Fractal

Ο «Νοέμβριος» του Γκυστάβ Φλωμπέρ, ως ασυνείδητο προσχέδιο άλλων βιβλίων

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

novΓκυστάβ Φλωμπέρ, “Νοέμβριος”. Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια: Οντέτ Βαρών. Εκδόσεις Ύψιλον/Βιβλία. 1993

 

Ο «Νοέμβριος» είναι μια νουβέλα που πολλοί απολαμβάνουν την ανάγνωσή της, αλλά και με αρκετούς να  νοιώθουν  κάπως περίεργα. Το τελευταίο όχι τόσο λόγω έλλειψης λογοτεχνικού ταλέντου του συγγραφέα, όσο λόγω του θέματος του κειμένου και των θέσεων που λαμβάνονται από τον συγγραφέα πάνω σε πολύπλοκα κοινωνικά και φιλοσοφικά ζητήματα και στις σχέσεις με τους συνανθρώπους γύρω του. Ενώ εκατομμύρια άνθρωποι έχουν διαβάσει την «Μαντάμ Μποβαρύ» σε όλο τον κόσμο,  και πιστεύουν ότι είναι εξοικειωμένοι με την τάση του Φλωμπέρ να απεικονίζει τη σκοτεινή μάλλον πλευρά της ζωής, εδώ, σε αυτό το κείμενο, ο Φλωμπέρ χρησιμοποιεί τη δική του φωνή να αφηγηθεί τις βαθύτερες σκέψεις του σε πρώτο πρόσωπο, τουλάχιστον για το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου. Σε εκατό περίπου σελίδες, ο αφηγητής περιγράφει μια μάλλον σκυθρωπή και σκοτεινή περίοδο της ζωής του, πλήρη αρνητικών εμπειριών και συναισθημάτων ως αποτέλεσμα της αδυναμίας του να κατανοήσει και να αποδεχθεί τον σκοπό της ύπαρξής του. Οι απόψεις του σχετικά με τις μνήμες, τη νεότητα, την αγάπη και την αυτοκτονία, αντανακλούν τις ερωτήσεις που όλοι οι άνθρωποι θα ήθελαν σε κάποια φάση της ζωής τους να κάνουν.

Από τις πρώτες γραμμές της νουβέλας, ήδη, ο αναγνώστης συνειδητοποιεί όσα θα ακολουθήσουν, με την αναφορά και απεικόνιση των εποχών που χρησιμοποιούνται για να απεικονίσουν μια ζωή όπως αυτή του  συγγραφέα, η οποία αδιάφορα κυλάει μέσα από τα χρόνια. ‘Το φθινόπωρο μ’ αρέσει, η θλιβερή αυτή εποχή ταιριάζει στις αναμνήσεις. Όταν τα δέντρα δεν έχουν πια φύλλα, όταν ο ουρανός διατηρεί ακόμα το δειλινό την  κοκκινωπή ανταύγεια που χρυσώνει το μαραμένο χορτάρι, έχει μια  γλύκα  να βλέπεις να σβήνει ότι χτες ακόμα έκαιγε μέσα σου’. Η έκδηλη πικρία του αφηγητή  αντικατοπτρίζεται από την εμφανή έκφραση της λύπης του και κυρίως της σπατάλης του ανίκανου χρόνου που περνάει ανεκμετάλλευτος, με όμορφη περιγραφή η οποία περιλαμβάνει τα αξιοθέατα, τους ήχους, και τις μυρωδιές του περιβάλλοντος χώρου. Τα δέντρα, τα φυτά, το λιβάδι, τα ρυάκια, τα πουλιά, και όπως πάντα ο ήλιος από ψηλά, βρίσκονται σε όλες τις σελίδες του μικρού βιβλίου του Φλωμπέρ. Όλα αυτά συνιστούν αιτιολογικούς παράγοντες οι οποίοι τον εμπνέουν και τον κινητοποιούν να αναλύσει το παρελθόν και το μέλλον μέσα από το φακό ενός ανθρώπου που μπορεί να οραματίζεται μόνο ότι έχει χάσει σε χρόνο. Κάνοντας χρήση ένα θλιβερό, αλλά ταυτόχρονα άκρως λυρικό και ποιητικό τρόπο, ο αναγνώστης εισάγεται σε σκέψεις και αναμνήσεις που πέρασαν ανεπιστρεπτί. ‘Πολλήν ώρα απόλαυσα τη χαμένη μου ζωή. Μονολόγησα με χαρά ότι η νιότη μου είχε περάσει, γιατί είναι μια απόλαυση να νοιώθεις το κρύο νά ’ρχεται στην καρδιά σου, και να μπορείς να λες, ψηλαφώντας το σαν εστία που ακόμα καπνίζει: δεν καίει πιά…’!

Είναι ολοφάνερο ότι ο αφηγητής δεν μπορεί να ξεφύγει από τη θλίψη του, που σχετίζεται με τις εκτιμήσεις του για τη ζωή, και η οποία τελικά τον αφήνει όλο και πιο ανικανοποίητο. Το ύφος της γραφής του θα μπορούσε να θυμίζει απομνημονεύματα ή αν απομονώσουμε κάποια τμήματα, επιστολές με τις σκέψεις και τα συναισθήματα του αποστολέα σε οικεία πρόσωπα. Οι προσδοκίες αυτού του χαρακτήρα για απεριόριστη μάθηση και εμπειρία, περισσότερο παρεμποδίζουν την προσωπική του πορεία και ανάπτυξη. Δεν μπορεί να αντέξει στην ιδέα ότι δεν είναι σε θέση να παράγει κάτι καινοτόμο ή να αφήσει το προσωπικό του σημάδι σε τούτο τον κόσμο. Αποφασίζει ότι δεν υπάρχει πραγματικός σκοπός για τη ζωή, σκέψη που τον οδηγεί να εξετάσει σε βάθος τις προαιώνιες έννοιες της αυτοκτονίας και του θανάτου. «… Τότε ο θάνατος μου φάνηκε ωραίος. Εξάλλου πάντοτε μου άρεσε, παιδί ακόμα τον λαχταρούσα μονάχα για να τον γνωρίσω, για να μάθω τι υπάρχει μέσα στον τάφο και τι όνειρα έχει αυτός ο ύπνος…».

Κι όταν επισκέπτεται μια πόρνη, για την οποία νοιώθει, και φυσικά μας το αποκαλύπτει, ένα πραγματικά απαράμιλλο πάθος, προσπαθεί να εξηγήσει στον εαυτό του την αιτία για τη λύπη της ζωής του.‘… Ένοιωθα πως δεν θα ξαναζούσα πιά τίποτα τέτοιο, πως άλλοι έρωτες μπορούσαν να έρθουν,  αλλά πως δεν θα έμοιαζαν πιά με αυτόν εδώ. Αυτό το πρώτο άρωμα  το είχα μυρίσει, αυτός ο ήχος είχε πετάξει, ποθούσα τον πόθο μου και νοσταλγούσα τη χαρά μου…’. Ο αναγνώστης αργά και σταδιακά αρχίζει να σκέφτεται αν οι μνήμες του αφηγητή  είναι πράγματι ακριβείς απεικονίσεις του παρελθόντος, ή είναι λάθος και επαναφέρει συνεχώς τα ίδια  πράγματα στο μυαλό του. Περνάει τον καιρό του με το να σκέφτεται αυτό που λείπει, χωρίς όμως να προσπαθεί να καλύψει το κενό στη ζωή του. Για εκείνον, η ζωή του πάσχει, και ο ίδιος μπορεί να γλιτώσει μόνο με το θάνατο.

Στη συνέχεια, η επικοινωνία του με τον αναγνώστη  απότομα και εντελώς ανεξήγητα, σταματάει! Στις τελευταίες σελίδες του κειμένου, εμφανίζεται ένας καινούργιος αφηγητής ο οποίος φροντίζει να ενημερώσει τον αναγνώστη, ‘Το χειρόγραφο σταματά εδώ, αλλά ήξερα τον συγγραφέα’. Αυτό που ακολουθεί λέει πώς ο συγγραφέας έζησε το υπόλοιπο της ζωής του δυστυχισμένος, μόνος, και περιμένοντας το θάνατο. Υπάρχει, επίσης, μια στιγμή, όπου υπονοείται ότι ο αρχικός αφηγητής δεν υπέφερε πραγματικά μέχρι το τέλος της ζωής του. Αλλά φυσικά, ο αναγνώστης έχει πλέον εξοικειωθεί με τις ψυχικές αναποδιές και από τις μοιρολατρικές σκέψεις με τις οποίες έχει βασανιστεί από τότε που ήταν ακόμα παιδί.

 

Gustave Flaubert

Gustave Flaubert

 

Με το να περιλαμβάνει τη γνώμη ενός παρατηρητή του παρελθόντος του αφηγητή, ο Φλωμπέρ προσφέρει μια τελευταία ερώτηση: ‘Τι σημαίνει να υποφέρω’; Ο αφηγητής πάντα ζούσε με τη βαθιά επιθυμία   μιας αισιόδοξης προοπτικής, και κάποια στιγμή κάνει τον αναγνώστη να σκεφτεί, αν είναι αλήθεια ότι μερικοί άνθρωποι είναι προορισμένοι να υποφέρουν, ή αντιλαμβάνονται ένα επίπεδο ταλαιπωρίας και βασάνων τα οποία θεωρούν απαράδεκτα. Κι ακόμα, μήπως ο ίδιος ο χαρακτήρας δημιουργεί τα προβλήματά του;

Ο ‘Νοέμβριος’ του Γκυστάβ Φλωμπέρ, στην πραγματικότητα, είναι το παρασκήνιο ή καλύτερα ο καμβάς  όσων έργων του συγγραφέα ακολούθησαν, αλλά κυρίως της θρυλικής  ‘Αισθηματικής Αγωγής’. Μέσα σ’ αυτό, βρίσκεται ένας σωρός από ιδέες, λεπτομέρειες και σχεδιαγράμματα των επόμενων και περισσότερο γνωστών του βιβλίων. Ήταν το προσωπικό του ημερολόγιο, οι ανακατεμένες ιδέες ενός σκεπτόμενου νεαρού, πολλές από τις οποίες χρησιμοποιήθηκαν δεόντως αλλού, και τις οποίες θα συναντήσουμε διαβάζοντας άλλα βιβλία του. Αποτέλεσαν τα γερά θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομήθηκαν αργότερα κάποια έργα του. Η φαντασία του νεαρού συγγραφέα, καλπάζει εδώ κι εκεί, αχαλίνωτη. Σε πολυποίκιλα καθημερινά θέματα καθώς και σε διαφορετικά μήκη και πλάτη του πλανήτη. Ίσως η αρχική του πρόθεση να ήταν η αφήγηση της γνωστής περιπέτειας του συγγραφέα με την Eulalie Foucaud, ίσως πολλά μαζί, και συρραφές ανάκατων χειρόγραφων. Παιδική ζωή, σχολείο, εφηβεία, ερωτική εμπειρία, κι ύστερα ο χωρισμός, ανεξάρτητα από όποιον τον προκάλεσε. Έχοντας αυτή την παράμετρο κατά νου, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τον ‘Νοέμβριο’ ως πραγματεία του ματαιωμένου, του ανικανοποίητου, του ανεκπλήρωτου! Η αλλαγή που έλαβε χώρα προς το τέλος του βιβλίου, με την αλλαγή του αφηγητή, μάλλον σηματοδοτεί μια κρίσιμη χρονική καμπή του συγγραφέα ο οποίος φαίνεται πως δεν μπορεί, αδυνατεί να συνεχίσει άλλο την αφήγηση, τουλάχιστον σε πρώτο πρόσωπο.

Ο  τέλειος μεταφραστής πρέπει να είναι ένας συγγραφέας ο οποίος να είναι σε θέση να υποτάξει τον εαυτό του στο κείμενο και την ταυτότητα του συγγραφέα.  Δεν είναι καμία έκπληξη ότι κάποιες μεταφράσεις χρειάζονται όσο χρειάστηκε το ίδιο το βιβλίο για να γραφτούν, και για μερικές ακόμα περισσότερο. Η αυθεντική απόδοση της κάθε τελευταίας λεπτομέρειας και  έννοιας δεν μπορεί, με κανένα τρόπο, να είναι ο μοναδικός σκοπός της μετάφρασης. Στην προκειμένη περίπτωση, η μετάφραση, η εισαγωγή και οι σημειώσεις της μεταφράστριας Οντέτ Βαρών, φαίνεται πως συνδύασαν με επιτυχία όλες τις παραπάνω παραμέτρους.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top