Fractal

Ορχάν Παμούκ: «Μόνο όταν περπατάω μπορώ να σκέφτομαι»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

Αναγνωρίζοντας την δυνατότητα σε κάθε Μεβλούτ “να διασώζει μέσα του, άρα και έξω του, την ίδια εικόνα της Πόλης”, αποδεχόμενος ότι “από την πολυπολιτισμικότητα της Ιστανμπούλ η δυτικόστροφη πορεία της και ο εξισλαμισμός της αποτελεί κατά κάποιον τρόπο μια οπισθοδρόμηση”, εξάλλου “η ζωή των ανθρώπων εκεί είναι όπως η ζωή σε κάθε καπιταλιστική μεγαλούπολη” και “η τουρκική κοινωνία παρά την λατρεία του κέρδους και την ευμάρεια, γίνεται όλο και πιο συντηρητική”, ο Τούρκος νομπελίστας συγγραφέας επιχειρεί μέσα από το καινούργιο βιβλίο του “να στήσει το ζωντανό Μουσείο της Πόλης”.

 

“Μόνο όταν περπατάω μπορώ να σκέφτομαι” μοιάζει να ισχυρίζεται όπως ο ήρωάς του κι έτσι όταν έφτασε από το αεροδρόμιο το πρωί, αρνήθηκε να κλειστεί στην αίθουσα της συνέντευξης και βγήκε στην πόλη. Την αγαπά την Αθήνα και την Ελλάδα, επίσης, και θέλει “όσο γίνεται να την χαρεί”.

Ζεστός, προσηνής, γελαστός, άμεσος με απίστευτο χιούμορ και νεανικός με το μπέιμπ φέις του ήρωά του, κάθισε ανάμεσά μας με μια σαφή προτίμηση στις “περί έρωτος” ερωτήσεις. Εξάλλου “όλα αρχίζουν και τελειώνουν στο μυθιστόρημα με την Ραγιχά. Από την απαγωγή της, στην εξαπάτηση, στην αγάπη γι’ αυτήν και στην ανάμνηση, τελικά”, θ’ αναγνωρίσει ότι ο ήρωάς του “ναι με εξαπατήθηκε, ερωτεύθηκε την μικρή αδελφή και έκλεψε την μεγάλη τελικά”, εξάλλου “συνήθως, πριν παντρέψεις τη μεγάλη κόρη, δεν παντρεύεις τη μικρή” εντούτοις “θα την αγαπήσει και θα είναι γι’ αυτόν, τον Μεβλούτ, έρωτας ζωής”.

Ξεκίνησε να μιλά για το καινούργιο του μυθιστόρημα μαγεμένος και για τούτο μαγευτικός κατ’ αρχήν. Εξάλλου “η Ιστανμπούλ είναι για ‘κείνον η γενέθλια πόλη, η πόλη στην οποία επιστρέφει- ζει ένα εξάμηνο κάθε χρόνο σ’ αυτήν,- ο κεντρικός άξονας των βιβλίων του, η δική του ηθελημένη συγγραφική εμμονή”.

“Στις μεταμορφώσεις της Πόλης και στα πολλά πρόσωπά της χωρούν τα πάντα”, θα πει. “Η ιστορία της, η παράδοσή της, το αρχαιολογικό της και το αρχιτεκτονικό της πρόσωπο, το κοινωνικό και η πολιτική”.

Για τον ταπεινό ηρώα του αυτή τη φορά που έχει έρθει από τα βάθη της Ανατολής και επί μισό αιώνα περιδιαβαίνει την Πόλη ως πλανόδιος μικροπωλητής μποζά θα ισχυριστεί: “Ο Μεβλούτ – παρά τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές,- μποζά πουλούσε και εξακολουθεί να πουλά για μια ζωή, διασώζοντας το παλιό πρόσωπο της πόλης, αποτελώντας κι ο ίδιος ένα κομμάτι της παράδοσής της και κατορθώνοντας να γίνει ευτυχισμένος, να αγαπήσει, να αποκτήσει κόρες, να διασώσει και την δική του ψυχή”.

Ο ίδιος ο Παμούκ, εξάλλου, ο οποίος μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα Τουρκία κι Αμερική (διδάσκει σε πανεπιστήμιο), δίνει έμφαση πάντα στη λεπτομέρεια, αγαπά τον παλιό τρόπο ζωής και γραφής (δεν έχει υπολογιστή), συνηθίζει να ζωγραφίζει επάνω στα χειρόγραφά του και λατρεύει τους περιπάτους στην Ιστανμπούλ “τα σοκάκια της πόλης τα έχω περιδιαβεί σαν τον Μεβλούτ”, θα μας πει.

Η επιλογή ανθρώπων της βιοπάλης στο βιβλίο υπήρξε επιλογή: “την καθημερινότητα και την ποίηση της ζωής ήθελα να αναδείξω, και τις αλλαγές της μέσα στο χρόνο και στον τόπο, άλλαζε η πόλη και ταυτοχρόνως άλλαζε και η ζωή. Η σταθερότητα, εντούτοις, του Μεβλούτ και οι αγάπες του που διαρκούν μια ζωή, αποδεικνύουν την αθάνατη, τελικά, ψυχή της πόλη. Εκείνο το αναλλοίωτο στη δική της ψυχή όπως σε κάθε ψυχή”.

Επαναλαμβάνοντας την λέξη “μελαγχολία” και “νοσταλγία” θα δικαιολογήσει και αυτήν εδώ την καινούργια συγγραφική επιλογή.

“Το “Κάτι παράξενο στο νου μου” είναι η ζωή του Μεβλούτ και του Μεβλούτ αυτού του κόσμου αλλά είναι και η Πόλη, αυτή πρωταγωνιστεί”, θα μας πει.

 

 

* Δημοσιεύθηκε στο Έθνος

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top