Fractal

Διήγημα: “Τα χαλάσματα έχουν πάντα φαντάσματα…”

Του Νίκου Τσούλια // *

 

CIMG0121

      Ξέροντας τη γενική εικόνα από πριν η σκέψη σου έχει προοικονομήσει τη δική της εικόνα, έχει δημιουργήσει το δικό της σκηνικό χωρίς να περιμένει τους δικούς σου συντεταγμένους συλλογισμούς. Έτσι γίνεται πάντα, μπροστά από ένα πολύ σημαντικό γεγονός η σκέψη μας προβάλλεται στο μέλλον, χωρίς να είμαστε βέβαιοι κατά πόσο αυτή η σκέψη είναι απόλυτα δική μας ή εκπηγάζει και από το επερχόμενο γεγονός.

      Ήξερα ότι θα συναντήσω εικόνα εγκατάλειψης, σκηνικό ερήμωσης, ότι η απουσία ανθρώπων αλλάζει την πρόσληψη των παραστάσεων, ότι η ψυχολογία μου θα κληθεί να δώσει ερμηνείες πέραν των παραδοσιακών / καθημερινών εργαλείων της. Η φαντασία είχε πάρει από μόνη της την ευθύνη της σκιτσογράφησης των εικόνων και των πολλαπλών επεξηγήσεων. Ένα μέρος του χωριού κρίθηκε ακατάλληλο, τα σπίτια αποζημιώθηκαν, οι κάτοικοι έφυγαν. Η εικόνα είναι σύνθετη, απαιτεί ματιά πολυπρισματική. Θα κληθεί η ψυχή σου να αναζητήσει τους καημούς και τους αναστεναγμούς. Η γενική ιδέα των χαλασμάτων είναι αυτή που προκαλεί το προκαταβολικό δέος, την ετοιμότητα για να δεχτείς τα φαντάσματα του παρελθόντος.

      Έχεις ζήσει και εσύ σ’ αυτόν τον τόπο. Έλειπες όμως το διάστημα του μεγάλου γεγονότος, της ομαδικής εγκατάλειψης. Τότε σε απασχολούσε μόνο το μέλλον, η καριέρα, η φιλοδοξία. Δεν υπήρχε χρόνος για να κοιτάς πίσω. Είχες άλλωστε πάντα μια κρυφή επιθυμία, να γυρίσεις στο γενέθλιο τόπο ως θριαμβευτής, ως επώνυμος και ξεχωριστός που θα έχεις κάνει σπουδαία πράγματα και όλοι θα σε θαυμάζουν.

      Τώρα έχεις κατακτήσει το μέλλον σου. Έχεις γίνει επιτυχημένος˙ πιο πολύ από ό,τι ονειρευόσουνα. Αλλά δεν νιώθεις θριαμβευτής στην παλιννόστησή σου. Ο κόσμος έχει φύγει. Οι πλατείες δεν έχουν κόσμο, τα καφενεία δεν έχουν τα τραπέζια έξω γεμάτα χαρούμενους χωρικούς. Στις αυλές δεν θα δεις τα κορίτσια να σκουπίζουν ούτε τις μανάδες τους να συγυρίζουν τα σπιτικά τους. Ποιος να ασχοληθεί με τις επιτυχίες σου;

      Αλλά δεν σε νοιάζει η παλιά φαντασίωση, η κατάκτηση του δικού σου ξεχωριστού μέλλοντος. Τώρα θέλεις να βρεις σημάδια του παρελθόντος των άλλων, των συγχωριανών σου που σκόρπισαν στους τέσσερις ανέμους. Τα χαλάσματα μπορούν να σου πουν πολλά πράγματα, περισσότερα από ό,τι αν ήταν στην καλή τους κατάσταση. Κρύβουν ένα μακρινό παρελθόν, σε καλούν να το αναζητήσεις και να το ανασυστήσεις… Νιώθεις την ερήμωση και τη λεηλασία, το πέρασμα του χρόνου έχει αφήσει πληγές παντού. Η ισοπέδωση των σπιτιών είναι και ισοπέδωση της ζωής που φιλοξενούσαν.

      Πόσος κόπος και ιδρώτας χρειάστηκε για να γίνει το βιος του καθενός σε χρόνια φτώχειας και πολέμου; Πόσα και πόσα παιδιά κοιμόσαντε δυο – δυο και τρία – τρία σ’ ένα κρεβάτι, πόσοι παππούδες και γιαγιάδες, πόσες οικογένειες αδελφών έζησαν και ονειρεύτηκαν σε ένα σπίτι, εδώ σ’ αυτά τα χώματα που έχουν αρχίσει να ξεχνάνε το σχήμα της πλίθας; Πόσα και πόσα μαστορέματα και μερεμέτια από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες δεν γίνονταν για να αντέχουν τα σπίτια τους στο χρόνο και να προσαρμόζονται στην πρόοδο, να μπαίνει κανένα ευρωπαϊκό κεραμίδι στη θέση των γύφτικων κεραμιδιών, να αλλάζει κανένα παράθυρο;

      Αλλά η δεκαετία του ’60 που οι κάτοικοι έπαιρναν κάποια ανάσα στο κομπόδεμά τους, ήλθε το νερό κάτω από το ποτάμι και έκανε λίμνη τα ποτιστικά χωράφια τους και διώχθηκαν χωρίς πολλά – πολλά. Ήταν και η Χούντα τότε, πού να μιλήσεις; Τα χαλάσματα αναμετρώνται μόνα τους, με το χρόνο και με τους καιρούς. Άλλα έχουν ισοπεδωθεί, άλλα αντιστέκονται σθεναρά, άλλα τα έχουν αναπροσαρμόσει οι βοσκοί που έχουν έλθει εδώ και χρόνους πολλούς. Αλλά είναι πάντα χαλάσματα. Έχουν να κάνουν με την απρόβλεπτη μοίρα τους, γιατί το μαύρο γεγονός κόβει τη συνέχειά της, την ύπαρξή τους, τους στερεί το ταξίδι στο χρόνο, τη δυνατότητα να πορεύονται μαζί με τους ανθρώπους και αυτά να τους εξασφαλίζουν την αρχέγονη έννοια της εστίας, της προστασίας από τη φύση και από τον όποιο επιβουλεύεται την ασφάλεια και την ησυχία του.

      Ο ήχος των βημάτων σου είναι διαφορετικός, το περπάτημά σου αβέβαιο και προσεκτικό, σαν να προσέχεις μην πατήσεις κάτι που δεν πρέπει. Όταν τα ερείπια είναι πολλά μαζί, όταν όλα γύρω σου είναι χαλάσματα, όταν φυτά και θάμνοι έχουν σκαρφαλώσει και αποικίζουν τους χωμάτινους όγκους με τα λιγοστά πέτρινα αγκωνάρια τους ανάμεσά τους, δεν έχεις πολλά περιθώρια να ανασυστήσεις την παλιά εικόνα. Η μνήμη σου πρέπει να αυτονομηθεί από τις αισθήσεις σου, να τις κάνει πέρα, να τις αγνοήσει.

      Και εσύ μετεωρίζεσαι, μια στο χθες και μια στο σήμερα. Και πάλι είσαι ανακατωμένος, το χθεσινό σου μέλλον έχει γίνει και αυτό παρελθόν και δεν ξέρεις ποια πραγματικότητα ζεις… Σε κάθε χάλασμα στήνεις την εικόνα την παλιά, αλλά στήνοντας την επόμενη εικόνα σού χάνεται η προηγούμενη, η μορφή των χαλασμάτων δεν αστειεύεται. Τα χαλάσματα έχουν πάντα φαντάσματα…

CIMG0113

CIMG0114

CIMG0115

CIMG0116

CIMG0119

CIMG0120

CIMG0112

CIMG0111

CIMG0110

CIMG0122

CIMG0164

CIMG0179

CIMG0183

CIMG0186

CIMG0188

CIMG0190

CIMG0191

CIMG0192

CIMG0187

CIMG0109

CIMG0193

CIMG0107

CIMG0108

* Ο Νίκος Τσούλιας είναι καθηγητής σε λύκειο. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003). Διδακτορικό στην Ειδική Αγωγή. Δύο βιβλία: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον».  Συνεργάστηκε με: «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986), «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996) και “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” (2010- σήμερα) καθώς και με αρκετά περιοδικά. (https://anthologio.wordpress.com/)

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top