Fractal

✔ Νέες εκδόσεις: Κλασσικά και καινούργια

Επιμέλεια: Ελένη Γκίκα //

 

 

Ξένη πεζογραφία:

 

Αντρέι Μπέλυ «Πετρούπολη», Μετάφραση: Σταυρούλα Αργυροπούλου, εκδ. Κίχλη, σελ. 752

Στον πυρήνα του τολμηρότερου ρωσικού μυθιστορήματος του 20ού αιώνα, που μεταφράζεται πρώτη φορά στα ελληνικά, από την πλήρη εκδοχή του 1913-1914, βρίσκεται το θέμα της πατροκτονίας. Τον θυελλώδη Οκτώβριο του 1905 μια βόμβα πρόκειται να εκραγεί στο γραφείο του γερουσιαστή Αμπλεούχοφ. Το σχέδιο έχει δεσμευτεί να φέρει εις πέρας ο γιος του, που βρίσκεται στην αντίπερα ιδεολογική όχθη.
Η “Πετρούπολη” αποτελεί ξεχωριστό δείγμα του ρωσικού μοντερνισμού. Στον πολυφωνικό ιστό της συνυφαίνονται πολλά και διαφορετικά στοιχεία. Οι επαναλήψεις μοτίβων και φράσεων, οι υποβλητικές, έντονα εικαστικές περιγραφές της πόλης, καθώς και η ιδιάζουσα μουσική οργάνωση του κειμένου συνιστούν τυπικά χαρακτηριστικά της ποιητικής του συμβολισμού. Τη ρευστή, φασματική ατμόσφαιρα επιτείνουν τα διανοητικά παιχνίδια των ηρώων, καθώς οι εφιάλτες τους ζωντανεύουν και στοιχειώνουν την πόλη, που, τυλιγμένη στην καταχνιά, μοιάζει να παγιδεύει ήρωες και αφηγητή.
Συγχρόνως, η οξεία ειρωνική ματιά του συγγραφέα απέναντι στις ιδεολογικές τάσεις και τα σημαντικά πολιτικά γεγονότα του καιρού του, μη εξαιρουμένης της επανάστασης του 1905, η παρωδία θεμάτων και τεχνικών του παραδοσιακού μυθιστορήματος, καθώς και ο μετεωρισμός ανάμεσα στο δραματικό και το κωμικό στοιχείο μπολιάζουν το μυθιστόρημα με ένα ανατρεπτικό πνεύμα, χαρακτηριστικό που η Πετρούπολη μοιράζεται με άλλα έργα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού των αρχών του 20ού αιώνα.

 

Alexandra Belinda «Άγρια λεβάντα», Μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ, εκδ. Διόπτρα, σελ. 728

Τίποτε δεν πάει χαμένο, Σιμόν.
Η αγάπη που δίνουμε ποτέ δεν πεθαίνει.
Η νεαρή Σιμόν Φλεριέ ζει με τον πατέρα της σε μια αγροικία της Προβηγκίας πλημμυρισμένη από αρώματα άγριας λεβάντας. Μετά τον θάνατό του, όμως, αναγκάζεται να εγκαταλείψει το πατρικό της για να γίνει παραδουλεύτρα στη Μασσαλία. Απογοητευμένη από τη φτώχεια και τις κακουχίες, η Σιμόν αποφασίζει να ακολουθήσει το κρυφό όνειρό της· να γίνει μια μέρα διάσημη αρτίστα.
Βυθισμένη στα θαμπά φώτα του μεσοπολέμου, περιπλανιέται στα στενοσόκακα της Μασσαλίας. Ο Αντρέ Μπλανσάρ, γόνος πλούσιας οικογένειας, γίνεται ο μέντοράς της και ο πρώτος άντρας που θα κάνει την καρδιά της να σκιρτήσει. Η γοητεία και η φιλοδοξία της ανοίγουν τη βελούδινη αυλαία της επιτυχίας στις μεγάλες παριζιάνικες σκηνές και στα καμπαρέ του Βερολίνου.
Όταν ο ζόφος του πολέμου απειλεί για ακόμα μια φορά την Ευρώπη, η διάσημη μαντμαζέλ Φλεριέ παίρνει μια ριψοκίνδυνη απόφαση· γίνεται η Άγρια Λεβάντα και δίνει τη δική της μάχη.
Λίγο μετά την κατάληψη του κοσμοπολίτικου Παρισιού, η Σιμόν γνωρίζει την ευτυχία στο πρόσωπο ενός νεαρού πιλότου και διαπιστώνει πως η αγάπη, σαν την άγρια λεβάντα, μπορεί να φυτρώσει στα πιο απροσδόκητα μέρη…

 

 

Αστυνομικό μυθιστόρημα:

 

Ιερώνυμος Λύκαρης «Άκου, πτώμα, να μαθαίνεις», εκδ. Καστανιώτη, σελ. 320

Το ” Άκου, πτώμα, να μαθαίνεις” είναι μια συναρπαστική ίντριγκα με απίστευτο φινάλε, αντάξιο της κωμικοτραγικής επινοητικότητας που γεννά η ροπή του ανθρώπου προς το έγκλημα. Ακούσιος εμπνευστής και οργανωτής της είναι ο Κόκκινος Τράγος, εισαγγελέας αποσπασμένος στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της αστυνομίας, που διαχειρίζεται την κατάθλιψή του ερμηνεύοντας τους εφιάλτες του με έναν δικής του έμπνευσης εγκληματολογικό ονειροκρίτη.
Λίγες ώρες μετά την αποκάλυψη του μεγάλου μυστικού της ζωής και της καριέρας του στον Κόκκινο Τράγο, ο υποδιοικητής της υπηρεσίας ταξίαρχος Βάθρακας ή Σκιά βρίσκεται νεκρός στο γραφείο του.
Ποια αιματοβαμμένα νήματα συνδέουν τον κακόμορφο ταξίαρχο Βάθρακα, την πανέμορφη σύζυγό του Ξανθούλα ή Χήρα Αλεπού, τον διοικητή της υπηρεσίας αντιστράτηγο Χαρομήτρο ή Μινώταυρο και την εγκληματική οργάνωση Αδελφότητα του Βορρά, που στο παρελθόν είχε παγιδεύσει τον Κόκκινο Τράγο, όταν αυτός διερευνούσε τη δράση της; Τι ρόλο παίζουν στην υπόθεση ένας δημοσιογράφος του αστυνομικού ρεπορτάζ, ο Αργοναύτης, καθώς και δύο παιδικοί φίλοι του Κόκκινου Τράγου: ο Χαμαιλέοντας, υπουργός της κυβέρνησης, που από μικρός είχε το χάρισμα της εκμετάλλευσης των περιστάσεων, και ο Μανούσος, καντηλανάφτης, περιποιητής τάφων και συμπτωματικός deus ex machina της κάθαρσης;
Στη μυθιστορηματική πλοκή ενσωματώνονται αληθοφανή ρεπορτάζ που στήνονται “για καλό σκοπό”, καθώς και ένα παραλλαγμένο δοκίμιο του Μαρξ με τίτλο Η συμβολή του οργανωμένου εγκλήματος στην ανάπτυξη του πλούτου των εθνών.

 

Kate Saunders «Έγκλημα στην οικογένεια του σερ Τζέιμς», Μετάφραση: Ρηγούλα Γεωργιάδου, Εκδ. Διόπτρα, σελ. 352

Τρεις γυναίκες δολοφονούνται στο βικτωριανό Λονδίνο.
Ποιο είναι το νήμα που ενώνει τις ζωές τους;
Κρυμμένη πίσω από την άσπιλη μάσκα μιας καθωσπρέπει χήρας αρχιδιακόνου, η Λετίσια Ροντ εξιχνιάζει άλυτα μυστήρια με οξυδέρκεια και απόλυτη διακριτικότητα…
Εκείνο το μουντό απόγευμα, η κυρία Ροντ ξεκινά για το Λίνκολν­σαϊρ, όπου θα αναλάβει χρέη γκουβερνάντας στην οικογένεια του σερ Τζέιμς Κόλντερστον. Ο άνεμος σφυροκοπά τα τζάμια της άμαξας με τα υγρά κιτρινισμένα φύλλα, ενώ στο μυαλό της έχουν αποτυπωθεί τα λόγια της αγαπημένης της οικονόμου “Γιατί δεν την παντρεύεται αμέσως να τελειώνει η ιστορία”;
Την ίδια ώρα, ο νεαρός Τσαρλς Κόλντερστον είναι αποφασισμένος να προχωρήσει σε έναν ανάρμοστο γάμο με την πανέμορφη Έλεν.
Η ταπεινή καταγωγή αυτής της εντυπωσιακής γυναίκας, η σχέση της με έναν καρδιοκατακτητή και ένα ανώνυμο γράμμα που την αποκαλεί πόρνη πυροδοτούν τις εξελίξεις.
Ο ευυπόληπτος σερ προσπαθεί να εμποδίσει πάση θυσία αυτή τη σχέση του γιου του, για να μην καταστραφεί η αίγλη του στη δημόσια ζωή του Λονδίνου, και αναθέτει στον γνωστό ποινικολόγο Φρέντερικ Τάισον να ερευνήσει την υπόθεση.
Καθώς ξετυλίγεται το νήμα του παρελθόντος, η Λετίσια Ροντ διαπιστώνει ότι στα δωμάτια του αριστοκρατικού πύργου των Κόλντερστον κρύβονται πολλά άφατα μυστικά, που θα σφραγίσουν τη μοίρα αυτών των ανθρώπων.
Τα Μυστικά του Γουιστάιντ ζωντανεύουν σε μια ντινκενσιανή ατμόσφαιρα μυστηρίου και φωτίζουν τις επιπτώσεις της βικτοριανής ηθικής στο γυναικείο φύλο.
Η ακαταμάχητη ντετέκτιβ Λετίσια Ροντ υπογράφει τη λύση του μυστηρίου…

 

 

Ποίηση:

 

Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκη «Λένιν», εκδ. Καστανιώτη, σελ. 256

Ο Μαγιακόφσκι άρχισε να γράφει το μακροσκελές ποίημα “Λένιν” στα τέλη του 1923 και το ολοκλήρωσε το φθινόπωρο του 1924, σε ηλικία μόλις είκοσι τεσσάρων ετών. Τούτη η φοβερή ελεγεία, που κατέχει εξέχουσα θέση μέσα στο όλο έργο του, συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής του ποίησης· είναι ένα οικοδόμημα πανύψηλο, στην κορυφή του οποίου ανεμίζει σαν σημαία ο φλογερός “κόκκινος πατριωτισμός” του.
Ο Μαγιακόφσκι, προσηλωμένος στα “αρχέγονα αλλά τρομερά όπλα του στίχου”, δηλαδή στο ρυθμό και στη ρίμα που χαρακτηρίζουν διαχρονικά τη ρωσική παράδοση, εξιστορεί μια περίοδο διακοσίων χρόνων, από την εμφάνιση του καπιταλισμού και του προλεταριάτου ως την επανάσταση του 1917 και την εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας. Η τελευταία έγινε η μούσα του νεαρού ποιητή και την τραγούδησε με το ίδιο πάθος που τραγούδησαν οι μεγάλοι ποιητές τις δικές τους “Βεατρίκες”.
Η κοσμογονική εκείνη εποχή που γέννησε αυτό το έργο δεν έχει να επιδείξει άλλο ποιητικό κείμενο που να την εκφράζει τόσο γνήσια κι απόλυτα, που να αποδίδει με τέτοια ένταση το ρίγος της, όπως αυτή η μεγαλόστομη “Λενινιάδα”, που εδώ παρουσιάζεται στην πλήρη, μη λογοκριμένη εκδοχή της.
“Τέλειωσα το ποίημα “Β. Ι. Λένιν”. Το χειρόγραφο το διάβασα σε πολλές εργατικές συγκεντρώσεις. Πολύ το ’χα φοβηθεί αυτό το έργο. Γιατί είναι πολύ εύκολο να γλιστρήσεις στην απλή πολιτική έκθεση. Η συμπεριφορά του εργατικού ακροατηρίου με γέμισε χαρά. Και μου στέριωσε την πίστη ότι το έργο αυτό είναι χρήσιμο”. ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ

 

Δοκίμια- Ποίηση:

 

Στρατής Πασχάλης «Ποίηση σε μικρόψυχους καιρούς», εκδ. Γαβριηλίδης, σελ. 272

Η μικροψυχία του καιρού δεν είναι έξω από μας. Αν η επιθυμία μας να μιλήσουμε στον διπλανό μας και να του μεταφέρουμε το πνεύμα αυτό που ονομάζουμε ποίηση είναι ισχυρή, τότε δεν θα ήταν καλό ν’ αναζητήσουμε μέσα μας τη μικροψυχία και να την κατανικήσουμε ώστε να επιτύχουμε αυτόν το σκοπό μας; Κάτι που δεν γίνεται ούτε χωρίς κόπους ούτε χωρίς θυσίες. Αυτό είναι άλλωστε και το στοίχημα των ημερών. O εγκλωβισμός του σύγχρονου ανθρώπου ίσως άδηλα μας προτείνει και κάποιους άλλους τρόπους για μια διαφορετική λειτουργία της ποίησης, παρά την αντιποιητικότητα των καιρών. Μιας ποίησης που αποτινάζει τη σκόνη των βιβλιοθηκών και ανοίγεται χωρίς συμπλέγματα σε μια κατά μέτωπο αναμέτρηση με το διαδραστικό τεχνολογικό μέλλον. Με ποιο τρόπο; Μα αυτό είναι και το ζητούμενο. Πράγμα που δίνει στην εποχή μας ενδιαφέρον συγκλονιστικό.
Γι’ αυτό και το πικρό ερώτημα του Χαίλντερλιν δεν θέλω να το βλέπω σαν μια απαισιόδοξη διερώτηση. Προτιμώ να το αντιμετωπίζω σαν μια ρητορική απορία. Στην οποία ο ποιητής απαντά με σαφήνεια.
Ερώτηση: “Μα είναι δυνατόν να παρουσιάζονται ποιητές σ’ έναν μικρόψυχο καιρό; Προς τι;” Απάντηση: “Αυτό δεν τίθεται ως ζήτημα. Ανώφελοι ή αναγκαίοι, οι ποιητές πάντα θα εμφανίζονται, σαν τους ιερείς του Βάκχου, μες στο σκοτάδι και της πιο βαθιάς νύχτας. Κυρίως τότε”.
Μελέτες, άρθρα, δοκίμια, ποιητικά πεζά, εισαγωγές σε ανθολογίες, ομιλίες, παρεμβάσεις σε συνέδρια, συμμετοχές σε προγράμματα θεάτρου και αφιερώματα είναι τα περισσότερα κείμενα του Στρατή Πασχάλη που συγκεντρώνονται εδώ. Γραμμένα από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 μέχρι σήμερα. Απηχώντας ο γενικός τους τίτλος τον γνωστό στίχο του Χαίλντερλιν, στην εποχή αυτή της κρίσης και της μετάβασης προς το απειλητικό άγνωστο, τα πεζά τούτα ας μη θεωρηθούν “δοκιμές” λόγιου ποιητή, αλλά περισσότερο εργόχειρα λυρικού στοχασμού -ακόμα κι όταν εξερευνούν πολύ πεζές διαδικασίες, όπως η λογοτεχνική κριτική- ενός χειροτέχνη της γραπτής σκέψης.

 

 

Βιβλία για παιδιά:

 

Έλενα Νταβλαμάνου «Μπορώ και χωρίς αυτά», εικονογράφηση: Γιώργος Πετρίδης, εκδ. Μίνωας, σελ. 32

Σήμερα έχουμε όλα όσα χρειαζόμαστε…
τα χρειαζόμαστε, όμως, όλα όσα έχουμε;
“Θέλω κι άλλα… θέλω κι άλλα…” λέει κάθε τόσο ο Λεωνίδας κλαψουρίζοντας, έχοντας την απαίτηση να του δώσουν, ακόμη κι αν οι άλλοι δεν μπορούν ή δεν έχουν. Έχει μια αδυναμία… Θα μπορέσει να ζήσει άραγε χωρίς αυτή; Τι γίνεται όμως όταν αυτή η αδυναμία δίνει τη θέση της στη δύναμη της φιλίας; Πόσο μπορεί να του αλλάξει τη ζωή ένας καινούριος συμμαθητής;

 

 

Λιούις Κάρολ «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», Μετάφραση: Κατερίνα Μουρίκη, εικονογράφηση: Νέστορας Ξουρής, εκδ. Διάπλαση, σελ. 144

Η μικρή Αλίκη, ακολουθώντας έναν άσπρο κούνελο, κατρακυλάει μέσα σ’ ένα λαγούμι και βρίσκεται σ’ έναν τόπο γεμάτο παράδοξα και θαυμαστά συμβάντα. Με φαντασία, χιούμορ και πολλά αλληγορικά στοιχεία ο συγγραφέας καυτηριάζει τον συντηρητισμό και την υποκρισία της εποχής του, σκιαγραφώντας μέσ’ από σουρεαλιστικές καταστάσεις την ασφυκτική καταπίεση των παιδιών από τους μεγάλους.
Μια ευφάνταστη ιστορία που δίκαια αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή παιδικά βιβλία όλων των εποχών.

 

 

Ιωάννα Μπαμπέτα «Είμαι σκέτο παιδί», εικονογράφηση: Λίλα Καλογερή, εκδ. Πατάκη, σελ. 40

Όταν χτυπάω, δεν πρέπει να κλαίω, γιατί είμαι ολόκληρος άντρας. Έτσι μου λένε. Όταν θέλω να πάω μόνος στην παιδική χαρά, μου το απαγορεύουν, γιατί είμαι μωρό. Κι εγώ μεγαλώνω και μικραίνω ασταμάτητα. Τελικά τι είμαι; Μικρό ή μεγάλο παιδί;

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top