Fractal

Η πραγματική πολυτέλεια του Χρόνου

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

proskeklimenoiPièrre Assouline «Οι προσκελημένοι», Μετάφραση: Ρίτα Κολαϊτη, εκδ. Πόλις, σελ. 196

 

«Υπάρχουν άνθρωποι που η ευτυχία των άλλων τους πληγώνει. Δεν τους αρκεί να ζουν ανάμεσα στους ευτυχισμένους του κόσμου. Γι αυτούς, η ολοκληρωμένη απόλαυση απαιτεί αποκλειστικότητα .»

Την «καταστροφή» στο αριστοκρατικό παρισινό σαλόνι της μαντάμ ντυ Βιβιέ απέτρεψε η αραβικής καταγωγής οικιακή βοηθός της, Σόνια, που αποτέλεσε το δέκατο τέταρτο μέλος στο πολύ φροντισμένο δείπνο, προς τιμήν (επί της ουσίας και χωρίς να γίνει αντιληπτό από τους υπόλοιπους) του πλούσιου Καναδού Ζώρζ Μπανόν, εν δυνάμει επενδυτή- συνεργάτη, του συζύγου της.

«Ένα δείπνο στο Παρίσι είναι καθαυτό μια γαλλική κωμωδία»

Με αφορμή αυτό το δείπνο και τούς «εκλεκτούς» καλεσμένους – μέλη της σύγχρονης μπουρζουαζίας της Γαλλίας, ο Πιέρ Ασουλίν σχολιάζει με κομψή ειρωνεία τα διαχρονικά – πάντα επίκαιρα κοινωνικά προβλήματα, μέσα από τις συμπεριφορές των προσκεκλημένων και των «προσκεκλημένων» (αυτών που η Γαλλία έγινε πατρίδα τους και η γαλλική γλώσσα, γλώσσα τους) στην αριστοκρατική οδό Λα Καζ, αόρατο, πλην αδιαπέραστο σύνορο – τερματικό σταθμό της Γαλλικής Επανάστασης.

Σκιαγραφεί με λεπτομέρεια και βιτριολικό χιούμορ τα πρόσωπα, μέσα από τα προσωπεία των προσκεκλημένων, διεισδύει στον εσωτερικό τους κόσμο, ειρωνεύεται την επιτήδευση, αποκαλύπτει τη δολιότητα και τη μοχθηρία, που προσπαθούν να καλυφθούν πίσω από την ψεύτικη, ποζάτη κοσμική τους εικόνα, καταγγέλλει τον υφέρποντα ρατσισμό, ξεγυμνώνει τα πάθη τους.

Η κυρία Ντυ Βιβιέ είχε την πεποίθηση ότι «το τυχαίο αποτελεί την πρόνοια των αδύναμων», και μετέτρεπε ένα απλό δείπνο σε ιεροτελεστία, ώστε από την επομένη κιόλας να αποτελούσε αντικείμενο διθυραμβικών εγκωμίων.

Πρώτος κατέφθασε ο καλλιεργημένος Στανισλάς Σεβιλιάνο, ακολουθούμενος από τον πάντα αφηρημένο Υμπέρ ντ΄Α., που δεν ήταν στη λίστα των προσκεκλημένων. Ακολούθησε «η- αυτού- εξοχότης» ο Αλεξάντρ, (τίτλος δηκτικά τονισμένος μετά την υποβάθμισή του στο Και ντ΄Ορσαί) και η σύζυγός του Μαρί- Ντό που αντιμετώπιζε καλύτερα την κοινωνική υποβάθμιση, εξαιτίας της αριστοκρατικής της παιδείας δεν στερείτο όμως βαναυσότητας και υπέρμετρης υπεροψίας, στοιχεία του χαρακτήρα της που αποχωριζόταν μόνο όταν ήθελε να ικανοποιήσει το προσωπικό της βίτσιο. Ένα ταιριαστό ζευγάρι προστέθηκε στην ομήγυρη, οι νεότεροι της βραδιάς, Ερβάν και Συμπίλ Κοστιέρ, λάτρεις του χρήματος απολύτως συμπλέοντες, σε αντίθεση με τους προηγούμενους.

Η οικιακή βοηθός Σόνια παρατήρησε το έντονο βλέμμα του Στανισλάς επάνω της, χωρίς να βάζει στο νου της «μία αναζωπύρωση μιας πρόχειρα θαμμένης αμφιφυλοφιλίας».

Ένα ακόμη ζευγάρι έκανε την είσοδό του, ο μαίτρ Αντριέν ντε Σατλάρ με την εύθραυστη σύζυγό του Κριστίνα, (μία αέρινη προσωπικότητα, η οποία τούς έκρινε παρά τούς κοίταζε) και μαζί τους ο επίτιμος προσκεκλημένος Ζώρζ Μπανόν. Το ζεύγος Λε Σατλάρ στον αντίποδα των Κοστιέρ. Δεν θα μπορούσαν να είναι πιο αταίριαστοι.

Τελευταίοι προσκεκλημένοι το ζεύγος Νταντιέ, ακολουθούμενο από την απρόσκλητη Ζοζεφίν, στέλεχος των μίντια, που είχε μυστικά πληροφορηθεί την άφιξη του Μπανόν και ήθελε διακαώς να τον γνωρίσει.

Καθώς ο Υμπέρ ντ΄Α θυμήθηκε ότι ήταν προσκεκλημένος σε άλλο όροφο του μεγάρου, αποχώρησε. Η κυρία ντυ Βιβιέ αντιλήφθηκε έντρομη ότι θα καθόταν 13 στο τραπέζι.

Η Σόνια, που αποτέλεσε τη λύση στο πρόβλημα, απαντώντας σε αδιάκριτες ερωτήσεις δηλώθηκε με την πραγματική της ταυτότητα ως Ουμελκχεϊρ, με αποτέλεσμα να γίνει αντικείμενο ειρωνικών βλεμμάτων, σχολίων και μορφασμών από τους αναγκαστικούς συνδαιτημόνες της. Διατυπώνονται έντονα ρατσιστικά σχόλια, παρά την παρουσία του επίσης αλλοδαπού σεφ Οτμάν, που εκτελούσε χρέη σερβιτόρου, ακόμη και όταν η Σόνια – Ουμελκχεϊρ αποκαλύπτει ότι είναι φοιτήτρια της Σορβόννης και εργάζεται ως υπηρέτρια για να ανταπεξέρχεται στα έξοδα σπουδών της. Δεν πτοήθηκε ούτε καν η κυρία που αγνοούσε που ακριβώς βρίσκεται η Σορβόννη (το αντιλήφθηκε με σημείο αναφοράς ένα κατάστημα πολυτελείας).

«Μερικές φορές όταν αλληλοκοιτάζονται έχουν νύχια στην άκρη των ματιών», δηλώνει ο Στανισλάς για τις κυρίες τις συντροφιάς, ενώ αντίθετα η Κριστίνα λε Σατλάρ διαβεβαιώνει την Σόνια:

«Ξεχωριστά ο καθένας τους είναι άνθρωπος με ποιότητα… Ναι σχεδόν όλοι, σας βεβαιώνω. Μα όταν είναι μαζί μερικές φορές δεν τρώγονται. Άντε να το εξηγήσεις αυτό! Πάνω από δύο, η κοινωνική ζωή γίνεται ένας ανταγωνισμός τού εγώ, όπου η πλειοδοσία αποκαλύπτει ό,τι πιο άσχημο έχει η ψυχή.

Είναι παράξενο …»

Η ρευστότητα της ταυτότητας των ηρώων του με αιτία το χρόνο, τη μνήμη, τον τόπο, τη διάθεση αποτελεί έναυσμα φιλοσοφικών σχολίων.

«- Συλλογιζόμουν πως όλοι θα εξαφανιστούμε από την επιφάνεια της γης και πως δεν θα απομείνει τίποτα από εμάς. Τίποτα. Σαν να μην υπήρξαμε ποτέ.

-Και η μνήμη; Δεν την υπολογίζεις τη μνήμη; Όσο θα υπάρχει κάποιος που θα σε θυμάται, δεν θα έχεις ζήσει μάταια…

– Όχι, πραγματικά. Τι ήμουν λοιπόν και για ποιόν; Πεθαίνουμε αναλογιζόμενοι αυτό. Κι επίσης, τι κρατάμε, τι πετάμε, τι μεταβιβάζουμε σε άλλους;»

Το κρασί, η μεγαλύτερη διάρκεια της σύναξης γίνεται αιτία να παραμεριστούν οι μάσκες, να χαθεί ένα μέρος της αγωνίας του φαίνεσθαι να τεθούν ανθρώπινα ερωτήματα σχετικά με την ύπαρξη και το νόημα της ζωής.

«Όλοι αυτοί οι προνομιούχοι της κοινωνίας, τούς οποίους θα ταξινομούσαμε εύκολα στον κατάλογο με τους ευτυχείς του κόσμου, λες και η ατυχία σταματούσε στο φράκτη του χρήματος και η δυστυχία δεν μπορούσε να τους φθάσει , απολάμβαναν εκείνο το βράδυ μια πολυτέλεια που ούτε καν υποψιαζόταν. Την πραγματική πολυτέλεια . Την πιο περιζήτητη και την πιο απρόσιτη: το χρόνο. […]

Το είδος του στοχασμού που κυριεύει τον άνθρωπο μετά τα πενήντα, όταν αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση, όταν το τικ τακ του φονικού μηχανισμού είναι μετρονομικός πόνος και τα λεπτά που άλλοτε θεωρούνταν χαμένα, στο εξής γίνονται βίαια αντιληπτά ότι σπαταλήθηκαν. Δεν θα ανακτηθούν ποτέ πια».

Ο Ασουλίν αναφέρεται συχνά στην Ιστορία, σε ρήσεις μεγάλων λογοτεχνών και ποιητών, και ιδιαίτερα σε κινηματογραφικές ταινίες αξιόλογων σκηνοθετών. Παραλληλίζει τις σκηνές που εκτυλίσσονται στη διάρκεια του δείπνου με αντίστοιχες δικές τους, σχολιάζει κάθε λόγο και κίνηση των παρευρισκομένων με ιδιαίτερη εμβρίθεια, διεισδυτικότητα, σαρκασμό, σατυρική διάθεση. Εμμένει στο ζήτημα της πατρίδας, της γλώσσας, της ρίζας. Το κείμενό του ρέει, η δεξιοτεχνία χρήσης της κάθε λέξης αποκαλύπτει τον απολύτως προσωπικό τρόπο γραφής του.

 

Pierre Assouline

Pierre Assouline

 

Ο Πιερ Ασουλίν γεννήθηκε στην Καζαμπλάνκα το 1953. Είναι σύμβουλος έκδοσης και κριτικός βιβλίου στο μηνιαίο λογοτεχνικό περιοδικό Le Magazine litteraire, αρθρογράφος στο περιοδικό L’Histoire, ραδιοφωνικός παραγωγός στο France-Culture και μέλος της Ακαδημίας Goncourt. Διδάσκει στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού. Διετέλεσε επί χρόνια διευθυντής σύνταξης του περιοδικού για τα βιβλία Lire. Έχει συνεργαστεί επίσης με την εφημερίδα Le Monde και το περιοδικό Le Nouvel Observateur. Το blog του La Republique des livres είναι ιδιαίτερα δημοφιλές.

Έχει εκδώσει πολλά βιβλία, μεταξύ των οποίων βιογραφίες (για τους Ζωρζ Σιμενόν, Γκαστόν Γκαλιμάρ, Ερζέ, Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν, κ.ά.), μυθιστορήματα, έρευνες και συνεντεύξεις. Έχει τιμηθεί, μεταξύ άλλων, με το Βραβείο Δοκιμίου της Γαλλικής Ακαδημίας και το Βραβείο Γαλλικής Γλώσσας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top