Fractal

Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας

Γράφει η Χριστίνα Κόλλια //

 

makis11«Μάρτυς μου ο Θεός» Μάκης Τσίτας, εκδόσεις Κίχλη

 

[… Στο μυαλό είμαι Άγγλος, στην ευγένεια Γάλλος, στην καρδιά Ρώσος και στα ρούχα Έλληνας…]

 

Αν και δεν έχω καταλήξει ακόμα ποιες από τις παραπάνω πολυπολιτισμικές ιδιότητες εξασκώ, το σίγουρο είναι ότι ξεκινώντας την ανάγνωση του βιβλίου, του Μάκη Τσίτα, ήμουν σε διάθεση tabula rasa,  μάρτυς μου ο θεός. Κι αυτή είναι μια συνήθεια του έλληνα αναγνώστη εαυτού μου, την οποία έχω επιλέξει για δυο λόγους: πρώτον, γιατί έχω ανακαλύψει συγγραφικά διαμάντια υπεράνω κάθε «υποψίας» και δεύτερον, γιατί αποφεύγω τις ετικέτες γενικότερα και ειδικότερα στους δημιουργούς. Η ιστορία, δε, έρχεται να επιβεβαιώσει το τελευταίο, αφού ο μέγας Άντερσεν ξεκίνησε από την ποίηση για να απογειωθεί στην παιδική λογοτεχνία και ο μέγιστος Καζαντζάκης έγραψε εξαιρετικά παιδικά βιβλία στο ενδιάμεσο των ενήλικων αριστουργημάτων του.

 

[…Από μικρός προτιμούσα να πηγαίνω στα μπιλιάρδα ή να διαβάζω βιβλία που δεν ενέκριναν οι δικοί μου. Ήθελα ελευθερία, σαν το μυρμήγκι που βγαίνει από τη φωλιά του και δε νοιάζεται αν φρακάρει η είσοδος και δεν μπορέσει να ξαναγυρίσει ποτέ…]

[… Ο υποφαινόμενος είναι «κλάψε με, μάνα, κλάψε με». Η ζωή μου απλωμένη σ’ ένα απέραντο χωράφι γεμάτο κόκκινες πιπεριές. Όταν πέφτω (πάντα με τα μούτρα), ζεματίζομαι…]

 

Ο Μάκης Τσίτας, συγγραφέας κυρίως παιδικών βιβλίων, με το πρώτο του μυθιστόρημα υπογράφει μια αξιοπρόσεκτη επιτυχία στην πολλαπλότητα του λογοτεχνικού στίβου.  Ο Χρυσοβαλάντης, κεντρικός και μοναδικός ήρωας του βιβλίου του, σε ένα σπαρταριστό μονόλογο, εκπροσωπεί τον μέσο νεοέλληνα, που αν και μεσήλικας, αρνείται να καταθέσει την παιδική του ταυτότητα, προικώο εξάρτησης από το οικογενειακό του γίγνεσθαι. Βγαίνει από τη φωλιά του σαν το μυρμήγκι, αποφασισμένος, κάθε φορά, να διανύσει αποστάσεις γενναίες, αν και στο βάθος γνωρίζει ότι ο ομφάλιος λώρος που τον συνδέει με τη μυρμηγκοφωλιά είναι ισχυρότερος κάθε απόπειρας: “…Δεν πέρασα και πολύ καλή ζωή μικρός. Φίλους δεν είχα, δε με άφηναν οι γονείς μου. Μου έλεγαν: «Μακριά από φίλους, μη σε παρασύρουν. Μακριά!»…

 

[…Γιατί να μη δουλεύω; Γιατί να έχω χρέη; Γιατί να μην έχω μια δικιά μου δουλειά; Γιατί δεν με πλησιάζει γυναίκα; Οι φίλοι χάθηκαν – φοβούνται μην τους ζητήσω δανεικά…]

[…Σκέφτομαι στην αυτοβιογραφία μου να βάλω τον τίτλο «Αναμνήσεις μιας κακόγουστης ζωής». Γιατί αλλιώς ξεκίνησε η ζωή μου, πίστεψα σε ιδέες, σε μεγαλεία, σε ανθρώπους, και στο τέλος κατάντησα ασθενών επαίτης…]

 

Μάκης Τσίτας

Μάκης Τσίτας

 

Αιχμάλωτος των συνθηκών, των χρεών, και των εξαπατήσεων που έχει υποστεί από γυναίκες και αφεντικά, προσπαθεί να ωριμάσει «άγαρμπα» τραμπαλίζοντας από την αυτολύπηση – στον αυτοσαρκασμό: <…Έχω φάει τα χαστούκια μου, οπότε λέω ας είμαι πιο ρεαλιστής από δω και πέρα, κι ας γράψω ένα σήριαλ με θέμα τη ζωή μου, ή καλύτερα τις γυναίκες της ζωής μου…> Ο Χρυσοβαλάντης, αναζητώντας οδούς διαφυγής από ένα κακόγουστο παρόν και λεωφόρους «επαναπατρισμού» στα απολεσθέντα της ζωής του, γράφει ποιήματα: <Η ζωή μου όλη είναι μια κυρία/μια με ρίχνει στα ζεστά/και μια με πάει στα κρύα.> Έχει κρίσεις πανικού: <…Φοβάμαι τη συκοφαντία. Φοβάμαι τους πειρασμούς. Φοβάμαι τη μέρα που θα ξημερώσει. Φοβάμαι…> Έχει κρυφούς πόθους: <…Αν ανακάμψω οικονομικά θα ψάξω να βρω μια Σουηδέζα, για να έχει και κάποια κουλτούρα…>

Ο Χρυσοβαλάντης του Μάκη Τσίτα, είναι η φιγούρα του ανυποψίαστου, πειθήνιου, δοτικού, αναβλητικού και φοβικού ανθρώπου, που κυριαρχείται από μια ημιαθωότητα, συχνά αφέλεια, κοινωνικοπολιτικής χρήσεως. Αυτός που κάνει μεγάλα όνειρα και καταλήγει να απολογείται για μεγάλα σφάλματα. Που καλείται να πληρώσει τη ζημιά, ακόμα και στις περιπτώσεις  που απείχε παρασάγγας από το «ατύχημα». Είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Ίσως και της δικής μας. 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top