Fractal

✔ Νέες εκδόσεις: Από τον Πολ Όστερ στην Αρουντάτι Ρόι και τον Μπαρνς κι από την Μαρία Γαβαλά, στον Γεράσιμο Δενδρινό, στη Ρούλα Γεωργακοπούλου, στον Βασίλη Κυριλλίδη και στον Γιάννη Καλπούζο/ 14 καινούργια βιβλία

Επιμέλεια: Ελένη Γκίκα //

 

 

Ελληνική πεζογραφία:

 

Μαρία Γαβαλά «Κόκκινος σταυρός», εκδ. Πόλις, σελ. 480

Κοιτάξτε, αυτή την υπέροχη ζωγραφιά την έφτιαξα εγώ. Τι δροσερά και ευωδιαστά λουλούδια! Όμως, δεν θα επιτρέψω σε κανέναν δόκτορα να τρυπώσει στην κόρη του ματιού μου. Είναι η ιδιοκτησία μου, η εκκλησία μου, το άβατό μου.
Η Αριάδνη Χόπε, Ελληνογερμανίδα φοιτήτρια, σπουδάζει Ιστορία της Τέχνης στο Πολυτεχνείο της Δρέσδης. Το θέμα της μεταπτυχιακής εργασίας της είναι η σχέση ανάμεσα στην Τέχνη και στις εκφραστικές δυνατότητες ψυχασθενών, χρονίως ιδρυματοποιημένων, που εξοντώθηκαν από τους ναζί, με σκεπτικό τη “διά νόμου εξόντωση άχρηστων ζωών”.
Ένα από τα πολλά και ποικίλα ερωτήματα που απασχολούν την σπουδάστρια, είναι το εξής: τι προσπαθούσε να πει, σε συνθηματική γλώσσα, στους θεατές των πινάκων της η διαταραγμένη πνευματικά Μπέρτα Γκέρτρουντ Φλεκ (1870-1940), έγκλειστη σε ψυχιατρικά άσυλα, κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της, και θύμα της εθνικοσοσιαλιστικής ευγονικής; Εκ παραλλήλου, τα μυστικά που πιθανόν κρύβονται σε αυτά τα λιγοστά έργα ζωγραφικής γίνονται αντικείμενο πολύ προσεκτικής ανίχνευσης και μελέτης.
Ο “Κόκκινος σταυρός” είναι ένα μυθιστόρημα πάνω σε αληθινά και επινοημένα πρόσωπα, σε πραγματικά και φανταστικά γεγονότα, με δραστικές επεμβάσεις, έτσι ώστε το ιστορικό στοιχείο περιπλέκεται με το μυθιστορηματικό, όπως ακριβώς το παρόν συναντά το παρελθόν και ενίοτε συνοδοιπορεί μαζί του. Ένα αδιάσπαστο σύνολο, ένα πολύπτυχο, με μεγάλη σημασία να δίνεται στη φυσιογνωμία των ξεχωριστών χρονικών περιόδων. Οι δύο εποχές, η ιστορική (Μεγάλος Πόλεμος, Βαϊμάρη, Ναζιστική Γερμανία) και η σύγχρονη συνυπάρχουν, άλλοτε σαν θεατρικά δρώμενα και άλλοτε σαν κινηματογραφικά έργα καταδίωξης. Οι εξομολογήσεις των προσώπων είναι ο μίτος που τα οδηγεί προς την αυτογνωσία, την ελάφρυνση του βάρους των ενοχών και, ενδεχομένως, προς την αποφόρτιση και την ανακούφιση.

 

Γιάννης Καλπούζος «Γινάτι: Ο σοφός της λίμνης», εκδ. Ψυχογιός, σελ. 576

Ο Ζώτος και η Χαβαή, με την πολυκύμαντη ερωτική τους σχέση, ένας αινιγματικός βαρκάρης, μια γυναίκα-αράχνη που γυρεύει δωμάτιο για μια νύχτα κι έναν άντρα για μια ζωή, ο σατανικός κομπογιαννίτης γιατρός Μαργαζής και ο τυχοδιώκτης παπα-Λέρας, ο οποίος παινεύεται ότι εκδύει τις γυναίκες από τα αμαρτήματα κι από τα εσώρουχα, μπλέκονται στο γαϊτανάκι που υψώνει ως μιαρή ή ευλογημένη έκρηξη το γινάτι με αφορμή έναν φόνο, μια αυτοκτονία, τον φόβο της αντεκδίκησης, την καταφρόνια της κοινωνίας, τον πλούτο, τη φτώχια, τη ζήλια, τον πόθο, κάποια ανομολόγητα εγκλήματα, την εθνική ταυτότητα και τον διάβολο ή τον άγγελο που κρύβει καθένας μέσα του. Και κυλά η ζωή τους πότε σαν αγριεμένο ποτάμι και πότε σαν γλυκασμός της άνοιξης.
Πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές πορεύονται στα χρόνια της ιταλικής κατοχής των Ιωαννίνων του 1917· της πρώτης απόπειρας δημιουργίας Βλάχικου πριγκιπάτου στην Πίνδο· της εξόρυξης πετρελαίου στη Δραγοψά· της εκστρατείας στη Μικρά Ασία· της προσφυγιάς Μικρασιατών και Ποντίων, αλλά κι εκείνης των Τουρκογιαννιωτών· του διχασμού σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς και της μάστιγας της ληστοκρατίας στην Ήπειρο. Συνάμα ακολουθούν τα βήματα Εβραίων, Βλάχων, Αλβανών και Σαρακατσάνων, και γενικότερα την ταραγμένη εποχή πριν από το 1922 και κατά την πρώτη δεκαετία του Μεσοπολέμου.
Στην ίδια πατρίδα συνυπάρχουν ή συγκρούονται διαφορετικοί κόσμοι, ομάδες και άτομα· σμίγουν ή αποχωρίζονται τα όνειρα κι ανακατώνονται τα αίματα, οι θρησκείες και οι γλώσσες· κι όλα συμβαίνουν στα Γιάννενα, στην πόλη των θρύλων και της μυστηριακής γοητείας.

 

Ρούλα Γεωργακοπούλου «Δέντρα, πολλά δέντρα», εκδ. Πόλις, σελ. 74

Ανατομία της πιο ουσιαστικής σχέσης της ζωής μας –της σχέσης με τη μητέρα– και ταυτόχρονα ύστατος αποχαιρετισμός, κατάδυση στον αυτό, οικογενειακή ιστορία και ανασύνθεση μιας εποχής, είναι το βιβλίο της Ρούλας Γεωργακοπούλου. Αστείο και τρομερό, συγκινητικό και σκληρό, δεν μιλάει απλώς για τη βιολογική μητέρα, φορέα της επιθυμίας και της απαγόρευσης, αλλά για το «μητρικό», τη βάση, δηλαδή, πάνω στην οποία στηρίζεται το αίσθημα ότι υπάρχουμε, τα όνειρα, οι σκέψεις μας, η δυνατότητά μας για δημιουργία. Ένας κόσμος αινιγματικός, μαγικός, κάποτε απροσπέλαστος, ζωντανεύει με απαράμιλλη χάρη γραφής, ψυχαναλυτική ένταση και σουρεαλιστική φαντασία.

 

 

Γεράσιμος Δενδρινός «Βήματα σε λιθόστρωτο», εκδ. Διάπλαση, σελ. 304

Σε αυτή τη συλλογή διηγημάτων ο συγγραφέας συνεχίζει ν’ αναμετράται με τη μνημονική περιπλάνηση στον ίδιο γνωστό και απέραντο χώρο, όπου αλλοδαποί και ντόπιοι, παραβιάζοντας ως νοοτροπία και στάση ζωής την αρχαία αίγλη του τόπου, υποτάσσονται στη μοίρα τους εντασσόμενοι σε ζωντανές ιστορίες. Μια βόλτα στην παραλία της Ελευσίνας πριν την απόσπαση του ήρωα σ’ ένα ελληνικό σχολείο της Κωνσταντινούπολης μας χαρίζει χαρακτήρες που αναμετρούνται καθημερινά με τη σκιά μιας μονότονης ζωής, στην Ελευσίνα, στον Σκαραμαγκά, στη Λίμνη Κουμουνδούρου και στον Ασπρόπυργο. Η πλαστή μνήμη, ταλαντευόμενη από τον θάνατο στην άσφαλτο ενός νεαρού μέχρι τις ιστορίες ενός καναρινιού και ενός παπαγάλου, ενταγμένες σε οικογενειακές αφηγήσεις, μεταφέρεται μοναδικά στον μίζερο δημοσιοϋπαλληλικό κόσμο της σύγχρονης εκπαίδευσης. Στη συνέχεια ο ήρωας περιφέρεται στα σοκάκια της Κωνσταντινούπολης, περιγράφοντας τη ζωή ενός καθηγητή που έρχεται αντιμέτωπος με κρυφές χριστιανικές παραδόσεις μέσα στον ερεβώδη χώρο του Ισλάμ. Συνεχίζοντας καταγράφει την ιστορία μιας φιλικής παρέας, αποτελούμενης από ανθρώπους μοναχικούς και ασυμβίβαστους, με πάθη κι ερωτικές εμμονές, που βρέθηκαν στην ίδια πόλη. Ο συγγραφέας κάνει ένα διάλειμμα με ένα κείμενο που εκτινάσσεται, θαρρείς, στο απώτερο διαστημικό μέλλον, περιγράφοντας μια κοινωνία όπου οι κινήσεις των κατοίκων εποπτεύονται με πανίσχυρες ακτίνες φωτός που εκπέμπει ένας πανίσχυρος ανιχνευτής. Η συλλογή κλείνει με δύο ευτράπελες αφηγήσεις ενός παιδιού που ζει στη Μάνδρα Αττικής τη δεκαετία του ’60, τότε που, σύμφωνα με το μότο του συγγραφέα, οι άνθρωποι ήταν χαρακτήρες, συνδέοντας έτσι με θαυμαστό τρόπο δύο ιερούς τόπους τόσο δοκιμασμένους, το Θριάσιο Πεδίο και την Κωνσταντινούπολη.

 

Βασίλης Κυριλλίδης «Μαγικός αέρας», εκδ. Διάπλαση, σελ. 130

Ένα συνηθισμένο Σαββατοκύριακο της άνοιξης, μια παρέα από ορειβάτες, έξι άντρες και μια γυναίκα, ξεκινάει μια συνηθισμένη ανάβαση σ’ ένα όμορφο και άγριο βουνό. Όμως τούτη τη φορά τίποτα δεν είναι συνηθισμένο. Όλα μοιάζουν παράξενα και πρωτόγνωρα. Τα φαινόμενα απατούν, οι σταθερές ανατρέπονται, η πραγματικότητα αλλάζει. Κι όσο η ομάδα εισχωρεί προς την καρδιά του βουνού, τα ανεξήγητα πληθαίνουν.
Τα μέλη της συντροφιάς μπλέκουν σε μια περιπέτεια όπου το μεταφυσικό αντιμάχεται τη λογική, τα παράδοξα ζητούν ερμηνεία και οι ίδιοι αναζητούν αγωνιωδώς απαντήσεις στα ερωτήματα που προκύπτουν: Πού ακριβώς διαδραματίζονται όλα αυτά; Πώς μια ανάβαση στο βουνό μετατρέπεται σε μια πορεία αναζήτησης της μυστηριακής δύναμης του ανθρώπινου μυαλού; Και πόσοι τελικά θα καταφέρουν να επιστρέψουν στην αφετηρία;

 

Αλέξανδρος Κεφαλάς «Το άλλο ρούχο του φόβου», εκδ. Λέμβος, σελ. 132

Αφηγήσεις καθημερινές, κάποτε σουρεαλιστικές, αποδίδονται με μια λογοτεχνική “μονοκοντυλιά” κι έναν ωμό, στα όρια του κυνικού, ρεαλισμό.
Χαμένα όνειρα, ευσεβείς πόθοι, προκαταλήψεις, υποκρισία είναι μερικά από τα θέματα που αναδύονται από τις σελίδες της συλλογής, η οποία αποτελείται από τριάντα έξι αφηγηματικές μικρό-γραφίες.
Ο συγγραφέας εξερευνώντας τις δυνατότητες της μικρής φόρμας αποτυπώνει πότε σε μια σύντομη παράγραφο κι άλλοτε σε εκτενέστερα διηγήματα σκηνές ενός οικείου μα παραπαίοντος αστικού τοπίου.

 

 

 

Ξένη πεζογραφία:

 

Πολ Όστερ «4 3 2 1», Μετάφραση: Μαρία Ξυλούρη, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 1224

Στις 3 Μαρτίου 1947 γεννιέται ο Άρτσιμπαλντ Ισαάκ Φέργκιουσον, το μοναδικό παιδί της Ρόουζ και του Στάνλεϊ Φέργκιουσον. Από αυτή την αφετηρία ξεκινούν τέσσερα παράλληλα μονοπάτια ζωής: τέσσερις Φέργκιουσον που θα ζήσουν τέσσερις εντελώς διαφορετικές ζωές. Η τύχη των οικογενειών τους αποκλίνει. Οι έρωτες, οι φιλίες και τα πάθη τους είναι αντίθετα. Ωστόσο κάθε εκδοχή της ιστορίας του Φέργκιουσον διατρέχει το κατακερματισμένο πεδίο της Αμερικής των μέσων του 20ού αιώνα σε ένα μεγαλόπνοο μυθιστόρημα για το δικαίωμα στην ύπαρξη και τις ατελείωτες πιθανότητές της, για την αγάπη και την πληρότητα της ζωής.

 

 

Αρουντάτι Ρόι «Το υπουργείο της υπέρτατης ευτυχίας», Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Ψυχογιός, σελ. 576

Πώς αφηγείσαι μια κατακερματισμένη ιστορία;

Με το να γίνεσαι σταδιακά ο καθένας.

Όχι.

Με το να γίνεσαι σταδιακά το καθετί.

ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΤΑΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ μας οδηγεί σ’ ένα εσωτερικό ταξίδι που διαρκεί πολλά χρόνια – από τις πολυπληθείς γειτονιές του παλιού Δελχί και τα λαμπερά πολυκαταστήματα της εκκολαπτόμενης νέας μητρόπολης μέχρι τα χιονισμένα βουνά και τις κοιλάδες του Κασμίρ και πέρα, όπου ο πόλεμος είναι ειρήνη και η ειρήνη πόλεμος, και πότε πότε «κηρύσσεται κανονικότητα».

Η Αντζούμ, που ήταν Αφτάμπ, ξετυλίγει ένα ξεφτισμένο περσικό χαλί σε μια πόλη νεκροταφείο που αποκαλεί σπίτι. Ένα μωρό εμφανίζεται ξαφνικά, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, σε μια φάτνη από σκουπίδια στο πεζοδρόμιο. Ο αινιγματικός Τίλο είναι τόσο παρών όσο απούσα είναι αυτή από τις ζωές των τριών αντρών που την αγάπησαν.

Το ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΤΑΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ είναι μια οδυνηρή ιστορία αγάπης και ταυτόχρονα μια αποφασιστική διαμαρτυρία, που γράφεται με ψιθύρους και κραυγές, με δάκρυα και μερικές φορές με γέλια. Οι ήρωές της είναι άνθρωποι που έχουν συντριβεί από τον κόσμο όπου ζουν και στη συνέχεια σώθηκαν από αγάπη και από ελπίδα. Για τον λόγο αυτό, όσο εύθραυστοι κι αν είναι, δεν παραδίδονται ποτέ. Αυτό το γοητευτικό, υπέροχο βιβλίο επινοεί εκ νέου τι μπορεί να κάνει και να είναι ένα μυθιστόρημα. Και σε κάθε σελίδα του αποδεικνύει το χάρισμα της αφήγησης που διαθέτει η Αρουντάτι Ρόι.

 

Kaouther Adimi «Τα πλούτη μας», Μετάφραση: Έφη Κορομηλά, εκδ. Πόλις, σελ.216

Η Καουτέρ Αντιμί, που έκανε αίσθηση με τα δύο πρώτα μυθιστορήματά της, γεννημένη στο Αλγέρι το 1986, θέλησε, με “Τα πλούτη μας”, να δώσει για την πόλη της μια εικόνα που αντιστρατεύεται τις συνήθεις αναπαραστάσεις της. Η νεαρή μυθιστοριογράφος βαδίζει στους δρόμους του Αλγερίου, όπου δεν σταματάει να βρέχει, και αποτυπώνει τη μελαγχολία και το πένθος της για μια παλιότερη εποχή, όταν η λογοτεχνία έβρισκε εύφορο έδαφος για να ανθίσει.
Η Αλγερινή συγγραφέας, Παριζιάνα πλέον από το 2008, περπατώντας στην οδό Χαμανί, πέφτει πάνω σε ένα πολύ μικρό κατάστημα, παράρτημα της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Αλγερίας. Στη βιτρίνα αυτού που εξακολουθεί να αποκαλείται “Βιβλιοπωλείο Τα Αληθινά Πλούτη”, μπορούμε και σήμερα να διαβάσουμε το έμβλημα που χάραξε, το 1936, ο εκδότης και συγγραφέας Edmond Charlot (1915-2004). “Ένας άνθρωπος που διαβάζει αξίζει για δύο”. Μαγεμένη από την ιστορία του χώρου, θλιμμένη για τη λήθη στην οποία φαίνεται να έχει πέσει, η Αντιμί τον καθιστά σύμβολο της υποχώρησης του πολιτισμού προς όφελος των αποκλειστικά κερδοσκοπικών επιδιώξεων. Αν έκλεινε αυτός ο χώρος, σκέφτεται η συγγραφέας, σίγουρα θα μετατρεπόταν σε κατάστημα με λουκουμάδες. Θα ζητούσαν από έναν νεαρό να καθαρίσει τα πάντα και να ξεφορτωθεί τα βιβλία, σβήνοντας και τα τελευταία σημάδια μιας ένδοξης ιστορίας.
Η Αντιμί αναβιώνει τη μνήμη εκείνου που ήταν ο πρώτος εκδότης του Αλμπέρ Καμύ και που αφιέρωσε τη ζωή του στο “να εκδίδει, να συλλέγει, να κάνει το κοινό να ανακαλύπτει, να δημιουργεί δεσμούς μέσα από τις τέχνες”.
Επινοεί τα προσωπικά σημειωματάρια του Charlot, ζωντανεύει τους ενθουσιασμούς και τις δυσκολίες του, τη μοναξιά του ως εκδότη, αλλά και την αγάπη του για τις συλλογικές προσπάθειες. Η Αντιμί αποδίδει δικαιοσύνη στο Αλγέρι, την πόλη της, και ψάλλει έναν ύμνο -ας ελπίσουμε, όχι νεκρώσιμο- σε όλους όσοι επιχειρούν να μεταδώσουν στους άλλους την αγάπη τους για τη λογοτεχνία.

 

Julian Barnes «Η μοναδική ιστορία», Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 312

“Οι περισσότεροι έχουμε μία μόνο ιστορία να πούμε. Δεν εννοώ πως μας συμβαίνει ένα μόνο πράγμα στη ζωή μας: υπάρχουν αναρίθμητα συμβάντα, τα οποία μετατρέπουμε σε αναρίθμητες ιστορίες. Μόνο μία όμως έχει σημασία, μόνο μία αξίζει να ειπωθεί τελικά. Αυτή είναι η δική μου”.
Είναι αρχές της δεκαετίας του εξήντα, σε ένα συντηρητικό προάστιο δεκαπέντε μίλια νοτίως του Λονδίνου. Ο Πολ, δεκαεννιά χρόνων, φοιτητής πανεπιστημίου που έχει γυρίσει σπίτι για τις διακοπές, μετά από παρότρυνση της μητέρας του γράφεται στην τενιστική λέσχη. Στο τουρνουά του μεικτού διπλού, παρτενέρ του είναι η κυρία Μακλέοντ. Είναι σαράντα οκτώ, όλο αυτοπεποίθηση και ειρωνεία. Το μικρό της όνομα είναι Σούζαν· είναι παντρεμένη με δυο μεγάλες κόρες. Ο Πολ και η Σούζαν γρήγορα γίνονται εραστές.
Ένα βαθύ, και βαθιά θλιμμένο, μυθιστόρημα για την αγάπη από έναν από τους πιο σπουδαίους χαρτογράφους της καρδιάς και των καπρίτσιων της.

 

 

Θεατρικό:

 

Ξένια Πολίτη «Εφιάλτης η ελπίδα. Τέρμα», εκδ. Βακχικόν, σελ. 122

για το έργο “Εφιάλτης η ελπίδα”
Πρόκειται για ένα θεατρικό κοινωνικο-πολιτικό έργο που αναπτύσσεται σε 4 άξονες: Καταρχάς κάτω από ένα υπέρ-εθνικό-παγκοσμιοποιημένο πρίσμα βλέπουμε την κυριαρχία των αγορών σαν μπότα να επιτίθεται και να καταδυναστεύει τους άλλους τρεις: Την ευρωπαϊκή “οικογένεια” όπου τα σύγχρονα έθνη-κράτη στέκονται αμήχανα σ’ αυτή την επίθεση και “υποφέρουν” ή “κανιβαλίζονται” μαζί με τους λαούς τους. Φτάνοντας στη σύγχρονη ελληνική πολιτεία, βλέπουμε την ένδεια των θεσμών, την απελπισία των πολιτών, την καταστροφή της πολιτικής και ψυχολογικής συνείδησης των ατόμων: Όλα τα στεγανά κι όλα τους τα καταφύγια υλικά, οικογενειακά, ιστορικά, πoλιτισμικά, συστηματικά αλώνονται, οι έννοιες γίνονται σχετικές, η σημασία των λέξεων αλλάζει. Έτσι εξυπηρετούνται οι στόχοι σύγχυσης, κατακερματισμού κι αλλοίωσης προσωπικών και συλλογικών αξιών, σκοπεύοντας στην ηθική και ψυχοπνευματική διάλυση του σύγχρονου ανθρώπου που ως ιδιώτης-δούλος είναι καταδικασμένος χωρίς αντιστάσεις και χωρίς κανένα ουσιαστικό δικαίωμα, στην απομόνωση και εν τέλει στην “αναίμακτη” (τουλάχιστον μέχρι στιγμής), εξουδετέρωσή του.
Στο έργο αυτό που διαθέτει και ένα μη ρεαλιστικό καμβά, γίνεται αναφορά στην ιστορική μορφή του Εφιάλτη του Αθηναίου. Ελάχιστα γνωστή, παρά μόνο στους “ειδικούς”, η μορφή αυτή μπαίνει σαν εφιάλτης στον ύπνο των “πονηρών” ενώ διαλέγεται και αγωνιά για αξίες πανάρχαιες, χαμένες ή πλέον στρεβλές, όπως η Δημοκρατία, η Ελευθερία, η Φιλοπατρία, η αίσθηση της συλλογικότητας και του Δικαίου. Και σε τέτοιες μόνο, το έργο αυτό ελπίζει.
Βασική πηγή έμπνευσης αυτού του έργου, αποτέλεσαν οι μεγάλες συγκεντρώσεις της εποχής των Πλατειών (κυρίως στην πλατεία Συντάγματος Μάιος – Ιούνιος του 2011) και της βιαιότητας με την οποία αυτές διαβλήθηκαν και κατεστάλησαν.
για το έργο “Τέρμα”
Στο έργο αυτό ξεκινώντας, βλέπουμε την Ασημίνα σε κάποια χρονική περίοδο της ζωής της να ζει στην παλιά της γειτονιά. Με εφαλτήριο την ερωτική της “ατυχία”, ξεκινά μια εσωτερική και μια εξωτερική περιπλάνηση της ηρωίδας, οι οποίες αλληλεπιδρούν και ως άρρηκτα συνδεδεμένες, περιγράφουν τη δυναμική της γυναικείας αυτοδιάθεσης: πώς αντιμετωπίζεται από τους Άλλους που τη θέλουν, πώς τη βλέπουν και πώς τη χρησιμοποιούν κατά το δοκούν.
Έτσι, η Ασημίνα-“άθυρμα”, υπόκειται στην παράλογη έως μεταφυσική εναλλαγή χώρων και χρόνων τέτοια ώστε, εάν το έργο συνέχιζε, η επόμενη σκηνή της θα ήταν πιθανώς με εξωγήινους. Η αθωότητά της μετατρέπεται σε απορία και αργότερα σε γνώση κι αυτή η γνώση μέσα από το βίωμα και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, αποδεικνύεται συχνά επικίνδυνη και οδυνηρή. “Καταντά” ανθρώπινο κάποια στιγμή να κουράζεται, να θέλει να επιστρέψει? γρήγορα ωστόσο καταλαβαίνει ότι το αέναο ταξίδι, είναι προορισμός…

 

 

Ποίηση:

 

Τέλλος Φίλης «Το έσχατο έρμα», εκδ. Πόλις, σελ. 61

Δείγμα γραφής:

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ

Μου είπες: “μύρισε τη νύχτα για μένα”
κι εγώ πνίγηκα από την απουσία τόσων φίλων
μάτωσα, από χιλιάδες αγκάθια κομμένης απότομα αγάπης
ανάμεσα σε νέες πατρίδες και παλιές

χρόνια μετά
θα αναρωτιόμαστε ποιοι είμαστε πραγματικά
και τι από τις ρίζες μας απέμεινε

μόνο αναγνωριστικό
ετούτη η μυρωδιά της νύχτας
που ποτέ δε μπορέσαμε να μοιραστούμε
αλλά, κατάσαρκα φυλάττουμε ως Θερμοπύλες
καθένας μόνος του
σε τόπους ξένους, ξένοι κι εμείς
ακατανόητοι, άμαθοι και αφελείς
πνιγμένοι, μόνοι

για τη στιγμή εκείνη
της συνάντησης
που ούτε καν προβλέπεται
προς το παρόν πως
θα υπάρξει

 

Αργύρης Παλούκας «Άνθρωποι που γελάνε», εκδ. Κριτική, σελ. 40

Ακόμα κι οι φίλοι μου,
όταν τους μιλάω για τον αληθινό καημό μου,
στρέφουν αλλού το πρόσωπό τους.
Μόνος του γυρίζει καθένας στη φωλιά του.
Στο τέταρτο προσωπικό του βιβλίο, τη συλλογή ποιημάτων “Άνθρωποι που γελάνε”, ο Αργύρης Παλούκας προσπαθεί να επιστρέψει σε εκείνη την ηλικία όπου δεσπόζει η αίσθηση της ελευθερίας, το “θέλω” έναντι του “πρέπει”, χαρακτηριστικό που στην ενήλικη ζωή του κάθε άνθρωπος ξανασυναντάει μόνο στον έρωτα. Οι άνθρωποι του βιβλίου, εξεγερμένοι, δύσπιστοι και φοβισμένοι, αποφασίζουν να πιστέψουν ότι μπορούν να γυρίσουν την πλάτη στη φθορά. Το δικαίωμα στην ελευθερία είναι αναφαίρετο.

 

 

Βιβλία για παιδιά:

 

Μάκης Τσίτας «Δώρο γενεθλίων», εικονογράφηση: Νίκος Γιαννόπουλος, εκδ. Ψυχογιός, σελ. 56

Έξι μήνες η Τασία και ο αδερφός της ταΐζουν το γουρουνάκι-κουμπαρά με το χαρτζιλίκι τους για να αγοράσουν μαζί ένα σούπερ δώρο στον μπαμπά τους τη μέρα των γενεθλίων του. Όμως, όταν φτάνει η στιγμή, τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως τα σχεδίαζαν: Πού πήγαν τα χρήματα; Μόνο μια ανθοδέσμη θα είναι το δώρο τους; Θα μπορέσουν τα δυο αδέρφια να μείνουν ενωμένα όταν όλα πάνε στραβά; Μια έξυπνη ιστορία για τη δύναμη της συγγνώμης στα χείλη των παιδιών.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top