον πάρει νωρίς, δεν θα έχουμε αμφιβολία ότι πήγε σε Αυτόν. Μονάχα, αν ο Κύριος θελήσει να τον πάρει, προσδοκώ ότι θα μας απαλλάξει από το άχθος να τον δούμε να υποφέρει από μια χρόνια και οδυνηρή νόσο…»

 

Φαινόμενο όχι τόσο ξένο, αν αναλογιστούμε Κουακέρους, Μορμόνους και άλλες μικρότερες αιρέσεις. Στη συνέχεια και ενώ το παιδί ήταν σε τρυφερή ηλικία, η μητέρα πεθαίνει, προλαβαίνοντας όμως να αφήσει (με τις τελευταίες της λέξεις) παρακαταθήκη στον πατέρα να συνεχίσει τη χριστιανική ανατροφή του παιδιού:

 

«Πάρε τον αμνό μας και βάδισε μαζί μου!»

 

Αφού υπενθυμίσω το χρονικό πλαίσιο που εκτυλίσσεται η αληθινή αυτή ιστορία, 1849 ως 1866 ή 1867, και τις πολιτικο-κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες της εποχής, έρχομαι στον πατέρα.

Τραγική φυσιογνωμία. Από τη μία σημαντικός φυσιοδίφης για την εποχή του, με πλούσιο δημοσιευμένο έργο και από την άλλη φανατικός θεολόγος, ιεροκήρυκας, ιερέας, με αυστηρότατες αρχές και αντίστοιχη συμπεριφορά. Ταυτόχρονα και γονιός, σε διπλό ρόλο αφού δεν υπήρχε πλέον μητέρα, επιφορτισμένος με την επιβίωση της οικογένειας, με την –κατά τη δική του θεώρηση– απαρέγκλιτη χριστιανική ανατροφή του γιου του και με τη φροντίδα και το άγχος της άριστης διαμόρφωσης όλων όσων απαιτούνται για τη συγκρότηση μιας οικογένειας, όχι οποιασδήποτε, αλλά τέτοιας σύμφωνα με τα πρότυπα της σέχτας τους και της εποχής τους.

 

Οι επιλογές του σε σχέση με την ανατροφή του γιου του σχεδόν προδιαγεγραμμένες. Ο τρόπος; Καταναγκασμός. Μελέτη και επαφή με τα ιερά κείμενα, συχνή προσευχή, συνεχής κατήχηση, εμπέδωση της Θείας παρουσίας παντού και πάντοτε, πάμπολλες αναφορές στο όνομα του Κυρίου με κάθε αφορμή, απόλυτη υποταγή στις βουλές Του (όπως εκείνος τις αντιλαμβανόταν), εξονυχιστικός έλεγχος της δραστηριότητας του παιδιού με ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση των (ελεγχόμενων φυσικά) συναναστροφών του με άλλα παιδιά, αυστηρότατος έλεγχος των διαθέσιμων βιβλίων προς ανάγνωση και σκόπιμη διοχέτευσή τους στο παιδί μετά από αντίστοιχη (προπαγανδιστική) σκέψη.

 

Γονιός με δεσποτική συμπεριφορά, σε πλήρη αναλογία ενός Θεού, ο οποίος –πίστευαν ότι– φέρεται προς τους πιστούς του ακριβώς έτσι: δεσποτικά.

Αυταρχισμός, μονόπλευρη αντιμετώπιση με απόλυτη πίστη περί του ορθού, έλλειψη κάθε διάθεσης για εναλλακτική θεώρηση με αυτόματη απόρριψη κάθε πρόθεσης για αμφισβήτηση, διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα ενός άκαμπτου πατέρα που είχε τη βεβαιότητα ότι κατείχε την ορθή γνώση και πως αρκούσε η μονομερής οικογενειακή αγάπη για να έχει το παιδί του κοντά του.

 

Στην πραγματικότητα την αγάπη αυτή, τη μετέτρεπε σε γέφυρα για να περάσει στην ψυχή του παιδιού του όλα όσα εκείνος θεωρούσε ως Αρετή. Είχε το δικαίωμα; Μέχρι πού;

 

Edmund Gosse

 

Στο πάθος του για το Θείο, δεν πέρασε καν από το μυαλό του ότι:

 

«Καθώς ένα παιδί αναπτύσσεται, όσοι το αντιμετωπίζουν είτε με τρυφερότητα είτε με ανυπομονησία, σπανίως αναλύουν σωστά, ούτε κατά προσέγγιση, τη νοητική του δραστηριότητα, κυρίως επειδή τις ενδείξεις δεν μπορούν να τις αντιληφθούν οι ενήλικοι

 

Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Πολύ απλά. Με τη μεγάλη ιδέα που έχει ο γονιός για τον εαυτό του (υποτιμώντας και το παιδί του και τους δικούς του γονείς):

 

«Γιατί αυτή η έμμονη πεποίθηση ότι μόνον αυτός γνώριζε τη Θεία Διάνοια, ότι μόνον αυτός μπορούσε να ερμηνεύσει τις βουλές του Δημιουργού δεν ήταν άραγε απόρροια του  γεγονότος ότι του έλειπε, εκ χαρακτήρος, εκείνη η ύψιστη ταπεινοφροσύνη που απαντά με ένα «Δεν ξέρω» ακόμη και στα ερωτήματα για τα οποία η Πίστη, υψώνοντας απειλητικά το δάχτυλο, επιμένει ότι έχει απαντήσει οριστικά και αμετάκλητα

 

Σύνηθες χαρακτηριστικό των πολύ ευφυών ανθρώπων, οι οποίοι διοχετεύουν την ευφυΐα τους σε συγκεκριμένους τομείς, αφήνοντας πολλά κενά σε άλλους. Τόσο που να ναρκώνονται ηθελημένα ή να αδιαφορούν, με αποτέλεσμα να δέχονται a priori διακηρύξεις – απόψεις – ερμηνείες με τις οποίες θα ήταν σε πλήρη αντίθεση αν τις έβλεπαν κάτω από το πρίσμα της δικής τους κριτικής ματιάς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μία σκέψη του έφηβου πια γιου, για τον πατέρα:

 

«Κοιτάζοντας όμως πίσω, σκέφτομαι ότι ήταν άκρως παράδοξο ένας άνθρωπος με τέτοια παιδεία και τέτοια ευφυΐα όπως εκείνος να πιστεύει τόσο πολύ στην ενδεχόμενη οργή του Κυρίου και όχι στο έλεος και στην αγάπη του

 

Τι μπορεί να κάνει ένας πλήρως εξαρτώμενος γιος για να πορευτεί, για να επιβιώσει σε ένα τέτοιο, εντελώς ελεγχόμενο περιβάλλον, σε μια άκρως αυταρχική εποχή; Υπακοή; Υποταγή; Προσποίηση; Υπομονή; Κουράγιο; Επανάσταση; Φυγή;

Τι άμυνες έχει; Ποια τα όριά του; Ποιες οι αντιστάσεις του;

Έχει δικαίωμα άποψης; Δικαίωμα Λόγου; Δικαίωμα επιλογών;

 

Πάντοτε επίκαιρα τα διαχρονικά αυτά ερωτήματα, δεν επιδέχονται μονοσήμαντες απαντήσεις μιας και οι παράμετροι οι οποίες καθορίζουν τα γεγονότα και τις εξελίξεις είναι πολλές: η εποχή (με τις εκάστοτε συνθήκες της και τον πολιτισμό της, όπως ήδη ανέφερα), τα ήθη και τα έθιμα, η θρησκεία, οι αντιλήψεις, οι πεποιθήσεις, το μορφωτικό και βιοτικό επίπεδο, ο χώρος (πόλη – χωριό – εξοχή) και πολλές ακόμη.

 

Διαβάζοντας το βιβλίο και ζώντας στο σήμερα, ένας πατέρας (ή μία μητέρα αντίστοιχα) –ιδιαίτερα σε μια μονογονεϊκή οικογένεια, φαινόμενο που είναι πολύ συνηθισμένο πλέον– δεν μπορεί να μην αναλογιστεί την όλη του στάση ως γονιός και να μην κάνει ανασκόπηση του παρελθόντος. Είναι μια εξαιρετική αφορμή για να εντοπίσει τα όποια λάθη του, να ξαναδεί την ορθότητα των επιλογών του και την ποιότητα της επικοινωνίας με τα παιδιά του.

 

Οι προβληματισμοί που αναδύονται είναι πάρα πολλοί.

Πόσο επηρεάζουν οι πεποιθήσεις του γονιού τη συμπεριφορά του στο παιδί; Πώς το παιδί διαμορφώνει χαρακτήρα από τη συμπεριφορά του γονιού;

Πόσο το επηρεάζει ο αυταρχισμός του γονιού; Η απαξίωση; Η υποτίμηση;

Πόσο σίγουρος είναι ο γονέας ότι μόνο εκείνος κατέχει την αλήθεια;

Πόσο ισότιμο συνομιλητή θεωρούμε το παιδί μας;

Γιατί το «εγώ» μας προτάσσει την ταμπέλα ότι όλα τα ξέρουμε καλύτερα από τα παιδιά;

Γιατί είναι απαραίτητο να μεταδώσουμε στο παιδί τα δικά μας όνειρα για τη δική του ζωή, τις δικές μας αντιλήψεις, τη δικιά μας προτίμηση σε ομάδα, τη δικιά μας θρησκεία;

Πόσο τα «κατασταλάγματά» μας συμφωνούν με εκείνα των γονιών μας;

Νουθετούμε ή επιβάλλουμε;

Συζητάμε ή μονολογούμε;

Εξαναγκάζουμε ή παρέχουμε εναλλακτικές επιλογές;

Αγορεύουμε ή ακούμε;

Τιμωρούμε ή συγχωρούμε;

Ποια τα όρια μεταξύ παιδείας και γνώσης; Μεταξύ πληροφορίας και γεγονότος; Θεωρίας και πράξης; Αλήθειας και πίστης;

Η μονομερής ή η απόλυτα εξειδικευμένη γνώση, μπορεί να θεωρηθεί παιδεία;

Πόσο η πίστη εμποδίζει τη χαρά της ζωής;

Πόσο «δικό μας» είναι το παιδί μας; Πόσο ισχυρή είναι η κτητικότητά μας και πόσο προβάλλουμε το «εγώ» μας επάνω του;

Πώς επηρεάζει η στάση ζωής μας την ισορροπία και την ανάπτυξή του;

Πώς το καθορίζουν τα αναγνώσματά του; Οι προσλήψεις του; Η λογοτεχνία; Η μουσική και η Τέχνη γενικότερα;

Ποιο το όριο μεταξύ ασυδοσίας και ελευθερίας; Ως πού οφείλει να υπάρχει ο γονεϊκός έλεγχος, ή έστω, ως πού δεν γίνεται φυλακή;

Πόσο υποκαθιστά σήμερα τον γονιό η τεχνολογία; Πόσο και με τι τρόπο επιδρούν  στην προσωπικότητα των παιδιών η τηλεόραση και οι υπολογιστές;

Ποιος μας δίνει το δικαίωμα να χειραγωγούμε ένα παιδί, έστω και αν είναι το δικό μας;

Τι έχει αλλάξει τα τελευταία 150 χρόνια;

 

Αυτά είναι μερικά από τα ζητήματα που αναδύονται αβίαστα από τη συγκεκριμένη λογοτεχνική αυτοβιογραφία και για εμένα, αυτό ακριβώς είναι το μεγαλείο της.

Το βιβλίο τούτο όχι μόνο έχει λόγο ύπαρξης, αλλά δικαιούται μια θέση στη βιβλιοθήκη μας με τα αγαπημένα, δίπλα στον Ντοστογιέφσκι, τον Ντίκενς, τον Στάινμπεκ, τον Ίψεν, τον Ουάιλντ, τον Βιζυηνό, τον Παπαδιαμάντη, τον Καζαντζάκη  και –ευτυχώς– πολλούς ακόμη.

 

Ο λόγος του είναι καμωμένος με στέρεες λέξεις. Κάποιες περιγραφές τοπίων ή καταστάσεων σημαδεύουν την άποψη του αναγνώστη για το όλο έργο με τη λυρικότητα και την αλήθεια τους αντίστοιχα. Η πλοκή εκτυλίσσεται με εύληπτο λογοτεχνικά τρόπο, γέρνοντας τη ζυγαριά προς την εξιστόρηση, η οποία ακριβώς επειδή εδώ έχει μεγαλύτερο ειδικό βάρος, σηκώνει από την άλλη μεριά την ελαφρύτερη μυθοπλασία ψηλότερα, ενεργοποιώντας το γρανάζι που ανοίγει απαλά τους μεντεσέδες των παραθύρων της ψυχής του αναγνώστη. Εισέρχεται τότε γλυκά τούτη η αυτοβιογραφική ψυχογραφηματική πραγματεία, τούτο το πονεμένο ημερολόγιο ενός ανθρώπου που θέλησε να μοιραστεί τις εμπειρίες του, ώστε να δώσει στην κοινωνία εναύσματα προβληματισμών, αφορμές βελτίωσης και πυρίτιδα «ενδοσκαπτική» (ας μου επιτραπεί η λέξη).

Η κοινωνιολογική, ψυχολογική, θρησκευτική, λαογραφική, ιστορική αξία του έργου; Πασιφανής.

 

Μέσα από τα σοβαρότατα προβλήματα που ενέσκηψαν στη σχέση γονιού-πατέρα, τα οποία παρά τις εξαιρετικά καλές προθέσεις και των δύο, καθόρισαν και σημάδεψαν τη ζωή τους με τραγικό τρόπο, το κείμενο σε οδηγεί και να πάρεις θέση στο τι εσύ ο ίδιος έκανες ή κάνεις (είτε ως πατέρας είτε ως γιος) αλλά και να διαμορφώσεις άμεσα αντίληψη για το τι γινόταν στο παρελθόν, πράγμα  που θα σε βοηθήσει να βαδίσεις πολύ σταθερότερα στο παρόν και να κάνεις βήματα αυτογνωσίας, χτίζοντας έτσι ένα φωτεινότερο μέλλον για εσένα και για τους άλλους.

Πώς; Υπάρχει και μία παράπλευρη ωφέλεια: όσοι θα έρχονται σε επαφή μαζί σου εις το εξής, αρχής γενομένης από τα παιδιά, τους γονείς και τους φίλους σου, θα έχουν πλέον ένα παραπάνω κίνητρο για να γίνουν καλύτεροι.

 

Τι σπουδαιότερο μπορεί να προσμένει κανείς από τη γνήσια λογοτεχνία ή το αυθεντικό θέατρο; Αυτό άλλωστε δεν είναι το dna της Αληθινής Τέχνης;

 

 

 

* Ο Γιώργος Ρούσκας είναι ποιητής  

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top