Fractal

Οι πρώτες φυτείες των Ευρωπαίων στην Αμερική και οι μαύροι σκλάβοι

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

skl_1 

               Τον 17ο αιώνα, οι Ευρωπαίοι άρχισαν να δημιουργούν οικισμούς στην Αμερική. Παράλληλα με αυτούς διαίρεσαν τη γη σε μικρότερες μονάδες και ιδιοκτησίες, οι οποίες έγιναν γνωστές  ως σύστημα φυτειών. Ξεκινώντας από τη Βιρτζίνια, το σύστημα εκείνο εξαπλώθηκε σταδιακά σε όλες τις αποικίες της Νέας Αγγλίας. Οι καλλιέργειες, βεβαίως, σε αυτές τις φυτείες που περιελάμβαναν τον καπνό, το ρύζι, το ζαχαροκάλαμο και το βαμβάκι, απαιτούσαν σκληρή και εντατική  εργασία. Οι δούλοι εδώ δούλευαν από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου, ενώ  κατά τη στιγμή της συγκομιδής δεκαοκτώ ώρες συνεχόμενα. Δεν υπήρχε εξαίρεση για κανέναν από το συγκεκριμένο  ωράριο. Οι γυναίκες εργάζονταν τις ίδιες ώρες με τους άνδρες και οι έγκυες γυναίκες σε συνεχή βάση μέχρι να γεννήσουν  το παιδί τους.

 

Οι Ευρωπαίοι μετανάστες είχαν πάει στην Αμερική με σκοπό να αποκτήσουν και να εκμεταλλεύονται τη δική τους γη και ήταν απρόθυμοι να εργαστούν για τους άλλους. Συνεπώς έπρεπε με κάθε θυσία να βρεθούν εργατικά χέρια για τούτες τις εκτάσεις. Αρκετοί ευρωπαίοι είχαν ήδη σταλθεί από τη Μεγάλη Βρεττανία, κατάδικοι ως επί το πλείστον, αλλά σαφώς όχι αρκετοί για να ικανοποιήσουν την τεράστια ζήτηση για εργατικό δυναμικό στις δημιουργούμενες αποικίες. Αναγκαστικά οι ιδιοκτήτες των φυτειών στράφηκαν προς την αγορά σκλάβων. Στην αρχή αυτός ο πληθυσμός  ήρθε από τις Δυτικές Ινδίες, αλλά από τα τέλη του 18ου αιώνα ερχόταν απευθείας από την Αφρική προς τα πολυσύχναστα σκλαβοπάζαρα τα οποία ιδρύθηκαν στη Φιλαδέλφεια, το Ρίτσμοντ, το Τσάρλεστον και τη Νέα Ορλεάνη. Τα ποσοστά θνητότητας μεταξύ των σκλάβων, όμως, ήταν αρκετά υψηλά. Σε αυτό συνετέλεσαν οι ταλαιπωρίες των σκλάβων, η κακή υγιεινή και διατροφή και η εξαντλητική εργασία. Οι ιδιοκτήτες των φυτειών για να αντικαταστήσουν τις  δημιουργούμενες απώλειες, συνήθως αντί να αγοράσουν καινούργιους που ήταν οικονομικά ασύμφορο,  ενθάρρυναν τους σκλάβους για κάνουν παιδιά. Η τεκνοποίηση ξεκινούσε γύρω στην ηλικία των δεκατριών ετών και μέχρι την ηλικία των είκοσι οι γυναίκες σκλάβες αναμενόταν να έχουν γεννήσει  τέσσερα ή πέντε παιδιά. Μάλιστα αρκετοί ιδιοκτήτες φυτειών για να   ενθαρρύνουν τις γυναίκες να κάνουν όσο το δυνατόν περισσότερα   παιδιά, υπόσχονταν στις γυναίκες σκλάβες την ελευθερία τους, εάν θα γεννούσαν   δεκαπέντε παιδιά!

 

Οικογένεια Αφροαμερικανών σκλάβων στη φυτεία των Σμιθ. Beaufort, Νότια Καρολίνα, γύρω στο 1862.

Οικογένεια Αφροαμερικανών σκλάβων στη φυτεία των Σμιθ. Beaufort, Νότια Καρολίνα, γύρω στο 1862.

 

Οι καινούργιοι άποικοι στην αμερικανική ήπειρο σύντομα διαπίστωσαν ότι ο καπνός ήταν μια άλλη αρκετά κερδοφόρα επιχείρηση με την έννοια της εξαγωγής του προϊόντος. Ήταν άλλωστε δημοφιλής, ειδικά  στην Ευρώπη, όπου το κάπνισμα  και το ταμπάκο είχαν γίνει της μόδας. Ακριβώς λόγω αυτού του γεγονότος και εν όψει μεγάλου κέρδους, σε Πολιτείες όπως το Μέρυλαντ, τη Βιρτζίνια και στη Βόρεια Καρολίνα, τεράστιες εκτάσεις παραχωρήθηκαν στην καλλιέργεια του καπνού. Οι Gad Heuman and James Walvin, οι συγγραφείς του βιβλίου   ‘Η Προέλευση και η Ανάπτυξη της δουλείας στην Αμερική’ (Origins and Development of Slavery in the Americas,  2003) υποστήριξαν :

‘… Ο καπνός άλλαξε τα πάντα. Αν και η εργασία οργανώθηκε αρχικά γύρω από εισαγόμενους  ευρωπαίους  εργάτες, μέχρι το τέλος του δέκατου έβδομου αιώνα ο  καπνός ήταν έργο των σκλάβων. Και δεδομένου ότι οι εξαγωγές καπνού είδαν σημαντική αύξηση, ο αριθμός των Αφρικανών σκλάβων αυξήθηκε…’ .

 

Ο Henry Clay Bruce γεννήθηκε σκλάβος στη Βιρτζίνια το 1836. Ο ιδιοκτήτης του, Lemuel Bruce, πούλησε την οικογένεια οκτώ έτη αργότερα στον Jack Perkinson, ο οποίος ζούσε στο Keytesville του Μισούρι. Κάποια στιγμή, το 1847,  επέστρεψε στην Βιρτζίνια. Ο Bruce απελευθερώθηκε μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και μετακόμισε στο Leavenwort του Κάνσας με τη νέα του σύζυγο. Η αυτοβιογραφία του, ‘Ο Νέος Άνθρωπος: Είκοσι εννέα χρόνια σκλάβος’ (The New Man: Twenty-Nine Years a Slave), δημοσιεύθηκε το 1895. Πέθανε στα 1902.   Ο Henry Clay Bruce λέει για την περίοδο που εργαζόταν στη φυτεία καπνού στο  Keytesville, ‘… Ήμουνα απασχολημένος κάθε λεπτό, από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου, χωρίς να επιτρέπεται να πω λέξη σε κανέναν. Ήμουν πολύ νέος τότε για να μπορέσω να αντέξω σε στενό περιορισμό. Ήταν έτσι σαν φυλακή, όταν  υποχρεωνόμασταν να καθόμαστε όλο το χρόνο  κάτω από ένα μεγάλο πάγκο ή ένα τραπέζι γεμάτο καπνό, και δεμένοι   όλη την ημέρα, εκτός κατά τη διάρκεια των τριάντα λεπτών που επιτρεπόταν για το πρωινό και την ίδια στιγμή για δείπνο. Συχνά μ’ έπαιρνε ο ύπνος. Δεν μπορούσα να κρατηθώ ξύπνιος, ακόμη και αν μου έβαζες καπνό στα μάτια μου…’.

Και συνεχίζει παρακάτω, ‘… Η μητέρα μου συχνά μου έλεγε ότι γεννήθηκα στις 3 Μαρτίου του έτους που ο Martin Van Buren εξελέγη Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, και ως εκ τούτου, πάντα θεωρούσα τις  3 Μαρτίου 1836, ως ημερομηνία της γέννησής μου. Για όσους   είναι εξοικειωμένοι με τα έθιμα που επικρατούσαν στο Νότο στις ημέρες της δουλείας, θα καταλάβετε αμέσως γιατί τόσο λίγοι από τους πρώην σκλάβους μπορούν να δώσουν τη σωστή ημερομηνία της γέννησής τους, γιατί είναι αγράμματοι, δεν μπορούσαν να κρατήσουν τα προσωπικά τους αρχεία και των αφεντικών τους, χωρίς να έχουν  ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το θέμα, δεν έβλεπαν καμία ανάγκη για αυτά τα αρχεία. Έτσι ώστε οι γονείς των σκλάβων προκειμένου να υπολογίσουν τη γέννηση ενός παιδιού, συνήθως την συνέδεαν με την εμφάνιση κάποιου σημαντικού γεγονότος. Με τον τρόπο αυτό, υπενθυμίζοντας κάθε ένα από αυτά τα γεγονότα, προσδιόριζαν την ηλικία των παιδιών τους. Επειδή δεν ήταν σε θέση να διαβάζουν και να γράφουν, ήταν αναγκασμένοι να καταφύγουν στο επόμενο καλύτερο πράγμα που έφταναν, τη μνήμη, το μόνο ημερολόγιο στο οποίο καταχωρούσαν τις ημερομηνίες  των γάμων, των γεννήσεων και των θανάτων τους, και τα οποία ήταν και τα μέσα με τα οποία έλυναν τα μαθηματικά τους προβλήματα, διατηρούσαν τους λογαριασμούς τους, όταν είχαν …’.

 

Σκλάβοι από τη βαμβακοφυτεία του J. J. Smith κοντά στο Beaufort, Νότια Καρολίνα, γύρω στα 1862.

Σκλάβοι από τη βαμβακοφυτεία του J. J. Smith κοντά στο Beaufort, Νότια Καρολίνα, γύρω στα 1862.

 

Και συνεχίζει με το δικό του τρόπο, ‘…Οι γονείς μου ανήκαν στον Lemuel Bruce, ο οποίος πέθανε το έτος 1836, αφήνοντας δύο παιδιά, τον William Bruce και τη  Rebecca Bruce, που πήγαν να ζήσουν με τη θεία τους, Perkinson. Άφησε, επίσης, δύο οικογένειες σκλάβων, και είχαν χωριστεί ανάμεσα στα δύο παιδιά του. Η οικογένεια της μητέρας μου έπεσε στη Δεσποινίδα Rebecca, και η άλλη οικογένεια, ο επικεφαλής της οποίας ήταν γνωστός ως Bristo, αφέθηκε στον William B. Bruce. Τότε οι οικογενειακοί δεσμοί ήταν σπασμένοι, και οι δούλοι ήταν όλοι μισθωμένοι, η μητέρα μου σε έναν άνθρωπο και ο  πατέρας μου σε ένα άλλο. Ήμουν πολύ νέος τότε για να ξέρω κάθε τι γι’ αυτά, και έπρεπε να βασίζομαι εξ ολοκλήρου σε ότι έχω ακούσει απ’ τη μητέρα μου και τα λεγόμενα από τους άλλους, τους μεγαλύτερους από τον εαυτό μου….

Κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου στη Βιρτζίνια, οι σκλάβοι άνδρες και γυναίκες δούλευαν στα χωράφια καθημερινά, και όσες γυναίκες θήλαζαν είχαν τη δυνατότητα να έρθουν σε αυτά τρεις φορές την ημέρα μεταξύ ανατολής του ηλίου και της δύσης του ηλίου, για να φροντίσουν τα μωρά τους, τα οποία άφηναν στη φροντίδα μιας ηλικιωμένης γυναίκας, στην οποία ανέθεταν τη φροντίδα αυτών των παιδιών, επειδή ήταν πάρα πολύ ηλικιωμένη ή πολύ αδύναμη για να εργαστεί στις φυτείες… Αυτές οι μεγάλες γυναίκες συνήθως έπρεπε να φροντίζουν και να προετοιμάζουν τα γεύματα όλων των παιδιών… Εφοδιάζονταν με άφθονο καλό και υγιεινό φαγητό από τον αφέντη, ο οποίος έδινε ειδική προσοχή για να δει ότι ήταν σωστά μαγειρεμένα και σερβιρισμένα… Σε πολύ μεγάλες φυτείες υπήρχαν πολλές τέτοιες ηλικιωμένες γυναίκες, οι οποίες πέρασαν το υπόλοιπο της ζωής τους φροντίζοντας τα παιδιά των νεότερων γυναικών…

Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, στη Βιρτζίνια και σε άλλες νότιες Πολιτείες, οι δούλοι όταν τους φοβέριζαν ή μετά από τιμωρία δραπέτευαν στο δάσος ή σε κάποια άλλη κρυψώνα. Στη συνέχεια τους αποκαλούσαν φυγάδες, ή δραπέτες νέγρους, και όταν δεν τους έπιαναν έμεναν μακρυά από το σπίτι… Συνήθως πήγαιναν σε κάποιο άλλο μέρος της Πολιτείας, όπου δεν ήταν τόσο γνωστοί, και μερικοί που είχαν το ηθικό θάρρος έπαιρναν το δρόμο για το Βορρά, και έτσι να κερδίσουν την ελευθερία τους. Αλλά αυτές τις περιπτώσεις ήταν σπάνιες. Μερικοί, εάν συλλαμβάνονταν και δεν επιθυμούσαν να επιστρέψουν στα αφεντικά τους, δεν έδιναν το σωστό όνομά τους, ούτε εκείνο του ιδιοκτήτη τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, εάν ο αφέντης δεν είχε δει την   ανακοίνωση της πώλησης που δημοσιευόταν από τους αξιωματούχους της κομητείας   όπου συνελήφθησαν, και η οποία συνήθως έδινε την προσωπική περιγραφή του δραπέτη, πωλούνταν στους πλειοδότες, τα αφεντικά τους έχαναν, και η κομητεία    στην οποία έγινε η σύλληψη καρπωνόταν τα έσοδα, μείον το κόστος της σύλληψης. Ένας δραπέτης συχνά επέλεγε αυτή την πορεία, προκειμένου να ξεφύγει από τα χέρια ενός σκληρού αφέντη, νομίζοντας ότι δεν μπορούσε να κάνει χειρότερα σε κάθε περίπτωση, ενώ θα μπορούσε να πέσει στα χέρια ενός καλύτερου αφέντη. Συχνά, όμως,  αγοραζόταν από νέγρους εμπόρους για τις βαμβακοφυτείες του Νότου. Ελπίζω απ’ όσα έχω πει για τους ‘φυγάδες’, ότι οι αναγνώστες μου δεν θα σχηματίσουν  την άποψη ότι όλοι οι άνδρες σκλάβοι που πίστευαν ότι αντιμετωπίζονταν σκληρά έφευγαν μακρυά, ή ότι ήταν όλοι πολύ τεμπέληδες για να εργαστούν στο ζεστό καιρό και έφευγαν για το δάσος, ή ότι όλοι οι αφέντες ήταν τόσο βίαιοι ώστε οι σκλάβοι τους ήταν υποχρεωμένοι να τρέξουν μακρυά για να σωθούν… Υπήρχαν αφέντες διαφορετικών διαθέσεων και ιδιοσυγκρασίας…

 

Μαύροι μαζεύουν βαμβάκι στον αμερικάνικο Νότο. Φωτογραφία του 1913.

Μαύροι μαζεύουν βαμβάκι στον αμερικάνικο Νότο. Φωτογραφία του 1913.

 

Η γεωργία στο Μισούρι συνίστατο στην καλλιέργεια καπνού, καλαμποκιού και σιταριού, αλλά ο καπνός ήταν το κύριο προϊόν για πώληση… Η πρακτική του να επιτρέπεται στους  σκλάβους να καλλιεργούν  μια μικρή σοδειά αποφασιζόταν γενικά μεταξύ των ιδιοκτητών των σκλάβων, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς έπρεπε να εργαστούν στις καλλιέργειές τους μετά τη δύση του ήλιου, και χωρίς όργωμα. Ο αφέντης έπαιρνε ουσιαστικά  το όφελος αυτών των χρημάτων, πάνω  απ’ όλα, επειδή ο δούλος τα δαπανούσε για τη δική του ευχαρίστηση και την άνεσή του, που ήταν ένα άμεσο πλεονέκτημα για τον αφέντη…

… Στις 31 Μαρτίου του 1864, έφτασα στο Leavenworth του Κάνσας, με τη μέλλουσα γυναίκα μου, χωρίς ν’ αλλάξω ρούχα και με μόλις πέντε δολάρια σε μετρητά, δύο από τα οποία έδωσα στον Rev. John Turner, πάστορα της Εκκλησίας που μας ένωσε σε γάμο   εκείνη την ημέρα…’.

 

Οι ιδιοκτήτες φυτειών, έτσι, προέβαιναν σε εισαγωγή μεγάλου αριθμού δούλων να  καλλιεργήσουν τον καπνό, να ξεράνουν τα φύλλα του, να τα πακετάρουν για να μπορούν να μεταφερθούν στη συνέχεια στην αγορά, αλλά όταν οι τιμές έπεσαν στα μέσα του 17ου αιώνα, μερικοί καλλιεργητές στράφηκαν προς την παραγωγή ρυζιού και ζαχαροκάλαμου. Ένας μεγάλος, όμως, αριθμός από τους πρώτους αποίκους στην Αμερική εργαζόταν ήδη στην παραγωγή βαμβακιού. Έκαναν όλες τις αγροτικές δουλειές που απαιτούσε το συγκεκριμένο προϊόν, το καλλιεργούσαν το μάζευαν, αφαιρούσαν τους σπόρους από το λευκό χνούδι, και τελικά το πακετάριζαν, δηλαδή μια πολύ απαιτητική σειρά ενεργειών. Ως εκ τούτου, μεγάλος αριθμός σκλάβων είχε αγοραστεί για να κάνει αυτή τη δουλειά στις απέραντες βαμβακοφυτείες, ειδικά  στο Νότο. Ήταν η εποχή όπου μπήκαν στην παραγωγική δραστηριότητα οι εκκοκκιστικές μηχανές, το 1793. Αλλά κι αυτές επειδή απαιτούσαν την παρουσία ολοένα και περισσότερων εργατών σκλάβων. Για παράδειγμα, το 1803 μόνο, πάνω από 20.000 σκλάβοι  αγοράστηκαν στη Γεωργία και Νότια Καρολίνα για να εργαστούν στις φυτείες του βαμβακιού. Μεγάλο μέρος αυτού του προϊόντος, έπαιρνε την άγουσα για τη Μεγάλη Βρεττανία. Γύρω στο 1850, η Αμερική μπορούσε να  παράγει 3.000.000 μπάλες βαμβακιού και η εν λόγω βιομηχανία είχε γίνει ένα ζωτικό στοιχείο της οικονομίας του Αμερικανικού Νότου.

Η καλλιέργεια ρυζιού, επίσης, εξελίχτηκε σε σημαντική δραστηριότητα  στην Αμερική κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα. Τόσο στη Βόρεια όσο και στη Νότια  Καρολίνα, έγινε η κύρια πηγή αγρότη εισοδήματος και από τον 19ο αιώνα γίνονταν σημαντικές  καλλιέργειες και στη Βιρτζίνια και τη Γεωργία. Κι εδώ όμως, η καλλιέργειά του απαιτούσε εντατική εργασία με μεγάλο αριθμό εργατών οι οποίοι βέβαια αγοράστηκαν από τα σκλαβοπάζαρα. Οι ίδιοι εργάτες παράλληλα χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των απαραίτητων καναλιών και τάφρων, ώστε να μπορούν να διατηρούν επαρκή αποθέματα νερού.

 

Η φυτεία του James Hopkinson. Νότια Καρολίνα, περ. 1862.

Η φυτεία του James Hopkinson. Νότια Καρολίνα, περ. 1862.

 

Στο 17ο αιώνα, το ζαχαροκάλαμο μεταφέρθηκε στις Βρεττανικές Δυτικές Ινδίες από τη Βραζιλία. Εκείνη την εποχή οι περισσότεροι αγρότες της περιοχής καλλιεργούσαν  και μεγάλωναν βαμβάκι και   καπνό. Ωστόσο, ο ισχυρός ανταγωνισμός από τις αποικίες της Βόρειας Αμερικής σήμαινε ότι οι τιμές σε αυτές τις καλλιέργειες έπεφταν, κι έτσι οι ιδιοκτήτες των μεγάλων φυτειών αποφάσισαν να στραφούν σε καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου. Αναγκαστικά λοιπόν οι ιδιοκτήτες φυτειών έπρεπε να αγοράσουν δούλους γι’ αυτή την συγκεκριμένη εργασία. Τα ζαχαροκάλαμα μεγαλώνουν και καλλιεργούνταν καλύτερα σε  εδάφη   που βρίσκονταν   κοντά στην ακτή όπου το έδαφος ήταν φυσικά κίτρινο και γόνιμο.

Ο James Ramsay, ένας γιατρός που εργάστηκε για αρκετές φυτείες ζάχαρης στο Σεντ Κιτς, σοκαρίστηκε από τον τρόπο που αντιμετωπίζονταν οι σκλάβοι από τους επόπτες  των ιδιοκτητών των φυτειών. Αργότερα στο σχετικό με την αντιμετώπιση των σκλάβων σε αυτές τις φυτείες, βιβλίο του,  ‘Essay on the Treatment and Conversion of African Slaves in the British Sugar Colonies’ (1784), θυμόταν, ‘…στις τέσσερις η ώρα το πρωί, χτυπούσαν τα κουδούνια στις  φυτείες  καλώντας τους σκλάβους να πάνε στις φυτείες… Περίπου στις εννέα έχουν μισή ώρα για πρωινό, το οποίο και πάλι παίρνουν εκεί. Μετά πέφτουν πάλι στη δουλειά κι εργάζονται μέχρι τις έντεκα ή το μεσημέρι. Το κουδούνι  χτυπάει κι οι σκλάβοι διασκορπίζονται στη γειτονιά για να μαζέψουν χόρτο για τα άλογα και τα βοοειδή (και να προετοιμάσουν και να φάνε το δικό τους γεύμα) … Στις δύο η ώρα, το κουδούνι τους καλεί να παραδώσουν στο χόρτο τους και να εργαστούν στα χωράφια … Περίπου μισή ώρα πριν από το ηλιοβασίλεμα, του ζητείται και πάλι  να μαζέψουν χόρτο, περίπου στις επτά η ώρα το βράδυ ή αργότερα ανάλογα με την εποχή, και να παραδώσουν το γρασίδι όπως και πριν. Οι σκλάβοι τότε αφήνονται ελεύθεροι για να επιστρέψουν στις καλύβες τους, να μαζέψουν χόρτα ή ξερή κοπριά απ’ τις αγελάδες και για να προετοιμάσουν το δείπνο και το πρωινό γι αύριο. Πηγαίνουν για ύπνο γύρω στα μεσάνυχτα’.

Οι πρώτοι έποικοι στην Αμερική εισήγαγαν  ζάχαρη από τα ζαχαροκάλαμα των  Βρεττανικών  Δυτικών Ινδιών.  Ωστόσο, μετά το 1803, έτος κατά το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες αγόρασαν το έδαφος της Λουιζιάνα από τη Γαλλία, οι ιδιοκτήτες των φυτειών άρχισε να καλλιεργούν το ζαχαροκάλαμο. Αυτή, όμως, η καλλιέργεια απαιτούσε επίσης εντατική εργασία και μεγάλο αριθμό σκλάβων οι οποίοι βέβαια αγοράστηκαν για να κάνουν αυτό το έργο. Τα συνθλιμμένα καλάμια από το ζαχαροκάλαμο χρησιμοποιούνταν  για  καύσιμα, μελάσα και οπωσδήποτε ως βάση για το ρούμι. Η συγκεκριμένη βιομηχανία είδε γρήγορη ανάπτυξη και από το 1830 η Νέα Ορλεάνη είχε το μεγαλύτερο διυλιστήριο ζάχαρης στον κόσμο, με ετήσια δυναμικότητα 6.000 τόνους.

Ο Francis Fredric ήταν σκλάβος που εργαζόταν σε μια φυτεία ζάχαρης στο Maysville του Κεντάκυ. ‘… Όταν φτάσαμε εκεί, βρήκαμε μεγάλες ακαλλιέργητες εκτάσεις που ανήκαν στο αγρόκτημα … Οι γειτονικοί ιδιοκτήτες ήρθαν  και έδειξαν στον  αφέντη μου πώς να διαχειριστεί τη νέα περιουσία του. Είπαν στους δούλους πώς να αξιοποιήσουν το ζαχαροκάλαμο για να αφήνουν το υγρό να τρέχει έξω, και να το βράσουν, έτσι ώστε να πάρουν τη ζάχαρη από αυτό. Οι σκλάβοι έχτισαν   πάρα πολλές καλύβες για τον κύριό μου, γιατί στο επόμενο σκλαβοπάζαρο  σκοπεύει να αγοράσει  περισσότερους σκλάβους’.

 

Σχετική Βιβλιογραφία

 

  • Henry Clay Bruce: The New Man: Twenty-Nine Years a Slave. Twenty-nine years a free man. York, Pa.: P. Anstadt & Sons, 1895.
  • Gad Heuman, James Walvin: Origins and Development of Slavery in the Americas. Routledge.  2003.
  • James Ramsay: Essay on the Treatment and Conversion of African Slaves in the British Sugar Colonies. 1784.

 

skl_6

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top