Fractal

Ο οικουμενικός Καβάφης της Μάρθας Βασιλειάδη

Γράφει ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης //

 

Μάρθα Βασιλειάδη, «Ο Κ.Π. Καβάφης και η λογοτεχνία της Παρακμής. Μορφές, Θέματα, Μοτίβα», μτφρ Τιτίκα Καραβία, εκδ.,Gutenberg, Αθήνα 2017.

 

Ο Καβάφης είναι αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος Έλληνας ποιητής του 20ου αιώνα. Αναμφισβήτητη είναι και η ποιητική μοναδικότητά του, καθώς δεν μπορεί να ενταχθεί σε κανένα λογοτεχνικό ρεύμα: «Αδιαμφισβήτητα ρομαντικός στο ξεκίνημά του, συμβολιστής στην πορεία, ο Αλεξανδρινός ποιητής από το 1911 – χρονιά καθοριστική για την τομή που παρατηρείται στο έργο του – βρίσκει πλέον τη δική του φωνή, πάντοτε αμφιλεγόμενη και παράδοξη, προϊόν ενός ιδιότυπου «ρεαλισμού» που δεν απαντά σε καμία ποιητική σχολή». Αυτά είναι μερικά λόγια από την εισαγωγή του νέου πονήματος Ο Κ.Π. Καβάφης και η λογοτεχνία της Παρακμής. Μορφές, Θέματα, Μοτίβα της επίκουρης καθηγήτριας Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Μάρθας Βασιλειάδη.

Εμπλουτίζοντας τη διδακτορική της διατριβή με νέα βιβλιογραφία και έρευνα η συγγραφέας αναλύει, με ύφος λιτό και πειστικό, στο πρώτο μέρος τις μορφές της παρακμής στην ποίηση του Καβάφη, επικεντρώνοντας  στις μοιραίες γυναίκες, την παρακμή των ρωμαίων αυτοκρατόρων και τον μύθο του Ιουλιανού. Στο δεύτερο μέρος πραγματεύεται τα θέματα και τα μοτίβα της παρακμής, όπως τον θάνατο των θεών, τους βαρβάρους και τις γραφές του θανάτου. Επίσης, χρησιμοποιεί ελάσσονες και γνωστούς ποιητές της Παρακμής για να συγκρίνει το ποιητικό τους έργο με το αντίστοιχο καβαφικό.

Υπάρχουν μοιραίες γυναίκες στην ποιητική δημιουργία του Καβάφη; Η απάντηση είναι όχι, σύμφωνα με την Μάρθα Βασιλειάδη, η οποία τεκμηριώνει την άποψή της με την ανάλυση των ποιημάτων της «Λάμιας» και της «Σαλώμης». Ταυτόχρονα, ο ποιητής αναβαθμίζει το ανδρικό πρότυπο, τον Οιδίποδα και τον Σοφιστή, σε σχέση με τη Σφίγγα και τον Σαλώμη, αντίστοιχα.

Η άρνηση του Αλεξανδρινού να χρησιμοποιήσει ποιητικά «την αιματηρή και φονική πλευρά της ρωμαϊκής ιστορίας», καθώς και την υπέρμετρη πολυτέλεια και μεγαλομανία των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, τον οδηγούν στην επιλογή του φιλοσοφικού στοχασμού και τη σύνδεσή του «με την έκφραση μιας απροσδιόριστης μελαγχολίας». Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση απαγορευμένων ηδονών, σύγχρονων ή ψευδοϊστορικών, όπως φαίνεται στα ποιήματα, «Ο θάνατος του αυτοκράτορος Τάκιτου», «Το τέλος του Αντωνίου», «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον», «Τα βήματα» (αφιερωμένο στον Νέρων) και «Η διορία του Νέρωνος».

Βέβαια, το ιστορικό πρόσωπο, το οποίο αποτέλεσε την βασική ποιητική έμπνευση πολλών ποιητών της Παρακμής και φυσικά του Καβάφη – αφιέρωσε δώδεκα ποιήματα από τα οποία το ευρύτερα γνωστό είναι «Εις τα περίχωρα της Αντιόχειας» – ήταν ο Ιουλιανός ο Παραβάτης. Ωστόσο, ο Αλεξανδρινός θεωρεί και παρουσιάζει τον Ιουλιανό ως πρόσωπο γκροτέσκο και συνάμα τραγικό, καθώς «ενσαρκώνει πάντοτε τη μορφή του Άλλου. Μεταξύ ειδωλολατρείας και χριστιανισμού, η ανικανότητα του Ιουλιανού να καθορίσει για τον εαυτό του μία και μόνη πίστη περιγράφεται από τον Καβάφη ως εμπειρία εξορίας».

Βασικό θέμα και ταυτόχρονα ποιητικό μοτίβο της Παρακμής είναι ο θάνατος των θεών. Κι εδώ ο Καβάφης πρωτοτυπεί, καθώς εξανθρωπίζει τους θεούς με τη διαδικασία της μύησης στις ηδονές. Αποδίδει στους θεούς το ιδανικό, νεανικό σώμα έφηβων ανδρών, δηλαδή ορίζει τη θεϊκή αθανασία ως «προσήλωση των θεών στον κόσμο των θνητών».

«Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους» («Περιμένοντας τους Βαρβάρους»). Είναι φανερό ότι βρισκόμαστε στο Fin de siècle του 19ου αιώνα. Ο Καβάφης χρησιμοποιώντας τη γλώσσα αντιλαμβάνεται το τέλος ως σύγκρουση πολιτισμών. Άλλωστε, η λέξη βάρβαρος αποδίδεται από τους αρχαίους Έλληνες στους ξένους, λόγω της ακουστικής της γλώσσας ως «βαρ, βαρ».

 

Μάρθα Βασιλειάδη

 

Η θεματική και ταυτόχρονο μοτίβο των γραφών του θανάτου συνδέεται με τον πολιτισμό της Ύστερης Αρχαιότητας, οράματα, σύμβολα και λογοτεχνικά πρόσωπα. Εδώ κυρίαρχη θέση έχουν τα δώδεκα επιτύμβια του Αλεξανδρινού. Η δημιουργική σιωπή του ποιητή αποδίδεται αριστοτεχνικά με «κενά, ομιλία διατυπωμένη με σιωπές», καθώς ο ίδιος λειτουργεί ως αναγνώστης της επιτύμβιας επιγραφής. Αποστασιοποιημένος συναισθηματικά, χωρίς λυρικές εξάρσεις ή οίκτο, ψιθυρίζει ύμνους στον έρωτα (π.χ. « Η Κηδεία του Σαρπηδόνος»). Εξιδανικεύει τον νεκρό υμνώντας το θνητό σώμα που δεν έχει ακόμα φθαρεί από τη σήψη του θανάτου.

Ο Καβάφης, ποιητής ιστορικός, κρύβεται πάντα «πίσω από ένα προσωπείο». Με ύφος δραματικό, κατεξοχήν ειρωνικό, αρέσκεται να «παίζει με τον αναγνώστη του μέλλοντος, διότι το μέγεθος του ποιητικού αναστήματος του Αλεξανδρινού δεν έγινε αντιληπτό στους συγκαιρινούς του, ποιητές και αναγνώστες. Έχοντας οικουμενικό ποιητικό βλέμμα αγκάλιασε το «ελληνικό» σωματοποιώντας ποιητικά τη μνήμη, τις υλικές και πνευματικές προσωπικές αναμνήσεις, με τη χρήση της φαντασίας και ενίοτε του μύθου. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι η Μάρθα Βασιλειάδη ταξιδεύει νοσταλγικά και επιτυχημένα τον αναγνώστη στο καβαφικό ποιητικό πέλαγος με πυξίδες την άριστη επιστημονική τεκμηρίωση, την συνδυαστική-συγκριτική σκέψη, το λιτό ύφος και την όμορφη ελληνική γλώσσα.

 

  

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top