Fractal

Ιστορικό παραμύθι: «Ο τελευταίος αυτοκράτορας»

Γραμμένο από τον Δημήτρη Βαρβαρήγο //

 

«Ο τελευταίος αυτοκράτορας» είναι ελεύθερη απόδοση της ιστορίας του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και η πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, το Μάιο του 1453 μ.Χ.

palaiologos

 

Στο Μυστρά τον Οκτώβρη του 1448 και κάτω από τις ζητωκραυγές του κόσμου στέφθηκε αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Άντρας πολύ αγαπητός στο λαό για τη γενναιότητα και το θάρρος του. Ο νέος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης, ήταν πολύ έξυπνος και δραστήριος, οι ευθύνες δεν τον τρόμαζαν. Ήταν αποφασισμένος να οργανώσει από την αρχή με όλες του τις δυνάμεις τη βασιλεύουσα και να την υπερασπιστεί που κινδύνευε από τις πολεμικές προετοιμασίες του τούρκου σουλτάνου, Μωάμεθ του Β΄, που είχε ένα και μοναδικό όνειρό, να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη.

Αμέσως μετά τη στέψη, χωρίς καθυστέρηση, έφυγε με τους λιγοστούς στρατιώτες του για την Κωνσταντινούπολη. Από τη θάλασσα μπήκε στην πόλη, συνοδευόμενος από ιταλικές γαλέρες. Ο λαός, τον υποδέχτηκε με ανακούφιση. Έλπιζε πως με τη σωστή διοίκηση του νέου αυτοκράτορα το βυζάντιο θα ευημερούσε και πάλι.

Όμως η κατάσταση που επικρατούσε στο εσωτερικό ήταν τραγική. Ο Κωνσταντίνος βρήκε ένα στρατό διαλυμένο κι έναν λαό διχασμένο εξ αιτίας της ένωσης των δύο εκκλησιών. Της χριστιανικής και της καθολικής. Οι τσακωμοί και οι καβγάδες στα καπηλειά, στους δρόμους και τις πλατείες έδιναν κι έπαιρναν μεταξύ των πιστών που είχαν χωριστεί σε δυο ομάδες.

Ο διχασμός αυτός ήταν ότι χειρότερο μπορούσε να συμβεί εκείνες τις κρίσιμες ώρες. Έτσι, ο αυτοκράτορας, συγκέντρωσε το λαό μπροστά στην Αγία Σοφία και του μίλησε. Εξήγησε, πως οι εκκλησίες έπρεπε να ενωθούν, γιατί έτσι μόνο θα τους βοηθούσε ο πάπας στέλνοντας στρατό μέχρι να οργανωθούν τα δικά τους στρατεύματα και η πόλη να σταθεί στα πόδια της και γίνει πάλι ανεξάρτητη.

Ο λαός άκουσε τις συμβουλές του βασιλιά του και μπροστά στην τουρκική απειλή αμέσως μόνιασε.

Αλλά καθώς τα κρατικά θησαυροφυλάκια ήταν άδεια, ο αυτοκράτορας βρέθηκε μπροστά σε άλλο ένα αξεπέραστο πρόβλημα. Οι εκκλησίες για άλλη μια φορά έδωσαν λύση στο πρόβλημα προσφέροντας τους τελευταίους θησαυρούς τους που είχαν απομείνει.

Ο αυτοκράτορας, έφτιαξε ομάδες εργασίες με έμπειρους χτιστάδες και εργάτες και μαζί με όλο το λαό ρίχτηκαν αμέσως στη δουλειά.

Διόρθωσαν τα έξω τείχη που σε πολλές μεριές ήταν κατεστραμμένα κι έτοιμα να καταρρεύσουν ή αλλού που ήταν ήδη γκρεμισμένα από προηγούμενες πολιορκίες των Οθωμανών.

Κατόπιν, έβαλε σιδεράδες να φτιάξουν στα αμόνια τους μια χοντρή αλυσίδα κι έφραξε από τη μια άκρη ως την άλλη τα στενά του Κεράτιου κόλπου εμποδίζοντας τη διέλευση στα εχθρικά πλοία καθώς θα τράκαραν επάνω της και θα τα ακινητοποιούσε.

Εξόπλισε το στρατό με καινούργια όπλα και πολεμικά συστήματα άμυνας. Σπαθιά, ακόντια, τόξα, μεγάλα καζάνια που μέσα τους θα έβραζε μεγάλη ποσότητα πίσσα. Από τα βουνά συγκέντρωσε μεγάλες πέτρες που θα πετούσαν οι στρατιώτες στα κεφάλια των εχθρών σαν θα έφταναν κάτω από τα τείχη.

Όλοι, ακόμη και μικρά παιδιά, γυναίκες και παπάδες βοηθούσαν στη σπορά και τη συγκομιδή σταριού. Γέμισε τις αποθήκες με πολλούς τόνους σιτάρι εξασφαλίζοντας στους στρατιώτες και στο λαό του τροφή για αρκετές μέρες πολιορκίας.

 

palaiol

 

Την ίδια προετοιμασία στα στρατεύματα του έκανε και ο φιλόδοξος Μωάμεθ Β΄, που ήθελε να είναι αυτός κατά τη τούρκικη παράδοση που έλεγε πως, «ο Μεγαλύτερος στρατηγός θα είναι αυτός που θα πάρει την Πόλη».

Αυτό το όνειρο έτρεφε στο μυαλό του και συγκέντρωνε γύρω του τους καλύτερους στρατηγούς και στρατιώτες και τους καλύτερους εφευρέτες και τεχνίτες να του φτιάχνουνε πύργους και πολιορκητικές μηχανές τόσο μεγάλες σε ύψος και πλάτος που ποτέ άλλοτε σε πόλεμο δεν είχαν κατασκευαστεί.

Γνώριζε καλά πως τα τείχη της πόλης ήταν απόρθητα και είχαν σώσει πολλές φορές το Βυζάντιο από την καταστροφή. Γι αυτό προετοίμασε ένα τεράστιο οπλισμό κι ένα ισχυρό πυροβολικό με πολλά κανόνια για να τα γκρεμίσει. Μα το πιο τρομερό όπλο που είχε κατασκευάσει ένας Ούγγρος τεχνίτης για τον Μωάμεθ, ήταν ένα τεράστιο κανόνι που εκτόξευε μεγάλες και βαριές πέτρες ενός τόνου.

Επίσης, ο σουλτάνος, έχτισε ένα φρούριο στο Βόσπορο για να κόψει τα εφόδια που θα έρχονταν στην Κωνσταντινούπολη και ναυπήγησε τετρακόσια καράβια για να σταματήσει την επίθεση των ελλήνων από τη θάλασσα.

Αυτόν το νέο και φιλόδοξο στρατηγό ήθελε η μοίρα να αντιμετωπίσει ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, έχοντας στη διάθεση του μόνο 5000 έλληνες στρατιώτες και 3000 ξένους μισθοφόρους. Το κύριο σώμα των οποίων ήταν Γενουάτες. Αρχηγός τους ήταν ο Ιωάννης Ιουστινιάνης.

Ο αυτοκράτορας ένιωθε μια υπεροχή απέναντι σε όλο αυτό τον αντίπαλο. Έλεγε, πως «τα τείχη είχαν αντέξει σε τόσες επιθέσεις γιατί όχι σε μία ακόμη». Υπολόγιζε και στη στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση. Αλλά περισσότερη δύναμη και αισιοδοξία του έδινε το υγρό πυρ, ένα μείγμα από διάφορες ουσίες που έκαιγε ότι έβρισκε μπροστά του.

Αυτό το υγρό πυρ, ήταν πράγματι το καλύτερο όπλο που είχε στα χέρια του ο Κωνσταντίνος.

Ο Μάρτιος του 1453, τελείωνε και μαζί του τελείωναν και οι τελευταίες εργασίες των βυζαντινών. Μόνο η υπομονή του αυτοκράτορα χανόταν που δεν έβλεπε να έρχονται ενισχύσεις από τη Δύση.

Πάντως κάστρο και στρατός ήτανε έτοιμοι να αντιμετωπίσουνε τον εχθρό.

Χάραζε η 6η Απριλίου και πολλά τρομαγμένα πουλιά φάνηκαν πάνω στον ουρανό της Κωνσταντινούπολης.

Οι καμπάνες χτύπησαν τόσο δυνατά που και ο πιο υπναράς θα ξύπναγε.

Μια περίεργη ανησυχία έπιασε το λαό και άρχισε να βγαίνει από τα σπίτια του και να μαζεύεται στις πλατείες και γύρω από το παλάτι για να μάθει τι συμβαίνει.

Λίγη ώρα μετά λύθηκε ο γρίφος.

Τυμπανισμοί ρυθμικοί άρχισαν να ακούγονται κι όσο πλησίαζαν χαλούσαν τον κόσμο. Όλοι έτρεξαν στα τείχη να δούνε.

Εκεί, επάνω στις πολεμίστρες έστεκε αγέρωχα ο αυτοκράτορας με τη φρουρά. Παρακολουθούσαν τις τούρκικες ορδές να πλησιάζουν μέσα σε ένα πυκνό σύννεφο σκόνης που σηκωνόταν απειλητικά σαν ανεμοστρόβιλος.

Ήταν ένας αμέτρητος στρατός, κάπου στους 250.000 συνολικά πολεμιστές με κανόνια και πολιορκητικές μηχανές και πύργους που τους τραβούσαν άλογα.

Ο Ιουστινιάνης, άξιος στρατηγός και υπερασπιστής της Πόλης, έδωσε αμέσως διαταγές και όλοι οι στρατιώτες πήρανε θέσεις μάχης. Η ώρα περνούσε. Νύχτωνε. Η αγωνία κορυφωνόταν.

Δύο περίπου χιλιόμετρα μακριά από τα τείχη στρατοπέδευσαν οι τούρκοι. Τα τύμπανα δεν σίγησαν. Συνέχιζαν να χτυπάνε σκορπώντας τον όλεθρο που θα έφερνε ο πόλεμος. Μεγάλες φωτιές ανάψανε κάνοντας τη νύχτα μέρα.

Με το ξημέρωμα έπεσε και η πρώτη κανονιά επάνω στο τείχος. Ήταν 12 Απριλίου του 1453. Οι καμπάνες χτύπησαν δυνατά. Η πολιορκία άρχιζε.

Όλη μέρα βαρούσανε τα κανόνια του Μωάμεθ, αλλά το μεγάλο κανόνι ήταν αυτό που σε κάθε βολή πλήγωνε τα τείχη.

Οι μάστορες όπως – όπως έκλειναν τι τρύπες με πέτρες.

Την άλλη μέρα τα κανόνια σίγησαν. Αυτή η ησυχία φαινόταν περίεργη.

Σε λίγο μια επιτροπή τούρκων έφτασε στον αυτοκράτορα. Ο Μωάμεθ ζητούσε την παράδοση της Πόλης. Υποσχόταν πως δεν θα πείραζε τους κατοίκους και τις περιουσίες τους. Για τον ίδιο τον Κωνσταντίνο έταξε, πως αν παράδινε την Πόλη θα τον άφηνε να είναι άρχοντας όπως πριν σε κάποια άλλη πόλη της Ελλάδας.

Δε χρειάστηκε πολύ ώρα να σκεφτεί την απόφαση που έπρεπε να πάρει ο περήφανος αυτοκράτορας και απάντησε.

«Κανενός δεν είναι δικαίωμα η παράδοση της Πόλης απ’ όσους κατοικούν σε αυτήν. Οι έλληνες είναι ήρωες με ανδρεία ψυχή και πάντα είναι πρόθυμοι να χαρίσουν τις ζωές τους για την πατρίδα και την ελευθερία τους».

Η περήφανη απάντηση του Κωνσταντίνου όργισε τον Μωάμεθ και διέταξε να αρχίσει η επίθεση των γενίτσαρων. Σαν λυσσασμένα σκυλιά με αλαλαγμούς και συνθήματα έφτασαν στα τείχη και προσπαθούσαν με πύργους και σκάλες να σκαρφαλώσουνε. Πανδαιμόνιο επικράτησε. Οι τούρκοι στριμώχνονταν δίνοντας την ευκαιρία στους έλληνες να τους αποδεκατίζουν πετώντας στα κεφάλια τους πέτρες, καυτή πίσσα και το υγρό πυρ που τους τσουρούφλιζε. Οι τοξότες δεν χρειαζότανε να σημαδέψουν. Στη τύχη έριχναν τα βέλη τους αφανίζοντας τον εχθρό.

Αργά το βράδυ οι γενίτσαροι υποχώρησαν, αφήνοντας πίσω τους χιλιάδες πτώματα και τους έλληνες εξουθενωμένους και με λιγότερα όπλα και πυρομαχικά.

Πριν οι πολιορκημένοι στρατιώτες ξαποστάσουν και χαρούν τη νίκη τους η Πόλη τραντάχτηκε από τον δυνατό εφιάλτη.

Το μεγάλο κανόνι άρχισε να βομβαρδίζει και να σμπαραλιάζει το ήδη καταστραμμένο εξωτερικό τείχος. Οι έλληνες μη έχοντας άλλες πέτρες μπαλώνανε τις τρύπες με ξύλα και στρώματα από τα κρεβάτια του λαού.

Ούτε λεπτό δε σταμάτησε το κανόνι να βομβαρδίζει. Τα μεγάλα αγκωνάρια του γκρέμιζαν τα τείχη σκοτώνοντας κάθε φορά και κάποιον ήρωα έλληνα.

Το επόμενο πρωί φάνηκε να έχει γκρεμιστεί ένα τμήμα του εξωτειχίου στην πύλη του Αγίου Ρωμανού.

Πράγματι αυτή η σκέψη ήταν μια καλή ευκαιρία. Ο τούρκικος στόλος βρισκόταν αποκομμένος έξω απ’ τον Κεράτιο κόλπο. «Η χοντρή αλυσίδα έκανε καλά τη δουλειά της», σκέφτηκε ο πλοίαρχος Φλαντανελά και για αντιπερισπασμό παρ’ όλο που είχε στη διάθεση του μόνο τέσσερα μικρά καράβια, δρόμωνες, επιτέθηκε με το υγρό πυρ προκαλώντας μεγάλες καταστροφές στα καράβια τους.

Κυριακή 22 Απριλίου, φέρνουν τα άσχημα μαντάτα στο σουλτάνο. Οργισμένος από το πάθημα αυτό ο Μωάμεθ διατάζει να σύρουν το στόλο από τη στεριά. Έκπληκτοι οι έλληνες είδαν την επόμενη μέρα 72 καράβια του εχθρού να πλέουν στον κόλπο και τα τείχη της πόλης να δέχονται επίθεση απ’ όλες τις τουρκικές δυνάμεις.

Οι πολιορκημένοι ήταν αληθινοί ήρωες. 12 Μαΐου είχε φτάσει κι ακόμη άντεχαν την πολιορκία. Ο Κωνσταντίνος με τους έλληνες στρατιώτες και ο Ιουστινιάνης με τους Γενουάτες αντιστέκονταν γενναία. Δύο σφοδρές εφόδους απέκρουσαν μέσα σε τέσσερα μερόνυχτα. Πολεμούσαν ασταμάτητα. Εξουθενωμένοι από την κούραση, τη πείνα και τη δίψα έδιναν τη ψυχή τους στις σκληρές μάχες και κατάφερναν να κρατάνε τον εχθρό έξω από τα τείχη.

Το άσχημο ήταν πως άντρες και πυρομαχικά άρχισαν να λιγοστεύουν. Ο λαός δεν είχε ψωμί να φάει, αλλά η Πόλη δεν έπεφτε.

Στη τρίτη έφοδο την πιο σφοδρή απ’ όλες τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος ο Ιουστινιάνης που ήταν ο αρχηγός και η ψυχή της άμυνας. Αναγκαστικά εγκατέλειψε τη μάχη και με καράβι τον μετέφεραν μακριά από την Κωνσταντινούπολη. Βλέποντας οι ξένοι μισθοφόροι πως δεν είχαν αρχηγό άρχισαν κι αυτοί να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους.

Ο Κωνσταντίνος ήξερε πως έρχεται το τέλος της βυζαντινής αυτοκρατορίας, αφού καμιά βοήθεια μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν έφτανε από τη Δύση. Συγκινημένος και με απλά λόγια μίλησε προς τους έλληνες στρατιώτες και στο λαό.

«Ο άνθρωπος πρέπει να πεθαίνει για τέσσερις αξίες, την πατρίδα, την πίστη, τον ηγεμόνα και την οικογένεια του».

Κατόπιν, ο λαός μαζεύτηκε στην Αγία Σοφία για την τελευταία λειτουργία.

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος για να εμψυχώσει τους στρατιώτες του ανέβηκε στο άλογο του και μπροστά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού αντιστεκόταν με ηρωικό τρόπο. Οι στρατιώτες του τον ακολούθησαν. Πολλούς εχθρούς ξόδευαν τα σπαθιά τους, αλλά οι τούρκοι ήταν αμέτρητοι.

Από τα γκρεμισμένα τείχη αναρριχήθηκαν πολλοί γενίτσαροι. Άλλοι πέρασαν από την Κερκόπορτα, μια μικρή πύλη που είχε καταρρεύσει και βρέθηκαν πίσω από τις θέσεις των λιγοστών υπερασπιστών.

Εκεί μπροστά στην πύλη έπεσε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Και τη στιγμή που ένας αράπης σήκωσε τη χαντζάρα του να του πάρει το κεφάλι, ο βασιλιάς μαρμάρωσε και άγγελος κυρίου τον έκρυψε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη.

Μετά το θάνατο του Παλαιολόγου οι τούρκοι όρμησαν στην Πόλη κι άρχισαν να λεηλατούν και να σκοτώνουν χριστιανούς και να καταστρέφουν τα ελληνικά έργα τέχνης.

Εάλω η πόλις. Η Πόλη έπεσε.

Στα τρομαγμένα μαύρα μάτια τους έσταζαν δάκρυα γεμάτα από ιστορία αιώνων που χανόταν.

Ήταν 29 Μαΐου του 1453.

 

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ο Μαρμαρωμένος βασιλιάς είναι ελεύθερη απόδοση της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης.

1448, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στέφεται αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Ο λαός τον υποδέχτηκε με ανακούφιση. Έλπιζε πως με τη σωστή διοίκηση του νέου αυτοκράτορα το βυζάντιο θα ευημερούσε και πάλι.

Ο Παλαιολόγος, πράγματι οργάνωσε το κράτος κάτω από την απειλή του φιλόδοξου Μωάμεθ β΄, που είχε στόχο να κυριεύσει την Κωνσταντινούπολη.

Με αναρίθμητο και καλά εξοπλισμένο στρατό αρχίζει τις επιθέσεις. Οι λιγοστοί Έλληνες πολεμούν σαν λιοντάρια κι αντέχουν τις απανωτές επιθέσεις.

Στις 29 Μαΐου του 1453, με μαζική επίθεση η Πόλη πέφτει και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος γίνεται ο τελευταίος Αυτοκράτορας.

Δημήτρης Βαρβαρήγος

Δημήτρης Βαρβαρήγος

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top