Fractal

Διήγημα: “Οι ελαφοκυνηγοί”

Του Νίκου Τακόλα //

 

f13

 

Tόσα χρόνια πώς γίνεται να μην είχε ακούσει αυτή την απίθανη ιστορία; Πώς η δημοσιότητα, άγρυπνη αδιάκριτη ματιά του κόσμου μας δεν τους έμαθε; Άκου ελαφοκυνηγοί. Στα καφενεία των χωριών τα βράδια του κυνηγιού, στα αντρικά αυτά βάθρα της υπερβολής και της καυχησιάς, δεν έμεινε κανένα θέμα όρθιο και σωστό. Είχε ακούσει για σκυλιά που μύριζαν από χιλιόμετρα το θήραμα, για κάπρους που ερωτεύτηκαν ήμερες γουρούνες και κόπιασαν προσκυνημένοι σώγαμπροι στ’ αφεντικά τους, για τουφεκιές διάνα από απόσταση αετού, για γεράκια και αετούς στη δούλεψη κυνηγών, για κυνηγούς αντιμέτωπους με τέρατα, αερικά και ξωτικά του αέρα, αλλά και τούτο!

«Πιάνουνε, λέει, ελάφια με τα χέρια. Ούτε καν παγίδες. Κάτι σαν υπνωτισμός, κάτι σα γητειά. Είναι καμιά δεκαριά, όλοι κι όλοι. Πολέμησαν, μα όταν γύρισαν απ’ τις μάχες και τα μακελέματα ήταν αλλαγμένοι. Μιλούσαν μονάχοι τους, απαντούσαν στις φωνές των ζώων τις νύχτες, άγρια ζώα πλησίαζαν στην αυλή τους. Και ύστερα άρχισαν να κυνηγούν. Ούτε παγίδες, ούτε ντουφέκια. Έκαναν το κυνήγι λατρεία. Ζούσαν με τα ζώα σαν παρέα. Όταν τους ρωτούσαμε τι ακριβώς κάνουν, απαντούσαν όλοι το ίδιο – Εξημερωνόμαστε. Με δάσκαλο τα ζώα. Οι ερυθρόδερμοι τα κάτεχαν αυτά, αιώνες πριν. Αν ξέραμε, δε θα πηγαίναμε στον πόλεμο κι ας μας εκτελούσαν –».

Μαγευόταν και γοητευόταν.

“Θέλω να τους γνωρίσω, θα πάω να τους βρω”, αποφάσισε.

Νύχτα. Κρύο δυνατό. Αραιά και που γαυγίσματα σκυλιών κόβαν τη σιωπή, σε μια συνομιλία από μακριά. Τι να έλεγαν, άραγε; “Είμαι και ‘γω εδώ”; Ενδοαπειλές του είδους; Όλα μαζί;.. Μήπως όλο κι όλο συντροφιά στο σκοτάδι; Η νύχτα είναι ευάλωτη, αρκεί ένας ήχος για να την ταράξει.. Ακόμα και το αγριλίκι είναι ζωή. Απόφυγε κάτι σκυλιά που συναπαντήθηκε και πλησίασε στο μαγαζί.

Κάθισε απρόσκλητος στο τραπέζι του ελαφοκυνηγού. To καφενείο χωριάτικο με μυρωδιά μίγμα από πετρέλαιο, λάδι, οινόπνευμα, κρασί, ρακί και τσίκνα κρεατικών. Ρώτησε με ανυπομονησία.

“Πόσα ελάφια έπιασες φέτος;”. Το βλέμμα του έψαχνε ερευνητικά τον άλλο στα χέρια, στο κεφάλι, στους ώμους παντού, προσπαθώντας να μαντέψει την πηγή της τρομερής δύναμης.

Ο ελαφοκυνηγός τον κοίταξε, μια μόνο στιγμή, ενοχλημένος.. Μεγαλύτερος από εβδομήντα, πρόσωπο σκαμμένο, σμιχτά φρύδια, μάτια βαθειά, τραχιά χαρακτηριστικά. Το δέρμα ξεραμένο από τον αέρα της υπαίθρου, χάραζε παράξενα γεωμετρικά σχήματα. Διέπνεε μια σιωπή, σαν όλους τους κάτοχους σοβαρών μυστικών.

“Κανένα…”. Πήρε την κούπα με το κρασί του και άλλαξε τραπέζι. Ο αδιάκριτος επισκέπτης τον ακολούθησε…

”Λένε για σας…. Πώς γίνεται κανένα;”

“Άκουσες τα σκυλιά έξω; Καταλαβαίνεις τι λένε; Εύχομαι να μη μάθουμε ποτέ. Να σεβαστούμε τη ζωή τους και των άλλων ζώων, που εμείς οι άνθρωποι έτσι κι αλλιώς τη στραβώσαμε με τη μούργα μας για εκμετάλλευση και τη λύσσα να τα εξηγήσουμε όλα”.

Σηκώθηκε φόρεσε το μάλλινο παλτό και το κασκέτο του και βρόντηξε την πόρτα… Ο επισκέπτης έτρεξε στο κατόπι του. Ετοιμάστηκε να τον φωνάξει, να τον σταματήσει, μα πάγωσε. Τα σκυλιά, που μέχρι εκείνη τη στιγμή αλυχτούσαν λυσσασμένα στο σκοτάδι, έπαψαν απότομα μόλις τον είδαν. Το τοπίο γέμισε μυστήρια σιγή, σαν Εισοδικόν κάποιας ιερουργίας… Φοβήθηκε πως αν έμενε περισσότερο εκεί, θα έβλεπε μια πλήρη εξώκοσμη ιεροτελεστία. Δεν τόλμησε να φωνάξει. Ήταν μπερδεμένος, το μυαλό του δεν τον ακολουθούσε, σαν κάποιο αόρατο πνευματικό πεδίο να το αφόπλισε. Γύρισε αμήχανος στον καφενέ.

Ο κάπελας πλησίασε τον επισκέπτη.

“Είδες τι έκανες!.. Τον έδιωξες… Αφήστε τον στην ησυχία του… Τι σε μέλλει εσένα για τα ελάφια.. Κάθε λίγο και λιγάκι τα ίδια..”.

“Μόνο ένα να μάθω. Πώς τα πιάνει.. Έγιναν ξακουστοί γι’ αυτό…”

“Δεν υπάρχουν πια ελαφοκυνηγοί, όπως νομίζεις… Κανένας δεν πιάνει ελάφια χωρίς όπλα, πλέον.. Χάσαν την τέχνη τους ακόμα κι αυτοί. Δεν πήραν όπλα, όμως. Αποτραβήχτηκαν…”

“Πώς έγινε, γιατί;”

“Κανένας δεν ξέρει.. Όποτε τον ρωτάμε λέει κάτι παράξενα. Ένας τους, λέει, σκότωσε το ελάφι που έπιασε. Από τότε η τέχνη χάθηκε. Πώς χάθηκε, τον ρωτούμε.. Πατήσαμε τη συμφωνία, λέει.. Τώρα ποια συμφωνία και με ποιούς;…”

 

* O Νίκος Τακόλας, γεννήθηκε στη Λάρισα και μεγάλωσε στα Γρεβενά. Σπούδασε Ηλεκτρολόγος Μηχανικός. Eκδοθέντα Βιβλία 3 στη βάση biblionet, βραβεία διηγήματος πανελλαδικά 2, συλλογικές συμμετοχές 5. Zει στη Θεσσαλονίκη. Το τελευταίο του βιβλίο “ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΝΙΦΑΔΑΣ” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Νησίδες”. Στο παρελθόν ασχολήθηκε με κινηματογραφική κριτική και πολιτικό δοκίμιο. 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top