Fractal

Διήγημα: “Πάροχος ζωής και θανάτου”

Της Ελένης Μανιωράκη // *

 

 

 

«Να μυρίσω τα λεμονάκια σου» τραύλισε ο τρελοφρίξος και χωρίς να πάρει την άδεια έχωσε το βρώμικο μούτρο ανάμεσα στα άγουρα βυζάκια της Νιόβης. Τον άφησε. Εδώ λίγο- πολύ όλοι με τα στηθάκια της ασχολούνταν. Από την στιγμή που πήραν να μεγαλώνουν βρήκε τον μπελά της από τον ανδρικό πληθυσμό. Από τον πεινασμένο μπεμπάκο της γειτόνισσας, μέχρι τον ενενηντάχρονο Φραγκιά. Από τον λογικότατο Ευριπίδη, μέχρι τον σαλεμένο Φρίξο. Από τον δάσκαλο, μέχρι και τον τελευταίο μαθητή. Συχνά στημένη μπροστά στον καθρέπτη παρατηρούσε τα «λεμονάκια» που την έκαμαν περιζήτητη στις παρέες των αγοριών. Τα ακουμπούσε, τα χάιδευε, τα τσιμπούσε και προσπαθούσε να μαντέψει από τι υλικό είναι φτιαγμένα και ξεσηκώνουν τον γενικό θαυμασμό. Τα σύγκρινε συχνά με τα άγουρα στηθάκια των φιλενάδων της. Πράγματι είχαν κάτι το ξεχωριστό. «Όχι ,όχι δεν το φοράω αυτό το ρούχο δεν φυλακίσω εγώ τα λεμονάκια μου» ο πρώτος καυγάς με τη μαμά και πέταξε δια παντός τον δαντελωτό σουτιέν που της προμήθευσε η μητρική πρόνοια. «Αυτό σε μάρανε. Το ότι στα χουφτώνει όλο το ανδρικό σκυλολόι δε σ’ ενοχλεί» η απάντηση της μαμάς. Ένας καυγάς δίχως τέλος. Με τον καιρό από παιχνιδάκι άρχισαν να γίνονται πηγή εσόδων. Άνοιξε η τύχη της η Νιόβης. «Να σου δώσω μια σοκολάτα να αγγίξω το βυζάκι σου» η πιο φθηνή κι η πιο αθώα προσφορά. Αργότερα ανέβηκε η ταρίφα. Κι η κοστολόγηση από είκοσι έως εκατό ευρώ αναλόγως το είδος της παρεχόμενης υπηρεσίας. Αθώα αγγίγματα, φιλάκια, θηλασμός άνευ γάλακτος κι ότι άλλη διαστροφή μπορεί να κατεβάσει το ανδρικό κρανίο. Πόσα αρσενικά βύζαξαν τα άγουρα λεμονάκια δεν λέγεται.. «Κοιτάτε την στα λούσα πλέει το τσουλί». Τα κουτσομπολιά έδιναν κι έπαιρναν ακόμη κι από τους ευεργετηθέντες. «Αυτά τα βυζάκια θα σε σώσουν κορτσούδα μου» μάντεψε η τυφλή γιαγιά κι έπεσε μέσα. Στα δεκαοκτώ, ένας πολλά υποσχόμενος ζωγράφος, της ζήτησε να ποζάρει για πάρτη του. Πόζαρε. Εύκολο ήταν. Είχε περάσει και πιο δύσκολα. Το έμαθε το μάθημα. Λιγόλογη από φυσικού της δεν δημιουργούσε προβλήματα σαν κάποιες που το έπαιζαν θεούσες.«Έλα καλή μου γδύσου να τα μαλάξουμε μέχρι που να στήσουμε όρθιες τις ρώγες. Αρχίζουμε». Μαέστρος στις διαταγές ο καλλιτέχνης δεν έμοιαζε να τον ενδιαφέρουν σαν άνδρα τα περιζήτητα στήθη τής Νιόβης, που λόγω ωρίμανσης έμοιαζαν τώρα ζουμερά πορτοκάλια.

«Κοίτα από δω, κράτησε με το δεξί σου χέρι το αριστερό σου βυζάκι, σήκωσε ψηλά το αριστερό σου χέρι και… και …» Κάποια στιγμή ούσα κουρασμένη είχε την αίσθηση ότι τα στηθάκια της εκτελούσαν από μόνα τους τις οδηγίες τού ζωγράφου. Μέσα σε λίγα χρόνια είχε γίνει περιζήτητο μοντέλο. Η φήμη της δρασκέλισε τα σύνορα κι έφτασε στο εξωτερικό. Το χρήμα έρρεε άφθονο. Τα πιο ερωτικά στήθη έκαναν τον γύρω τού κόσμου. Οι κριτικοί τέχνης έδιναν κι έπαιρναν. «Είναι σαν να σου γνέφουν» ο ένας. «Σαν να μοιράζουν υποσχέσεις» ο άλλος. «Μιλάνε παιδί μου, λένε όλα όσα η λιγόλογη αφεντικίνα τους δεν τολμά». Και τα στηθάκια στον καμβά άνθιζαν και λουλούδιζαν. Οι προφητείες της γιαγιάς επιβεβαιώθηκαν. Τα τορνευτά στήθη της Νιόβης έγιναν πηγή ζωής και τι ζωής πλουτοδότρας και πλανεύτρας. Η ζήλεια όμως έβγαλε φτερά κι ήρθε κι είπε το μυστικό στο αφτάκι του πεπρωμένου. Η πρώτη μοίρα έκλωθε καθώς πρέπει το νήμα της ζωής, η Λάχεσις μοίραζε τους κλήρους και τα λαχεία που αναλογούσαν στην Νιόβη κι ήρθε η Άτροπος η άκαρδη με ανοικτό το ψαλίδι, έτοιμη να κόψει το νήμα. «Μηηηηηηή δεν είναι ούτε τριάντα χρονών ακόμη». Ξαπλωμένη στο καναπέ η αμίλητη Νιόβη ποζάρει για μια ακόμη αποτύπωση της ομορφιά της στον καμβά. «Μπα τι έπαθε το βυζάκι σου και μου κάνει σήμερα νούμερα, μα τι είναι αυτό» Η Νιόβη άγγιξε με τα δάκτυλα της το μέρος που της υποδείκνυαν τα δάκτυλα του ζωγράφου. Θηλή του αριστερού μαστού είχε χαθεί μέσα σε ένα βαθούλωμα και δεν έβγαινε παρ’ όλες της προσπάθειες του μαέστρου. Τον είδε να χλωμιάζει. Κατάλαβε θα έχανε την δουλειά της. Κάτι άλλο πολυτιμότερο θα έχανε αλλά το νεανικό της μυαλό δεν έφθανε ως εκεί. Φορώντας το αέρινο φουστανάκι της πήγε να δρασκελίσει την πόρτα. «Στάσου, θα φύγουμε μαζί». Ούτε ρώτησε για πού. Σταμάτησαν στην πόρτα του μεγάλου νοσοκομείου. Α! κατάλαβε για επιδιόρθωση ήρθαν.

Όλοι του νοσοκομείου που έσπευσαν να εξυπηρετήσουν το πασίγνωστο μοντέλο, δάγκωσαν τα χείλη τους. Μα τέτοια αδικία. Η ίδια αμέτοχη στην αγωνία των άλλων μπήκε το επόμενο πρωινό στο χειρουργείο χαμογελαστή. Μόνο όταν ξύπνησε κι ήβρε στην θέση τού ενός στήθους της βαμβάκια και γάζες άρχισε να φωνάζει. Μα της κάνανε, και που είναι το βυζάκι της το λατρεμένο, το όμορφο. Ράγισαν οι καρδιές στο ξέσπασμα της. Άλλο, ναι άλλο καλύτερο θα της φύτευαν. Η Νιόβη όμως δεν παρηγορούταν. Ήρθαν κι οι δικοί της, δήθεν άνετοι και πρόσχαροι. Στην αγκαλιά της μάνας η Νιόβη θρήνησε την απώλεια ενός στήθους. Με τον καιρό έχασε τα μεταξένια μαλλιά, την λάμψη των ματιών, το χρώμα της ζωής. Την μεγάλη απώλεια ούτε που την υποψιαζόταν. Σε ένα χρόνο ήρθε ο χάροντας απρόσκλητος και πήρε ότι απόμεινε από το κουρσεμένο σώμα της Νιόβης. Έκλεισαν τα μελαγχολικά μάτια, σιώπησαν τα λιγομίλητα χείλη, βορά στα σκουλήκια το εναπομείναν πασίγνωστο στήθος. Καλπάζον καρκίνος του στήθους και σε τέτοιες ηλικίες θανατηφόρος. Η Άτροπος, χρατς, έκοψε η άπονη με το ψαλίδι μια ζωή ολάνθιστη τριάντα μόλις χρόνων. Τι τραγική ειρωνεία! Τα τορνευτά στήθη που την έκαναν γνωστή στην υφήλιο, τα στήθη που της έδωσαν μια πλούσια γεμάτη ενδιαφέροντα Ζωή, τώρα αυτά τα ίδια την παίρνουν πίσω. Πάνω στην πλάκα τού τάφου της ζωγραφισμένα από διάσημο ζωγράφο, δυο εξαίσια στήθη, με την καλλίγραφη επιγραφή. «Αυτό το στήθος πάροχος ζωής και θανάτου»

 

 

Ελένη Μανιωράκη είναι δασκάλα, λογοτέχνις

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top