Fractal

Ο Νίκος Κατσαλίδας στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

Katsalidas_Ofis_Oikouros_11-03-2014  (13)

 

«Ο παρακλητικός του ηλιοβασιλέματος», είναι ακόμα το νωπό και εύθραυστο, πρόσφατο ποιητικό βιβλίο μου, που πάλεψε μέσα μου κυοφορώντας ένα χρόνο έντονα κι ουσιαστικά για την ενσάρκωσή του. Εκτός του άλλου άγνωστου συνεχόμενου χρόνου της συσσώρευσης της γονικής εικόνας σε μορφή ποιητικής ύλης, πριν της γέννησης και της εγκυμοσύνης, που ειλικρινά ούτε ο ίδιος ξέρω πότε και πως έγινε και πως να ερμηνεύσω τις περίεργες ρίζες. Είναι το πόνημα που βαστώ μπροστά μου σε μορφή βιβλίου τώρα πια και το ‘χω δύσκολο να το σχολιάσω. Κι αναρωτιέμαι αν επιτρέπεται να το κάνει αυτό ο ποιητής εν θερμώ για το βιβλίο του που μόλις έφυγε από τα χέρια του και ακόμα αχνίζει. Αλλά ο αναγνώστης, είναι πάντοτε περίεργος για το εργαστήρι της γραφής του. Ο ποιητής έχει άλλο στάτους κι ίσως σπάσει και γίνει θρύψαλα εκείνος ο αυθεντικός κόσμος εντός του και χάσει την παρθενική αγνότητα αν πει τα πολλαπλά μυστικά της δημιουργίας στην εξομολόγηση της γέννησης. Ίσως ο ποιητής χρειάζεται να σιωπά, για τέτοια μυστικά sui generis! Να επιφυλάσσεται, να μην μαρτυράει τις αγαθές στιγμές που ψάχνει την καρπερή γη και το πλούσιο παραγωγικό χώμα, τον εύφορο τόπο που θα ρίξει το σπόρο του αλαφροΐσκιωτου οίστρου να πιάσει κι ευδοκιμήσει, εκεί που καλλιεργείται ευσυνείδητα πάνω τους όλο το περιεχόμενο του κόσμου, μεταμφιεσμένο στις μεταφορικές εικόνες του υποσυνείδητου, οι αυθόρμητες κρυφές απαραίτητες διαδικασίες που χρειάζονται να δομηθεί η αρχιτεκτονική του έργου, μέχρι που να φτάσει με τη μουγκαμάρα στην ενσάρκωσή του, δίχως να βγάλει προς τα έξω τα μυστικά της δημιουργίας του.

b199522‘Όταν όμως παίρνει τέλος αυτό το περίεργο κομμάτι της μυθοπλασίας και όλο το μυστικό παιχνίδι της μαγείας παίρνει σάρκα κι οστά και γίνεται βιβλίο με τίτλο, σαν ένα νεογέννητο που παίρνει το όνομά του, (ο τίτλος μου βρέθηκε εξ αρχής και δεν περίμενε βάφτιση ), τότε ο συνειδητοποιημένος ποιητής δεν κολάζεται να λύσει τη γλώσσα και να τα πει όλα δίχως να ‘χει τύψεις ότι πρόδωσε τα ιερά και όσιά του. Γιατί όταν λήξει μια διαδικασία, δίνοντας τέλος στη γραφή ενός έργου, αμέσως στους εσωτερικούς λαβύρινθους της δημιουργίας, εμφανίζονται άλλες ποιητικές εκδοχές και μεταφορικές εικόνες κατά καιρούς συσσωρευμένες. Από καιρό είχα μαζέψει σα σπυριά από ρόδι 313 τρίστιχα, που ο Αλέξης Ζήρας τα ονόμασε τερτσίνες μικρής φόρμας, της ποιητικής μου συλλογής ‘Όφις οικουρός’. Κι όταν ο ‘Όφις’ είχε τελειώσει και το ποιητικό άροτρό μου έψαχνε να οργώσει καινούργια χωράφια, πριν ένα χρόνο, τότε απεβίωσε ο λαογράφος πατέρας μου, που εκτός από τον πατρικό πόνο, μου άφησε και ένα μεγάλο κενό σα ζωντανό αρχείο, αφού μέχρι τις τελευταίες ώρες μέσα σε διαύγεια απάγγελε στα αρχαία ελληνικά αποσπάσματα από την τραγωδία Αντιγόνη του Σοφοκλή. Πονέσαμε όλοι, (όχι για θάνατο παλικαριού, γιατί ο πατέρας ήταν ενενήντα δύο, αλλά για τον άνθρωπό μας). Ξεκινώντας από το μικρό Νικολάκη, που όταν του ‘παμε πάει στον ουρανό, μας απάντησε περίεργα κοιτάζοντάς μας: ‘Πλάκα μου κάνετε, πουλάκι ήταν ο παππού Γρηγόρης να πετάξει στα ουράνια’. Μέχρι τη γριά μάνα μου, που δεν σταμάτησε να τον θρηνεί με λόγια σαν στα ηπειρώτικα μοιρολόγια με τους αυτοσχεδιασμούς της. Όλη η διαδικασία της αρχιτεκτονικής του ‘Παρακλητικού του ηλιοβασιλέματος’, ξεκίνησε από κείνη τη στιγμή που ο πατέρας συνειδητοποιημένος για τον αποχωρισμό του απ’ αυτόν τον κόσμο, ζήτησε να τον πάμε για το τελευταίο του καλοκαίρι στο χωριό της γενέτειράς μας στην Άνω Λεσινίτσα των Αγίων Σαράντα. Και στην διαδρομή μας μιλούσε σα στις ηρωικές μπαλάντες με δημοτικούς στίχους με τα βόρεια βουνά μας, δείχνοντάς τα με τα χέρια και λέγοντάς τους ‘Καλότυχα ‘ναι τα βουνά, που Χάρο δεν φοβούνται’. Κι όταν θα γύριζα και βγήκε να με ξεκινήσει στο στενορύμι και μου δώσε την ευχή του, ο πόνος που ρίχτηκε μέσα μου από το κρυφό δάκρυ του ξεπροβοδίσματος, έγινε σπόρος στίχου, απευθυνόμενος αυθόρμητα στη μάνα μου που άφησα πίσω, σε μορφή παράκλησης στο όνομα της ζωής και της μνήμης. Όλη αυτή η πονεμένη γονική υπαρξιακή ιστορία, ήταν το εφικτό ερέθισμα. Και κάθε μέρα κάτι ιδιαίτερο μπουμπούκιαζε μεταφορικά και φούντωνε ποιητικά μέσα μου. Όλα αυτά στα πλαίσια της λυρικής ροής και της γενίκευσης των συναισθημάτων όλων των ομοεθνών μου. Κι όταν ο πατέρας απεβίωσε, ουμανιστικά και ποιητικά με βρήκε προετοιμασμένο με τους λυρικούς στοχασμούς, τις λεκτικές ευρέσεις και τους αποσπασματικούς σπόνδυλους περί θανάτου κι αθανασίας. Και σχεδόν σε λίγες συνεχόμενες μέρες, σάμπως κάποιος σταμάτησε και μου υπαγόρευε στ’ αυτί σε μορφή έμμετρου παρακλητικού, που πριν δεν είχα σκεφτεί ποτέ μου στο εργαστήρι, μονολογώντας με εσωτερικούς διαλογισμούς, με αυστηρή στιχουργική από εννιά συλλαβές, που δεν είχα δοκιμάσει άλλη φορά, μια περίεργη ποιητική σύνθεση και εύρεση που δεν ξέρω πως μου βγήκε, ένας οργανωμένος εσωτερικός ρυθμός και ένας ελεύθερος ειρμός, που πότε εδώ και πότε εκεί, σ’ έβγαζε σε αυθόρμητες εσωτερικές και εξωτερικές ομοιοκαταληξίες, μια πρωτότυπη μετρική, αλλιώτικη από κάθε άλλο μου βιβλίο. Και όλη αυτή η αγωνία, αφού κι η μέρα πίεζε τη νύχτα, ολοκληρώθηκε ακόμα και τις νύχτες, ρίχνοντας στο χαρτί να γλυτώσουν ώσπου να ξημερώσει και να τις περιποιηθώ το πρωί τις μεταφορές μου. Αν η πρώτη συνειρμική γραφή του οίστρου, έγινε θωπεύοντας τις πτυχές του πόνου και ρίχτηκε σε κομματάκια χαρτιού όπου κι αν βρισκόμουνα μέσα σ’ ένα μήνα, κι ύστερα καθόμουνα κι αντίγραφα κι έσχιζα, ήρθε ο τελική στιγμή του ξεμπλέγματος και του ξεκαθαρίσματος από την τυραγνία της γραφικής πράξης. Ήταν η συστηματοποίηση της ύλης, ακόμα περισσότερο που πρόκυψε ότι δεν ήταν μικρής φόρμας όπως τα τρίστιχα στο ‘Όφις οικουρός’, που ‘ταν πιο ευάλωτα και τα πίεζες πιο εύκολα και τους έβαζες χαλινάρι, αλλά μια δυσάλωτη ποιητική σύνθεση σε μορφή και διάσταση, όπως ένας παρακλητικός κανόνας. Κι έκατσα σταυροπόδι απάνω του και το ‘πλασα, τελικά, ευσυνείδητα σχεδόν ένα χρόνο, χτυπώντας το να φυράνει και δέρνοντάς το σαν το χταπόδι, ράβοντάς το και ξηλώνοντάς το, δοκιμάζοντάς το πότε όρθια και πότε ανάποδα, κόψε, ράψε, σα ράφτης για τελική μορφή το κουστούμι. Ώσπου ήρθε μια στιγμή που ένιωσα ότι δεν πάνε άλλο αυτά τα ξενύχτια, (αν και πολλές ακόμα λιγνές ατίθασες φλέβες της βρυσομάνας που προσπαθούσα να εντάξω στην κοινή κοίτη του ποιήματός μου δεν μπόρεσα ίσως να τις δαμάσω). Κι αφού η περεταίρω σχολαστική επεξεργασία στους σπόνδυλους της ραχοκοκαλιάς, θα εξαντλούσε τα όρια και θα το χαλούσε, έγινε βιβλίο.

‘Ο παρακλητικός του ηλιοβασιλέματος’, είναι ποίημα πόνου, που από βιωματικός περνάει σε οικουμενικός πόνος μιας ακέριας τελευταίας συγκεκριμένης γενιάς των γερόντων δεινοσαύρων της γενέτειράς μου που δεν ξεκοπήκαν ποτέ απ’ τη γη τους και τώρα αδειάζει κι εκκενώνεται στα όρια της αβύσσου, όλα μες στο τοπικό τοπίο της οπτασιακής ανάβασης, ανάμεσα γης και ουρανού, με τα σώματά τους και τα πνεύματά τους, πότε να βαδίζουν μες στα ποτάμια και στα κεφαλάρια και να μπαινοβγαίνουν στα περιβόλια και στα κοιμητήρια και πότε να αιωρούνται με τις φτερούγες των αρχαγγέλων στα φαράγγια των βόρειων ηπειρωτικών βουνών μας με την αρχέτυπη γλώσσα και το αρχέγονο ελληνικό ύφος τους.

Ευχαριστίες στον δεξιοτέχνη εκδότη Μπάμπη Λέγγα, για τον σχεδιασμό του ‘Παρακλητικού του ηλιοβασιλέματος’ σαν τα λειτουργικά κείμενα και στον απαιτητικό ποιητή Κώστα Θ. Ριζάκη για τις τυπογραφικές διορθώσεις του πολυτονικού του.

 

28355Ο Νίκος Κατσαλίδας γεννήθηκε στην Άνω Λεσινίτσα, περιοχής Θεολόγου των Αγίων Σαράντα, γιος του λαογράφου Γρηγόρη Κατσαλίδα. Σήμερα ζει στην Αθήνα. Έκανε ανώτατες φιλολογικές σπουδές στα Τίρανα. Ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής, δοκιμιογράφος με πολλές τιμητικές διακρίσεις και βραβεία. Είναι μέλος και επίτιμο μέλος λογοτεχνικών ενώσεων και σωματείων. Υπηρέτησε ως καθηγητής φιλόλογος στην ιδιαίτερή του πατρίδα και στα χρόνια της μεταπολίτευσης ως λογοτεχνικός συντάκτης στον Τύπο της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας. Αντιπροσωπευτικά του ποιήματα συμπεριλαμβάνονται σε διάφορες παγκόσμιες Ανθολογίες στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, βουλγαρικά, ενώ ο ίδιος μετέφρασε σαράντα έλληνες ποιητές και πεζογράφους στην αλβανική γλώσσα. Είναι ένας από τους ιδρυτές της Δημοκρατικής Ένωσης της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας «Ομόνοια». Κατά το 2001-2002, χρημάτισε υπουργός Επικρατείας (παρά τω πρωθυπουργώ) για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Αλβανία. Κατά το 2004-2008 διετέλεσε διπλωμάτης, Μορφωτικός Σύμβουλος στην Αλβανική
Πρεσβεία στην Αθήνα. Το 2001 απέσπασε το βαλκανικό βραβείο «Αίμος», στη Σόφια, για την ποιητική συλλογή «Τα εκατό εκατόφυλλα της Πούλιας». Το 2002 του απονεμήθηκε η «Ασημένια πένα» από το Υπουργείο Πολιτισμού της Αλβανίας για τη μετάφραση της ποίησης του Οδυσσέα Ελύτη. Ο Νίκος Κατσαλίδας συμπεριλαμβάνεται στο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό της Αλβανικής Ακαδημίας και στην Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια Who is who του 2012, ανάμεσα στις διάσημες προσωπικότητες. Το 2012, παρασημοφορήθηκε από τον Πρόεδρο της Αλβανικής Δημοκρατίας με το ανώτατο μετάλλιο της τάξης των γραμμάτων με τίτλο «Μεγάλος καλλιτέχνης». Ο Νίκος Κατσαλίδας είναι τακτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ

ΠΟΙΗΣΗ
Το μοιρολόι του βουρκωμένου βουνού,
Γράμμα, Θεσσαλονίκη 1994
Κι η Σφίγγα μίλησε, Μαγδονία, Θεσσαλονίκη 1995
Τα πικρολέμονα, Βιολάρης, Λευκωσία, 1995
Τα εκατό εκατόφυλλα της Πούλιας, Διαβαλκανικό
Κέντρο Βιβλίου, Θεσσαλονίκη 1997
Η αμβροσία των βράχων, Κοντοσόρος, Κέρκυρα 1997
Το δάκρυ του κυκλάμινου, Αθήνα 1998
Η πύλη των βοριάδων, Κυριακίδης, Θεσσαλονίκη 1998
Οι προφητείες των δέντρων, Ντριτερό, Τίρανα 1998
Χίλια κοχύλια, ΕΙΥΑΠΟΕ, Ιωάννινα, 1999
Η πρώρα των άστρων, Ιανός, Θεσσαλονίκη, 2001
Η μοίρα του αμάραντου, Ιανός, Θεσσαλονίκη 2003
Το ελιξίριο της πέτρας, ΤΟΕΝΑ, Τίρανα 2004
Η βάπτιση των πουλιών, Ονούφρης, Τίρανα 2005
Η σέλα της σελήνης, Τυπωθήτω, Αθήνα 2007
Τα εραλδικά της κίχλης, Καστανιώτης, 2008
Τα σημεία της θλίψης, εκδόσεις του Φοίνικα, 2009
Ηλιακά ρολόγια, Μανδραγόρας, 2011
Όφις οικουρός, εκδόσεις του Φοίνικα, 2012
Ο παρακλητικός του ηλιοβασιλέματος,
εκδόσεις του Φοίνικα, 2014

ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Το άροτρο του φεγγαριού, Ψυχογιός, Αθήνα 2004

ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
Νύχτας ανομήματα, Κέδρος, Αθήνα 2006

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top