Fractal

Δοκίμιο: “Όλα οδηγούν στους μονολόγους”

Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος // *

 

penn

 

 

Ο εσωτερικός μονόλογος αποτέλεσε μια άλλη αιχμή της σύγχρονης, λογοτεχνικής δημιουργίας. Γεννημένος στα τέλη του περασμένου αιώνα στάθηκε το βασικό εργαλείο για σπουδαίες στιγμές στη βιβλιοπαραγωγή του 20ου αιώνα. Ο «Οδυσσέας» του Τζόϋς στηρίχτηκε κατά ένα μεγάλο μέρος στην ατμόσφαιρα που συνεπάγεται η τεχνική χρήση ενός μέσου τόσο ριζοσπαστικού όπως ο εσωτερικός μονόλογος. Ακολούθησε πλήθος μιμητών του είδους, οι οποίοι εξέλιξαν, παράλλαξαν ή επικύρωσαν ποικίλες πτυχές ενός ανεξάντλητου, εξομολογητικού ύφους στα πλαίσια του οποίου ήταν δυνατή η παραχάραξη κάθε τυποποιημένης λογοτεχνίας. Η ελληνική, λογοτεχνική παραγωγή δεν θα μπορούσε να μην υιοθετήσει τη νέα πρακτική. Μ΄αλλοιώσεις και παραλλαγές, όπως αυτή του Στέλιου Ξεφλούδα ο οποίος αν και επιδίωξε μια νέα, τυποποιημένη μορφή του εσωτερικού μονολόγου, εντούτοις εισήγαγε το συγκεκριμένο, λογοτεχνικό μέσο στην επαρχιακή Ελλάδα των μετέπειτα κατόχων βραβείων Νόμπελ Ελλήνων ποιητών. Η συνειδησιακή και για πολλούς αυτοματική γραφή του εσωτερικού μονολόγου περισσότερο τον ανέδειξε ως μια νέα πρόταση με σαφή, υπερεαλιστική καταγωγή, παρά ένα είδος εξομολόγησης και αναπαράστασης αθέατων, ψυχικών τοπίων. Το βέβαιο είναι ότι με τον Προυστ, τον Τζόϋς ή τον Κουβανό Αρένας και την αναγωγή του μονολόγου στο φαινόμενο του ποιήματος αυτό το είδος γραφής γνώρισε μια ασύλληπτη άνθηση και παρείχε μια μορφή ελευθερίας η οποία ως σήμερα υπερασπίζεται τη χρήση και το ακαθόριστο περιεχόμενό του, βασισμένο ολοκληρωτικά στο θυμικό κάθε δημιουργού θιασώτη του.

Στην ελληνική, λογοτεχνική σκηνή κυρίως η μεσοπολεμική Θεσσαλονίκη στάθηκε η εγχώρια κοιτίδα του ελληνικού είδους. Ο Πεντζίκης, η Καρέλλη και άλλοι προέβησαν σε δημοσιεύσεις έργων, απόλυτα βασισμένων στην προσωπική ρυθμική της ατομικής θέασης του κόσμου. Επηρεασμένος από το κλίμα και τις συνθήκες της επαρχιακής Ελλάδας, ο εντόπιος, εσωτερικός μονόλογος ελάχιστα αποτέλεσε συνέχεια των Δαφνών. Πάει να πει πως δεν μιμήθηκε το ύφος και τη σκοπιμότητα υπό την οποία ο Γάλλος συγγραφέας διαμόρφωσε το έργο του, αλλά το εμπότισε με κοινωνικές θεωρήσεις, πέραν των υπαρξιακών εξομολογήσεων, οι οποίες και αποτέλεσαν ανέκαθεν το δομικό υλικό του εσωτερικού μονολόγου. Ο υποκειμενισμός θα μπορούσαμε να πούμε πως αποτελεί το συνεπές ρεύμα του εσωτερικού μονολόγου, ένα συνεπαγόμενο κίνημα που ακόμη και αν δεν στάθηκε ακέραιο μ΄αυτήν την ονομασία, εντούτοις προσέφερε όλες τις απαραίτητες συνθήκες προκειμένου να καταστεί εκμεταλλεύσιμη η ευρεία, θεματολογική και εξομολογητική χωρητικότητα του εσωτερικού μονολόγου. Ο ψυχολογικός ρεαλισμός, τον οποίο καθιέρωσε το είδος του εσωτερικού μονολόγου δεν μπορεί σήμερα να θεωρηθεί ως μια ξεκάθαρη, λογοτεχνική τάση για την ελληνική πραγματικότητα. Οι διαφορετικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, η εξωστρέφεια των Ελλήνων λογοτεχνών που επιθυμούσαν διακαώς να καθορίσουν μια συγκεκριμένη ταυτότητα, αλλά και η άντληση υλικού από την ιστορία και την ανεξάντλητη, λαογραφική παράδοση δεν θα επέτρεπαν την καθιέρωση μιας ας πούμε στοχαστικής λογοτεχνίας. Σε αντίθεση με την ελληνική, λογοτεχνική πραγματικότητα στη βόρεια Ευρώπη, όπως προείπαμε ο Μαρσέλ Προυστ και ο Τζόϋς οδήγησαν στα άκρα τις δυνατότητες του εσωτερικού μονολόγου, καθιερώνοντας ένα νέο είδος και ερεθίζοντας για πάντα τη βιβλιοπαραγωγή και την ατμόσφαιρα του μυθιστορήματος του 20ου αιώνα. Ακόμη και όταν ο υπερεαλισμός εγκατέλειπε τη ρητορική του και έθετε ζητήματα περισσότερα κοινωνικά παρά εκφραστικά ο εσωτερικός μονόλογος είχε προικιστεί με τη δυνατότητα να παραμείνει αμείωτος στην ένταση και τη μηνυματική του. Η παραληρηματική γραφή, ανεξάρτητη από κάθε υποχρέωση ερμηνείας και νοηματικού καθωσπρεπισμού επέτρεπε την εξομολόγηση, την απεικόνιση πτυχών της πραγματικότητας δίχως καμιά συστολή ή διάθεση υποτέλειας στην ορθόδοξη λογοτεχνία.Το ψεύδος ή η αλήθεια του εσωτερικού μονολόγου εντάσσεται στη γενικότερη πρακτική της Ευρώπης για μια εξομολογητική διάθεση, περισσότερο σοφιζόμενη από κάθε άλλη εποχή. Ο εσωτερικός μονόλογος κατέστη ένα μέσο ψυχολογικό, ικανό να εκθέσει ολόκληρη την επιδιωκόμενη, προσχεδιασμένη ελευθερία ή πάλι την επιτήδευση και την πληρότητα μιας διόλου αυθεντικής τοποθέτησης.

Όμως ως εδώ για την ιστορία του εσωτερικού μονολόγου. Όλα τα παραπάνω είναι για τους κριτικούς, για όσους ενδιαφέρονται για το εργαστήριο. Το πιο λυπηρό είναι όταν μιλούν για κάποιον ή για κάτι σαν να συνέβη κάποτε. Να μιλούν σαν να ‘χει τελειώσει οριστικά αυτή η όμορφη ιστορία. Και μετά τη διήγηση, μετά τις ιστορίες κρατούν ενός λεπτού χαμηλές τις φωνές τους, σαν θυσία, όπως προσευχή στο πιο σκιερό μέρος του ναού, κάτω ακριβώς απ΄τις ζωγραφιές των αγίων, σαν να συναντιώνται οι εραστές, η Έβελιν η ράφτρα και ο Έντι, που σκοτώθηκε οδηγώντας λεωφορείο στην έκτη λεωφόρο ένα σούρρουπο. Η Έβελιν γράφτηκε στις αδελφές νοσοκόμες και αναχώρησε για το ευρωπαϊκό θέατρο, μ΄αιμάτινα χέρια και λευκή στολή. Πίσω απ΄το σταυρό ακολουθούν τα πλήθη. Οι ήρωες, προηγούνται, πιασμένοι απ΄τα χέρια των αειθαλών νοσοκόμων, τυφλοί οριστικά και απ΄τα δυο τους μάτια. Δίχως να χτυπά η ζωή πίσω απ΄τα μάτια τον καιρό του ηλεκτρισμού στις πρώην ανατολικές επαρχίες, τις πολυπληθείς ομάδες των νομαδικών λαών, με τα σκυλιά τους, τον εξοπλισμό, σκηνές για την άνοιξη και γερά άλογα. Οι ιππείς της λεωφόρου χαιρετούν κατ΄έτος τη μεγάλη επέτειο. Θυμούνται τη στέψη τους, την ήττα, αναλαμβάνουν ενεργό μέρος στην ιστορική πραγματικότητα, με σκηνές φορτωμένοι και τα παιδιά τους, ζωντανά και πεθαμένα παιδιά, γενιές τυχαίες που εξαντλούνται, όπως χαιρετήθηκαν την τελευταία φορά οι μεταναστεύοντες συγγενείς για την ακριτική νήσο. Με λίγα λόγια, όλ΄αυτά είναι εικόνες από μια άλλη εποχή, με ακλόνητα χέρια ή απλά αδιάφορα, που όλα γίνονται με μια πνευματικότητα, μ΄ησυχία και φυσικά σαν να΄ναι αυτή η εικονοποιία τ΄όνειρο μιας αυστηρά, προσωπικής πίστης.

Τελειώνοντας το ζήτημα του εσωτερικού μονολόγου θα μπορούσα να σας πω για αναρίθμητα, αρχαία νομίσματα που κείτονται, ανυπόστατες φήμες. Όμως μ΄ακινητοποιούν οι εφημερίδες και η ιστορία της Ευρώπης και το παράθυρο με τ’ απαράλλαχτα, βοτανολογικά νεύρα του. Και οι μέρες που όλο συσσωρεύονται. Μου συμβαίνουν ερεθισμοί, οράματα, όπως ο ανερχόμενος άνθρωπος, αυτό με τα νομίσματα. Κοιμάμαι με μια κρυφή ελπίδα πως ένα κορίτσι που φωνάζει τ΄όνομά μου, παραμορφωμένο στην άλλη άκρη του ματιού θα ξαναρθεί μια νύχτα.

 

* Ο Απόστολος Θηβαίος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Απασχολείται στον τραπεζικό τομέα. Κείμενά του δημοσιεύονται σε ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά. Γυρεύει εναγωνίως κάτι απ’ τη φωνή του.

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top