Fractal

«Οι θαμμένες αδελφές στη Λήμνο» (The sisters buried at Lemnos) της Βέρας Μπρίτεν

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Η Βέρα Μπρίτεν, δεν ήταν μόνο μυθιστοριογράφος, αλλά έχει γράψει και ποίηση. Ένα από τα πιο γνωστά ποιήματά της είναι «Οι θαμμένες αδελφές στη Λήμνο», γραμμένο το 1916, αφού επισκέφθηκε τους τάφους των δύο Νοσηλευτριών του Καναδικού Στρατού που βρίσκονται θαμμένες σ’ αυτό το νησί. Πρόκειται για την προϊσταμένη αδελφή νοσοκόμα Jessie Β Jaggard και την αδελφή νοσοκόμα Mary Frances Munro, που πέθαναν από δυσεντερία κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου  Πολέμου, το 1915. Σημειωτέον ότι ήταν τα μοναδικά θύματα από το σύνολο των εβδομήντα Καναδών αδελφών νοσοκόμων που υπηρέτησαν στον 1ο και 3ο Καναδικό Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, που βρίσκονταν στη χερσόνησο του Τουρκικού Γιαλού στον Δυτικό Μούδρο. Τον Απρίλιο του 2015, με μια σεμνή τελετή στο συμμαχικό νεκροταφείο του Πορτιανού στη Λήμνο, η πρεσβεία του Καναδά στην Αθήνα, ανέλαβε την τοποθέτηση αναμνηστικής πλάκας με χρηματοδότηση της κυβέρνησης του Καναδά και τη θερμή υποστήριξη της Επιτροπής Πολεμικών Τάφων της Κοινοπολιτείας.

 

Ω χρυσό  Νησί στο βαθύ μπλε του Ωκεανού,

Με μωβ σκιές να φτερουγίζουν  πάνω απ’ την κορυφή,

Γονατίζω μπροστά σου με ταπεινή ευλάβεια

Για κάποιους που αναπαύονται στην αγκαλιά σου!

 

Σπάνια αναφέρθηκαν  σε τραγούδι ή  ιστορία,

Ποιητές ύμνησαν τη δύναμη και τους άθλους των στρατιωτών του Πολέμου

Αλλά λίγοι τίμησαν τις Αδελφές  και το μεγαλείο

Των νεκρών γυναικών κάτω από ένα μακρινό αστέρι.

 

Δεν απείλησαν στρατοί εκείνον τον  μοναχικό τόπο,

Δεν πολέμησαν φωτιά ή χάλυβα ή αδίστακτο εχθρό,

Αλλά καύσωνες  και πείνα, ασθένειες και στέρηση,

Και μακάβρια ψύχρα του Χειμώνα και  χιόνι που στράβωνε.

 

Ίσαμε κι η θνητή αδυναμία δεν θα μπορούσε να αντέξει

Ερημώσεις ασθενειών  και τη δύναμη του κλίματος,

Σε σώμα αδύναμο, αλλά  πνεύμα πάντα ρωμαλέο,

Θαρραλέα παρέμειναν  ν’ ανταμώσουν τον καιρό τους.

 

Κανένας φλογερός φόρος τιμής μες το μεγάλο κόσμο που φεύγει,

Καμιά πλούσια ανταμοιβή της θυσίας που λαχταρούσαν,

Το μόνο έπαθλο του νικηφόρου θανάτου τους

Ζει στις καρδιές των ταπεινών ανδρών που έσωσαν.

 

Ποιος, όταν στο φως της Τελευταίας Χαραυγής

Ακόμα πιστός, αν και ο σεβασμός του  κόσμου  μπορεί να έχει πάψει,

Θα τιμήσει, υπέροχα με θριαμβευτική αγρύπνια,

Τις ψυχές των γυναικών, μόνες εδώ σε ειρήνη.

 

Ω χρυσό  Νησί με μωβ σκιές να πέφτουν,

Σε όλη την βραχώδη ακτή και τη ζαφειρένια θάλασσα,

Δεν θα τα φανταστώ  χωρίς να θυμηθώ

Τις Αδελφές που κοιμούνται στην καρδιά σου!

 

 

Η Jessie Β Jaggard (1873- 1915) του Καναδικού Στρατιωτικού Ιατρικού Σώματος. Πέθανε λόγω ασθένειας στο Μούδρο της Λήμνου, στις 25 Σεπτεμβρίου, 1915.

 

The sisters buried at Lemnos

O golden Isle set in the deep blue Ocean/With purple shadows flitting o-er they crest/I kneel to thee in reverent devotion/Of some who on thy bosom lie at rest!

Seldom they enter into song or story/Poets praise the soldier’s might and deeds of War/But few exalt the Sisters, and the glory/Of women dead beneath a distant star.

No armies threatened in that lonely station/They fought not fire or steel or ruthless foe/But heat and hunger, sickness and privation/And Winter’s deathly chill and blinding snow.

Till mortal frailty could endure no longer/Disease’s ravages and climate’s power/In body weak, but spirit ever stronger/Courageously they stayed to meet their hour.

No blazing tribute through the wide world flying/No rich reward of sacrifice they craved/The only meed of their victorious dying/Lives in the hearts of humble men they saved.

Who when in light the Final Dawn is breaking/Still faithful, though the world’s regard may cease/Will honour, splendid in triumphant waking/The souls of women, lonely here at peace.

O golden Isle with purple shadows falling/Across thy rocky shore and sapphire sea/I shall not picture these without recalling/

 

Ο τάφος της αδελφής νοσοκόμου Mary Frances Munro, που απεβίωσε υπηρετώντας το καθήκον ως μέλος του τρίτου καναδικού σταθμού Α Βοηθειών, στις 7 Σεπτεμβρίου 1915.

 

Το ποίημα, «Οι θαμμένες αδελφές  στη Λήμνο» (The sisters buried at Lemnos) της Βέρας Μπρίτεν (Vera Brittain), βρήκε τη θέση που του αρμόζει δίπλα σε πολλά άλλα παρεμφερή αντιπολεμικά ποιήματα ποιητών που αναφέρονται στις εμπειρίες, τη φρίκη και τα πρώιμα και απώτερα αποτελέσματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Αρχικά δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 1918. Επικεντρώνεται και είναι αφιερωμένο στις γυναίκες που υπηρέτησαν στον πόλεμο και τους ρόλους και την ουσιώδη  και αποτελεσματική συνεισφορά τους. Με την αρχή του ποιήματος, η ποιήτρια μας πληροφορεί ότι αναφέρεται στο νησί της Λήμνου φανερώνοντας αμέσως το σεβασμό και την ευλάβεια στο νησί όπου εργάστηκαν οι γυναίκες για τις οποίες γράφτηκε αυτό το ποίημα. Το ονομάζει ‘χρυσό’ δείχνοντας έτσι το βαθύ της θαυμασμό γι αυτή τη γωνιά της γης. Ο ίδιος σεβασμός της ποιήτριας, όμως, συνεχίζεται σε όλο το μήκος του ποιήματος. Γονατίζει και υποκλίνεται, γεγονός που αντιπροσωπεύει ένα αίσθημα υπερβολικής αφοσίωσης και αγάπης προς αυτό. Δείχνει έντονη συγκίνηση για ετούτο τον τόπο γιατί φαίνεται πως κάτι σοβαρό  συνέβηκε εκεί. Την ευλάβεια και αφοσίωση της πρώτης στροφής, διαδέχονται κάποια μελαγχολικά στοιχεία. Οι μωβ σκιές μετατρέπουν το νησί σ’ ένα σχετικά σκοτεινό μέρος, με όχι πολύ φως, που παραπέμπει στη διαπίστωση ότι  αυτό το νησί παρά το γεγονός ότι είναι και θεωρείται ως τόπος λατρείας, δεν αποτελεί τόπο ευχαρίστησης.

Ο τίτλος δεν αφήνει περιθώρια παρεξήγησης κι είναι σε όλους αρκούντως σαφής. Εδώ ‘αναπαύονται’ οι γυναίκες που έχασαν τη ζωή τους στη Λήμνο, ενώ υπηρετούσαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στη δεύτερη στροφή ξεδιπλώνεται ένα παράπονο. Εκείνο της έλλειψης εκτίμησης που απολάμβαναν οι αδελφές νοσοκόμες που έλαβαν στο τέλος για τις συγκινητικές υπηρεσίες τους κατά τη διάρκεια του πολέμου. Πως συχνά παραβλεπόταν η προσφορά τους, σε αντίθεση με τους στρατιώτες που ήταν οι μόνοι που εισέπρατταν την ευγνωμοσύνη του κοινού. Το έργο τους δεν καταγράφηκε ποτέ όσο και όπως έπρεπε, ενώ οι στρατιώτες είδαν πάντα την προσφορά τους καλά καταγραμμένη και τεκμηριωμένη, ακόμα κι απ’ τους ποιητές, έτσι ώστε τα ανδραγαθήματά τους να γίνουν κτήμα των επόμενων γενεών. Ακόμα κι όσες έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του πολέμου, ακριβώς όπως οι στρατιώτες, ποτέ δεν ανταμείφθηκαν  ή εγκωμιάστηκαν για αυτό!

 

Mary Frances Munro, (Οντάριο Καναδά, 1866 – Λήμνος, 7 Σεπτεμβρίου 1915)

 

Η επόμενη ενότητα του ποιήματος αφηγείται τις προκλήσεις των Αδελφών που υπηρέτησαν στη Λήμνο. Παρά το γεγονός ότι το ποίημα υποδηλώνει σαφώς ότι στην πραγματικότητα δεν πολέμησαν με όπλα, εν τούτοις έδωσαν τις δικές τους μάχες στο νησί.  Ως νοσοκόμες, οι Αδελφές έπρεπε να πολεμήσουν εναντίον των ασθενειών των στρατιωτών και των πληγών τους. Εκτός από αυτό, έδωσαν μάχη με τις ακραίες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στο νησί, καθώς και με την έλλειψη στοιχειωδών αναγκών λόγω του πολέμου. Οι συνθήκες στη Λήμνο προφανώς δεν ήταν ευχάριστες για τις Αδελφές. Κατά τον ίδιο τρόπο που οι στρατιώτες πολέμησαν και πέθαναν, έτσι κι αυτές έκαναν πάρα πολλά, αλλά με διαφορετικό τρόπο και παρά το γεγονός ότι είχαν να αντιμετωπίσουν πολλές προκλήσεις, ποτέ δεν τα εγκατέλειψαν, ακόμα κι όταν όλες οι πιθανότητες ήταν εναντίον τους αυτές αγωνίστηκαν σκληρά μέχρι το τέλος, ενώ κατά βάθος γνώριζαν ότι δεν επρόκειτο να λάβουν καμία αμοιβή ή αναγνώριση. Εκπλήρωσαν τα καθήκοντά τους, όχι για το κέρδος, αλλά για να σώσουν τις ζωές των στρατιωτών. Επειδή πέθαναν χωρίς ανταμοιβή, θα συνεχίσουν να ζουν μόνο μέσα από τους στρατιώτες που έσωσαν. Λίγο παρακάτω, η Μπρίτεν βγάζει όλη την ουσία και τον πλούτο της με το ερώτημα, ποιος θα συνεχίσει να τις θυμάται  και να τις τιμάει. Οι λέξεις ‘Final Dawn’, είναι καθοριστικές. Υπονοεί, για πάντα, μέχρι την τελευταία μέρα του κόσμου! Ποιος λοιπόν θα θυμάται τις Αδελφές; Η ερώτησή της τότε γίνεται καίρια, ποιος θα τις θυμάται μέχρι τη στιγμή που ο κόσμος θα στέκεται όρθιος ακόμα; Το φως, μας λέει, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο κόσμο, πάντα θα θυμάται να επιστρέφει με ευλάβεια στις Αδελφές εκεί που κείτονται!

Η τελική στροφή απαντά στο ερώτημα της προηγούμενης. Η ποιήτρια μας εξομολογείται ότι ποτέ δεν θα φέρει το νου της στο νησί της Λήμνου, χωρίς να σκεφτεί τις γυναίκες που βρίσκονται θαμμένες εκεί, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο κόσμο. Στην πρώτη στροφή, υπάρχουν οι σκιές με εκείνο το  μελαγχολικό φως. Στην τελευταία στροφή, η στάση της για τις σκιές, αλλάζει, μετατοπίζεται! Γίνονται πλέον υπενθύμιση των Αδελφών των οποίων οι ψυχές ξεκουράζονται εκεί! Η υπενθύμιση αυτή οδηγεί σε ακραία ευγνωμοσύνη και αφοσίωση, παρά τη θλίψη της πρώτης στροφής.

Αυτό το ποίημα γίνεται καλύτερα κατανοητό εάν κοιτάξει και μελετήσει κάποιος καλύτερα το  παρασκήνιο της Βέρας Μπρίτεν. Μεγάλωσε με μόνο έναν αδελφό, κι οι δύο βρίσκονταν πολύ κοντά, παρόλο που  χωρίστηκαν για κάποιες περιόδους λόγω του πολέμου. Ο πόλεμος ήταν κάτι που επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τη γραφή της, λόγω της άμεσης εμπλοκής της και της επίδρασης που είχε πάνω της. Λίγο μετά την έναρξη του πολέμου, τόσο ο αδελφός της όσο και οι δύο  φίλοι της, στρατολογήθηκαν.  Η Βέρα επέλεξε να βοηθήσει στον πόλεμο εγκαταλείποντας το  σχολείο και εντασσόμενη   στην υπηρεσία ως   νοσοκόμα, κυρίως στην Αγγλία και τη Γαλλία. Στον πόλεμο, έχασε τον αδερφό της, τον μνηστήρα της και κάποιους άλλους φίλους της. Ο πόλεμος επηρέασε τη ζωή της βαθιά με ουσιαστικό τρόπο μέσα από τις εμπειρίες της ως νοσοκόμα και με τις βλάβες που υπέστη, κάτι το οποίο  παρατηρείται στα περισσότερα  γραπτά της. Οι εμπειρίες της από τον μεγάλο πόλεμο δίνουν στο ποίημα ‘The Sister Buried at Lemnos’ νέο νόημα. Είναι προφανές πλέον, μετά από τη βιογραφία της, γιατί τοποθετήθηκε έτσι δίνοντας ξεχωριστή έμφαση στη μνήμη των γυναικών του πολέμου μέσα σε τούτο το  ποίημά της. Ήταν μια από τις γυναίκες που υπηρέτησαν στον πόλεμο, και ήξερε και αισθανόταν πώς μάλλον τίποτα δεν θα εκτιμηθεί. Έγραψε αυτό το ποίημα για αυτές, επειδή ήξερε πως δεν θα γραφτεί  τίποτα άλλο.  Αυτό το ποίημα είναι ο φόρος τιμής γι αυτές.  Ήταν ο τρόπος της να διατηρηθούν ζωντανές σε όλες τις γενιές, όπως και άλλοι ποιητές θα κρατήσουν ζωντανούς  τους στρατιώτες. Το έγραψε επίσης λόγω προσωπικών εμπειριών,  καθιστώντας το   πιο δυνατό και με επιρροή. Η προσωπική της ιστορία καθιστά επίσης την τελευταία στροφή πιο σημαντική. Εκείνη απαντά στην ερώτησή της,   λέγοντας ότι θα τις θυμάται πάντα και για ένα δεύτερο λόγο. Επειδή  κανένας άλλος δεν θα το κάνει! Ο τρόπος με τον οποίο θα τις  θυμάται για πάντα,  είναι μέσα από το ποίημα της. Είναι η αφοσίωσή της σε αυτές τις γυναίκες, που θα  επιβιώσει επί μακρόν, και μετά τη δική της ‘φυγή’  μέχρι την ‘Τελευταία Αυγή’, μέχρις ότου  να είναι όρθιος ετούτος ο κόσμος!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top