Fractal

Οι μνήμες, τα γηρατειά, ο θάνατος

Γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου //

 

 

 

Ποιήματα (1981-2016), Δημήτρης Κονιδάρης, Εκδόσεις Κουκκίδα, 2017, σελ. 92

 

 

Ο Δημήτρης Κονιδάρης (1945), είναι ένας από τους σημαντικότερους Κερκυραίους διανοούμενους, ποιητής, δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας. Συνιδρυτής, συνεκδότης και συνδιευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού Πόρφυρας (μαζί με τον Περικλή Παγκράτη) εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο Οι συζητητές το 1981, ενώ ακολούθησαν οι συλλογές Οικείος το 1984, Ο ήλιος χαμηλώνει το 1987 κι Ο χτύπος της καρδιάς το 2000. Έχοντας εκδώσει μονογραφίες για κερκυραίους καλλιτέχνες-δημιουργούς, μια ανθολογία επτανησιακής ποίησης και μια δεύτερη ανάγνωση-απόδοση στην κοινή ελληνική γλώσσα των Ωδών του Ανδρέα Κάλβου, καθώς και έναν ταξιδιωτικό οδηγό για την Κέρκυρα, πρόσφατα έβγαλε τον συγκεντρωτικό τόμο Ποιήματα, όπου περιλαμβάνονται οι παραπάνω συλλογές και μια ακόμα: η ανέκδοτη Ποιους ρόλους… του 2016.

Ευθύς εξαρχής ο αναγνώστης διαπιστώνει πως ο Δημήτρης Κονιδάρης είναι ένας μοντέρνος ποιητής. Τα ποιήματά του είναι κάπως ερμητικά, στην ουσία όμως μπορούν να ερμηνευτούν –με κάποια δυσκολία– και να αναλυθούν ως προς τις προθέσεις του. Οι στίχοι «Ίσως αύριο να με μεμφθούν/Που δεν θα ’χω πατήσει επί πτωμάτων/συζητητών», που αποτελούν το μότο στην συλλογή Οι συζητητές, την αφιερωμένη στην σύζυγό του Μαυρέττα, μπορούν να γίνουν το κλειδί για την κατανόηση όλων των ποιημάτων του.

Ας δούμε το πρώτο μέρος του πρώτου ποιήματος  που επιγράφεται «Έλξη»:

 

Παράλληλα είχε μιαν/ άνεση/ μιαν ευκολία να ελκύει,/ μιαν ικανότητα να πείθει ίσως,/ όμως το εξαίσιο τούτο χάρισμα/ πολλές φορές το τράβηξε από τα μαλλιά.

 

Ένα από τα πρώτα ποιήματα «Ο αποχωρισμός» (και αρκετά από τα επόμενα), συνδέεται με το θάνατο, οπότε μπορούμε να συμπεράνουμε πως ο ποιητής προβληματίζεται ή  κατατρύχεται από τον θάνατο ή την ιδέα του θανάτου:

 

Μη προσπαθείτε/ να τον εμποδίσετε./ Κατανοείστε/ την κλίση του πεθαμένου/ προς τον θάνατο.

Συχνά ο ποιητής χρησιμοποιεί τη μνήμη για να μιλήσει με λεπτομέρειες για πράγματα που τον απασχολούν ή που τον ενδιέφεραν κάποτε. Αυτό κάνει και στο ποίημα «Η αρρώστια»:

 

Σε γνώρισα σαν να σουν βρύση,/ προοδευτικά αρρώστησες κι έγινες ολιγοστάλακτος,/ τα βράδια στέρευες οριστικά […]

Ύστερα ξαναγύρισαν να βρούμε  τα ζητούμενα/ κι εσύ αναμόχλευες πικρά τον ύπνο σου/(στην παρακείμενη σιωπή)/ που θα σ’ ευεργετούσε.

 

Η εμμονή με τον θάνατο συνεχίζεται και σε άλλες συλλογές. Διαβάζουμε στο ποίημα «Όνειρο»:

 

Δεν είν’ αυτός αλλά ένας άλλος/ τις σπάνιες εκείνες στιγμές/ τόσο σπάνιες όσο κι εκείνες/ όπου οι νεκροί/ διακόπτουν τους αιώνες τους/ και μπαίνουν ξαφνικά σε οθόνες ονείρων)

   

 

Ασφαλώς από τα Ποιήματα του Δημήτρη Κονιδάρη δεν λείπουν και οι ερωτικοί στίχοι, στίχοι τολμηροί που παραπέμπουν όχι στα αισθήματα αλλά στο σώμα και τις εντυπώσεις που προκαλεί. Ιδού τι διαβάζουμε στο «Καλόηχοι μηροί»:

 

Τα μάτια μου γυρίζουνε σιγά σιγά στο πλάι/ και βλέπουν τους μηρούς σου/ να κοιμούνται στη λάσπη και στ’ άνθη/ του αγρού./ Μηροί χωρίς υπεροχή/ σαν δύο/ καλόηχες φλογέρες/ που οι ατελείς σωλήνες τους/ απλώνουν βάλσαμο.

 

Ένα από τα πιο ερμητικά, τα πιο δυσπρόσιτα ποιήματα, είναι και το «Για να μεγαλώσει ένα ποίημα», όπου ο ποιητής προσπαθεί να μας εμπλέξει στους στοχασμούς του, αλλά εμείς, οι αναγνώστες του, δεν καταφέρνουμε να το αποκρυπτογραφήσουμε:

 

Η περίοδος πέρασε μ’ ανεξήγητα πάθη/ και τυφλές παρορμήσεις./ Σπάνιας ευφροσύνης παρένθεση,/που την πέταξες στους χοίρους/ κι όταν θα χρειαστείς τροφοδοσία/ θα καταφύγεις σε εικονικά παγώνια.

 

Πρέπει να αναφερθεί πως ορισμένα ποιήματα, όχι πολλά, είναι αφιερωμένα σε κερκυραίους (και μη) ποιητές και καλλιτέχνες: τους Σωτήρη Τριβυζά, Τάσο Κόρφη, Ιάσονα Δεπούντη, Γ.Ξ.Στογιανίδη, Σπύρο Αλαμάνο, Δημήτρη Σουρβίνο.

Κλείνοντας τούτο το σύντομο σημείωμα, θα διατυπώσουμε μια διαπίστωση, καθόλου παράξενη ή απρόσμενη: ο ποιητής νιώθει πίκρα ή  απογοήτευση για τα γηρατειά, τα δικά του και των άλλων. Στο τελευταίο ποίημα, το «Έλλειψη γνώσης», αυτό είναι εμφανέστατο:

 

Γέροντας πια,/ πέφτω συχνά σε αναταράξεις/ και σε θύελλες/ και δεν γνωρίζω πια/να χειριστώ καλά/ τους τρόπους προφύλαξης/ (ιδίως την προφύλαξη/δια των περιπτύξεων).

 

Σίγουρα, τα ποιήματα της συλλογής είναι πολύ λίγα για μια περίοδο 35 χρόνων, ωστόσο αποτελούν το απαύγασμα της σκέψης και των αισθημάτων ενός διανοούμενου, ο οποίος ανδρώθηκε και ωρίμασε χωρίς να χάσει τίποτα από την αρχική του προβληματική –ίσως δεν χρειάστηκε να γράψει περισσότερα για να μας δώσει το στίγμα του: ουκ εν τω πολλώ το ευ.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top