Fractal

Προσδοκώντας το νόημα

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Ίαν Μακ Γιούαν «Νόμος περί τέκνων», Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά, εκδ. Πατάκη

 

«Νόμιζε ότι οι υποχρεώσεις της, οι ευθύνες της άρχιζαν και τελείωναν μέσα στους τοίχους των δικαστηρίων. Μα πώς ήταν δυνατόν; Ο Άνταμ είχε σπεύσει να την αναζητήσει προσδοκώντας εκείνο που όλοι προσδοκούν, εκείνο που μόνο οι ελευθερόφρονες και όχι οι υπεράνθρωποι μπορούν να δώσουν. Το νόημα.»

Με ιδιαίτερη προσήλωση στον ανθρώπινο παράγοντα επανέρχεται ο Ίαν Μακ Γιούαν για να αφηγηθεί  μια ιστορία  για το Δίκαιο, την Ηθική, τον Έρωτα, τον Θάνατο, τη Συγχώρεση, αλλά και τον παραλογισμό των θρησκευτικών δογμάτων, με τη συνήθη διεισδυτική του ματιά στα βάθη της ψυχής των ηρώων του.

Η δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου Φιόνα Μέι, με ειδικότητα στο Οικογενειακό Δίκαιο, αποτυγχάνει, παρά την επιτυχία της στον επαγγελματικό τομέα, που συνοδεύεται από τη φήμη ότι διακρίνεται για την ευαισθησία και ευθυκρισία της, να απολαύσει μία ανάλογη προσωπική ζωή. Αιτίες ψυχικής της αναστάτωσης η ηθελημένη ατεκνία της και η προδοσία του συζύγου της. Η ψυχρότητα στην ιδιαίτερη σχέση της με τον Τζακ, τον σύζυγό της, επήλθε σταδιακά ως φυσική συνέπεια της ιδιαίτερης βαρύτητας που εκείνη έδινε στο επαγγελματικό πεδίο, και ειδικότερα στο ψυχικό βάρος και τη σωματική απέχθεια που της δημιούργησε μία υπόθεση διαχωρισμού  διδύμων, (το πόσο πετσόκομμα και σπάσιμο, τεμαχισμό και δίπλωμα της νηπιακής σάρκας) για την οποία αποφάσισε την θανάτωση του ενός,  προκειμένου να επιζήσει το άλλο.

«Στην ετυμηγορία της είχε σημειώσει σε μια συγκρατημένη και γεμάτη σεβασμό παράγραφο ότι ο αρχιεπίσκοπος θα προτιμούσε να πεθάνει ο Μάρκ μαζί με τον Μάθιου, προκειμένου να μην υπάρξει ανθρώπινη παρέμβαση στις βουλές του Θεού. Το ότι ήταν δυνατόν άνθρωποι της Εκκλησίας να θέλουν να εκμηδενίσουν τη δυνατότητα μιας μεστής περιεχομένου ζωής προκειμένου να μείνουν πιστοί στη θεολογική γραμμή  δεν την εξέπληττε ούτε αισθανόταν να την αφορά. Και ο νόμος είχε ανάλογα προβλήματα….» 

 Εν μέσω διαμαρτυριών από φανατικούς θρησκόληπτους, φιλοσοφικών  προβληματισμών σχετικά με τη δημιουργία υγιούς ζωής, (…τυφλή τύχη το να φθάσεις στον κόσμο διαθέτοντας σωστά διαμορφωμένα μέλη φυτρωμένα στο σωστό σημείο…), ηθικής συμπαράστασης εκ μέρους σοβαρών συναδέλφων της, η Φιόνα Μέι, καλείται να αντιμετωπίσει και το τελεσίγραφο του συζύγου της, Τζακ, σχετικά με την πορεία του γάμου τους. Δεν της έλειπε η αφοσίωση απέναντι του, έλειπε το πάθος, το οποίο εκείνος αναζήτησε στην αγκαλιά μιας νεώτερης γυναίκας.

Αδυνατούσε η ίδια να του εξηγήσει  ότι μετά αυτή την συγκεκριμένη υπόθεση το σώμα της είχε μουδιάσει, οι αισθήσεις της είχαν στομωθεί, ένιωθε αποστροφή για τα ανθρώπινα σώματα. Είχε διαταραχθεί ψυχικά γιατί ήταν εκείνη που είχε «ξεπαστρέψει» ένα παιδί, που παρά το γεγονός ότι δεν θα επιζούσε τελικά, εκείνη αποφάσισε την άμεση θανάτωσή του, μέσα σε έναν αριθμό κομψών σελίδων.

Φιόνα και Τζάκ, δύο άνθρωποι αλλιώτικοι που ένωσαν τις ζωές τους με μουσική υπόκρουση Μπάχ, Μπερλιόζ και Σούμπερτ εκείνη, Κήθ Τζάρετ εκείνος, κι όμως αρμονικά, με έρωτα και πάθος για χρόνια, αποφασίζουν να σπάσουν τα δεσμά της σχέσης τους με εκβιαστικά διλήμματα. Εκείνη προϋποθέτει την δυσάρεστη ανατροπή στη ζωή που θα επιφέρει ο χωρισμός  κι όμως υπερισχύει το ”εγώ” συνυφασμένο με αξιοπρέπεια. Εκείνος αναζητά το  πάθος, που δεν μπορεί πια να του προσφέρει.

Και ενώ αναμένονται απαντήσεις στα διατυπωμένα και από τις δύο πλευρές τελεσίγραφα, ένα επείγον υπηρεσιακό τηλεφώνημα έρχεται να αποσπάσει το ενδιαφέρον της Φιόνα από το προσωπικό της πρόβλημα.

«Η συνομιλία τους όδευε προς μια βασανιστική ειλικρίνεια. Δεν μπορούσε να αρνηθεί πόσο την ανακούφισε η μετάβασή της σε ουδέτερο έδαφος, στον άδεντρο χερσότοπο των ξένων προβλημάτων.»

Η επείγουσα ανάγκη (άποψη των νοσοκομειακών γιατρών) να υποστεί μετάγγιση αίματος, ένα δεκαεπτάχρονο αγόρι που πάσχει από λευχαιμία, την οποία αρνούνται τόσο το ίδιο το παιδί όσο και οι γονείς του, ως μάρτυρες του Ιεχωβά, την οδηγεί στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο νεαρός Άνταμ Χένρυ. Η συνάντησή τους είναι καταλυτική και για τους δύο. Η Φιόνα εγκαταλείπει την αιώνια πειθαρχία της, αφήνει ελεύθερα ανέκφραστα,  καταπιεσμένα συναισθήματα και ο Άνταμ βρίσκει στο πρόσωπό της τον ιδανικό άνθρωπο από τον οποίο όχι μόνο ήθελε να κηδεμονεύεται  αλλά θα ήθελε και να ζήσει μαζί του.

Η Φιόνα καθώς επέστρεφε από το νοσοκομείο σκεφτόταν ότι όλη εκείνη η επικοινωνία με τον νεαρό ασθενή, «αφορούσε ή μια γυναίκα στα όρια της κατάρρευσης που διέπραττε ένα συναισθηματικό σφάλμα στο επαγγελματικό πεδίο, ή ένα αγόρι που επρόκειτο είτε να παραδοθεί στις πεποιθήσεις της αίρεσής του, είτε να απελευθερωθεί απ’ αυτές μέσω της άμεσης  παρέμβασης ενός κοσμικού δικαστηρίου. Δεν της περνούσε από το νου ότι ενδεχομένως ίσχυαν και τα δύο.»

 Ο Μακ Γιούαν στηλιτεύει την θρησκοληψία, τις θρησκευτικές δοξασίες, εμμονές και δόγματα, που περιορίζουν την ελευθερία της σκέψης.

 Ο συγγραφέας περιγράφει έξοχα τα συναισθήματα των δύο ηρώων στη διάρκεια και μετά την διάλυση της πολύχρονης σχέσης τους σε ηλικίες όπου η συνήθεια γίνεται αναπότρεπτη ανάγκη επιβίωσης, ο φόβος της μοναξιάς καραδοκεί, αλλά δεν κατορθώνει να γκρεμίσει τον τοίχο που ύψωσαν τα ισχυρά ”εγώ” τους. Θλίψη διογκούμενη αίσθηση αδικίας για εκείνη και θυμός σε εξέλιξη, διαταράσσουν την ψυχική γαλήνη της Φιόνα. Η μουσική,  αδιάλειπτη υπόκρουση της αφήγησης, παρηγορεί.  Η ατεκνία της Φιόνα ήταν μια ακόμη φούγκα, σαν εκείνη του Μπάχ που έπαιζε προς χάρη του Τζακ, μία ακόμη απόδραση από το πεπρωμένο της.

«Η αποτυχία της να γίνει γυναίκα όπως τουλάχιστον εννοούσε τον όρο η μητέρα της». Τα χρόνια της γονιμότητας πέρασαν και χάθηκαν ενώ εκείνη ήταν πολύ απασχολημένη από το επάγγελμά της για να το προσέξει. «Ανήκε πια στο νόμο, όπως ορισμένες γυναίκες ήταν κάποτε νύφες του Χριστού».

Η  Φιόνα προσπαθεί να ξεπεράσει το σοκ του χωρισμού με σχεδιασμούς για την στάση που θα κρατήσει στον κοινωνικό της περίγυρο, αρχίζει να οργανώνει τη μοναχική της ζωή…» Όμως σήμερα το πρωί όταν ξύπνησε  έχοντας στα αριστερά της την παγωμένη πλευρά του κρεβατιού – μια μορφή ακρωτηριασμού- αισθάνθηκε τον πρώτο συμβατικό νυγμό της εγκατάλειψης».

Η υγεία του νεαρού ΄Ανταμ Χένρυ προσωρινά αποκαθίσταται μετά τις μεταγγίσεις. Οι έντονα θρησκευόμενοι γονείς του, που επηρεασμένοι από τα δόγματα της αίρεσής τους  απαγόρευαν την μετάγγιση, είναι πανευτυχείς που η δικαστική απόφαση υπερκέρασε το δόγμα τους. Το κλειδί της αλλαγής στάσης του νεαρού απέναντι στον δογματισμό της αίρεσης που ανήκε, ήταν μια φράση της Φιόνα που σηματοδότησε για εκείνον το νόημα της ύπαρξης.»

Όλη η ζωή και η αγάπη που τον περιμένει.

Νέες υποθέσεις προστασίας παιδιών κάτω από ποικίλες συνθήκες απασχολούν την Δικαστή Φιόνα Μέι, παράλληλα με τα προσωπικά της αδιέξοδα.

Μία εκ νέου συνάντηση του νεαρού Άνταμ με την Φιόνα γίνεται αφορμή για εξομολογήσεις και αποκάλυψη μη αναμενόμενων συναισθημάτων, που κλυδωνίζουν την ηθική και επαγγελματική υπόσταση της δεύτερης

 «Λοιπόν, έχασες την πίστη σου».

   «Ναι, ίσως. Δεν ξέρω. Νομίζω ότι φοβάμαι να το πω δυνατά. Αληθινά δεν ξέρω που βρίσκομαι. Θέλω να πω ότι άπαξ και κάνεις ένα βήμα μακριά από τους Μάρτυρες, μάλλον απομακρύνεσαι ολοσχερώς. Γιατί ν’ αντικαταστήσεις το ένα παραμύθι μ’ ένα άλλο;»

    «Ίσως γιατί όλοι χρειάζονται ένα παραμύθι.»

 Η συνέχεια της τύχης των ηρώων, στο ενδιαφέρον, πολυεπίπεδο έργο του Ίαν Μακ Γιούαν ”ΝΟΜΟΣ ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ’‘, σε  εξαιρετική απόδοση στην ελληνική γλώσσα, από την Κατερίνα Σχινά.

 

Ian McEwan

 
     

(Οπισθόφυλλο)

Η Φιόνα Μέι είναι διακεκριμένη νομικός που εκδικάζει στο Ανώτατο Δικαστήριο υποθέσεις οι οποίες εμπίπτουν στο οικογενειακό δίκαιο. Είναι φημισμένη για την οξυδέρκειά της, την ακρίβεια και την ευαισθησία της. Όμως την επαγγελματική της επιτυχία σκιάζουν η μελαγχολία της και οι οικιακές διαμάχες. Μετανιώνει για την ηθελημένη ατεκνία της, θλίβεται για την κρίση που έχει ξεσπάσει στον πολύχρονο γάμο της. Σε αυτή τη δύσκολη προσωπική στιγμή καλείται να αντιμετωπίσει μια επείγουσα υπόθεση: Για θρησκευτικούς λόγους, ένα όμορφο δεκαεπτάχρονο αγόρι, ο Άνταμ, αρνείται τη θεραπεία που θα σώσει τη ζωή του και οι πιστοί γονείς του συμμερίζονται την επιθυμία του. Ο χρόνος εκπνέει. Μπορεί ένα κοσμικό δικαστήριο να υπερισχύσει της πίστης; Προκειμένου να καταλήξει σε μια απόφαση, η Φιόνα επισκέπτεται τον Άνταμ στο νοσοκομείο. Είναι μια συνάντηση που θα γεννήσει στην ίδια αισθήματα καταπιεσμένα επί δεκαετίες και στο αγόρι πρωτόφαντες συγκινήσεις. Η απόφασή της θα έχει συντριπτικές συνέπειες και για τους δυο τους…

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top