Fractal

Με ευφυές και πρωτότυπο τέχνασμα

Γράφει η Μάριον Χωρεάνθη //

 

Μάκης Τσίτας «Ο δικός μου ο μπαμπάς», εικονογράφηση: Λίλα Καλογερή, εκδ. Πατάκη 2017, σελ. 22

 

“Όλοι οι μπαμπάδες είναι καλοί. Αν ρωτήσετε τα παιδιά τους, θα σας το πουν. Όμως ο δικός μου ο μπαμπάς είναι ο καλύτερος! Κι αυτό που λέω είναι πέρα για πέρα αλήθεια”.

 

Τα λόγια αυτά της μικρής ηρωίδας και αφηγήτριας “ανοίγουν” το βιβλίο του Μάκη Τσίτα Ο δικός μου ο μπαμπάς, που κυκλοφόρησε τον φετινό Απρίλιο από τις εκδόσεις Πατάκη, με πολύ χαριτωμένες έγχρωμες εικόνες της Λίλας Καλογερή. Μια σύγχρονη, τρυφερά χιουμοριστική αντιστροφή του λαϊκού παραμυθιού με την κουκουβάγια και το κουκουβαγιόπουλο, όπου η κάθε μάνα βλέπει το δικό της παιδί σαν το ομορφότερο απ’ όλα τα άλλα. Γιατί η άνευ όρων αγάπη που εξαφανίζει τις τυχόν ατέλειες του αποδέκτη της, πλάθοντας μια εξιδανικευμένη εκδοχή του, δεν είναι ίδιον ούτε προνόμιο μονάχα των γονιών.

Στα μάτια του παιδιού, που αντιλαμβάνεται τον κόσμο σε διαστάσεις εντελώς διαφορετικές απ’ ό,τι ένας μεγάλος, οι γονείς του είναι η προσωποποίηση της ανθρώπινης τελειότητας, η ενσάρκωση του δικού του μελλοντικού εαυτού. Πράγμα απόλυτα αναμενόμενο και κατανοητό, ως την αναπόφευκτη βαθμιαία απομυθοποίηση που θα φέρει η εφηβεία και η ενηλικίωση. Σε φυσιολογικές συνθήκες, άλλωστε, ο γονιός είναι – και οφείλει να είναι – μια ακλόνητη πηγή δύναμης και προστασίας για το παιδί, μια σταθερά η οποία ρυθμίζει σχεδόν ολοκληρωτικά την καθημερινότητά του, ενώ την ίδια στιγμή καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από αυτήν. Πρόκειται για μια ιδιόμορφη όσο και αναγκαία “συγχώνευση” αλληλεξαρτώμενων μικροκόσμων μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της οικογένειας.

Ως και ελάχιστα χρόνια πριν, ωστόσο, το συναισθηματικό μέρος της ανατροφής των παιδιών ήταν θέμα κυρίως – αν όχι και αποκλειστικά – της μητέρας, ενώ ο ρόλος του πατέρα περιοριζόταν σε “συμπληρωματικά” καθήκοντα που αφορούσαν περισσότερο τα πρακτικά ζητήματα της οικογενειακής διαβίωσης. Σήμερα, ευτυχώς, τα πράγματα έχουν αλλάξει και η απόμακρη πατρική μορφή με την ακριβοθώρητη παρουσία και τις σπάνιες, συγκρατημένες εκδηλώσεις στοργής είναι πια παρελθόν. Για τους μπαμπάδες της εποχής μας, η συμμετοχή στη φροντίδα των παιδιών τους, στο διάβασμα και στο παιχνίδι τους, στις μικρές τους χαρές και αγωνίες, είναι αυτονόητη και όχι ταμπού.

 

Μάκης Τσίτας

 

Ο δικός μου ο μπαμπάς δεν είναι παρά η εξιστόρηση της “εποποιίας” που βιώνει ένα κοριτσάκι δίπλα στον ατρόμητο, διασκεδαστικό, γλυκομίλητο, χαρισματικό, πολυτάλαντο και μερικές φορές, δίκαια αυστηρό μπαμπά του – τουλάχιστον όπως τον σκιαγραφεί η ίδια η πιτσιρίκα με το βλέμμα της αθώας παιδικής της φαντασίας, που παρακάμπτει τα ελαττώματα και τις αδυναμίες ή τα μεταμορφώνει σε προτερήματα, ώστε να διατηρεί ακέραιη στο μυαλό της την εικόνα του αψεγάδιαστου “ήρωα”. Άλλο αν αυτή η εικόνα δεν συμβαδίζει πάντα με την καθημερινή πραγματικότητα, η οποία στήνει παγίδες και βάζει τρικλοποδιές ακόμα και στον πιο φιλότιμο ενήλικα: συνταγές που αρνούνται να πετύχουν, ασκήσεις αριθμητικής που δεν λύνονται με τίποτα, πεθερικά που ούτε τα προσχήματα δεν εννοούν να κρατήσουν…

Στο σημείο αυτό ακριβώς βρίσκεται το ευφυές και πρωτότυπο τέχνασμα του βιβλίου – η διαρκής αντιπαράθεση μεταξύ αφήγησης και εικόνας, που διαλέγονται αλληλοανατρεπτικά με ανενδοίαστα εύθυμη διάθεση, υμνώντας δίχως γλυκερούς συναισθηματισμούς, διδακτισμούς και μεγαλοστομίες τους άρρηκτους δεσμούς αγάπης, θαυμασμού και εμπιστοσύνης ανάμεσα σε παιδί και γονιό. Η “καρτουνίστικη” αισθητική της εικονογράφησης (η Λίλα Καλογερή – η οποία έχει συνεργαστεί με τον Μάκη Τσίτα και σε προηγούμενα βιβλία του, όπως Το Ξανά και Βρες ποιος είμαι – ασχολείται επίσης με το κόμικ), με τις κομψά σχηματικές φιγούρες και τα έντονα, χαρούμενα χρώματα, πλαισιώνει γοητευτικά το κείμενο, σχολιάζοντάς το αλλά και αναδεικνύοντας την ουσία του με την αμεσότητα του αβίαστου, ανεπιτήδευτου χιούμορ της. Την ιστορία συνοδεύουν δημιουργικές δραστηριότητες, που βοηθούν με ευχάριστο τρόπο στην κατανόηση και τη νοηματική επεξεργασία της από τα παιδιά.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top