Fractal

Η σημασία των λέξεων

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

 

«Ο φόνος του λευκού» του Παναγιώτη Δημητριάδη, εκδόσεις Θράκα

 

[…]

δεν ήμουν εγώ

αλλά ό,τι χώρεσε η σιωπή

σε μια λέξη

 

Ένας αυτοπροσδιορισμός θα μπορούσε να είναι το παραπάνω τρίστιχο, καθώς δίνει με τη συντομία του τις δύο συντεταγμένες, τις απαραίτητες για να ορισθεί η οντότητα. Τι δεν είναι και τι είναι. Και όσο αποποιείται την εικόνα που εύκολα φαίνεται, τόσο προσεγγίζει την ουσία του ελάχιστου με το φορτίο της σιωπής να χωράει σε μία μόνο λέξη.

Πόση δύναμη έχει η λέξη; Ο νεοεμφανιζόμενος ποιητής Παναγιώτης Δημητριάδης θα επιχειρήσει να μας δείξει τη σημασία των λέξεων, ακόμα και ανατρέποντας την κοινότοπη και αποδεκτή κωδικοποίησή τους. Το απροσδόκητο της ποίησής του έγκειται στο γύρισμα των λέξεων, στην πρότασή του να τις μιλήσουμε ανάποδα, να τις συλλάβουμε ως χρώμα, ως αίσθηση, να τους προσδώσουμε πνοή και ουσία, να μη μένουν κενές νοήματος ή αποκλεισμένες μέσα σε συμφωνημένες ερμηνείες.

[…]

η σφαγή λοιπόν

είναι χρώμα

κύριε γαλανόλευκε

δεν ήταν ποτέ λέξη

 

Πολλά ποιήματα τελειώνουν με ένα σχόλιο του ποιητή προς εαυτόν, σαν να ολοκληρώνεται ένας νοητός διάλογος με το εγώ (αλλά και το εσύ ως άλλη ποιητική περσόνα) να βρίσκεται απέναντι από το ποιητικό υποκείμενο, ως ένα άλλο πρόσωπο που ακούει, αποδέχεται επισημάνσεις και εντολές, και στην κατακλείδα δημιουργεί την αποστομωτική αποφώνηση.

 

με συρμάτινους κόμπους ναυτικούς

ένα κιάλι κούφιο πλαστικό

διόδευσα τα κίτρινα κύματα της ύλης

σε κρεμασμένους αράχνες σκελετούς

που στέκονται άρπαγες ματιών

να στάζουν

ηλεκτρισμένες ηλιαχτίδες

αναμένοντας μιαν έμπνευση να δω

ένα χάδι στο κεντημένο δέρμα

πριν καθηλωθώ σπασμένος

στην ακτή του καθρέφτη

ν’ αγναντεύω το πέλαγο

με την πλάτη στη θάλασσα

 

 

η σιωπηλή αποσύνθεσή μου

με αφήνει βροντερά άφωνο

 

Η ποίηση του Παναγιώτη Δημητριάδη έχει μια ιδιόμορφη σχέση με τα χρώματα. Επιλέγοντας το λευκό στον τίτλο της συλλογής ήδη από την αρχή φτιάχνει ένα λευκό βιβλίο στηριγμένο στην απουσία των χρωμάτων. Πολλές φορές μέσα στα ποιήματα θα ακουμπήσει η λευκότητα ως έννοια χρωματική, κυρίαρχη στον συμβολισμό της, αντίπαλον δέος στο σκληρό μαύρο, που τελικά θα την καταπιεί. Το εξώφυλλο (έργο της Λήδας Ντόντου) εύγλωττα παραπέμπει στην κατάργηση της λευκότητας, στην εξαφάνισή της. Φονευμένο και θρυμματισμένο το λευκό δεν στάζει όμως αίμα, στάζει μαύρο χρώμα. Διαβάζοντας χρωματικά τα ποιήματα θα δούμε να ισορροπούν τα δύο αντίθετα, το λευκό και το μαύρο, ως έννοιες πλέον και ως αίσθηση. Γιατί η ποίηση αυτή δεν έχει λάμψη, δεν φωτίζει εικόνες ζωής. Το ποιητικό υποκείμενο μοιάζει παγιδευμένο σε έναν κόσμο που γίνεται βιώσιμος μόνον όταν αντιληφθείς τις αντιθέσεις του. Έτσι η χώρα βιώνεται ως άχωρη και ο ποιητής άρχει τακτικά άναρχος.

 

θνησίμαχε

του γένους των Ανθρώπων

το γαλανό της θάλασσας

το λευκό της μοίρας

θυμήσου

 

 

του Ήλιου κληρονόμε

απόγονε του ελάχιστου

ημίνεκρη μορφή φυγής

από αίμα ονείρων γκρίζων

 

 

φύτρωσε Εδώ εσύ

στο χώμα των δακρύων

να θορυβήσεις το κενό

να σκορπιστείς στο λίγο

 

(άχωρη χώρα)

 

 

Είναι ενδιαφέρουσα μια νέα ποιητική παρουσία που δεν χρησιμοποιεί τις ποικίλες ευκολίες του λόγου, ούτε σε μορφή ούτε θεματικά, αλλά καταθέτει με παρρησία τη διαφορετικότητά της. Ξαφνιάζει με την τόλμη της, με τις ανατροπές της, με τη χρήση του λόγου. Αλλά και με την ωριμότητά της.

 

Παναγιώτης Δημητριάδης

 

Μάτια που θύμιζαν κεχριμπάρι, σμιλευμένο από ηλιαχτίδες γαλανόλευκες, μέσα εγκλωβισμένες μυρωδιές αλμύρας και βασιλικού, εικόνες απ’ το άπλωμα ολόχρυσων πεδιάδων και μουσικές απ’ το σφύριγμα του αέρα ανάμεσα στα δάκτυλα αμέτρητων καλλιτεχνών της πέτρας και του νου. Δέρμα γεμάτο ρωγμές απ’ τις κακουχίες των καιρών και των ανθρώπων. Λυγερόκορμη, περήφανη κυνηγός του απείρου. Θαλασσοπόρος των βουνών και των κυμάτων, κάλπαζε πάντα ως τα κατάρτια των κορφών και γαντζώνονταν μ’ ένα σάλτο στην τύρβη του στροβίλου, να ταξιδέψει μαζί με τ’ αηδόνια, ως την άκρη της ματιάς, αέναα, μαζεύοντας στον κόρφο τα όνειρα που ξέφυγαν κι αφέθηκαν να γίνουν δάκρυα ανεμοδαρμένα, σάλιο σιωπής και ιδρώτας των νεκρών.

 

Θα επιστραφούν μια μέρα, με βροχή από λέξεις, να πλημμυρίσουν το λευκό των ανθρώπων, αγκαλιάζοντας ό,τι αξίζει, ό,τι αγαπά και ό,τι  τους ορίζει.

 

Πάντα έφτανες στο τελευταίο ίχνος γης

στην πιο λευκή απόχρωση του γαλανού

 

(ανάμνηση μελό

μιας χώρας)

 

Αυτή η χώρα που σαν ανάμνηση έρχεται στη σκέψη του ποιητή για να ιστορηθεί, με τον εξαιρετικό τρόπο που αυτός διάλεξε, είναι η ίδια που θα πυροδοτήσει το ερώτημα, αυτή την άβολη σκέψη

 

αν πρέπει κι εσύ να φονεύσεις

τη χίμαιρα

που οδηγεί τα όνειρά σου

 

(καταραμένη λάμψη του ήλιου)

 

Με τέτοιες υπέροχες αλλά σκληρές αντιθέσεις δημιουργεί ο Παναγιώτης Δημητριάδης τον ποιητικό του λόγο. Με  λέξεις-χρώματα και με σκέψεις-διλήμματα. Με τον εαυτό του ως πάσχον ποιητικό υποκείμενο να τοποθετείται μέσα στο σκηνικό ενός κόσμου, που τον θλίβει αλλά ταυτόχρονα τον γεννά ως ποιητή δίνοντάς του το έναυσμα για να μιλήσει.

 

 

ώρες κοινής συνωμοσίας

 

παιδιά σεισμικά

τσιρίζουν τρυπάνια

τρίζουν σκυλιά

πόρτες γαβγίζουν

ήχοι αόριστοι

ουρλιάζουν σφυριά

μαστίγια σειρήνες

καμπάνες μηχανές

κουδούνια βρυχούν

 

πρωινό αλκοόλ

ουσίες, τσιγάρο

άγχη του αύριο

φόβοι του χθες

κι εγώ στο παρόν

με βλέμμα τρελού

διάθεση αυτόδικου

ιδρώνω

στη θύμηση

 

της γαλήνης

 

(ξύπνημα πρωινής πόλης)

 

 

Τη θύμηση της γαλήνης, τόσο μακρινής πλέον, θα αναζητήσει μέσα στο τοπίο με τα καταργημένα χρώματα, με μόνο το λευκό και το μαύρο να αντιπαλεύουν ποιο θα καταργήσει ποιο. Τελικά η ποίηση αυτή είναι στερημένη από ελπίδα; Ίσως και μόνη η λευκότητα να συνηγορεί για το αντίθετο, αποκομμένη φυσικά από την ψυχρότητα ενός νεκρού τοπίου. Περισσότερο παραπέμπει σ’ εκείνη την πιο λευκή απόχρωση του γαλανού, θα πει ο ποιητής, και έτσι θα μας μεταφέρει σε μια πιο οπτιμιστική εκδοχή ζωής. Για να μας προσγειώσει πάλι, μόλις θυμηθούμε τον τίτλο κάτω από τον οποίο έχει στεγάσει τα ποιήματά του. Ας δεχθούμε ότι η αρμονία των αντιθέσεων είναι το πλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της πολύ ενδιαφέρουσας νέας ποιητικής φωνής.

 

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top