Fractal

Διήγημα: “Ο Σωτηράκης”

Της Iωάννας Κορδοπάτη // *

 

 

 

 

Έρχεται προς το μέρος μας με τον ίδιο τρόπο πάντα: Δεν περπατάει με τα πόδια· περπατάει με τα μάτια. Μας εντοπίζει από μακριά. Σταθεροποιεί σε ένα σημείο το βλέμμα του και μέχρι να μας φτάσει, –αυτό το απερίσπαστο απ’ τα συμβαίνοντα γύρω του βλέμμα– καρφώνεται στα μάτια μας όπως η βελόνα της πυξίδας στο Βορρά.

Όταν φτάσει στον προορισμό του ανοίγεται ένα παράθυρο στο πρόσωπο και βγαίνει ένας ήλιος τόσο κίτρινος, τόσο ζεστός, τόσο ζουμερός σαν παιδική ζωγραφιά. Παρουσιάζεται περήφανα μια σειρά από ολόλευκα δόντια. Αναρωτιέμαι μήπως οι καλοί άνθρωποι έχουν αραιά δόντια επειδή δεν χρειάζεται φύλακα η γλώσσα τους!

Τα δόντια του Σωτηράκη δεν είναι και κανένας αξιόπιστος φράκτης! Μοιάζουν περισσότερο με περίφραξη παιδικής χαράς. Σουλατσάρουν εκεί μέσα κάτι άδολες φιλοφρονήσεις, κάτι πορτοκαλί αναμνήσεις από το σχολείο, κάτι προσχολικά πειράγματα και κυρίως ανέκδοτα. Αυτά είναι δύο ειδών: με τους Πόντιους και με τον Τοτό.

Μόλις φτάσει και πριν μιλήσει μας ακουμπάει. Χαϊδεύει τα μαλλιά μας. Από την κορυφή του κεφαλιού μέχρι την άκρη τους. Το χάδι του, δεν είναι ακριβώς χάδι. Η παλάμη του μένει αλύγιστη και ανεβοκατεβαίνει σε όλο το μήκος των μαλλιών μας σαν χάρακας.

Αμέσως μετά προβαίνει σε χαρακτηρισμούς που είναι όλοι και όλοι τρεις: Κάτι μπορεί να είναι ρομαντικό, αεροδυναμικό, ή εξωγήινο!

-«Ωραία μαλλιά έχεις Κ……,» μου -είπε προχτές- «εξωγήινα». Δεν χρησιμοποιεί τα μικρά μας ονόματα. Υπάρχουμε μόνο χάρη στα επίθετα μας. Στο μυαλό του Σωτηράκη συνωστίζονται χιλιάδες ονόματα. Στους καταλόγους του είμαστε καταχωρημένοι κατά τάξη. Θυμάται κάθε μαθητή, κάθε τμήματος, κάθε τάξης, κάθε γυμνασίου για μια περίοδο τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνων!

Αν θυμηθεί, τυχαία, ένα συμμαθητή σου, τότε την πάτησες: θα τους απαριθμήσει όλους. Όλους! Και τους εκατό ή και παραπάνω. Δεν θα ξεχάσει ούτε έναν.

Είμαι ήσυχη και σίγουρη για όλους μας. Κάποιος μας θυμάται. Είμαστε γραμμένοι στους καταλόγους του Σωτήρη. Στο περιφερόμενο ληξιαρχείο της πλατείας.

Ακόμα και αυτοί, οι λίγοι προς το παρόν ανἀμεσά μας, αυτοί οι ταχύτεροι δρομείς που μας άφησαν και τρέχουν τώρα σε άλλες πίστες, υπάρχουν ζώντες στις αλφαβητικές καταστάσεις του Σωτήρη. Ζώντες αδιαπραγμάτευτα!

Το κεφάλι του Σωτήρη είναι ολόλευκο πια. Όμως το πρόσωπο του είναι ακύμαντο. Ούτε μια μικρή χαρακιά. Ούτε ένα συννεφάκι δεν υπάρχει πάνω του. Μόνο τα πολύ έντονα κόκκινα ζυγωματικά το στολίζουν. Αυτά που τα φιλούσαμε όταν ήμασταν μικροί και εκείνος διαμαρτυρόταν, έκανε πως δεν ήθελε: «Θα με κατσιάσετε, πάει χάθηκε η ομορφιά μου».

Τώρα τελευταία, τα χαλάσαμε λιγάκι. Επειδή μπαίνει σε κάθε καφετέρια και έχει παντού μόνο φίλους, όλοι τον κερνούν το αγαπημένο του: «πορτοκαλάδα με το καλαμάκι, χωρίς ανθρακικό» και έτσι το ζάκχαρό του σήκωσε κεφάλι.

-«Γιατί είσαι τσιγκούνα; Δουλεύεις δεν δουλεύεις»;

-«Τέρμα οι πορτοκαλάδες Σωτήρη. Μήπως θέλεις καφέ»;

-«Για καφέ είμαστε μικροί»!

Τον έβλεπα να φεύγει. Κοιτώντας τον από πίσω, έχει άλλη ηλικία. Πολύ μεγαλύτερη απ’ την πραγματική μας. Απομακρυνόταν αργά με βήματα που σέρνονταν. Όταν έφτασε στην πόρτα γύρισε να με συγχωρήσει για την … τσιγκουνιά μου. Ξεδιπλώθηκε με μιας ένα τεράστιο χαμόγελο.

 

 

* H Ιωάννα Κορδοπάτη γεννήθηκε στη Θήβα που θα ήταν απλώς και μόνο μια επαρχιακή πόλη, αν δεν ήταν η γη του μύθου.

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top