Fractal

“Είσαι παράνομος ρε;” – Μικρά αφηγήματα μιας μεγάλης ιστορίας.

Γράφει η Ιουστίνη Φραγκούλη- Αργύρη //

 

Ήρθε με το ταχυδρομείο το μικρό δέμα. Και το άνοιξα με λαχτάρα μεγάλη. Ξεπρόβαλε το βιβλίο του Νίκου Λαγκαδινού. Ψηλόλιγνο, κομψό, με κατακόκκινο εξώφυλλο κι ένα τίτλο που παραπέμπει στις δεκαετίες που έζησε ο ελληνικός λαός συμφορές στο πετσί του υποφέροντας τα πάνδεινα. «Είσαι Παράνομος Ρε» είναι ο λευκός τίτλος σε κόκκινο φόντο κι άρχισα να διαβάζω τις ξεχωριστές ιστορίες μιας οικογένειας, ενός χωριού, ανθρώπων που έζησαν στην περιφέρεια της Πελοποννήσου τη Γερμανική Κατοχή, τον Εμφύλιο, την αστικοποίησή τους, την πολιτικοποίησή τους, την Επταετία, τη φτώχια, την εξέλιξη…

 

cover-01

 

Όλα τα δεινά του λαού μας τον 20ο αιώνα περνάνε μέσα από τις αυτόνομες και αλληλένδετες μαζί ιστορίες του Νίκου Λαγκαδινού με ένα φυσικό τρόπο σαν να ‘ναι η ζωή των διπλανών ανθρώπων, των γειτόνων. Σα να ‘ναι αφηγήματα του παππού και της γιαγιάς, που τα έλεγαν το βράδυ γύρω από τη σόμπα με βαθείς αναστεναγμούς…

Η Αμαλία, η Μόσχα, ο Γρατσουνιάς, ο Γαρμπής, η Μαριγώ αλληλοσυνδέονται μέσα από την κοινή ιστορική μνήμη που τα περιέχει όλα: την πείνα της Κατοχής, τον ηρωισμό των κατοίκων, τον αλληλοσπαραγμό του εμφυλίου, τη φυγή στη μεγάλη πόλη, την προσπάθεια της ενσωμάτωσης στην αστική ζωή, την πάλη για τα εργατικά δικαιώματα, το κάρφωμα του χωροφύλακα και του χαφιέ, την προδοσία του αδελφού, την ξενιτιά ως λύση απελπισίας, την ασφαλίτικη βία τα χρόνια της χούντας, την εξέλιξη κατά τη μεταπολίτευση .

Η ιστορία που πραγματικά με εντυπωσίασε περισσότερο από τις άλλες είναι εκείνη του Γρατσουνιά καθώς παρουσιάζει ανάγλυφη την μετεμφυλιακή Αθήνα να προσπαθεί να γίνει μεγαλούπολη με την εσωτερική μετανάστευση να βρίσκεται στο απόγειό της. Τα παιδιά με τα κουλούρια, οι μεροκαματιάρηδες με τον ελάχιστο μισθό και τις βαριές συνθήκες εργασίες, η κοινωνική αδικία, η ανάπτυξη της εργατικής και πολιτικής συνείδησης σε μια χώρα που τη δέρνουν οι ενοχές του παρελθόντος, η ποινικοποίηση της ελευθερίας του διαβάζειν την «Αυγή» και το «Ριζοσπάστη» συνθέτουν το πραγματικό σκηνικό της μεταπολεμικής πατρίδας.

Εδώ εμφιλοχωρεί σαν μια τραγική συνέπεια του περισσεύματος των ανθρώπων και του ελλείμματος της χώρας σε υλικά αγαθά, αυτή η τραγωδία της μετανάστευσης όπως τη βίωσαν όσοι έμειναν στα μετόπισθεν να διαχειριστούν τις πολλαπλές απουσίες. Θα μεταφέρω ένα απόσπασμα:

«Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι θα φύγουν τ’ αδέρφια για την ξενιτιά όταν άκουγα τα τραγούδια του Καζαντζίδη. Δεν περνούσε από το μυαλό μου ότι αυτό το κακό μπορούσε να συμβεί και σ’ εμάς. Ναι , το θεωρούσαμε «κακό» να φεύγουν τα παιδιά για τα ξένα, γιατί πάντα φώλιαζε στην ψυχή εκείνων που έμεναν πίσω ότι η ξενιτιά έχει κάτι δαγκάνες φοβερές κι άμα σε πιάσει στις δαγκάνες της είναι αδύνατο να ξεφύγεις…»

Το βιβλίο είναι καλογραμμένο, με μια γλώσσα που απεικονίζει την εποχή στην οποία αναφέρεται. Ο τρόπος της αφήγησης είναι κυρίως πρωτοπρόσωπος γι’ αυτό ηχεί σαν ντοκουμέντο.

 

NIKOS LAGADINOS

Νίκος Λαγκαδινός

 

Ο Νίκος Λαγκαδινός είναι ένα πολυτάλαντο πλάσμα, που κινείται με άνεση από τον πολιτικό σχολιασμό, στην πραγματεία, στην θεατρική κριτική, στο καθημερινό ρεπορτάζ, στην ιστορική ελεγεία. Το καινούριο του πνευματικό έργο προσυπογράφει την πολυδιάστατη φύση του, φωτίζοντας πλευρές της καθημερινότητας και της τραγικότητας των Ελλήνων του 20ου αιώνα.

Όπως ο ίδιος αναφέρει για το νέο του πόνημα:

«Είναι η ώρα των φαντασμάτων ή απλώς οι μνήμες των άλλων; Είναι τοπία άλλων εποχών ή απλώς οι ήρωες μας οδηγούν στα μονοπάτια της μνήμης για να ξαναβρεθούμε στα χρόνια του πολέμου, της κατοχής, του εμφύλιου και των χρόνων της ανασυγκρότησης και της μεταπολίτευσης; Όπως και να έχουν τα πράγματα, μπροστά μας ξεδιπλώνονται οι περιπέτειες κάποιων Ελλήνων που θέλουν ν’ αφήσουν τα ίχνη τους, τον πόνο τους, τις περιπέτειες της πατρίδας τους. Δεν μιλάνε μεταφυσικά, αλλά απλά, με την ψυχή τους, με την καρδιά τους και η αγωνία τους για την επόμενη μέρα συνδέεται με τους καημούς του τόπου που πέρασε από του βελονιού την τρύπα για να βγει στο ξάγναντο και ν’ ανασάνει. Άνθρωποι κοινοί, οι διπλανοί μας, που τους ζέστανε τη ράχη ο ήλιος της ζωής. Μέσα στην κοσμολογική καταστροφή, φαίνεται πως ωρίμασαν, κι απέκτησαν μια πλατύτερη αντίληψη του κόσμου. Τα βάσανα δεν τους οδήγησαν στην κατάρρευση. Έτσι τώρα, μέσα από τις αφηγήσεις τους, νιώθουμε τη θερμοκρασία άλλων εποχών, όταν η χώρα μας στέναζε πότε κάτω από τη μπότα του κατακτητή, πότε από τις εγχώριες αντιδικίες που οδήγησαν στους εμφύλιους σπαραγμούς, στο μίσος, στο αίμα, στα κυνηγητά και τις φυλακίσεις, στη δικτατορία, στις μεγάλες κυβερνητικές κρίσεις. Δεν είναι φευγαλέοι ίσκιοι, αλλά άνθρωποι που θέλησαν ν’ αποτυπώσουν τα πεπρωμένα του τόπου μας και την τραγική μοίρα του. Διότι στην πραγματικότητα οι ιστορίες τους δεν είναι ιδιωτικές αλλά είναι ίδιες με τις ιστορίες χιλιάδων Ελλήνων που πέρασαν από τα καυδιανά δίκρανα της νεοελληνικής περιπέτειας και κατάφεραν να επιβιώσουν ελπίζοντας σ’ ένα φωτεινό μέλλον.»

 

paranomos

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top