Fractal

Όλοι είμαστε αντανάκλαση μιας τεράστιας εικόνας

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

oktw-monologoiΑθανάσιος Βαβλίδας «Οκτώ μονόλογοι και ένας διάλογος», εκδ. Βακχικόν 2016

 

Kαμία μορφή τέχνης δεν μένει αδιάφορη μπροστά στα ανθρώπινα αδιέξοδα, πόσο μάλλον το Θέατρο! Αλίμονο αν έμενε άλλωστε, κι αλίμονο αν οι δημιουργοί έκαναν αυτοσκοπό την απομόνωση. Οκτώ απολαυστικοί μονόλογοι αλλά και ένας μικρός διάλογος στο τέλος δοσμένοι από τον συγγραφέα Αθανάσιο Βαβλίδα, που έχει αρκετά θεατρικά έργα στο ενεργητικό του. Οι ήρωές του μας υπενθυμίζουν πως ο σύγχρονος άνθρωπος είναι, δυστυχώς, εθισμένος (αλλά και καταδικασμένος) στο να μονολογεί διαρκώς και ακαταπαύστως. Θύμα της αδιαφορίας του Άλλου, αλλά και της γενικότερης αλλοτρίωσης, σηκώνει στους ώμους του πολλή μοναξιά. Όσο λειτουργούμε έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο, για να δανειστώ τα λόγια του. Αλλά παντού στη ζωή μας κάποιος κίνδυνος ελλοχεύει. Ή εγκλωβιζόμαστε σε ένα ψεύδος, ζωτικό ή μη. Άνθρωποι οικείοι, καθημερινοί, γνώριμοι, άνθρωποι της διπλανής πόρτας, αλλά τόσο ξένοι, άνθρωποι που μπορεί να τους συναντάς κάθε μέρα, αλλά να μην ξέρεις τίποτα απολύτως γι αυτούς ή τουλάχιστον, τίποτα ουσιαστικό. Από την άλλη, όσο χρειάζεται, τους πασπαλίζει με αρκετή δόση φαντασίας και σουρεαλισμού ώστε να μην είναι βαρετοί και αδιάφοροι στον αναγνώστη.

Μια ηλικιωμένη γυναίκα καρφωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι αρκείται στο να ταξιδεύει με τα μάτια. Αυτό είναι ίσως που την κρατά στη ζωή, την κάνει να νιώθει πράγματα από καιρό ξεχασμένα, της δίνει ένα νόημα.

Μια μάνα προσπαθεί να νανουρίσει το μωρό της με ένα παραμύθι που ποτέ δεν αρχίζει. Η πατρική φιγούρα, οι αναμνήσεις, οι διαρκείς αμφιταλαντεύσεις. Η απουσία που πλανάται στον αέρα όπως ακριβώς και η υπόνοια μιας επικείμενης επιστροφής. Και η βεβαιότητα ότι «στη ζωή δεν υπάρχουν μαγικά λυχνάρια’ υπάρχουμε μόνο εμείς, δεν υπάρχουν ευχές, μόνο η επιθυμία που θέλει να φανεί δυνατή».

Μια γυναίκα κλείνεται στο ασανσέρ, είναι σκοτάδι, πανικοβάλλεται, δεν ξέρει τί συμβαίνει με το κινητό της, μέχρι να την βγάλουν, ο θεατής βιώνει την αναστάτωσή της και μαθαίνει για τα μπλεγμένα ερωτικά της.

Μπορεί ένας καθρέφτης να αντέξει τους κραδασμούς μιας ψυχής χωρίς να σπάσει ;Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για πέντε ομιλούσες ψυχές. Ένας εξαιρετικός «σπονδυλωτός» (καταχρηστικά τον αποκαλώ έτσι) μονόλογος, όπου μια γυναίκα αλλάζει πέντε διαδοχικά πρόσωπα και αφηγείται τις ιστορίες τους ή, αλλιώς φορά πέντε διαφορετικά προσωπεία, αποκαλύπτοντας ποικίλες πτυχές του ανθρώπινου ψυχισμού. Με πετυχημένες αλλαγές ύφους βρισκόμαστε ενώπιον του καθρέφτη που αναπόφευκτα γίνεται σκληρός έως κυνικός καμιά φορά. O συγγραφέας επισημαίνει δια στόματος της ηρωίδας του, της διευθύντριας: ”H κοινωνία είναι καθρέφτης μας κι εμείς καθρέφτης της κοινωνίας! Όλοι είμαστε αντανάκλαση μιας τεράστιας εικόνας! Όποιος μαζεύει τις πιο λαμπερές αντανακλάσεις τριγύρω του, αυτός γίνεται αστέρι! Δεν υπάρχουν αυτόφωτα άστρα στην κοινωνία! Ο ένας εξαρτάται από τον άλλο!…”

Στην ένωση Ελλήνων Μουσουργών είναι αφιερωμένος ο επόμενος μονόλογος, ο Συνθέτης. Ένας συνθέτης κλεισμένος στο δωμάτιό του ζει την περιπέτεια των ήχων, θυμάται, αναρωτιέται, απευθύνεται σε έναν δημοσιογράφο, τον οποίο κερνάει ήχους και σκέψεις. Κι όλα αυτά μέσα σε ένα σουρεαλιστικό πλαίσιο με αρκετή δόση χιούμορ.

Με ένα όχημα χωρίς προορισμό, ένας Ταξιδιώτης συνομιλεί με τον φανταστικό συνεπιβάτη του. Aδημονεί να επιστρέψει στην αγαπημένη του Χάρι, έπειτα από το γράμμα που του έστειλε. Έχει αποφασίσει να ξεχάσει το παρελθόν, να αγκαλιάσει τον έρωτα, να προχωρήσει μπροστά. Μαθαίνουμε την ιστορία του καθώς ζωηρά την αφηγείται μέχρι που στο τέλος έρχεται η ανατροπή. Το όχημα αυτό δεν θα τον πάει στον έρωτά του, είναι πια σίγουρο. Φόβος και ευχή μαζί; Δεν θα ξαναδεί ποτέ την Χάρι και το θέμα είναι ότι δεν γνωρίζει κάν πού πηγαίνει. Ταξίδι ανασφάλειας και γοητείας. Και διερώτηση μαζί σχετικά με το αν υπάρχει περίπτωση να μιλάμε για τον ΑΙΩΝΙΟ προορισμό.

 

Αθανάσιος Βαλβίδας

Αθανάσιος Βαλβίδας

 

Ο μονόλογος «Σώστε τον Άρχοντα» αφιερώνεται στον Δημήτρη Λιγνάδη. Ο άρχοντας και ο εαυτός του ο πολυαγαπημένος μπροστά στην αβεβαιότητα και τον φόβο. Ένας διάλογος με τον εαυτό, τον μεγάλο γνωστό-άγνωστο σε ώρα κρίσιμη. Ό άνθρωπος με όλες τις εσωτερικές του αντιφάσεις, πότε πετά στα ουράνια, πότε σέρνεται στη γη, πότε είναι ευτυχής, πότε θλιμμένος. Νιώθει καταδικασμένος, ξεκρέμαστος, θεωρεί τους επαναστάτες γελοίους και θεωρεί ότι θα χαρακτηριστεί δειλός αν εύκολα αποδεχτεί την ήττα του και παραδοθεί στους ανάξιους άνευ όρων. Προτιμά να πεθάνει βασιλιάς, έχει διάθεση φιλοσοφική την ίδια στιγμή που το πλήθος φωνάζει και η αγχόνη τον περιμένει να υπογράψει με αίμα.

Ο τελευταίος μονόλογος είναι αυτός του κυρ-Κώστα ο οποίος βρίσκεται σε ηλικία παροπλισμού. Ο γιος του πάει καμιά φορά και τον βλέπει, όλο του μιλάει για γηροκομείο, αλλά ο γέρος τον αγνοεί. Μουρμουράει, παρατηρεί, μιλά αδιάκοπα για τα παιδιά του, δίνει συμβουλές, εκφράζει τον πόνο που του προκαλεί το κατεστραμμένο του πόδι, παραληρεί στην ουσία, έχει επιβιβαστεί, όπως λέει ο ίδιος στο πλοίο της απελπισίας με προορισμό τον θάνατο. Το βουβό πρόσωπο είναι ο Διονυσάκης, ο γιός του μαγαζάτορα από δίπλα, που γίνεται αποδέκτης του ακατάσχετου βερμπαλισμού του ηλικιωμένου.
Ο μοναδικός διάλογος του βιβλίου, είναι το έβδομο μέρος ενός σπονδυλωτού έργου θεατρικών σκετς με γενικό τίτλο «Στη μέθη της διασκέδασης». O ήρωας Ζήνων θέλει να πιει ρούμι με τη Χαρά του, αλλά μπλέκονται φωνές, εσωτερικές και εξωτερικές, κινητά, οθόνες, που οδηγούν στην αναβολή μιας απλής πράξης.
Τo ενδιαφέρον εδώ είναι να παρατηρούμε το μέγεθος και την υφή της ανατροπής και πώς αυτή συνδέεται κάθε φορά με τις δραματουργικές ανάγκες. Πώς φωνές και παύσεις εναλλάσσονται δίνοντας λειτουργικές κατευθύνσεις που κεντρίζουν τον σύγχρονο και απαιτητικό αναγνώστη, καθώς και τον ηθοποιό που καλείται να ενσαρκώσει τον εκάστοτε ήρωα.

Ο συγγραφέας απλώνει το λόγο του, δεν προτιμά τόσο την αφαιρετική στάση ή την ατέρμονη μεταφορά ή την ακραία αίσθηση που μια μοντέρνα οπτική ευνοεί, ωστόσο παίζει πολύ με τις παύσεις και τη διάρκειά τους, συχνά είναι επίμονος με τις σκηνικές οδηγίες και, γενικά, δίνει με άνεση το κωμικό στίγμα.
Ο Βαβλίδας με ύφος προσιτό και άμεσο, με καθαρότητα και ειρωνεία, δημιουργεί ήρωες που σε κάνουν να αναρωτηθείς για το εύθραυστο και το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης. Ήρωες με στρεβλή εικόνα πολλές φορές της πραγματικότητας, που ζουν και κινούνται στο δικό τους εσωτερικό ή παράλληλο με τον αληθινό κόσμο, ήρωες που παραπέμπουν σε εικόνες παρακμής και ηθικοπνευματικής διάσπασης, αλλά και θέτουν πολλαπλούς προβληματισμούς.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top