Fractal

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο «λαϊκισμός»

Γράφει ο Αλέξανδρος Παναγόπουλος  //

 

Populism-7-620x375

 

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών, η ρητορική που χρησιμοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κατηγορηθεί ανοιχτά από τους πολιτικούς και ιδεολογικούς του αντιπάλους ως ακραιφνώς λαϊκιστική, κυρίως σε ό,τι αφορά τις προθέσεις επανόρθωσης των κατάφωρων αδικιών, που υπέστη η πλατιά μάζα των Ελλήνων στο όνομα τής αναγκαίας προώθησης δομικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα.

 

Το ίδιο ακριβώς συνέβη και κατά την προεκλογική περίοδο αλλά και μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Σχεδόν σε κάθε δημόσια τοποθέτηση στελεχών του – όπως και του, πρωθυπουργού πλέον, προέδρου του – τα μέτρα που εξαγγέλονται στην κατεύθυνση ανακούφισης τού ασύμμετρα και δυσανάλογα κατανεμημένου κόστους τής κρίσης, χαρακτηρίζονται λαϊκιστικά.

Είναι στους περισσότερους γνωστό ότι η έννοια του λαϊκισμού φέρει εγγενώς αρνητική σημασιοδότηση. Ότι παραπέμπει σε παθογένεια, σε φαινόμενο που υποδηλώνει εκμετάλλευση, χειραγώγηση, δημαγωγία, προπαγάνδα. Ότι πρόκειται για πρακτική που δηλητηριάζει την πολιτική ζωή και υπονομεύει τη δημοκρατία συσκοτίζοντας την κατανόηση των πολιτικών, οικονομικών και κονωνικών αλλαγών ή εξελίξεων και απομακρύνοντας τους πολίτες από την κριτική σκέψη. Στο πλαίσιο αυτό, το πολιτικό πρόγραμμα τού ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίστηκε – στην καλύτερη περίπτωση – με απορριπτική διάθεση ως αφελές, ανέφικτο, τυχοδιωκτικό ή καιροσκοπικό, ακόμη και συντηρητικό. Είτε η κριτική προέρχεται από κεντροαριστερούς ή σοσιαλδημοκράτες είτε από φιλελεύθερους ή μετριοπαθείς κεντρώους και συντηρητικούς (οπαδοί της κοινής λογικής όλοι), η κοινή συνισταμένη εντοπίζεται στην ενεργοποίηση του λαϊκισμού (παροχολογία, κλπ.) από μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ως τακτικής προκειμένου να αντλήσει ψήφους και να γίνει αρεστός. Για να δικαιολογήσουν, εξάλλου, τον χααρακτηρισμό τού χρεώνουν ότι επιθυμεί να γυρίσει τη χώρα στην προ της κρίσης περίοδο, δηλαδή στην Ελλάδα του παρασιτισμού, των προνομίων των δημοσίων υπαλλήλων, της στρεβλής ανάπτυξης, του νοσηρού συνδικαλισμού, των πελατειακών σχέσεων και της εκδούλευσης, της διαπλοκής και του υπερτροφικού και σπάταλου δημόσιου τομέα. Μέσω όλων αυτών διευκολύνθηκε άλλωστε κι ο αναχρονισμός ή η ανιστορική ταύτισή του με το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980.

 

populism_wp_1024x768

 

Εκείνο που φαίνεται να αγνοούν, ωστόσο, είναι η θεωρητική συζήτηση που διεξάγεται εδώ και χρόνια στον χώρο της πολιτικής επιστήμης και θεωρίας γύρω από την έννοια του «λαϊκισμού». Με αφετηρία το έργο ενός εκ των κορυφαίων στοχαστών τού χώρου, του Αργεντίνου θεωρητικού Ερνέστο Λακλάου (1935-2014), ο «λαϊκισμός» αποσυνδέθηκε από την Δεξιά, ως αποκλειστικό ή εγγενές γνώρισμα δηλαδή του λόγου δεξιών πολιτικών ή/και αντιδημοκρατικών πολιτικών κομμάτων. Χρησιμοποιήθηκε ως περιγραφική/αναλυτική έννοια (και άρα ουδέτερη) προσέγγισης του πολιτικού λόγου στον βαθμό που ανταποκρίνεται σε αιτήματα ή διεκδικήσεις των μη προνομιούχων στρωμάτων μίας κοινωνίας. Όπως ο ίδιος ο Λακλάου απαντούσε σε σχετική ερώτηση, σε συνέντευξη του σε ελληνική εφημερίδα το 2008:

«Η λαϊκιστική λογική, είτε προέρχεται από τα αριστερά, είτε από τα δεξιά, έχει ένα και μόνο βασικό χαρακτηριστικό: τη διχοτόμηση του κοινωνικού πεδίου ανάμεσα στους «προνομιούχους» και τους «μη προνομιούχους».

Ο λαϊκιστής απευθύνεται στους τελευταίους – παρακάμπτοντας το θεσμικό πλαίσιο της κοινωνίας – και ζητά την υποστήριξή τους, ώστε να ανατραπεί το υπάρχον «κατεστημένο». Αυτή είναι κλασική μορφή του λαϊκισμού1». Επομένως, σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, ο λαϊκισμός δεν συνιστά μία εγγενώς αρνητική έννοια, αλλά αποκτά πρόσημο, προοδευτικό ή συντηρητικό, ανάλογα με το περιεχόμενο των αιτημάτων του.

Ο Λακλάου ανήκε σε εκείνους τους διανοητές που δεν έμειναν περιχαρακωμένοι στα στενά όρια του ακαδημαϊσμού. Ανέπτυξε την πολιτική του θεωρία σε μία στενά διαλεκτική σχέση με τον βαθμό χειραφέτησης των ανθρώπων και τη λειτουργία της δημοκρατίας. Εκκινώντας από την επαναδιαπραγμάτευση του έργου τού Αντόνιο Γκράμσι και του Λουί Αλτουσέρ για τον μαρξισμό και αξιοποιώντας πορίσματα από τη λακανική ψυχανάλυση, καθιερώθηκε (μαζί με τη σύντροφο και συνεργάτιδά του Σαντάλ Μουφ) σταδιακά ως ο στοχαστής το θεωρητικό έργο του οποίου έχει εμπνεύσει το περιεχόμενο – ιδεολογικό, θεωρητικό προγραμματικό – κομμάτων της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε όλον τον κόσμο. Η μετα-μαρξιστική του θεωρία, στο κέντρο της οποίας βρίσκονται οι έννοιες της «ηγεμονίας» και του «λαϊκισμού», αποδέχεται τις αξίες της δημοκρατίας και του πολιτικού φιλελευθερισμού. Εκείνο, όμως, που (μαζί με τη Μουφ) έχουν ορίσει ως «ριζοσπαστική δημοκρατία» αντιστοιχεί στο αίτημα ότι τα ιδεώδη της ισότητας και της ελευθερίας χρειάζεται να εκτείνονται πέρα από τα όρια των θεσμών του κοινοβουλευτισμού και του κράτους και να διαπερνούν ολόκληρη την κοινωνία 2.

 

images (1)

 

Είναι σαφές και φανερό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αριστερό κόμμα, έχει εγγράψει πληθώρα στοιχείων αυτών των θέσεων (όπως και το Podemos στην Ισπανία) και, φυσικά, εκπέμπει, ασπάζεται και επικροτεί τη λαϊκιστική λογική. Όχι όμως από τη σκοπιά του αγοραίου ή χυδαίου λαϊκισμού, όπως τον χρεώνουν οι αντίπαλοί του, αλλά ακριβώς με τον τρόπο που ο Λακλάου αποδομεί και επανα-δομεί την έννοια. Ως κοινωνική τάση που αναζητά να υπερασπιστεί τη δημοκρατία και την επιβίωσή της απέναντι στην κατστροφική λιτότητα που επιβάλλεται. Επομένως, δεν πρόκειται ούτε για απουσία «πραγματικού»; αριστερού υπόβαθρου ούτε για καιροσκοπισμό. Χρειάζεται, επιπλέον, όσοι τον εγκαλούν για λαϊκισμό, να αναλογιστούν ότι την ίδια στιγμή που απορρίπτουν την κριτική, τις προτάσεις και το πρόγραμμα τού ΣΥΡΙΖΑ, κατασκευάζουν τη δική τους πολιτική και ιδεολογική φυσιογνωμία στηρίζοντας τη «λύση» τής λιτότητας και όσα αυτή συνεπάγεται στον τομέα των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας. Η επίκληση του «λαϊκισμού», με την τρέχουσα και καθημερινή έννοια, μπορεί να φαίνεται βολική για να ξεφορτωθεί κάποιος μία ανεπιθύμητη αριστερή επιχειρηματολογία (αντιπροβάλλοντας συνήθως, βέβαια, οικονομίστικα τεχνικά επιχειρήματα) αλλά τα προβλήματα για την ευρωπαϊκή άρχουσα (ακόμη) τάξη πολλαπλασιάζονται με ρυθμούς που δύσκολα μπορούν να ελεγχθούν. Ας κριθεί λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ για αυτές τις επιλογές και για την πολιτική που θα παράξει εντός των συνθηκών αυτής της δύσκολης συγκυρίας κι όχι ως συνέχεια ενός βολικά απορριπτέου χθες.

 

Για μία εμβάθυνση στο έργο των Ερνέστο Λακλάου και Σαντάλ Μουφ στα ελληνικά:

Ernesto Laclau, Για την Επανάσταση της Εποχής μας (μετ. Γιάννης Σταυρακάκης), 1997
Πολιτική και Ιδεολογία στην Μαρξιστική Θεωρία, 1983
Γιάννης Σταυρακάκης, Η Λακανική αριστερά (μετ. Αλέξανδρος Κιουπκιολής), 2012
Αλέξανδρος Κιουπκιολής, Πολιτικές της ελευθερίας, 2011
Chantal Mouffe, Το δημοκρατικό παράδοξο (μετ. Αλέξανδρος Κιουπκιολής), 2004
Επί του πολιτικού (μετ. Αλέξανδρος Κιουπκιολής), 2010

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] «Ο αναγκαίος λαϊκισμός» συνέντευξη του Ερνέστο Λακλάου στον Νίκο Χρυσολωρά, εφ. Εποχή, Ιούνιος, 2008.

[2] David Howarth, “The success of Syriza in Greece has been driven by Marxism, populism and yes — Essex University” http://www.independent.co.uk/voices/comment/the-success-of-syriza-in-greece-has-been-driven-by-marxism-populism-and-yes–essex-university-10010806.html

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top