Fractal

Διήγημα: “O καλλιτέχνης”

Της Ισμήνης Δετζώρτζη // *

 

 

 

Μου πήρε σχεδόν μία βδομάδα για να το τελειώσω. Στο τέλος είχα φιλοτεχνήσει κάτι εξαιρετικό, κάτι μοναδικό, ανεπανάληπτο. Πώς να στο περιγράψω; Μαγικό, λεπτομερές και αχανές, αφηρημένο και απόλυτα περιεκτικό. Καθόμουν και το θαύμαζα μια μέρα ολόκληρη, μπορεί και για πάντα, δεν θυμάμαι. Εκστασιαζόμουν με τον ίδιο μου τον εαυτό, το απύθμενο ταλέντο μου, την ασυγκράτητη φαντασία μου. Αδύνατο να συγκρατηθώ, να προσποιηθώ πως είμαι μετριόφρων. Πώς να μην ενθουσιαστώ με αυτό που έφτιαξα; Ξεπέρασα τις προσδοκίες μου. Το αποτέλεσμα ήταν μακράν καλύτερο από το αρχικό μου πλάνο. Εύγλωττο, εύηχο, πολύχρωμο, συναρπαστικό, αντιφατικό, μεγαλοφυές.

Το παν είναι η αρχική έμπνευση, ή το ‘χεις ή δεν το ‘χεις. Είναι όταν στο πυκνό σκότος του μυαλού σκάει σαν σούπερ νόβα μια ιδέα, κι αναβλύζει ορμητική μέσα σου, σε ταράζει και σε συνεπαίρνει. Είναι αυτό το κάτι το αυθεντικό, που θα σου χτυπήσει απροσδόκητα την πόρτα και θα σε συνταράξει. Το concept ήταν αντίθεση. Αυτή η λέξη αποτέλεσε την πηγή της τρικυμιώδους έμπνευσής μου. Κάτι δηλαδή το ανατρεπτικό που θα ακυρώσει το αρχετυπικό χάος.

Βήμα δεύτερο και κύριο: Ένα έργο τέχνης δεν πρέπει ποτέ να είναι μονότονο, γιατί τότε ο δημιουργός του αποδεικνύεται περίτρανα βαρετός και αδιάφορος. Άρα οπωσδήποτε χρειάζεται λίγο χρώμα. Λίγο γαλάζιο, χρώμα ιδανικό για φυλακές και ψυχιατρεία. Θα μας κάνει καλό.

Την Τρίτη μέρα ξανακοίταξα το έργο μου. Είχα ζωγραφίσει στον καμβά μια μπαλίτσα μόνο που ήταν λίγο μουντή, ξενέρωτη, σαν σάπιο πορτοκάλι. Πορτοκάλι; Τι είπα τώρα; Αυτό είναι, θα κάνω ένα πείραμα σε μία σφαίρα. Θα βάλω πάνω κάμποσα δέντρα, και για να ευδοκιμήσουν, μπόλικα ποτάμια και λίμνες, και σίγουρα βουνά και θάλασσες για να υπάρχει δυνατότητα επιλογής για τις καλοκαιρινές διακοπές.

Την επομένη ασφυκτιούσα από την έμπνευση. Του ‘δωσα και κατάλαβε. Η λογική ήταν η εξής: Από κάπου πρέπει να βγαίνει όλο αυτό το φως που έφτιαξα τις προάλλες, δεν γίνεται να υφίσταται μόνο του, τι είναι; παρθενογένεση; Αυτά δεν γίνονται. Κάτι λευκό που όμως θα φαίνεται παραπλανητικά κίτρινο, έτσι για την ίντριγκα. Μερικές έξτρα σφαίρες γύρω του που θα τις περιστρέφει αέναα σαν άψογος ζογκλέρ. Πρέπει οπωσδήποτε να φτιάξω έναν ήλιο. Αλλά φοβάμαι μην νομίσει ότι είναι το κέντρο του κόσμου και την ψωνίσει. Ας βάλω κι ένα αντίπαλο δέος να βγαίνει το βράδυ και να κρατάει τα μπόσικα. Μία εναλλαγή, μην υποπέσουμε σε ανία. Κάπου στο βάθος να αχνοφαίνεται κάτι αστραφτερό για το γκράντε του πράγματος. Ασημένιες κουκίδες στο υπερπέραν. Ζωγράφισα.

Καλό δεν λέω, αλλά του λείπει η ζωντάνια, είναι σαν καλοστημένο πάρτι που δεν πάτησε κανείς. Πέρασα μια απογοήτευση. Έβαλα μερικά πουλιά και ψάρια και πήγα γυμναστήριο.

Δεν ήμουν διατεθειμένος να τα παρατήσω εύκολα. Κοίταξα το έργο μου από μπροστά, κι από πλάγια, κι από μακριά. Ήθελε κι άλλο για να δείξει. Έβαλα ζώα, άγρια θηρία και ερπετά για το scary της υπόθεσης. Τι κοσμάρα έφτιαξα, προς στιγμήν πορώθηκα, αλλά γρήγορα ξενέρωσα. Το πρόβλημα ήταν πως δεν μπορώ τίποτα από όλα αυτά που δημιούργησα να ευχαριστηθώ γιατί οι δουλειές είναι πολλές και τρέχω ολημερίς πανικόβλητος πέρα δώθε. Πως θα γινόταν να κοπώ σε δύο κομμάτια; Ο ένας μου εαυτός να κάνει τη βρωμοδουλειά κι ο άλλος να δρέπει τους καρπούς της; Αυτό δεν γίνεται. Θεωρητικά βέβαια, θα μπορούσα να το κάνω, αλλά θυμίζει κλωνοποίηση, και δεν έχω αποφασίσει ακόμη για την αποδοχή ή μη τέτοιων ηθικών ζητημάτων, είναι περίπλοκα θέματα, θα μου πάρει νομίζω μερικά δισεκατομμύρια χρόνια. Βρήκα άλλη λύση. Έφτιαξα λοιπόν έναν τύπο που να μου μοιάζει, όχι βέβαια και πάρα πολύ και νομίζουν οι άλλοι πως το ‘χω γυρίσει στις αυτοπροσωπογραφίες και εκτεθώ. Μετά όμως φοβήθηκα μην από τη ατέλειωτη βαρεμάρα της μοναξιάς του αποβλακωνόταν μπροστά στην τηλεόραση και φύραινε το μυαλό του, γι’ αυτό του έκανα ολική αναισθησία, του ‘κοψα το πλευρό κι έφτιαξα αυτή τη φορά σκεπτόμενος πιο αφαιρετικά σαν τον Καντίνσκι, έναν άλλον άνθρωπο.

Αφού ολοκλήρωσα το έργο μου, ένιωθα βασιλιάς των πάντων. Αυτό ήταν ποίηση! Ένιωθα ερωτευμένος με την ιδέα μου, την τέχνη και το ταλέντο μου. Σιγουρότατος ότι θα ενθουσιάσει τους πάντες σκαρφίστηκα ένα σχέδιο, περισσότερο για να εκμαιεύσω αυθεντικές απροσποίητες αντιδράσεις. Σιχαίνομαι τις τυπικές φιλοφρονήσεις. Οπότε συγκέντρωσα τα αγγελάκια γύρω μου κι αντί να τους πω δείτε τι αριστούργημα έφτιαξα είπα:

«Παιδιά, τις προάλλες έκανα μια βόλτα και κοιτάξτε τι βρήκα λίγο παρακάτω. Πώς σας φαίνεται;» Είχα πάρει ήδη το περισπούδαστο ύφος μου και κορδωνόμουν επιδεικνύοντας τους το καλό μου προφίλ, έτοιμος για τα συχαρίκια.

«Τι μούφα είναι αυτή;»

«Ποιος γελοίος έφτιαξε αυτό το τερατούργημα;»

«Τρώγλη, καρακιτσαριό του κερατά».

«Αίσχος, μου θυμίζει φτηνιάρικο γκλάμουρ της δεκαετίας του 80».

«Κανάς βλαμμένος το έφτιαξε, σαν αυτόν με τη Βαβέλ ή κανάς φαντασμένος, σαν τον Ναπολέοντα».

«Δεν έχει ίχνος φινέτσας. Μόνο για σκηνικό της Eurovision κάνει».

Έπεσα στην παγίδα μου. Ανόητο θύμα της μεγαλομανίας μου, είχα υπονομεύσει τον εαυτό μου. Και τώρα πως τους αμολάω την αλήθεια; Τι ρεζιλίκι καιροφυλακτούσε να με βρει στα γεράματα; Ντρέπομαι και να τους κοιτάξω.

Χαμήλωσα το κεφάλι. Τα μάγουλά μου έκαιγαν κατακόκκινα. Κι εγώ που νόμιζα ότι είχα έμφυτο ταλέντο, ότι προοριζόμουν να γίνω μέγας καλλιτέχνης, να με περιγελούν και να με αποδομούν, να γελούν περιπαικτικά εις βάρος μου ανύποπτοι για την πατρότητα του έργου.

«Βασικά, δικό μου δημιούργημα είναι». Το ξεφούρνισα για να τελειώνω, κι ας ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί.

Οι άγγελοι σάστισαν. Κάποιοι ξεροκατάπιαν κι άλλοι έξυσαν αμήχανα το κεφάλι τους. Άρχισαν να κομπιάζουν:

«Κοίτα, δεν είναι κακό. Η πρώτη αίσθηση είναι τρομακτική αλλά αν το παρατηρήσεις καλά, φτιάχνει το πράμα».

«Λίγη δουλίτσα θέλει μωρέ και θα σουλουπωθεί, μη φοβάσαι».

«Μη στεναχωριέσαι. Καμιά φορά οι σπουδαίοι καλλιτέχνες αργούν να τύχουν ευρείας αναγνώρισης. Ξέρεις, ο κόσμος δεν είναι έτοιμος να τους δεχθεί και να τους κατανοήσει. Άλλωστε εμείς άγγελοι είμαστε, τι ξέρουμε από τέχνη;»

«Όχι ρε, γαμάτο είναι, μην το σκέφτεσαι. Απλά εμείς δεν μπήκαμε στο νόημα από την αρχή».

«Καλά, δικέ μου, μιλάμε γουστάρω άρρωστα. Έχει ποικιλία, έχει φωνή, χρώμα, άποψη».

«Τώρα αλήθεια πες, εσύ το έφτιαξες αυτό το αριστούργημα; Είσαι Θεός».

 

 

 

* Η Ισμήνη Δετζώρτζη γεννήθηκε και ζει στη Αθήνα. Αποφοίτησε από το τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου από το οποίο στη συνέχεια απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα στο Διεθνές Δίκαιο και τις Διπλωματικές Σπουδές.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top