Fractal

Όμπρεν Ρίστις – «Οι αυριανοί βάρβαροι» [15 ποιήματα]

Μετάφραση- Ανθολόγηση: Παναγιώτης Ασημόπουλος // *

 

 

ristic1

 

«Ο Κύριος είναι μεγάλος ποιητής»

 

Ακόμα και οι λύκοι απόψε ούρλιαζαν

κάπου στο όρος Τρέσιμπαμπα[1]

Και η νύχτα μόνο που δε δαγκώνει

Τόση πολλή βροχή χύθηκε.

 

Σαν να μιλάει ο Κύριος!

Ο Κύριος του πυρός και του ύδατος!

 

Ολάκερος ο αιώνας κατέβηκε σε αδύναμους ώμους

Αιώνας λυκόσκυλο, αιώνας του ανικανοποίητου

Αλλά καθετί που έχει πρόσωπο, παρουσιάζει και δεύτερη πλευρά

Εκτός αυτού υπάρχει και αλλιώτικο ποίημα

 

Αυτή η ζωή ή τούτη η στιγμή είναι δαμασμένη

Στις πυκνές ομίχλες του Αίμου

Οδυρμός στον υποβόσκοντα φόβο

Αψεγάδιαστο μοντέλο απαράμιλλου δεξιοτέχνη

 

Ο Κύριος είναι μεγάλος ποιητής

Γραμμένο είναι στο Βιβλίο της αλήθειας!

 

 

«Νύχτα μακρά,  πολύ μακρά»

 

Μας κατεβάζουν σε μακρά νύκτα!

 

Τα πάτρια δάση είναι πίσω μας

και ολοένα πιο μυστηριώδη.

 

Ο παππούς βύθισε το κεφάλι κάτω από το βραχίονα

στην  ανατολή της Σερβίας

στην πιο ψηλή αετοφωλιά.

 

Να, ήδη τόσα καλοκαίρια

ο πατέρας και εγώ

σιωπηλά περπατάμε γύρω από την εστία

με το κεφάλι σκυμμένο

και περιμένουμε να εκκολαφθούν

τα νέα αετόπουλα.

 

Η νύχτα της μεγάλης πλάνης

διαρκεί πάρα πολύ.

Τα σκυλιά αλυχτούν,

μα τα κοκόρια ούτε καν δε δίνουν σημεία ζωής.

 

 

«TIMACUM MAIUS[2] – ΤIMACUM MINUS»[3]

 

Στρατηγοί, ιππότες και πολλοί στρατοί,

άτια και ημίονοι φορτωμένοι,

ήμερα κοπάδια και άγρια θηρία

πορεύονται στην αγία οδό

Timacum Maius – Timacum Minus

σαν να ακολουθούν τα χνάρια αποδημητικών πτηνών.

 

Σελώνουμε το άλογο για το Μεγάλο ζουπάνο[4],

εορταστικά τον ετοιμάζουμε με νέα ενδύματα

για νέες εκστρατείες – δεσποτικά.

Τα ακόντια και τις ασπίδες σφυρηλατεί σιδηρουργείο

στην Μπαράνιτσα[5] στην ανατολική Σερβία.

 

Μα ποιος γνωρίζει ποια φορά οι πύργοι κυριεύονται.

Μπροστά στις ανοικτές πύλες της πόλης

αγέρωχοι στο τέλος του αιώνα

στεκόμαστε στην ουρά για τη Θεία Κοινωνία

ή φεύγουμε για μεγάλο πανηγύρι.

 

Οι ποιμένες ευγενικά προσκυνούν

και το κοπάδι στάθηκε σαν να είναι θαμμένο

ανάμεσα στο κάλλος και τη θεία γαλήνη.

Εκεί πρέπει να κτίσουμε εκκλησία!

 

Ζουπάνε, καιρός είναι για μοναστήρι!

 

ristic2

 

«Πριν από την αναχώρηση»

 

Ήδη εκατό χρόνια στους ώμους

αισθάνομαι όλα τα βάσανα των προγόνων.

Στο σκουπιδότοπο σε αυτό το μέρος των Βαλκανίων

τα χρόνια μας γαλήνια κυλούν και γοργά γερνάμε.

 

Περισσότερο από έναν αιώνα

ο παππούς μου στην τσουκνίδα πλάι στο φράχτη.

Και να, τώρα πριν από την αναχώρηση

από το κιτρινισμένο χαρτί ευλαβικά σχεδιάζει τη μεθόριο.

 

Αντί διαθήκης

προφορική παράδοση τουλάχιστον για δύο βιβλία.

 

Κάτω από το κατώφλι

πολλή ώρα αποχαιρετιέται με τον όφι

και τον παρακαλά να φυλάει το σπίτι.

 

Αιώνες οι γιοι του υπηρετούν τον αφέντη

που κτίζουν ό, τι είναι γκρεμισμένο.

Για μεγάλη θυσία προορίζονται

ήδη όλα του τα εγγόνια είναι κτισμένα.

 

 

«Ο εορτασμός της ημέρας του δήμου»

 

Στο σιδηροδρομικό σταθμό στην πόλη Νις

(ή στο χωριό Αστάποβο[6], ο διάβολος θα το ήξερε!)

κάποιες πόρνες επίμονα κρεμιούνται και φιλούν

τα μετάλλια του παππού.

(ο κόμης Τολστόι κατέβηκε στο λαό)

Τους λέω να πάνε στον αγύριστο!

Δεν είναι άξιοι για τίποτα, μα ο παππούς μου

νεαρός από τη Σρεμ[7] δεν είναι πια κομμουνιστής.

Ενώ τον βγάζω από το νοσοκομείο

κάποιοι σημαντικοί άνθρωποι βλοσυρά με κοιτάζουν

και όλα τα θυμούνται.

Ο παπάς μας μόνος και άγιος στην πρώτη σειρά

η δεύτερη σειρά είναι κενή

και στην τρίτη οι τοπικοί πολιτικοί

αξιοπρεπείς και οι μεγάλες κυρίες με τους κότσους.

Η χορωδία της πόλης εκτελεί πανηγυρικά τον Μοκράνιατς[8].

 

 

«Συγκρότηση νέας δημοτικής αρχής»

 

Μακριά στην ανατολή, στη Σερβία, ίσως

όπως σε κάθε γκρίζο νησί

πάλι διαβάζω Γιεσένιν[9], Πούσκιν[10]

και το θρησκόληπτο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι[11].

 

Αχ! οι Ρώσοι μάρτυρες!

Αχ! οι Ρώσοι συγγραφείς, οι μεγαλύτεροι στον κόσμο!

 

Στο νοσοκομείο της πόλης φωνάζει ο παππούς μου

και το μεταχειρισμένο ογδοντάχρονο πέος

προσφέρει

για να του βάλουν το σωληνάκι και τη σακούλα για τα ούρα.

 

Βρεγμένα είναι,

παντού φανταστικά!

 

Στην αίθουσα τελετών του Δήμου

στο τέλος αυτού του καλοκαιριού με όλες τις τιμές

ο λαός θέτει τη νέα εξουσία της πόλης.

 

Αχ! ο σερβικός λαός!

Αχ! ο σερβικός λαός!

 

ristic3

 

«Στον πίνακα του Ντράγκοσλαβ Ζίβκοβιτς[12]»

 

Τι μας ζεσταίνει σε αυτές εδώ τις περιοχές,

Κύριε;

 

Και μετά από τον Πρίγκιπα, σε ποιο καντάρι μετράμε

αν δεν είμαστε μαζί Σου;

 

Περίεργοι είναι οι χειμώνες στα μέρη μας.

Με τον πάγο των δέσμιων γλωσσών μας, με τα δύο Τίμοκ

μέχρι τον Αίμο μέσα στον εαυτό μας συρθήκαμε,

σχεδόν τη σκιά μας να δαγκώνουμε

με την περίεργη ματιά των μικρών αγοριών –

από το μπαλκόνι στον πίνακα

του Ντράγκοσλαβ Ζίβκοβιτς.

 

Διαβάζοντας τις άγιες βιογραφίες

ο καλλιτέχνης περιμένει με τις πρώτες λειτουργίες

να διαβεί τον ποταμό.

 

 

«Η χύτευση του ποιήματος»

 

Στο Ράντε Τόμιτς

 

Πράγματι η σοφία είναι απαραίτητη

Σε αυτές τις ημέρες

Όταν αναλογίζομαι ψάχνοντας λέξεις

Με τις οποίες θα έχυνα το στίχο.

 

Ξανά επιστρέφω στον άγιο πατέρα Νικόλαο

Και σκέφτομαι αυτούς

Που αν και αμαθείς έγιναν

Στους άλλους δάσκαλοι

Φαίνεται ότι αυτό θα είναι το πεπρωμένο μας

Όλα αυτά τα χρόνια

Που φάγαμε στην ένδεια

Και χορτασμένοι φτάσαμε πάλι στην ίδια αρχή.

 

Σαν το πτηνό που ισχυροί

Μάδησαν τα φτερά

Σαν τον τυφλό νυκτοβάτη

Που χτυπά στα τοιχώματα της σπηλιάς.

 

Και πώς χυτεύτηκε η καμπάνα

Στην εκκλησία μας

Μιλούν τα άγια βιβλία και οι σπάνιοι μοναχοί

Και η χύτευση του ποιήματος!

 

Και τη χύτευση του ποιήματος

την ξέρουν οι ποιητές στους οποίους είναι αφιερωμένο με τιμή!

 

«Οι σκύλοι αλυχτούν»

 

Ακόμα ένα γράμμα από τη Σερβία,

φθινόπωρο 1999.

 

Και αυτό το νερό κυλάει!

 

Μάταιος είναι κάθε κόπος

Να καταλάβουμε τουλάχιστον τον ήχο.

Και μαύρα πτηνά σε εμάς προσγειώνονται

Και το τσιμέντο τσιμπούν από τα γεφύρια

Που είναι όλο και λιγότερα.

 

Το φθινόπωρο έφτασε στα μέρη μας

Και από τον ουρανό πέφτουν κεράσια –

ευθεία στο ποτάμι.

 

Αθρόα οι άνθρωποι βγαίνουν στη φύση

Από τον ουρανό συλλέγουν δώρα:

κατάρες, παρανοήσεις, υοσκύαμους και όρκους.

(Φτιάχνουν λεπίδες για τ’ άροτρα, τιθασεύουν τα θεριά).

 

Με τη μέθη ως τη τρέλα όλοι είναι ευτυχισμένοι!

Ούτε ο Μαρξ ο βυρσοδέψης ούτε ο Λένιν ο αιγογδάρτης

Εδώ καλύτερα δε θα τα κατάφερναν.

Και ο γιος της πόρνης;

 

Μα ο γιος της πόρνης…

 

Οι σκύλοι αλυχτούν μέχρι να τρελαθεί κανείς –

πάλι σήμερα μάς λέει ο Γεσένιν!

 

ristic4

 

«Μόνο για τις εορτές»

 

Πρέπει στο έπακρο, στον ανώτατο βαθμό

να καταβάλουμε προσπάθεια να είμαστε αισιόδοξοι

να βρέξουμε την πένα μας, να πετάξουμε όλα τα άλλα

και οπωσδήποτε να γράψουμε, να γράψουμε

να επισκεφτούμε τον κόσμο.

Ω! πόσο θεσπέσιο, σχεδόν ποιητικό είναι

να ουρούμε από την κορυφή του Σινικού Τείχους

μονάχα αυτό είναι ορατό από το διάστημα

και από εκεί να αφεθούμε ανάμεσα στους γέροντες

τους ως συνήθως μπερδεμένους αρκετά,

όταν πρόκειται για την ποίηση.

Κυρίως αυτοί διαχωρίζουν το Σινικό

από τα συνήθη τείχη ή κάποιες πυραμίδες

και τα μεγάλα θαύματα του κόσμου

τους αυτοκράτορες από τους Φαραώ.

Αλλά ο ηγέτης είναι ηγέτης, λένε

και ως χωλοί ανακινούν τις θύμησες από της Σρεμ

και τα άλλα μέτωπα

και τα μετάλλια όμοια φιλούν, όπως τις γυναίκες

και τα φυλούν μόνο για τις εορτές.

 

 

«Καθ’ οδόν για τη Σεβρλίγκ[13]»

 

Ανήμερα του Αγίου Ηλία κάθε χρόνο

μεγάλο πανηγύρι, γαϊτανάκι, διάφορα παιχνίδια

και διασκέδαση, ενώ το τσίρκο, δίχως ημερήσια διάταξη

αδιάκοπα παρά τις προειδοποιήσεις

των διανοουμένων πολύχρωμα αντίσκηνα κάτω στο δρόμο

οι γελωτοποιοί αποξήραναν το ποτάμι

τα βατράχια κοάζουν

οι μάγοι σε καλλιτεχνική σύγχυση

παρακολουθούν τη σκηνή των ανάμικτων ρόλων

πώς και τι θα πουν στο κοινό μπροστά στο Αφεντικό;

εν τω μεταξύ τι θα πουν στους πιθήκους και στα λιοντάρια;

πώς αυτό οι ποιητές θα ονειρευτούν;

τι θα κάνουν οι τυπογράφοι;

τι θα γράφουν οι κριτικοί;

τι θα πει η δασκάλα;

τι θα πουν τα εγγόνια στους παππούδες;

πώς οι μειλίχιες κοπέλες θα τα καταφέρουν εδώ

καθ’ οδόν για τη Σεβρλίγκ;

κάποιο απόβραδο που το χιόνι πέφτει

γράφω αυτό το ποίημα που από εμένα

επίμονα απομακρύνεται, ξεφεύγει από το βιβλίο.

 

 

«Οι αυριανοί βάρβαροι»

 

Αν θα έκτιζα παλάτια και πέτρινους πύργους

Θα έφερνα εδώ αρχαίους μάστορες

Εκείνους τους ξεχασμένους στους περασμένους αιώνες

Εκείνους που είναι οι μόνοι ικανοί τις προθέσεις μου

 

να υποπτευτούν και το σωστό μέτρο, την ορθή γωνία

ανατολής και δύσης του Ηλίου και της Σελήνης σε σχέση

με την αιωνιότητα στον αφρό, ακτίνα την ακτίνα, πέτρα

Πάνω σε πέτρα. Σε αυτούς μονάχα θα ειπωθεί ποιος

 

Και πώς τους μελλοντικούς οικισμούς και τα σπίτια

Τα ουράνια θα κατοικήσουν. Και τίνος είναι η νύφη

Που στα αβυσσαλέα θεμέλια την παρθενία της θα προσφέρει.

 

Γιατί μόνο αυτοί οι κτίστες από τους αρχαίους αιώνες

Τους άγριους ανέμους θα μπορέσουν να καθυποτάξουν και να φέρουν τη νέα ηλιαχτίδα. Τούτοι οι αυριανοί βάρβαροι.

 

 

«Πρωί»

 

Πρωί. Και ο ήλιος εξαπλώνεται απαλά στα

Τρυφερά κύματα της θάλασσας, τα εξαντλημένα μου κόκαλα

Παραδίδω αυτή τη στιγμή σε προϊστορικό όρμο

Με σέρνουν πάνω σε πέτρινα χαμόκλαδα και σπηλιές.

 

Που κάποτε εδώ φιλοξένησαν επιμελείς στρατιώτες

Και τώρα μονάχα αλλήθωρο μάτι μες στα ερείπια και στους θάμνους

Ξαφνιάστηκε, αν και αποκοιμήθηκε εδώ και πολύ καιρό. Τούτη τη στιγμή

Αυτά τα διαλυμένα κόκαλα δε νιώθουν, μα τα σημάδια

 

Της ιστορίας που πάνω τους καθιζάνει

Κείμενο το κείμενο, κόκκος τον κόκκο, σκόνη

Στην πέτρα, στίχος και βιβλίο για τον καιρό η Ανάσα

 

Είναι η κυκλοφορία του αίματος της ζωής υδάτινη δύναμη

Όλα όσα με το χέρι θέλησα, βυθίζονται μες στον οφθαλμό

Αλλά υπάρχει μόνο η ηχώ του παρελθόντος στη μέλλουσα ροή.

 

 

«Η τελευταία ημέρα»

 

Γράμμα Σχέδιο στην άμμο Στα κύματα ήχος

Από μακρινό γαλαξία, από το μυστήριο και τη γαλήνη

Σε κάποια επιστολή το παρελθόν και το μέλλον προστίθενται

Μα σε ποιον η ιστορία για το δόγμα θα ανατεθεί;

 

Η επίγνωση ή η υποψία, μόλις με τις αισθήσεις απελευθερώνονται

Τι λογής ήτανε η τελευταία ημέρα, δίχως πάθος

Θα βεβαιώσουν την πατρίδα μου όποιοι είναι από αυτήν την ομορφιά

Λάμπει στον ορίζοντα και με αυτήν θα ενωθούν.

 

Άραγε αυτό το μάθημα θα έχει τη δύναμη και την ομορφιά ηφαιστείου

Από τη μήτρα, τη δύναμη του νερού από τα σκοτεινά έγκατα

Ή ο τρυφερός ήλιος αυτής της χαριτωμένης ημέρας

 

Προς το ηλιοβασίλεμα θα δηλώσει την αιωνιότητα του Πατρός και του Υιού

Ίσως η πέτρα από το Μοναστήρι του Βασιλείου Όστρογκ με τη λάμψη του εμβρύου του Ευαγγελισμού. Ή θα είναι μόνο μια λέξη στην αρχή.

 

 

«Θαύμα στα βουνά»

 

Στο Σλόμπονταν Στογιαντίνοβιτς

 

Υπέροχο σονέτο σκέφτομαι, αλλά, όχι, όχι, χειμωνιάτικο, λευκό

Στα όρη τα ψηλά μονάχα για το ποίημα δεν είναι στενά

Όσο φυσάει ισχυρός γαρμπής και είναι δεκαπέντε υπό το μηδέν

Εδώ η καλυμμένη από το χιόνι επιθυμία στην καρδιά μετακομίζει

 

Πάντα από το βουνό ουρλιάζουν οι μυθικοί ιππείς

Και στην πατρογονική εστία οι φωτιές φουντώνουν

Εκεί τα κόκαλα θα ζεστάνει η παλιά επιστολή

Από τους ήχους και τις λέξεις στη γλώσσα μεταφέρονται στο κομπολόι.

 

Σοφά και ήπια μιλάνε οι αγρότες στην πατρίδα

Μόλις η ομίχλη κατέβει από τον Αίμο

Σε κουφή εποχή, όταν τα σκυλιά – οι φύλακες  σκίζουν τις αλυσίδες.

 

Η ψυχή στα δόντια, μες σε χαράδρες και γκρεμούς,

Και μόλις με την πρώτη αυγή είναι ορατά τα χνάρια και τα αγρίμια

Στο χιόνι και στο μαντρί: Τι άγρια θηρία μάς επισκέφτηκαν;

 

 

Βιογραφικά σημειώματα

Ο Όμπρεν Ρίστιτς γεννήθηκε το 1960 στη Σεβρλίγκ. Είναι πολυβραβευμένος Σέρβος ποιητής. Οι έντεκα ποιητικές του συλλογές κυκλοφορούν σε λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες στη Σερβία, ενώ έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Είναι ο ιδρυτής της λογοτεχνικής λέσχης «Μπράνκο Μίλκοβιτς» και ο αρχισυντάκτης του περιοδικού «Ανατολή». (E-mail: ristic.obren@gmail.com)

 

Ο Παναγιώτης Ασημόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Είναι πτυχιούχος Κλασικής Φιλολογίας Αθηνών και διδάκτορας Σερβικής γλώσσας. Στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων διδάσκει την Ελληνική γλώσσα μέσω αγγλικών, αραβικών, ρωσικών και σερβικών. Ασχολείται με τη λεξικογραφία, την παγκόσμια λογοτεχνία, τις σλαβικές γλώσσες. (E-mail: asimopoulosp@yahoo.gr)

 

__________________________________

[1] Tresibaba: όρος στη νοτιοανατολική Σερβία ανάμεσα στις πόλεις Svrljig και Knjaževac. Η υψηλότερη κορυφή του είναι η Čukar (826 μέτρα).

[2] Timacum Maius: στην ευρεία περιοχή του χωριού Niševac, στην επαρχία Svrljig βρίσκονται τα ερείπια του εν λόγω μεγάλου ρωμαϊκού οικισμού, της πρώτης στάσης της ρωμαϊκής οδού από τη Ναϊσσό ή Νίσσα προς το Δούναβη.

[3] Timacum Minus: αρχαιολογικός χώρος που βρίσκεται κοντά στο χωριό Ravna, 8 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης Knjazevac στην περιοχή Ζάγιετσαρ της ανατολικής Σερβίας. Είναι το αρχαιότερο στρατιωτικό οχυρό στην περιοχή, χρονολογείται μεταξύ του 1ου και 6ου αιώνα.

[4] ζουπάνος: ανώτατος αξιωματούχος σλαβικού κράτους.

[5] Baranica: σύστημα σπηλαίων τοποθετημένων στο νοτιοανατολικό τμήμα της Σερβίας.

[6] Астапово: χωριό στη Ρωσία, στην περιφέρεια Λίπετσκ που ιδρύθηκε στα μέσα του 17ου αιώνα. Στο σιδηροδρομικό του σταθμό την 7η Νοεμβρίου 1910 αρρώστησε και πέθανε ο Λέων Τολστόι. Το 1918 μετονομάστηκε σε «Λέων Τολστόι».

[7] Διοικητική περιοχή της Σερβίας, στην αυτόνομη περιοχή της Βοϊβοντίνα.

[8] Стеван Стојановић Мокрањац (1856 – 1914): Σέρβος συνθέτης, μουσουργός και μουσικοδιδάσκαλος, ο επονομαζόμενος «πατέρας της σερβικής μουσικής».

[9]  Сергей Александрович Есенин (1895 – 1925): ο Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν ήταν σπουδαίος Ρώσος λυρικός ποιητής.

[10] Александр Сергеевич Пушкин (1799 – 1837): ο Αλεξάντρ Σεργκέεβιτς Πούσκιν θεωρείται ως ο μεγαλύτερος ποιητής της Ρωσίας και ο δημιουργός της νεότερης ρωσικής λογοτεχνίας. Έργα του φιλέλληνα δημιουργού: «Ευγένιος Ονέγκιν», «Ντάμα Πίκα», «Η κόρη του λοχαγού», «Ταξίδι στο Ερζερούμ»

[11] Фёдор Михайлович Достоевский (1821 – 1881): ο Φιόντορ Μιχάιλοβιτς Ντοστογιέφσκι είναι κορυφαίος Ρώσος λογοτέχνης. Έργα του: «Έγκλημα και τιμωρία», «Αδερφοί Καραμαζώφ», «Οι φτωχοί», «Ο σωσίας», «Ο παίκτης».

[12]  Драгослав Живковић (1955): ο Ντράγκοσλαβ Ζίβκοβιτς είναι καταξιωμένος Σέρβος ζωγράφος.

[13] Πόλη στην περιοχή της Νίσαβα, στη νοτιοανατολική Σερβία.

 

Ετικέτες: ,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top