Fractal

Νύχτα στην Εθνική της Λείας Βιτάλη – Ζωές και πάθη στην Εθνική Οδό

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

Ο άλλος δεν είναι από αλλού φερμένος – εκεί στο βάθος του εαυτού κρύβεται και περιμένει σαν το θηρίο στη μονιά του για να βγει…

 

Nyxta-stin-Ethniki-@AggelonVima-610x457

 

Κάπου στην Εθνική Οδό, σε μια απόμερη ταβέρνα που μοιάζει με νησί ναυαγών και τσακισμένων, ένα τρίγωνο ανθρώπων, ξένων από τον κόσμο και τους εαυτούς τους, ανασύρουν από τη μέσα περιοχή του είναι τους όλα τα βάσανα, τις συναισθηματικές ατροφίες, τα πάθη και τα λάθη τους.

Κάθε ένας είναι ένα περίκλειστο κύκλωμα από καταπιεσμένες ορμές, έτσι που η βία, η απομόνωση, ο ζωώδης ερωτισμός και η αιδήμονα σιωπή των συναισθημάτων να λειτουργούν συνθετικά και ταυτοχρόνως αποσυνθετικά – και όλα αυτά οδηγούν σε ένα αδιέξοδο που μοιάζει προφανές από την αρχή. Μα, όσο δεδομένο φαντάζει στα μάτια τους, τόσο καταγίνονται με αυτό ορμητικά και άγρια. Λες και θέλουν, οικεία βουλήσει, να γίνουν παρανάλωμα των ορμών και του παρελθόντος τους.

Κάπου στην Εθνική Οδό, η Αντρίκα, μια σκληροτράχηλη ιδιοκτήτρια ταβέρνας και ο γιος της Ζάχος, διωγμένοι από τη Γερμανία, συνεχίζουν να κουβαλούν πάνω τους το στίγμα και την ερήμωση του μετανάστη που δεν τα κατάφερε. Η οιδιπόδεια σχέση τους προκαλεί μια μόνιμη ένταση, μια άγρια αναμονή που ζητάει την αγάπη για να ημερέψει, μόνο που αυτή ούτε λέγεται, ούτε δίδεται – έτσι οι άγριες ενορμήσεις ενός εκάστου βρίσκουν ελεύθερο πεδίο να δράσουν και να απασφαλιστούν.

Η ξαφνική εμφάνιση της Ρούντη, μιας μετανάστριας που εισβάλει στο χώρο τους, διωγμένη κι αυτή και ωσαύτως κυνηγημένη, συμπληρώνει όλες τις γωνίες του τριγώνου και ουσιαστικά επιτείνει τη δράση και την αντίδραση. Θα γίνει το βασικό στοιχείο αντιπαράθεσης και έκλυσης κάθε μορφής βίας: λεκτικής, ρατσιστικής και τελικά σεξουαλικής.

Φευ, σε αυτή τη μάχη σώμα με σώμα και ψυχή με ψυχή ουδείς μπορεί να κρύψει τα τραύματα και τις εσωτερικές αμυχές του. Παντού εμφανίζεται εκείνο το καθοριστικό στοιχείο της διαφορετικότητας, της μη προσαρμογής, της αντι-κοινωνικότητας, της άπωσης από κάθε τι ανθρώπινο, και όλα τούτα καθρεφτίζονται στο σκοτεινό καθρέφτη της βίας και της καταβύθισης στα πιο «κλειστά» ένστικτα του ανθρώπου.

Το έργο της Λείας Βιτάλη «Νύχτα στην Εθνική» δρα πολυεπίπεδα, έτσι που το δραματουργικό στοιχείο να ακολουθεί μια κλιμακωτή εξέλιξη. Κάθε σκηνή δεν είναι τίποτα άλλο από το προανάκρουσμα της τελικής έκβασης. Είναι το πλησίασμα προς την τελική λύση που μπορεί –σχηματικά- να είναι η τραγουδιστή απαίτηση για αγάπη, στην πραγματικότητα, όμως, είναι η ανάγκη του ανθρώπου να αναδυθεί από το βυθό του εαυτού του λυτρωμένος από πάθη – κάτι αδύνατο, όσο υπάρχουν άνθρωποι. Η λύτρωση είναι ένα όνειρο που δεν ολοκληρώνεται, μια φενάκη που συνεχίζεται με αδιάπτωτο ρυθμό, ένα σκληρό πάθος εν προόδω.

 

attachment-1

 

Η Μαίρη Νάνου χρησιμοποιεί την εμπειρία και το δοκιμασμένο ταλέντο της για να πλάσει μια σκληρή γυναικεία φιγούρα, έτσι ώστε να ξεφύγει από το λανθασμένο δίπολο της συμπάθειας και της αντιπάθειας. Αντιθέτως, την κάνει απτή, της προσδίδει όλα εκείνα τα ανθρώπινα στοιχεία που δικαιολογούν τις πράξεις και τις αποφάσεις της. Ο Βασίλης Μπατσακούτσας σωματοποιεί την έννοια της βίας – προς τους άλλους και τον εαυτό του. Χαμένος στα βάθη του εαυτού του, ακολουθώντας μια θεραπευτική αγωγή που χειροτερεύει την κατάστασή του, φέρει ένα χαρακτήρα που έχει πλαστεί μέσα από ταπεινώσεις και δαιμονισμένα πάθη που δεν βρίσκουν δίοδο παρά μόνο στην άγρια φύση του. Η Ντομένικα Ρέγκου παίζοντας έναν καταλυτικό ρόλο γίνεται όλα όσα θέλουμε να απωθήσουμε κι όμως τα κουβαλάμε πάνω μας. Εντάσσεται βιαίως στο σκοτεινό κόσμο της ταβέρνας με τους νταλικέρηδες, τα βαριά τσιγάρα, τη λαϊκή μουσική, τα ηδονικά λικνίσματα, τον κρυφό ερωτισμό και τα αδιέξοδα αισθήματα που δεν αναζητούν κανένα πρόσχημα.

Η σκηνοθεσία της Λείας Βιτάλη συνενώνει διαφορετικούς χρόνους και σκηνικές τονικότητες (από μονολόγους σε στιγμές έντασης) με άρτιο ρυθμό. Τα σκηνικά και τα κοστούμια (απόλυτα συμβατά και λειτουργικά) ανήκουν στον Τόλη Τατόλα, ενώ οι φωτισμοί ανήκουν στη Φωτεινή Ταμιωλάκη. Να σημειωθεί πως στην παράσταση ακούγεται ζωντανή μουσική από το σπαρακτικό ακορντέν του Χάρη Σταυρακάκη (είναι και αυτό ένας ακόμη καίριος ρόλος στο έργο).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top