Fractal

Νίκος Χρυσός: «οι Αξέχαστοι καιροί κρατούν πάντα ένα σημείο επαφής με το παρόν»

Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη //

 

chrisos

 

«Δεν ξέρω και δεν μ’ ενδιαφέρει ποιούς και πόσους αφορά κάθε λογοτεχνικό έργο. Πεποίθηση μου είναι ότι ένα έργο είναι σημαντικό ακόμα κι αν συγκινεί έναν και μόνο αναγνώστη κι επομένως οι Αξέχαστοι καιροί έχουν ήδη εκπληρώσει αυτή την βασική συνθήκη, αφού με συγκίνησαν από την πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή μαζί τους. Αν οι διαψεύσεις κι οι απώλειες συνεχίζουν να είναι συστατικά της ζωής, αν οι μικρές χαρές κι οι μεγάλες λύπες σημαδεύουν με την ίδια ένταση τον ανθρώπινο βίο τότε νομίζω πως οι Αξέχαστοι καιροί κρατούν πάντα ένα σημείο επαφής με το παρόν». Ο Νίκος Χρυσός επιμελείται τους «Αξέχαστους καιρούς», γράφει το δικό του μυθιστόρημα- παραμύθι και μας μιλά στο fractal για την λογοτεχνία.

 

-Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το βιβλίο «Αξέχαστοι καιροί. Χρονικό της νιότης», εκδόσεις Καστανιώτη;

978-960-03-5817-9bΜε το βιβλίο αυτό συμπληρώνεται η συλλογή βιογραφικών κειμένων μελών της οικογένειας Αλεξίου για τον Νίκο Καζαντζάκη, όπως σοφά παρατηρεί κι ο Στυλιανός Αλεξίου, γιος του συγγραφέα, στο δοκίμιο «Τρεις Αλεξίου εναντίον Καζαντζάκη». Παρότι οι Αξέχαστοι καιροί προηγήθηκαν του Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι της Γαλάτειας και του Για να γίνει μεγάλος της Έλλης Αλεξίου δεν απέκτησαν την ίδια βαρύνουσα θέση στην καζαντζακική βιβλιογραφία. Βέβαια δεν ήταν αυτή η αφορμή που προκάλεσε την επανέκδοση του βιβλίου. Εκτός ενός αφιερωματικού τόμου σε επιμέλεια του Δημήτρη Δασκαλόπουλου που κυκλοφόρησε το 2011 από τις εκδόσεις Δοκιμάκη, ο Ηρακλειώτης διανοούμενος είναι πια λησμονημένος τόσο για το λογοτεχνικό του έργο όσο και για τον ρόλο του στα νεοελληνικά γράμματα παρά σχετικές εργασίες, όπως Το λογοτεχνικό Ηράκλειο του μεσοπολέμου του Αντώνη Καρτσάκη που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Οι Αξέχαστοι καιροί επανεκδόθηκαν εξήντα σχεδόν χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή τους, για να θυμίσουν, από πρώτο χέρι, αυτήν ακριβώς την εποχή και τους πρω
ταγωνιστές της.

 

 

-Ποιος ήταν ο συγγραφέας Λευτέρης Αλεξίου;

Ο Λευτέρης Αλεξίου, αδελφός της Γαλάτειας Καζαντζάκη και της Έλλης Αλεξίου ήταν γιος του τυπογράφου Στυλιανού Αλεξίου, συνδημιουργού με τον Ξανθουδίδη της θρυλικής σχολιασμένης έκδοσης του Ερωτόκριτου στο Ηράκλειο το 1915. Μέλος μιας περιώνυμης για τα ελληνικά γράμματα οικογένειας, υπήρξε λάτρης της λογοτεχνίας, της μουσικής και της επιστήμης. Ήταν μια γοητευτική προσωπικότητα, ένας πολυσχιδής δημιουργός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη λογοτεχνική σκηνή του Ηρακλείου κατά το μεσοπόλεμο κι υπήρξε πολύτιμος αρωγός σε κάθε καλλιτεχνική απόπειρα της εποχής, στο περιοδικό Νεοελληνικά Γράμματα του Γιάννη Μουρέλου, στις Κρητικές Σελίδες της Θάλειας Καλλιγιάννη, στο «Κρητικό Κουαρτέτο» του Αριστείδη Αντωνακάκη, ενώ είχε ενεργή παρουσία και σε μεγάλα αθηναϊκά έντυπα, όπως στην Ελληνική Δημιουργία, στον Κύκλο, στη Νέα Εστία. Υπήρξε στενός φίλος πολλών σημαντικών διανοούμενων, από τον Καζαντζάκη και τον Μηνά Δημάκη, μέχρι τον Αυγέρη, τον Βάρναλη, τον Καλμούχο, τον Καββαδία και άλλους.

 

-Οι «Αξέχαστοι καιροί» μπορεί να είναι χρονικό αλλά δεν μοιάζει και σαν μια δοκιμή αυτοβιογραφίας;

Οι Αξέχαστοι καιροί είναι ένα μυθιστόρημα που μιμείται το χρονικό και χτίζεται πάνω στην αυτοβιογραφική φόρμα, αλλά παραμένει σε σημαντικό βαθμό ένα προϊόν μυθοπλασίας, μια ιστορία της οποία η θεματική κινείται ανάμεσα στο ποίημα «Λήθη» του Λορέντζου Μαβίλη και στην «Μπαλάντα στους Άδοξους Ποιητές των Αιώνων» του Καρυωτάκη. Νομίζω πως την καρδιά του βιβλίου εκφράζει ευσύνοπτα το ποίημα «Στην αμμουδιά» του Λευτέρη Αλεξίου:

Γελούσε η Μόλλη κι έτρεχε την αμμουδιά πατώντας
και σαν πουλιά εφτερούγιζαν τα ολόφωτα ποδάρια.
Μα πίσωθε ολοσκότεινο το κύμα και λυσσώντας
έγλειφε, εδάγκωνε, έτρωγε τ’ αγαπημένα χνάρια.

Στη θέση της Μόλλης θα μπορούσε να τοποθετηθεί κάθε ήρωας, κύριος ή δευτεραγωνιστής, των Αξέχαστων καιρών.

 

-Στο βιβλίο αναφέρονται και γνωστοί συγγραφείς. Ποιοι είναι και γιατί ο συγγραφέας τους αναφέρει με ψευδώνυμα;

Ο Αλεξίου επιλέγει επτά πρόσωπα από τον μεγάλο κύκλο αυτών που επισκέπτονταν τακτικά το Στούντιο του, για να τους δώσει κάποιο ρόλο στην ιστορία. Ανάμεσα τους ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Βελισσάριος Φρέρης, ο μουσικός Κώστας Σφακιανάκης, ο ζωγράφος Τάκης Καλμούχος. Ο αριθμός επτά δεν είναι τυχαίος, αλλά υπακούει στην ανάγκη σύνθεση της Πούλιας, της καλλιτεχνικής συντροφιάς που στήνει ο συγγραφέας στις σελίδες του, αντιγράφοντας άλλες περίφημες λογοτεχνικές Πλειάδες, σ’ ένα πνεύμα κρυπτικής διακειμενικότητας που διατρέχει ολόκληρο το βιβλίο. Οι Αξέχαστοι καιροί στην πραγματικότητα παρά την πρόδηλη διάθεση να αποτελέσουν μιας δοκιμή αυτοβιογραφίας, αποτελούν ένα είδος πνευματικής διαθήκης που δεν διστάζει να παραχαράξει την αλήθεια των προσώπων και των επεισοδίων (για παράδειγμα απουσιάζουν παντελώς οι αδελφές του συγγραφέα κι η σχέση Καζαντζάκη-Γαλάτειας), προκειμένου να συνθέσει έναν πικρό ύμνο διάψευσης και φθοράς. Αυτήν την δυνατότητα ελευθερίας στην διαχείριση των ηρώων παρέχει στον Αλεξίου η απόκρυψη των πραγμ
ατικών ταυτοτήτων τους.

 

-Ποια ήταν η σχέση του Λευτέρη Αλεξίου με τον Νίκο Καζαντζάκη;

Ο Αλεξίου γνωρίζει τον Καζαντζάκη σε νεαρή ηλικία. Όπως είναι γνωστό ο Καζαντζάκης υπήρξε σύζυγος της Γαλάτειας, μεγαλύτερης αδελφής του συγγραφέα και στενός φίλος του, ενώ αποτέλεσε σημαντικό κεφάλαιο στην ζωή των μελών της οικογένειας Αλεξίου, καθώς και ολόκληρου του λογοτεχνικού Ηρακλείου του μεσοπολέμου. Με αυτόν επιλέγει στη δύση της ζωής του να αναμετρηθεί ο συγγραφέας, επιβεβαιώνοντας έτσι ίσως άδηλα τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε στην δημιουργική του πορεία. Οι κρίσεις που διατυπώνει ο Αλεξίου για τον Καζαντζάκη στο μυθιστόρημα έχουν νομίζω πολύ λιγότερη σημασία από την κεντρική θέση στην οποία τον τοποθετεί μέσα στο λογοτεχνικό οικοδόμημα, θέση που αναδεικνύει την δεσπόζουσα παρουσία του χαρισματικού Καζαντζάκη που φαντάζει άλλοτε σαν ευχή κι άλλοτε σαν κατάρα στο μυαλό του Αλεξίου. Πρόκειται για δυο πολύ διαφορετικούς ανθρώπους που όμως μοιράστηκαν με πάθος την αγάπη τους για τα γράμματα, παρ’ όλες τις διαφωνίες, παρ’ όλες τις συγκρούσεις ή τις απογοητεύσεις τους.

 

-Η ιδιαιτερότητα του Λευτέρη Αλεξίου τον οδήγησε στο τέλος στην απομόνωσή του από τον εκδοτικό χώρο; Ποια είναι η αλήθεια;

Θα ήταν άστοχο να μιλήσει κανείς με βεβαιότητα για τις ακριβείς αιτίες της απομόνωσης του. Εκτιμώ πως ο Αλεξίου έκανε μια σειρά από επιλογές κι έζησε έναν βίο αυστηρής συνέπειας απέναντι σ’ αυτές. Υπηρετώντας στην ποίησή του έναν καθυστερημένο για την εποχή του κλασικισμό (μην ξεχνάμε πως ο Λευτέρης Αλεξίου ήταν πρώτα και κύρια εργάτης της ποίησης), αγνόησε τα σύγχρονα ρεύματα ενώ τα γνώριζε και τα παρακολουθούσε πολύ στενά και μάλιστα συχνά τα χαιρέτισε: «Καμπάνες, δώστε το άγγελμα τ’ ωραίο / και φέρτε το ως τα ακρότατα της γης• / βγήκε απ’ τα σπήλια της ιερής πηγής / κύκνος θεϊκός – λαμπρό τραγούδι νέο». Με αυτούς τους στίχους καλωσόρισε την ποίηση του Έλιοτ παραμένοντας όμως πιστός στα πρότυπα ενός αυστηρού, παρνασσιστικού σχεδόν, ποιητικού σχήματος. Ο Αλεξίου σαν λογοτέχνης έχει αρετές αλλά και αρκετές αδυναμίες. Είναι εξαιρετικός μεταφραστής, αλλά στα ποιήματά του συχνά εγκλωβίζεται σε στείρες γλωσσικές φόρμες που τον πετούν έξω από το ποιητικό όραμά του. Ωστόσο η ενασχόλησή μου με αυτό το βιβλίο δεν προκλήθηκε τόσο από την γοητεία που μου άσκησε ο λογοτέχνης Αλεξίου, αλλά μάλλον ο άνθρωπος Αλεξίου, ο αναγνώστης, ο φιλότεχνος, ο ακούραστος εργάτης, ο διανοητής.

 

978-960-03-5817-9bμ

 

-Σήμερα είναι επίκαιρο το έργο του;

Δεν ξέρω και δεν μ’ ενδιαφέρει ποιούς και πόσους αφορά κάθε λογοτεχνικό έργο. Πεποίθηση μου είναι ότι ένα έργο είναι σημαντικό ακόμα κι αν συγκινεί έναν και μόνο αναγνώστη κι επομένως οι Αξέχαστοι καιροί έχουν ήδη εκπληρώσει αυτή την βασική συνθήκη, αφού με συγκίνησαν από την πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή μαζί τους. Αν οι διαψεύσεις κι οι απώλειες συνεχίζουν να είναι συστατικά της ζωής, αν οι μικρές χαρές κι οι μεγάλες λύπες σημαδεύουν με την ίδια ένταση τον ανθρώπινο βίο τότε νομίζω πως οι Αξέχαστοι καιροί κρατούν πάντα ένα σημείο επαφής με το παρόν.

 

-Τα τελευταία χρόνια οι συγγραφείς πέρα από το δικό τους έργο επιμελούνται και βιβλία άλλων συγγραφέων ή γράφουν αν χρειαστεί επίμετρα ή προλόγους. Ποια είναι η σχέση αυτής της εργασίας με το έργο του συγγραφέα;

Νομίζω πως η ενασχόληση με τον λόγο είναι έτσι κι αλλιώς κύριο ενδιαφέρον και καθήκον κάθε συγγραφέα κι είναι βέβαια φυσικό πως κάθε τέτοια εργασία είναι σύμφυτη με τη λογοτεχνική πράξη, ωστόσο ο δικός μου ρόλος στο βιβλίο του Αλεξίου είναι μάλλον αυτός του δοτικού αναγνώστη κι όχι του καταρτισμένου επιμελητή ή του επιστήμονα φιλόλογου• υπάρχουν εξάλλου άλλοι καταλληλότεροι από μένα για αυτή τη δουλειά. Κύριο ενδιαφέρον μου ήταν να κατανοήσω το κείμενο και να προσφέρω χρήσιμα εργαλεία που θα διευκολύνουν την απόλαυση της ανάγνωσης, εργαλεία που ίσως δεν ήταν απαραίτητα στους παραλήπτες της πρώτης έκδοσης του βιβλίου.

 

-Είσαστε συγγραφέας και απ’ ότι γνωρίζω ετοιμάζετε ένα νέο μυθιστόρημα. Θα μπορούσατε να μας πείτε λίγα λόγια για το μυθιστόρημά σας;

Είναι ένα μακρύ παραμύθι που ξεκίνησα να γράφω στις αρχές του 2009, ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα που παρακολουθεί μια ιδιαίτερη συντροφιά αστέγων κι ένα πλήθος ανθρώπων που κινούνται γύρω τους σαν κομήτες ή σαν δορυφόροι σε ένα λιμάνι της Μεσογείου. Είναι ένα βιβλίο που με συντροφεύει ήδη αρκετά χρόνια, οι ήρωες του μου είναι πια οικείοι κι ελπίζω όταν έλθει η ώρα να βρω το κουράγιο να τους αποχωριστώ.

 

-Ποιο βιβλίο έχετε στο προσκεφάλι σας;

Έχω πολλά βιβλία στο προσκεφάλι μου, βιβλία που διαβάζω, άλλα που ξεφυλλίζω ερευνητικά, βιβλία τα οποία φυλώ σαν πολύτιμους οδηγούς, ή εκείνα στα οποία επιστρέφω έστω για μια καληνύχτα πριν κλείσω τα μάτια. Κρατώ κοντά μου για πολλά χρόνια το Κουτσό του Κορτάσαρ, την Βάρδια του Καββαδία και την Κατακόρυφη ποίηση του Χουαρόθ. Τους τελευταίους μήνες διαβάζω και ξαναδιαβάζω τους Χορευτές της Ευτυχίας Παναγιώτου και τον συγκεντρωτικό τόμο Στιγμή στο Χάος με τα ποιήματα του Σωτήρη Σαράκη από το 1999 έως το 2010. Σχεδόν πάντα επιστρέφω στο Βιβλίο των Ωρών, στο συγκλονιστικό «βουβό» ρομάντζο του Φρανς Μασιρέελ. Σας ευχαριστώ.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top