Fractal

“Άξιζε…” της Νίτσας Λουλέ: μια ζωή και μια εποχή μέσα από γράμματα

Ρεπορτάζ: Ελένη Γκίκα //

 

 

“Είναι δικά σου”, μου είπε η μάνα μου, η κυρά Μαρία, ένα πρωί πριν από τρία χρόνια και μου έδωσε στο χέρι μια τσάντα. “Εγώ τα έμαθα απέξω. Τα διάβασα και τα ξαναδιάβασα. Είναι όλη μας η ζωή”. Προλογίζει ένα επιστολικό βιβλίο με τον τίτλο “Άξιζε…” (εκδ. Πεδίο) η δημοσιογράφος και συγγραφέας Νίτσα Λουλέ το οποίο, τελικά, είναι πολλά: “Μέσα απ’ αυτά τα γράμματα πορευτήκαμε σαν οικογένεια όπως και χιλιάδες άλλες μετά τον εμφύλιο. Μέσα από τα γράμματα “γνωρίσαμε” τους γονείς μας ο αδελφός μου κι εγώ. Κι εκείνοι εμάς. Στις σελίδες τους “ακούγονται” οι πατρικές και μητρικές συμβουλές, οι οικογενειακοί καβγάδες, ο θόρυβος των φιλιών, τα γέλια και το κλάμα. Εκείνο που δεν μπορεί να αποτυπωθεί είναι το χάδι”, αναγνωρίζει η συγγραφέας, προσφέροντας γενναιόδωρα 23 χρόνια ζωής των γονιών της μέσα από γράμματα. Τα γράμματα του αγωνιστή και ευρωβουλευτή αργότερα Κώστα Λουλέ, με την γυναίκα του, την Μαρία.

 

Η παρουσίαση του βιβλίου, θύμιζε ζωντανό μάθημα ιστορίας. Με συντονιστή τον Παύλο Τσίμα, είπαν για ένα βιβλίο που είναι ταυτοχρόνως και οδοιπορικό και η βιογραφία μιας τρομερής γενιάς. Μια πράξη συμφιλίωσης σήμερα αλλά και μια ιστορία αγάπης.

 

 

“Είναι ένα βιβλίο Μνημείο, ένα βιβλίο ιστορίας, ένα λογοτεχνικό έργο και ένας φόρος τιμής στους πραγματικούς ανθρώπους και στους αγώνες τους”, θα πει ο πρώτος ομιλητής και αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, επισημαίνοντας την υπόμνηση της έκδοσης, ότι “ο πόλεμος των ισχυρών είναι διαρκής και αδυσώπητος, ακόμα κι όταν φαίνεται ότι αλλάζει μορφή”. Θα επιμείνει στον τίτλο “η Νίτσα θύμωσε, έκλαψε, πολλές φορές ρώτησε “άξιζε;” θα πει.

Η πρώην υπουργός Μαριέττα Γιαννάκου, επέλεξε όπως είπε να μιλήσει ως ψυχίατρος και από την πλευρά των παιδιών και των οικογενειών “όχι, δεν άξιζε”, θα μας πει. Διότι “δεν ήταν τότε μόνο η απουσία του πατέρα αλλά και η κοινωνική καχυποψία για το ποιός είναι ο πατέρας. Η Λουλέ κατορθώνει κοιτάζοντας στον καθρέφτη, ταυτοχρόνως και να αποστασιοποιηθεί”.

Ο πρώην υπουργός Αλέκος Παπαδόπουλος, αναγνωρίζοντας ότι ως βιβλίο αποτελεί σημαντική προσφορά “θα συμβούλευα πολλές από τις καινούργιες γενιές που νομίζουν αυτάρεσκα ότι γνωρίζουν την εποχή, να το διαβάσουν”, θα πει. Επιμένοντας στο ότι “για να καταξιωθεί τότε κάποιος έπρεπε πρώτα να πονέσει. Για να σε εμπιστευθούν, να περάσεις από φωτιά και σίδερο”. “Ο Κώστας Λουλές και η Μαρία που αυτοί ουσιαστικά συνέγραψαν και η Νίτσα συνέθεσε” θα επισημάνει “είχαν συμπεριφορά μιας αγέρωχης θεσσαλικής αρχοντιάς. Επειδή μέσα σε κάθε αγωνιστή υπάρχουν και οι καταβολές. Ο αχός που ερχόταν από τα βάθη των αιώνων ήταν που πρόσταζε τότε τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Σήμερα δεν προκύπτουν συλλογικές συμπεριφορές, αλλά συμπεριφορές φοβισμένων ανθρώπων. Η αριστερά τότε είχε ευπατρίδες που ήξεραν γερά γράμματα και είχαν οράματα γι’ αυτό, αγαπητή Νίτσα, άξιζε” θα της πει.

 

 

Η συγγραφέας με τη σειρά της θα αναγνωρίσει ότι “δεν άξιζε” όταν ήθελε τον πατέρα της και ήταν παιδί. Τώρα, όμως, ξέρει και “άξιζε” “γιατί όπως έλεγε κι ο πατέρας μου: Τι πιο όμορφο Μαριώ απ’ το να βάζει κι εσύ ένα λιθαράκι για να πάρει ο κόσμος μπρος”, συγκινημένη θα μας πει.

Αφιερώνοντας το βιβλίο σε όλα τα παιδιά των φυλακισμένων από τη μετεμφυλιακή εποχή ως την πτώση της χούντας: “Στα παιδιά που τους βρήκε ένα ξημέρωμα χωρίς γονείς, χωρίς στηρίγματα και οικογενειακά πρότυπα. Που βρέθηκαν παρά τη θέλησή του σε μια σκληρή και αφιλόξενη γι’ αυτά κοινωνία. Που πάλεψαν για να επιβιώσουν κάτω από άνισες συνθήκες. Που έπεσαν και σηκώθηκαν ξανά και ξανά. Και τα κατάφεραν”.

Στην κατάμεστη αίθουσα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ήταν σχεδόν όλη η πολιτική σκηνή: ο Φώτης Κουβέλης και η Αλέκα Παπαρήγα, ο Κωστής Χατζηδάκης και ο Μίμης Ανδρουλάκης, ο Σπύρος Λυκούδης, η Σοφία Βούλτεψη, η Όλγα Κεφαλογιάννη κ.α.

Παίρνοντας τον λόγο η Αλέκα Παπαρήγα και εξαίροντας τον ρόλο της Μαρίας “που δεν φαίνεται από τα γράμματα” “άξιζε” θα πει “εξάλλου αυτό λέει και το κόμμα”. Και θα θυμηθεί περιστατικά ζωής, αμφισβητώντας το αν μια αλληλογραφία μπορεί να περιγράψει, τελικά, μια ολόκληρη ζωή.

 

 

* Δημοσιεύθηκε στο Έθνος

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top