Fractal

Φονικό παιχνίδι

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

C. J. Tudor «Ο άνθρωπος κιμωλία», Μετάφραση: Παλμύρα Ισμυρίδου, εκδ. Κλειδάριθμος, σελ. 368

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα παιδικό παιχνίδι γίνεται η Πύλη της Κόλασης, η αφορμή για όλα τα δεινά, ωστόσο είναι η πρώτη φορά που ένα παιδικό παιχνίδι γίνεται η αιτία έμπνευσης.

Ο κουβάς με τις πολύχρωμες κιμωλίες που χάρισαν οι φίλοι της στα παιδιά της, αποτέλεσε για την Σι Τζέι Τιούντορ πολύτιμη μαγιά! Στο σκοτεινό παραμύθι της μια παρέα παιδιών, ο Έντι, ο Γκαβ, ο Μίκι, ο Χόπο και η Νίκι, η κόρη του ιερέα, μοιράζονται ένα από τα δώρα στα γενέθλια του χοντρο-Γκαβ και αρχίζουν να επικοινωνούν μυστικά μεταξύ τους χρησιμοποιώντας δημόσια από ένα διαφορετικό χρώμα κιμωλία. Χαράσσοντας σε δρόμους, πεζοδρόμια και αυλές τα ανθρωπάκια τους και κάποια από τα δικά τους μυστικά σύμβολα, δίνουν ραντεβού στο πάρκο, στο δάσος και όλα πηγαίνουν καλά ως τη στιγμή που κάποιος αρχίζει να μιμείται την γλώσσα τους χαράσσοντας τα δικά του ανθρωπάκια με άσπρη κιμωλία.

Η αφήγηση ξεκινά από το πανηγύρι που τους άλλαξε τη ζωή όταν η τραυματισμένη χορεύτρια μπήκε και στοίχειωσε τη ζωή τους, αλλά περισσότερο του Έντι που βρέθηκε δίπλα της, αναγκασμένος να βοηθήσει στη διάσωσή της μαζί με τον νέο δάσκαλο του σχολείου, τον κύριο Χάλοραν, τον άνθρωπο κιμωλία.

Από κει και κει μια σειρά από φόνους που ξεκίνησαν από αγαθές προθέσεις, αλλά μια μισοτελειωμένη κίνηση ποτέ δεν είσαι σε θέση να ξέρεις πώς τελειώνει, ο πνιγμός του Σον, η κατακερματισμένη κοπέλα στο δάσος, το ατύχημα του Γκαβ και ο πνιγμός του σιδερένιου Μίκι θα σταθούν αφορμή για να αποκαλυφθούν συμπεριφορές και ψυχικές αναπηρίες. Οι μικροί τόποι ευνοούν το κακό, τα μεγάλα πάθη ενίοτε φτάνουν και μέχρι τον φόνο, οι αντιμαχίες των ανθρώπων δεν κοπάζουν ποτέ, επηρεάζει ο ένας τον άλλον σε μεγάλο βαθμό, είναι εύκολο να ξεφύγει το πλήθος, πάντα βρίσκεται κάποιος αποδιοπομπαίος.

Με σαγηνευτική απλότητα για πρώτο μυθιστόρημα η συγγραφέας χωρίζει την αφήγηση του Έντι σε πριν από το πανηγύρι του Αντέρμπερι το Καλοκαίρι του 1986 και στον απόηχό του, το 2016 τριάντα χρόνια μετά. Όταν ο Μίκι επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο, δηλώνει πως ξέρει ποιος είναι ο δολοφόνος και ξανασμίγει έστω και αποδεκατισμένη η παρέα. Οι σκοτεινές προφητείες με τ’ ανθρωπάκια από κιμωλία θα επιστρέψουν, οι φόνοι θ’ αρχίσουν ξανά, ο μικρόκοσμος θ’ αποκαλύψει και πάλι κρυμμένα πάθη και μυστικά, οι άνθρωποι θα βγάλουν και πάλι το σκοτεινό τους πρόσωπο από το σκοτάδι.

 

C.J. Tudor

 

Μυθιστόρημα, τελικά, που διαθέτει πολλά: ιστορία μαθητείας και ενηλικίωσης όσον αφορά την παρέα, ευφυέστατη και ευρηματική πλοκή, αντιφατικούς και πολυεπίπεδους χαρακτήρες, φιλοσοφική άποψη και θεώρηση ζωής, επιτρέποντας το κακό να αναδύεται από μισοτελειωμένες ή λανθασμένες κινήσεις ή μέσα στην αδιαφορία μας. Η ανθρωπογεωγραφία του μικρού τόπου με όλες τις παθογένειες. Αφήγηση απλή και λιτή, αρκεί το σύνθετο θέμα.

Κι απ’ ότι φαίνεται, η Σι Τζέι Τιούντορ που γεννήθηκε στο Σόλσμπερι και μεγάλωσε στο Νότινχαμ, όπου ζει μέχρι σήμερα με τον σύντροφο και την κόρη της, που αγαπούσε από μικρή τη λογοτεχνία, ιδίως τη σκοτεινή και μακάβρια και η οποία προτού καταπιαστεί με τη συγγραφή εργάστηκε ως ρεπόρτερ, σερβιτόρα, κειμενογράφος στο ραδιόφωνο και σε διαφημιστικές εταιρείες, πωλήτρια και παρουσιάστρια στην τηλεόραση, εφόσον «Ο Άνθρωπος Κιμωλία» είναι το πρώτο της μυθιστόρημα είναι πηγαίο ταλέντο τελικά και ήρθε για να μείνει.

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top