Fractal

Ο ταξιδιώτης των λέξεων και της λογοτεχνίας

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

taxidiotis«Ο ταξιδιώτης του αιώνα» του Αντρές Νέουμαν, μτφ: Αχιλλέας Κυριακίδης, σελ. 736, Εκδ. Opera

 

Τούτος ο κόσμος δεν είναι το σπίτι μας

Αμπού αλ Κασίμ Φιρντουσί

 

… κι αν κάθε άλλος κόσμος είναι το σπίτι που δεν βρήκαμε; Κι αν ο χρόνος: οι ώρες, οι ημέρες, οι αιώνες είναι λειμώνες και μέσα τους φύονται άνθρωποι, πόλεις, η ανθρώπινη Ιστορία; Εντέλει, κι αν το επινοημένο Βανδεμβούργο του Νέουμαν (κάπου στη Γερμανία, αρχές του 19ου αιώνα αμέσως μετά το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων) δεν είναι τόσο επινοημένο και τόσο… Βανδεμβούργο, αλλά κάθε πόλη που έζησαν άνθρωποι, που ο χρόνος έγινε για λίγο καταληπτός, που μια λανθάνουσα, αλλά απείρως ευκταία, αίσθηση πραγμάτωσης συνέβη σε πραγματικό και φαντασιακό επίπεδο; Τότε, ναι, ο Πέρσης ποιητής Φιρντουσί μπορεί και να έσφαλλε. Το σφάλλειν είναι ποιητικά ανθρώπινο.

Ο Ε.Μ. Φόρστερ ανέκραξε κάποτε: «Ω θεοί, ναι, το μυθιστόρημα πρέπει να αφηγείται μια ιστορία». Ο Νέουμαν το πράττει με μια πλησμονή μαχητική, φορτισμένη, απολαυστική. Το magnus opus του νεαρού Αργεντινο-ισπανού είναι μια κιβωτός ιστοριών, ακόμη και στις στιγμές που τα γεγονότα παραχωρούν τη θέση τους στις ιδέες. Προσοχή, αναγνώστη: εδώ έχουμε τις διαβαθμίσεις ενός μυθιστορήματος που ξέρει να σιωπά, να έρχεται κατά πάνω σου ωσάν χείμαρρος, να σε στροβιλίζει θέλοντας να σε θωπεύσει, να γίνεται αόρατη φραγή και αμυδρή νότα. Δεν είναι ένα μυθιστόρημα, αλλά, ένα έργο που κάθεται στις όχθες του χρόνου.

Μια ημέρα, ο πλάνης μεταφραστής Χανς φτάνει στο Βανδεμβούργο. Μια πόλη ολότελα διαφορετική από τις υπόλοιπες του χάρτη. Ίσως διότι κανείς δεν μπορεί να την βρει εκεί – είναι μια πόλη που μετακινείται, όπου οι δρόμοι της αλλάζουν κατεύθυνση και σχήμα από μέρα σε μέρα, όπου το ρολόι στην κεντρική πλατεία παίζει με τη ροή του χρόνου, όπου κανένας κάτοικός της δεν έφυγε ποτέ. Μαζί του κουβαλάει ένα μπαούλο γεμάτο βιβλία. Δεν έχει σκοπό να μείνει πολύ, ενδεχόμενα να είναι ένας ακόμη σταθμός, ανάμεσα σε τόσους άλλους, στο αδιάπτωτο ταξίδι του. Κι όμως, από μια αγαθή πρόθεση της μοίρας όχι μόνο θα μείνει για καιρό, αλλά θα αφήσει ένα μεγάλο μέρος της καρδιά του στην πόλη. Εκεί θα σχετιστεί με την εκλεκτή Ζοφί, την κόρη ενός εμπόρου, αλλά και μνηστή ενός από τους άρχοντες της πόλης, τον Ρούντι Βίλντερχαους. Η Ζοφί, μια avant la lettre φεμινίστρια, μια γυναίκα που επιθυμεί σφόδρα να ξεφύγει από το δεσμευτικό περιβάλλον του τόπου της και των κοινωνικών συμβάσεων που της έχουν επιβληθεί, διοργανώνει κάθε Παρασκευή ένα φιλολογικό (και όχι μόνο) Σαλόνι με εκλεκτούς συνδαιτυμόνες. Ανάμεσα σε αυτούς θα βρεθεί και ο Χανς και κάπως έτσι θα ανάψει ο σπινθήρας του έρωτά τους. Κόντρα σε όλους και σε όλα. Τη στιγμή που τα στόματά τους μιλούν στον πληθυντικό, τα μάτια τους μιλούν στον ενικό. Φλέγονται ο ένας για τον άλλον. Με όχημα τις λέξεις, τον παλμό της ποίησης, το σφρίγος των κειμένων και των σωμάτων. Οι φιλοσοφικές, φιλολογικές κόντρες του Χανς με τον καθηγητή Μίτερ θα είναι παροιμιώδεις και εξαντλητικές, αλλά απόλυτα λειτουργικές στην ανέλιξη και τις προθέσεις του μυθιστορήματος. Ανάμεσα στον Χανς και τη Ζοφί θα αναπτυχθεί ένα ειδύλλιο που παρά τον κρυφό του χαρακτήρα θα είναι σφοδρό, απόλυτο, έμμονο και ιμερικό. Τη στιγμή που μαζί μεταφράζουν ποιήματα και έργα ξένων συγγραφέων, μαθαίνουν τη γλώσσα του έρωτα πάνω τους. Τι καλύτερος συνδυασμός!

Σε αυτή την πόλη, ο Χανς θα γνωρίσει και έναν πλανόδιο οργανοπαίκτη (και τον σκύλο του, Φραντς), μια ιερατική μορφή που εκ πρώτης όψεως δείχνει λερός και παρατημένος, αλλά στην ουσία κουβαλάει μέσα του μια τρομακτική ενόραση για τα πράγματα αυτού του κόσμου (του όποιου κόσμου), αλλά και μια αισθαντικότητα που χρωματίζει όλες τις σκέψεις, τις έννοιες και τις πράξεις με τις νότες που βγάζει η λατέρνα του. Ζει σε μια σπηλιά, μακριά από τον κόσμο, αλλά στην πραγματικότητα κουβαλάει μέσα του όλους τους ανθρώπους. Ένα άλλο Σαλόνι, πιο υπερβατικό, στήνει κι αυτός στην ταπεινή του οικία και φυσικά ο Χανς μετέχει ως οργανικό μέλος. Μα, ακόμη και ο σκύλος μετέχει σε αυτή τη σύναξη που έχει την αυτάρκεια του ονείρου και την πλήρωση μιας πραγματικότητας άλλης υφής.

 

Andrés Neuman

Andrés Neuman

 

Ο Νέουμαν δίνει μια άλλη εκδοχή/υπόσταση στο «Μαγικό Βουνό», συνομιλεί με τον Χάξλεϋ και με τον Μούζιλ. Αν ο Ροτ έγραψε στο «Εμβατήριο Ραντέτσκυ» για το τέλος του 19ου αιώνα και την αλλαγή του κόσμου, ο Νέουμαν γράφει για το πώς φτάσαμε εκεί. Εντέλει, είναι φανερή η εμπρόθετη στάση του να γράψει ένα «ολικό» μυθιστόρημα, στα πρότυπα των σημαντικών λατινοαμερικανών συγγραφέων, να περπατήσει με τα παπούτσια του Μπόρχες και να συνομιλήσει με το ίδιο το έργο του. Θα έλεγε κανείς πως ο Νέουμαν ακολουθεί τη λογική του Ναμπόκοφ ως προς την ενέλιξη ενός έργου. Είναι ένα μυθιστόρημα που στρέφεται στον εαυτό του γνωρίζοντας πως είναι αυτοαναφορικό. Ναι, αλλά δεν ακκίζεται με τον εαυτό του, τον διερευνά. Είναι ένα μυθιστόρημα που μπορεί να διαβαστεί με δεκάδες διαφορετικούς τρόπους: ως ατόφια ερωτική ιστορία, ως ψευδοιστορική πραγματεία για το πώς ήταν η Ευρώπη και πώς έγινε (με προβολές ακόμη και στο σήμερα), ως φιλοσοφικό απολυτίκιο για την έννοια του χρόνου και το πώς η μνήμη μπορεί να τον αναιρέσει, ως λογοτεχνικό ταξίδι όπου όλες οι λέξεις και όλα τα έργα συνομιλούν μεταξύ τους ανεξάρτητα από τη γλώσσα, την πηγή και το ύφος. Μπορεί να διαβαστεί ως πολιτικό ανάπτυγμα για τις μεγάλες ιδέες που κυριάρχησαν στον 19ο αιώνα, το αίτημα για ένωση του κόσμου και κατάρριψη των συνόρων, για τις νέες τάξεις που θέλησαν να αναζητήσουν την αυταξία τους τη στιγμή που οι παλαιές κάστες επιθυμούσαν τη διατήρηση του κοινωνικού status quo. Έχει ακόμη και αστυνομική χροιά, με έντονα γοτθικά και καφκικά στοιχεία, καθώς στην πόλη εμφανίζεται ένας μασκοφόρος βιαστής που προκαλεί τρόμο στις γυναίκες. Προς στιγμήν θα κατηγορηθεί ο Χανς, ως αλλότριος, αλλά τελικά ο θύτης θα είναι άλλος και θα προκαλέσει πάταγο στη μικρή κοινωνία. Επίσης, δεν γίνεται να αποσιωπηθούν οι θρησκευτικές εκβολές με τον ιερέα της πόλης να καταγράφει τις αμαρτίες του ποίμνιού του.

Ο Νέουμαν είναι κι αυτός ένας πλάνης σαν τον Χανς. Δεν είναι τυχαίο ότι δίνει στον ήρωά του το χάρισμα της μετάφρασης. Διότι στην περίπτωσή του δεν είναι ένα ακόμη επάγγελμα, αλλά η χάρις που δίδεται σε ανθρώπους μιας ιδιαίτερης τάξης. Ο μεταφραστής δεν είναι ένας αποστεγνωμένος λογιστής των λέξεων, αλλά ένας συνδημιουργός, ένας μεταπλαστής, είναι η άγρυπνη συνείδηση του πρωτότυπου κειμένου. Δεν χρειάζονται πολλά παραδείγματα: η δουλειά που έχει κάνει ο Αχιλλέας Κυριακίδης στο μυθιστόρημα του Νέουμαν ξεπερνάει την επαγγελματική ευσυνειδησία και αγγίζει την έννοια της αγάπης για τη λογοτεχνία, την ακμαίας θέλησης να αποδοθούν όπως πρέπει όλοι οι χυμοί ενός βιβλίου που διαθέτει τέτοιους σε πλησμονή. Το γεγονός ότι απευθύνθηκε σε άλλους έλληνες μεταφραστές/συγγραφείς/ποιητές να τον βοηθήσουν στη μεταφορά των ποιημάτων που υπάρχουν μέσα στο μυθιστόρημα, τον καθιστά κι αυτόν έναν ταξιδιώτη των λέξεων. Τις μεταφέρει στο δικό του κασελάκι και τις αποθέτει σε καλά χέρια και κάπως έτσι προχωράει η λογοτεχνία. Ανάμεσα στις λέξεις, μεταξύ των ανθρώπων. Ο Νέουμαν πετυχαίνει διότι πάνω από όλα είναι ένας ιλιγγιώδης αναγνώστης. Ίσως γι’ αυτόν τον αγάπησε το άλλο enfant terrible της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο Ρομπέρτο Μπολάνιο. Πετυχαίνει διότι δημιουργεί το δικό του λογοτεχνικό Φαλανστήριο. Μια αποικία, όχι σοσιαλιστική σαν του Φουριέ, όπου ο τυπωμένος λόγος ανήκει σε όλους. Σε όποιον αιώνα και αν έζησε. Δεν ξέρω αν αυτός ο κόσμος που ζούμε είναι το σπίτι μας. Ο κόσμος του Νέουμαν, πάντως, είναι μια θαυμαστή οικία. Το καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή που θα ανοίξεις την πόρτα της. Ο Νέουμαν πετυχαίνει τελικά διότι δεν στοχάζεται μόνο την Weltliterature (βλ. Παγκόσμια Λογοτεχνία), αλλά την Zeitliteratute (βλ. Λογοτεχνία του Χρόνου). Ητοι: την αχρονία του μέγιστου δημιουργήματος. Την διάσχιση των αιώνων μέσω των λέξεων, των ιδεών και των ανθρώπων που τις φέρουν.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top