Fractal

Ακέραιος μπροστά στο ζόφο

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

oxi-ego-1«Όχι εγώ» του Γιόαχιμ Φεστ, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 400

 

Πόσοι άραγε σκέφτονται ότι υπήρξαν και κάποιοι που ήταν μόνοι στο Βερολίνο; Με τα χρόνια τείνουμε να συμπεράνουμε πως σύσσωμη η γερμανική κοινωνία έγινε ο αντίλαλος της δυσώδους φωνής του Αδόλφου Χίτλερ. Μένουμε με τη γενικευμένη αίσθηση πως ο ολετήρας του ναζισμού συμπαρέσυρε τους πάντες στο διάβα του και ότι ασμένως όλοι, δίχως καταναγκασμό, αποδέχθηκαν και διαλάλησαν το τραγούδι του ζόφου. Κι όμως, δεν είναι έτσι. Τίποτα δεν είναι πιο βολικό από τα γενικευμένα ψεύδη και τίποτα δεν είναι πιο λαθεμένο από αυτά. Όποιος διαβάσει το μνημειώδες «Μόνος στο Βερολίνο» του Χανς Φάλαντα –εκδ. Πόλις- θα κατανοήσει πολλά πράγματα για τις συνθήκες που έζησαν αρκετοί αντιφρονούντες εκείνα τα χρόνια στη Γερμανία.

Ένα τέτοιο βιβλίο-γροθιά στις ψευδείς βεβαιότητες είναι και του Γιόαχιμ Φεστ. Τυπικά είναι μια αυτοβιογραφία, ωστόσο ο ίδιος πρόδηλα «ξηλώνει» τη σύμβαση σημειώνοντας πως κανείς δεν πρέπει να δίνει και μεγάλη αξία στη μνήμη. Αν και η καταφυγή σε αυτήν είναι συχνή, στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από μια διάσειση του χρόνου και του χώρου, μια συμπύκνωση των γεγονότων που ελάχιστη σχέση έχει με αυτά που πραγματικά συνέβησαν.

Το σίγουρο είναι ότι ο Φεστ έζησε τα χρόνια της παντοκρατορίας του Φύρερ, αλλά όχι από την πλευρά των υμνητών. Μικρός τότε, όπως και τα τρία άλλα αδέλφια του, ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα τους. Ενός μεσοαστού καθηγητή, έντονα πολιτικοποιημένου με τις δυνάμεις του κέντρου, με παρουσία στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και με μια σιωπηρή αντίσταση στη «μαυρίλα» των ναζιστών όχι εκ του ασφαλούς, αλλά με κίνδυνο της ζωής του, αλλά και της οικογένειάς του. Εντέλει, ήταν ένας αφοσιωμένος Καθολικός, ένας άνθρωπος που αισθανόταν υπερηφάνεια για την πρωσική του καταγωγή και δεν επιθυμούσε με τίποτα να αφεθεί στη μαζική υστερία που κατά τη γνώμη του διέλυε τη ραχοκοκαλιά της αληθινής γερμανικότητας. Έχασε τη δουλειά του, το καθεστώς τον έθεσε στο περιθώριο, η οικογένειά του χρειάστηκε να στερηθεί πολλές στοιχειώδεις ανέσεις που οι οπαδοί του Χίτλερ θεωρούσαν δεδομένες, ενώ καθημερινά έβλεπαν γνωστούς και φίλους να αποτραβιούνται από κοντά τους είτε από φόβο είτε από απέχθεια.

Κι όμως, αν κάτι δίδαξε ο πατέρας του Φεστ στον ίδιο και τα αδέλφια του, παρά το γεγονός ότι ήταν ένας δύσκολος και κυριαρχικός άνθρωπος, ήταν μια φράση από το Κατά Ματθαίον, από την παραβολή του Όρους των Ελαιών: «Ακόμα και αν όλοι – όχι εγώ». Αυτό δεν έγινε απλώς το μότο της οικογένειας Φεστ, ουσιαστικά καθόρισε την απόφαση των μελών της να μην ανακρούσουν πρύμναν, να μην σκύψουν το κεφάλι, να μην παραδοθούν στους καταστροφείς.

Το βιβλίο ακολουθεί μια ελαστική πρόσδεση με τα γεγονότα της εποχής. Ναι, υπάρχει σε πλήρη ανάπτυξη η ελπίδα που γέννησε η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, καταδεικνύονται, από την πλευρά του πατέρα, όλα τα λάθη των σοσιαλιστών και όχι μόνο που οδήγησαν στην κατάρρευση της, υπάρχει  η εμφάνιση των φαιών ταγμάτων και η άνοδός τους και φυσικά σκιαγραφούνται οι πολεμικές επιχειρήσεις και η μετέπειτα ήττα που οδήγησε τη γερμανική κοινωνία σε μια κατάσταση ενδοσκόπησης, ψυχικών τραυμάτων και προσπάθειας να ξεχάσει το ηθικό βάρος που έφερε κατάσαρκα.

 

Joachim Fest

Joachim Fest

 

Όμως ο αφηγητής είναι ένα μικρό παιδί, σαν κι αυτά που ο Γκίντερ Γκρας βάζει στις σελίδες του «Τενεκεδένιου Ταμπούρλου». Είναι ένα παιδί που θέλει να χαρεί τα θέλγητρα της ζωής, να παίξει, να γελάσει, να κάνει σκανταλιές, αλλά και να βουτήξει μέσα στα βιβλία, τους πίνακες ζωγραφικής και τη μουσική. Συμπαραστάτης του, κάτι περισσότερο σαν φίλος, είναι ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Βόλφγκανγκ. Μπορεί να ήταν διαφορετικοί χαρακτήρες, ωστόσο είναι εκείνος που του έδειχνε το δρόμο αφού πρώτα τον έχει διαβεί εκείνος. Όταν ο Ράινχλοντ πηγαίνει αναγκαστικά στο πεδίο της μάχης ανοίγει η πρώτα τρύπα, όταν θα πεθάνει, αυτή η τρύπα παραλίγο να καταπιεί όλη την οικογένεια. Η απώλεια είχε εκθετική δύναμη, η μητέρα του Φεστ θα πέσει σε βαθιά κατάθλιψη από την οποία, κατ’ ουσίαν, ποτέ δεν θα καταφέρει να επιστρέψει. Η οικογένεια σκορπίζεται σε χίλια κομμάτια. Ο Γιόαχιμ θα ακολουθήσει με τη σειρά του στη στρατιωτική οδό, ο πατέρας του θα μεταβεί από το ένα σημείο στο άλλο κυνηγημένος, ενώ πίσω στην πατρική εστία θα μείνει η μάνα που παρά τη ψυχική της αφαίμαξη θα σταθεί «βράχος» προς χάριν των δύο κοριτσιών της.

Η θλίψη εναλλάσσεται με τις στιγμές χαράς. Το βάρος των ημερών δίνει τη σκυτάλη στην ελαφρότητα της νιότης. Ο μικρός Γιόαχιμ θα βουτήξει στα χρώματα και της αισθήσεις της ιταλικής Αναγέννησης, θα διαβάσει Σίλερ, Γκαίτε, θα απορρίψει στην αρχή τον Τόμας Μαν και τον Ντοστογιέφσκι λόγω του πατέρα του που δεν του άρεσε η παραμυθία των μυθιστορημάτων, αλλά με κάθε τρόπο, σε κάθε δύσκολη φάση τη ζωής του θα έχει ως αποκούμπι τις τυπωμένες λέξεις, τις νότες του Μπετόβεν και του Μότσαρτ, το χρωστήρα των μεγάλων ζωγράφων. Ακόμη και όταν θα συλληφθεί από τους αμερικανούς στρατιώτες, έπειτα από μια αποτυχημένη προσπάθεια απόδρασης, θα παραμείνει ακέραιος και πλήρης μέσα στα τείχη της προσωπικότητάς του. Έτσι όπως αυτή ανδρώθηκε και πλάστηκε από τα μυστικά της τέχνης και όχι από την καταπιεστική δύναμη της πραγματικότητας.

Ο Φεστ δεν σηκώνει το δάχτυλο, δεν θέλει να καταδικάσει ούτε να επαινέσει. Όταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει, όταν τα δικαστήρια άνοιξαν για τους ναζί και τους «βοηθούς» τους, ο πατέρας του, αν και θα μπορούσε να κερδίσει κάτι από τη στάση του, μένει αμέτοχος, δεν επιθυμεί να εξαργυρώσει τα «νομίσματα» της αντίστασης. Κι αυτό είναι ένα ακόμη μάθημα ζωής που έλαβε ο γιος.

 

oxi-ego-2

 

Ο Γιόαχιμ Φεστ ήταν για χρόνια διευθυντής και συνεκδότης της σοβαρής συντηρητικής εφημερίδας  Frankfurter Allgemeine Zeitung, υπήρξε ιστορικός και κριτικός. Το συγκεκριμένο βιβλίο εκδόθηκε το 2006, λίγο πριν από τον θάνατο του και είναι, ίσως, η δική του παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Κάτι σαν μια μικρή φλόγα αντίστασης απέναντι στη γενικευμένη αποκτήνωση. Μια ήρεμη δύναμη, από αυτές που δεν χρειάζεται να κραυγάζουν για να δηλώσουν ότι υπάρχουν. Η ηθική ακεραιότητα ενός εκάστου δεν δηλώνεται φωνασκώντας, αλλά πράττοντας: καθημερινά, με κάθε κόστος, με όλους τους τρόπους, με την υπομονή ενός βράχου που τον τρώνε τα κύματα, αλλά δεν τον διαλύουν.

Η μετάφραση ανήκει  στην Αλεξάνδρα Παύλου.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top