Fractal

Νέες εκδόσεις: εκδοτική έκρηξη

Επιμέλεια: Ελένη Γκίκα //

 

 

Ελληνική πεζογραφία:

 

Ισίδωρος Ζουργός «Λίγες και μια νύχτες», εκδ. Πατάκη, σελ. 573

Την άνοιξη του 1909, ο έκπτωτος σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ ο Β’ εξορίζεται στη Θεσσαλονίκη και μένει έγκλειστος σε μια εντυπωσιακή έπαυλη. Εκεί, σύμφωνα με το μυθιστόρημα, θα διηγείται για λίγες νύχτες σ’ ένα μικρό κορίτσι τη ζωή του. Ένα εντεκάχρονο όμως αγόρι κρυφακούει…
Εβδομήντα χρόνια μετά, θα υπάρχει ακόμη μια νύχτα, μάλλον μια ζωή ολόκληρη σε μία μόνο νύχτα. Άλλωστε στον 20ό αιώνα αργούσε συχνά να ξημερώσει.
Το “Λίγες και μία νύχτες”, με άξονα την ερωτική ιστορία που φωλιάζει στην καρδιά της αφήγησης, εξιστορεί μια περιπέτεια για το κυνήγι του πλούτου και την αναζήτηση της ευτυχίας. Το βιβλίο αναπλάθει μια μαγευτική συνοικία έξω από τα τείχη της Θεσσαλονίκης, αυτή των Εξοχών, που έσβησε για πάντα. Είναι ακόμη μια γραφή για τα σπίτια, φτωχικά και πλούσια, για το μέσα και το έξω τους, για τους τοίχους και τα έπιπλα όπου υφαίνονται οι ανάσες ζώντων και τεθνεώτων.
Το “Λίγες και μία νύχτες” εμπεριέχει ακόμη κατά κάποιον τρόπο τον σχολιασμό του, διερωτάται πίσω από την κουίντα για τα άγονα χωράφια της γραφής, τα εργαστήριά της, τις αστοχίες και τα πάθη της, είναι με άλλα λόγια το κοίταγμα του ίδιου του μυθιστορήματος στον καθρέφτη.
Πέρα όμως και πάνω απ’ όλα είναι ένα βιβλίο για την ανήκεστο βλάβη της ύπαρξης, αυτήν που προκάλεσε ο πιο δημεγέρτης αιώνας, ο εικοστός.

 

Πέρσα Κουμούτση «Αλεξανδρινές φωνές στην οδό Λέψιους», εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 264

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης προς το τέλος της ζωής του.
Ο επιφανής γιατρός του με την απατηλή εικόνα της ευτυχισμένης οικογενειακής ζωής. Ο ξεπεσμένος δικηγόρος και φίλος του. Η φιλήδονη νεαρή γειτόνισσα που τάραξε το συντηρητικό προσωπείο της παροικίας. Η άστατη ηθοποιός με τους θεατρινισμούς και τα καπρίτσια της. Η γοητευτική Ιταλίδα που ζούσε το δικό της δράμα, πέρα από τα βλέμματα θαυμασμού που εισέπραττε. Αυτά και άλλα πρόσωπα, άγνωστα τα περισσότερα, που έρχονται σε επαφή με εμβληματικές φιγούρες της εποχής (Τσίρκα, Φόστερ, Ουνγκαρέτι). Είναι οι φωνές τους, στην οδό Λέψιους της Αλεξάνδρειας στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1930-33), που πρωταγωνιστούν σ’ αυτό το μυθιστόρημα -απαλλαγμένες από εξωραϊσμούς και υπερβολές, με τις αδυναμίες, τους φόβους και τα πάθη τους- και δημιουργούν ένα ανάγλυφο ψηφιδωτό της πόλης και μιας εποχής.

 

Αργυρώ Μαντόγλου «Σώμα στη βιτρίνα», εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 408

Άμστερνταμ, Κόκκινη Συνοικία. Μάρτιος, 1664: Η δανέζα Έλσε Κρίστενς έρχεται από το χωριό της στη Μεγάλη Πόλη για “να ζήσει” και “να γράψει ιστορία”. Σύντομα από το καπηλειό μιας μονόφθαλμης γριάς, θα βρεθεί στην έπαυλη ενός μαθητευόμενου ζωγράφου και από εκεί στο ατελιέ του Ρέμπραντ, όπου θα γίνει μοντέλο του μεγάλου Δασκάλου. Θα μυηθεί στην τέχνη, στις διαπραγματεύσεις, στον έρωτα, αλλά και στη σκληρότητα των άπληστων ανθρώπων που μέλλει να λεηλατήσουν και τη δική της άνοιξη. Η Έλσε θα μάθει πως ο θάνατος δεν είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να σου συμβεί.
Άμστερνταμ, Κόκκινη Συνοικία. Μάρτιος 2014: Η ελληνίδα Νατάσσα είναι πόρνη της βιτρίνας και εργάζεται δίπλα στο σπίτι του Αδαμάντιου Κοραή. Αγνώριστη και αποφασισμένη, έχει διαγράψει το παρελθόν της και ό,τι την έφερε εδώ, έως ότου ένας μυστηριώδης άντρας εμφανίζεται στη ζωή της και ισχυρίζεται ότι θέλει να τη σώσει, όχι από το παρελθόν, αλλά από το μέλλον της.
Ιστορικό μυθιστόρημα, μεταφυσικό θρίλερ, μια αλληγορία για τη σχέση του ατόμου με τα γεγονότα της εποχής του, το “Σώμα στη βιτρίνα” είναι ένα βιβλίο για τα μεγάλα όνειρα που κρύβονται στις ταπεινές κόγχες των μητροπόλεων, τη μετανάστευση, τη φιλοδοξία, την τυφλότητα της επιβίωσης, τη νέμεση, αλλά και τη λυτρωτική δύναμη της τέχνης που αφήνει χώρο ακόμα και στα ανώνυμα θύματα της Ιστορίας.

 

Σωτήρης Δημητρίου «Θάμπωσε ο νους», εκδ. Πατάκη, σελ. 128

Στα ανά χείρας διηγήματα υπάρχουν πολλά “ίσως” και “μάλλον”.
Χάνοντια με τα χρόνια οι βεβαιότητες.
Ίσως μόνον η ενθεότης προβάλλει δειλά.
Τα διηγήματα δεν είναι αυθεντικά
Είναι από χίλιες μεριές διαμεσολαβημένα·
και απ’ την “αυθεντικότητα”.
Αλλά τα ψέματα μπορεί κατά στιγμές και κατά όψεις να περιέχουν αλήθεια. Και αντιστρόφως.
Είναι μάλλον αυθαίρετες κατασκευές απ’ τα υλικά της ρευστής και χαώδους ζωής.
Ίσως χρησιμεύουν -κυρίως οι μορφοποιήσεις τους- ως παρηγορητικές λαβές.

 

 

Τάσος Γουδέλης «Απόσταση αναπνοής», εκδ. Πατάκη, σελ. 230

Σύντομες μυθοπλασίες, ημερολόγια, σημειώσεις τρίτων, ένας θεατρκού τύπου μονόλογος, αυθιστορήσεις και ψυχολογικά πορτρέτα απαρτίζουν την ανά χείρας συλλογή διηγημάτων του Τάσου Γουδέλη.

 

 

 

 

 

 

Δημήτρης Μπουραντάς «Αν μ’ άφηνες τη λέξη να σου μάθω», εκδ. Πατάκη, σελ. 347

Όπως και στο πρώτο μου μυθιστόρημα, το ‘”Ολα σου τα’ μαθα, μα ξέχασα μια λέξη”, έτσι και σε τούτη τη συνέχειά του, το νόημα για μένα είναι να αποτελέσει έναν καθρέφτη για να δούμε πιο ξεκάθαρα τον εαυτό μας και τους θεμελιώδεις κοινωνικούς ρόλους που έχουμε ως σύντροφοι, γονείς, εργαζόμενοι και πολίτες. Να μας δώσει ιδέες -ή έστω και μόνο μία- για να κάνουμε σωστές επιλογές και να ζήσουμε όσο γίνεται καλύτερα και πιο πλούσια τη μία και μικρής διάρκειας ζωής μας σε μια κοινωνία συνοχής και ευημερίας, σε μια πατρίδα που αξίζει σε μας και στα παιδιά μας. Για να δώσουμε, δηλαδή, ζωή στα χρόνια μας. Εύχομαι ολύψυχα αυτό να συμβεί σε σας και σ’ αυτούς που αγαπάτε.

 

 

Μαρία Φακίνου «Ανατομία κόρης», εκδ. Αντίποδες, σελ. 80

Ένα κορίτσι μεγαλώνει στη δεκαετία του ’80, μέσα στα όρια ενός παραδεισένιου Κήπου και μιας πυρηνικής οικογένειας, “σε ένα παλίμψηστο από Καθαρές Δευτέρες. Μισοτελειωμένα γεύματα, λεκιασμένα τραπεζομάντιλα, ακρωτηριασμοί μικρής κλίμακας”. Αυτή η Εδέμ όμως δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα – η κόρη θα αρχίσει να ενηλικιώνεται. Η νουβέλα της Μαρίας Φακίνου ανατέμνει την παιδική ηλικία για να αφηγηθεί τη σταδιακή διάσπαση και κατάρρευση της πρωταρχικής ενότητας, μέσα από την ανάγνωση, την ερωτική αφύπνιση, την ασθένεια και το θάνατο.

 

 

Αστέρης Ν. Μαυρουδής «Η ατυχία», εκδ. Κέδρος, σελ. 104

Η ζωή του χωριού, οι πόνοι και τα βάσανα των απλών χωρικών, οι προσδοκίες τους και η αδύναμη θέση της γυναίκας. Οι σελίδες του βιβλίου γίνονται ο καθρέφτης μιας κοινωνίας συγκρούσεων για επιβίωση, αλλά και για κάθε είδους εξουσία. Στις ιστορίες της συλλογής αναδεικνύονται οι συγκρούσεις των δύο φύλων, το αλάθητο της πεθεράς, η δύναμη της μάνας, αλλά και η υπεροχή του άντρα. Εμφανίζονται και φωνές αντίστασης όχι μόνο στην εξουσία, αλλά και στις κοινωνικές συμβάσεις που έχουν κατασκευαστεί σαν ιστός από εμάς τους ίδιους, και λειτουργούν από τη μια σαν δίχτυ προστασίας, αλλά από την άλλη μας περιορίζουν.
Πώς αντιδρά η νύφη στην πεθερά και πώς το θύμα γίνεται θύτης;
Πώς καταλήγει μια γέννα χωρίς στεφάνι;
Πόση δυστυχία μπορεί να προκαλέσει μια απόφαση των γονιών;
Αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα τίθενται στα είκοσι ένα διηγήματα του βιβλίου.
Με λιτή αφήγηση αλλά πλούσια σε εικόνες και συναισθήματα, όπως λιτή, γεμάτη εικόνες και συγκινήσεις είναι και η ζωή των απλών ανθρώπων.

 

Ειρήνη Νικολάκη- Καλαμάρη «Ένα γαλάζιο απόγευμα», εκδ. Κέδρος, σελ. 184

Ιστορίες ζωής ολοζώντανες, συγκλονιστικές. Βότσαλα που πέφτουν στην ήρεμη επιφάνεια μιας λίμνης, την ταράζουν και, κάτω από το εκτυφλωτικό φως μιας αμείλικτης αλήθειας, μπορείς να διακρίνεις το βυθό.
Ψυχικές εντάσεις, εύθραυστες ισορροπίες, αέναες αναζητήσεις, απατηλά όνειρα, απρόβλεπτες καταλήξεις… Αθέατες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης, με πανταχού παρούσα την αίσθηση μιας πανίσχυρης μοναξιάς… Εικόνες που εκρήγνυνται και ήχοι μιας μουσικής άλλοτε επιβλητικής και άλλοτε χαμηλότονης, που κάθε φάλτσο είναι ικανό να χαλάσει το ρυθμό της.
Ιστορίες ζωής που ωρίμασαν στο πέρασμα του χρόνου τώρα σφιχτοδεμένες συγκατοικούν αρμονικά, κρατούν το νήμα της αφήγησης και γεφυρώνουν απρόσκοπτα το χθες με το σήμερα.

 

Ροζίτα Σπινάσα «στόμαστομαστό», εκδ. Κέδρος, σελ. 200

Τα ράφια που γεμίζουν με κρύους δίσκους, τα καμαράκια όπου πας για να κλάψεις με την ησυχία σου,
η παρένθετη μητρότητα και ο πόνος της απώλειας, η εισβολή περιστεριών σε μια πολυκατοικία του κέντρου, οι κρυφές βλέψεις των ενοίκων του πρώτου ορόφου, οι ανόσιες πράξεις των κατοίκων ενός χωριού, τα μυστικά που κρύβονται στα υπόγεια, η οδυνηρή κατάδυση στο οικογενειακό ασυνείδητο, η αμαρτία που φέρνει τη λύτρωση και τα γράμματα που συνεχίζουν να έρχονται.
Αυτά είναι τα σκοτεινά πεδία όπου ξετυλίγονται οι ιστορίες του βιβλίου, οι χαρακτήρες των οποίων, αν και δρουν στα τυφλά, σπάνε τελικά το καλούπι που μέχρι τότε περνούσαν για εαυτό τους. Όταν στο τέλος φανερώνεται η αλήθεια, τη μεγαλύτερη έκπληξη αποτελούν οι ίδιοι οι ήρωες, στις πραγματικές τους πλέον διαστάσεις.

 

Κέλλυ Πάλλα «Γιούκα η ηδονοβλεψίας», εκδ. Νησίδες, σελ. 196

Ή Ήβη, με ταλέντο στον έντεχνο λόγο, και η Ζωή, με ταλέντο στη φωνή, είναι αχώριστες, αλλά εντελώς διαφορετικές. Εν μέσω οικονομικής κρίσης συγκρούονται και απομακρύνονται η μία από την άλλη.
[Όταν ερωτεύονται, τις κυριεύει φόβος. Όμως “ο έρωτας δεν είναι έρωτας, αν δεν συνοδεύεται από φόβο” κι “ο ίμερος δεν γνωρίζει ευγένειες, πολιτισμό, διαγωγή κοσμιοτάτη”.
Η Ήβη βρίσκει παρηγοριά στη γραφή, αλλά ακόμα δεν έχει καταπιαστεί με “τα δύσκολα του γραψίματος, δηλαδή το σβήσιμο και την οικονομία των λέξεων”, ενώ η Ζωή μαθαίνει πως “η ζωή είναι αυτό που κόβει στην μέση έναν προγραμματισμό’.]
Ένα βιβλίο για τις επιθυμίες και τη διάψευσή τους, την ατολμία που καταπίνει τα χαρίσματα, τα μικρά μυστικά και τα μεγάλα ψέματα που μας απομακρύνουν από τους πιο κοντινούς μας ανθρώπους και τον Άλλο ως εικόνα του παραμορφωμένου από την οικονομική δίνη εαυτού. Για “κάθε ιστορία είναι ένα αφηγηματικό παλίμψηστο” και “η πλοκή κάποτε δημιουργεί τον αφηγητή της”.

 

Ζ.Δ. Αϊνάλης «Τα παραμύθια της έρημος», εκδ. Κέδρος, σελ. 64

Ένα μικρό, ποιητικό μυθιστόρημα, γραμμένο στη λογική των αποσπασμάτων· ένα μικρό, απροσδόκητο ταξίδι αναζήτησης του εαυτού και του άλλου· μια παραβολή για τα κενά διαστήματα όλων των εξωτερικών και εσωτερικών ερήμων. «Άλλοι τους καίνε τους νεκρούς, εμείς εδώ τους θάβουμε. Ακολουθούμε τη νεκροφόρα σιωπηλοί στο κοιμητήριο σαν μια παρέλαση βωβή γυμνοσαλιάγκων. Καμιά φορά βρέχει. Άλλοτε όχι. Όταν κάποτε φτάνομε, ο ιερέας ψέλνει τη νεκρώσιμο ακολουθία, οι συγγενείς κλαίνε κι οι νεκροθάφτες κατεβάζουν αργά το άψυχο φορτίο τους στο χώμα. Κάποτε έχεις την αίσθηση πως κρύβεις στο χώμα κάτι για να το ξαναβρείς μετά από χρόνια, έναν μικρό Τουταγχαμών, όπως τότε παιδιά που κρύβαμε τα δόντια που μας πέφτανε σε κάποιαν αμυχή στον τοίχο. Έπειτα ο καθένας ρίχνει μια φούχτα χώμα γης στο χώσμα. Κάποιοι άλλοι κανένα λουλούδι. Παραμερίζουν τα σύννεφ’ αργά. Εγώ πάλι απ’ τη μεριά μου παραμένω πάντοτ’ έκθαμβος απ’ το τι μπορεί να εγκλείει ένας χώρος τόσο μικρός σαν τον ήλιο. Εν συνεχεία ο ιερέας φεύγει και η ομήγυρη διαλύεται αργά σιωπηλή υποβασταζόμενη κάποτε νωχελικά σαν σαρανταποδαρούσα που απλώνει τ’ αποσπασμένα μέλη της στον ήλιο. Μια τέτοια μέρα είναι που…»

 

 

Ξένη πεζογραφία:

 

Ford Madox Ford «Ο καλός στρατιώτης», Μετάφραση: Γιώργος- Ίκαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Gutenberg, σελ. 366

Επικίνδυνες, περίπλοκες, αληθινές σχέσεις, γάμοι, μοιχείες, έρωτες. Μια ιστορία πάθους και αποδιάρθρωσης ενός ολόκληρου κόσμου με πρωταγωνιστές δύο παντρεμένα ζευγάρια σε μια κοσμική λουτρόπολη, την εποχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η κορυφαία στιγμή του μοντερνισμού στη λογοτεχνία.
Δύο “ιδανικά” ζευγάρια του “καλού κόσμου” συνδέονται φιλικά και απολαμβάνουν κοινές διακοπές σε μια κοσμική λουτρόπολη. Ο αφηγητής και η γυναίκα του Φλόρενς είναι Αμερικανοί· ο Έντουαρντ και η Λεονόρα Άγγλοι. Η Φλόρενς πάσχει από την καρδιά της και ο άντρας της προσέχει διαρκώς να μην την αναστατώσει με κανέναν τρόπο η Λεονόρα είναι η κολώνα του σπιτιού της ο Έντουαρντ, ο “ήρωας, ο προστάτης της χώρας”, πρώην στρατιωτικός, έχει έντονη τάση στα παραστρατήματα. Όταν σε αυτές τις “αταξίες” του εισχωρήσει το πάθος, όλη “η παρατεταμένη, ήρεμη, γαλήνια ζωή, που απαλοχόρευε ένα γλυκό μενουέτο, χάνεται μέσα σε τέσσερις ταραγμένες, σε τέσσερις συντριπτικές και θορυβώδεις μέρες στο τέλος εννέα χρόνων”.
Την ιστορία τους διηγείται ένας από τους πρωταγωνιστές με διαρκή φλας μπακ, προσθέτοντας συνεχώς νέα στοιχεία που αλλάζουν διαρκώς την εικόνα που έχουμε για τα γεγονότα και τα πρόσωπα. Οι ανατροπές είναι συνεχείς και ο τρόπος που ο Φορντ υφαίνει τη διήγηση είναι ένας από τους λόγους που το μυθιστόρημα χαρακτηρίστηκε “το πιο φίνο από όλα τα μοντέρνα”.
Μια ιστορία για το πάθος, αλλά και, όπως επισημαίνει ο μεταφραστής του Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης στο πλούσιο σε πληροφορίες επίμετρο του βιβλίου, για την “αποδιάρθρωση ενός τρόπου οργάνωσης του κόσμου”. Πρωτοεκδόθηκε το 1915, την εποχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και ως πρωτοποριακό έργο αντιμετωπίστηκε με ανάμεικτες κριτικές. Άλλοι εξήραν την ομορφιά και τη σοφία του και άλλοι αγανάκτησαν για τη “νοσηρή σεξουαλική ατμόσφαιρά” του. Σήμερα θεωρείται αριστούργημα του μοντερνισμού· το BBC το κατατάσσει στα 20 καλύτερα αγγλικά βιβλία όλων των εποχών· συγκρίνεται με έργα του Φλομπέρ και του Μπαλζάκ. Ο Γκράχαμ Γκριν το χαρακτήρισε το “καλύτερο γαλλικό μυθιστόρημα της αγγλικής γλώσσας” και ανάμεσα στους θαυμαστές του βρίσκονται ο Κόνραντ, ο Πάουντ, ο Ντ. Χ. Λόρενς, ο Φροστ, ο Ισιγκούρο.

 

Thnomas Pynchon «Η συλλογή των 49 στο σφυρί», Μετάφραση: Δημήτρης Δημητρούλης, εκδ. Gutenberg, σελ. 281

Η “Συλλογή των 49 στο σφυρί” είναι ένα έργο περίπλοκο, μια αναζήτηση χωρίς τέλος. Μέσα στις σελίδες αυτού του βιβλίου εκτυλίσσεται το δράμα της ιστορίας και της καθημερινότητας. Η ηρωίδα, μπροστά στον κόσμο του αμερικανικού ονείρου, έχει να απαντήσει σε μια σειρά από αινίγματα και γρίφους. Η μεταμόρφωσή της από τυπική μικροαστή νοικοκυρά (επίδειξη, ταπεργουέαρ, ψώνια, μαγείρεμα, τηλεόραση, πλήξη, συμβατικός γάμος, ψυχανάλυση) σε ευαίσθητο αποδέκτη και αποκρυπτογράφο μηνυμάτων, συμβόλων, κωδίκων και αμφίσημων ενδείξεων, έχει ως αφορμή την εντολή που παίρνει από ένα δικηγορικό γραφείο να εκτελέσει τη διαθήκη του πρώην εραστή της.
Η Οιδίπα, μια τυπική Αμερικανίδα μικροαστή νοικοκυρά, επιστρέφοντας από μια επίδειξη τάπερ πληροφορείται πως έχει οριστεί εκτελέστρια της κληρονομιάς ενός πάμπλουτου παλιού εραστή της. Αυτό γίνεται αφορμή να φύγει από τον κλειστό της κόσμο και να αρχίσει να περιπλανιέται σε μια άλλη κρυφή, μυστηριώδη Αμερική. Ένα παράξενο σύμβολο την φέρνει σε επαφή με το περιθωριακό, παράνομο δίκτυο επικοινωνίας Τρίστερο. Προσπαθώντας να μάθει περισσότερα για αυτό μπλέκει σε έναν λαβύρινθο σκοτεινών υπαινιγμών, ατεκμηρίωτων στοιχείων και μυστικών οργανώσεων που δρουν αιώνες. Όσο συλλέγει πληροφορίες, τόσο αναστατώνεται η ζωή η δική της και των γύρω της, τόσο μεγαλώνουν οι φόβοι της, τόσο πυκνώνει το μυστήριο.
“Ένα από τα 100 καλύτερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα”, σύμφωνα με το Time Magazine, “μια συναρπαστική συνάντηση με την Αμερική”, κατά τους New York Τimes. Η καλύτερη πρώτη γνωριμία με τον Πίντσον μια και τα προβλήματα που θίγει, τα ερωτήματα που θέτει και ο τρόπος που τα προσεγγίζει αφορούν κάθε άνθρωπο σε κάθε κοινωνία.
“Ένα εκρηκτικό μείγμα ποπ κουλτούρας και επιδεικτικής λογιοσύνης”, όπως τονίζει ο μεταφραστής του, Δημήτρης Δημηρούλης, “που προσφέρει μια διαφορετική σύλληψη του κόσμου σ’ ένα αφηγηματικό ιδίωμα που ανατρέπει τις συμβατικές παραστάσεις για την ιστορία, την κοινωνία, τον άνθρωπο και, κυρίως, για τη λογοτεχνία”.

 

Miguel De Unamuno «Η θεία Τούλα», Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδ. «Gutenberg», σελ. 262

Μια παρθένα-μητέρα που γοητεύει εδώ και έναν αιώνα: Η “Θεία Τούλα” ένα από τα δημοφιλέστερα μυθιστορήματα ενός από τους μεγαλύτερους Ισπανούς λογοτέχνες, του Μιγκέλ ντε Ουναμούνο, ένα “από τα 100 καλύτερα βιβλία που γράφτηκαν στα ισπανικά”, όπως τονίζει η El Mundo.
Η Χερτρούδις, μια γυναίκα που ξυπνά “τη λαχτάρα για απόλαυση” απορρίπτει προτάσεις γάμου και επιλέγει να αγνοεί τον έρωτα και το κορμί της για να μεγαλώσει τα παιδιά της αδελφής της. Ζει με τον κουνιάδο της, αλλά δεν θέλει να τον παντρευτεί για να μην σπιλώσει τον χώρο όπου ζουν τα “παιδιά της”· απεχθάνεται την “αντρίλα”, αλλά είναι στιγμές που “νιώθει μέσα της καταιγίδες”· είναι πουριτανή, αλλά αρνείται πως μοναδικός σκοπός της γυναίκας είναι ο γάμος· δεν έχει ερωτικές σχέσεις, αλλά γίνεται μητέρα· κυβερνιέται από την πίστη της στην αγνότητα και την αθανασία, αλλά αναγνωρίζει και το “ερεθιστικό αεράκι της θάλασσας”. Μια γυναίκα, παράδοξη, περίπλοκη, στο πρόσωπο της οποίας ο Ουναμούνο βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για τις γυναίκες, τον ερωτισμό, τον θεσμό της οικογένειας, τη μητρότητα, την αδελφική αγάπη, τη θρησκεία, την έννοια της “θυσίας”.
Ένα μυθιστόρημα με γρήγορη δράση που παραμένει πάντα σύγχρονο μια και, όπως γράφει ο μεταφραστής του Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, “τα πρόσωπα μας παρουσιάζονται ουσιαστικά χωρίς τον περιβάλλοντα υλικό κόσμο: διαθέτουν μόνο τα συναισθήματά τους, τα πάθη τους, τα μίση και τις συμπάθειες τους”, χαρακτηριστικά δηλαδή διαχρονικά.
Η μετάφραση του μυθιστορήματος βασίζεται στην εγκυρότερη εκδοχή του, αυτή των εκδόσεων Catedra. Το βιβλίο περιλαμβάνει επίσης τον πρόλογο του Μιγκέλ ντε Ουναμούνο και εκτενές επίμετρο με πλήθος πληροφορίες για το έργο και τον συγγραφέα.

 

John Williams «Ο Στόουνερ», Μετάφραση: Αθηνά Δημητριάδου, εκδ. Gutenberg, σελ. 409

Το μυθιστόρημα περιγράφει τη ζωή και τη σταδιοδρομία του Στόουνερ, ενός βοηθού καθηγητή της Αγγλικής Φιλολογίας: τη διδασκαλία του, τις σχέσεις του στο Πανεπιστήμιο, τις φιλίες του, την αποτυχία του γάμου του αλλά και τον έρωτά του για μια νεαρή καθηγήτρια, σχέση που θα εμπλακεί αναπόφευκτα στις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς της πανεπιστημιακής ζωής. “Το σημαντικότερο στοιχείο του μυθιστορήματος, γράφει ο συγγραφέας, είναι η συνείδηση του έργου, του επαγγέλματος που έχει ο Στόουνερ. Η αγάπη για κάτι είναι αυτό που μετράει”.

 

 

 

Γιάλμαρ Σέντερμπεργκ «Δόκτωρ Γκλας», Μετάφραση: Αγγελική Νάτση, εκδ. Printa, σελ. 256

Ο γιατρός Τύκο Γκάμπριελ Γκλας ζει απομονωμένος στο περιορισμένο αστικό του περιβάλλον, δεν είχε ποτέ σεξουαλικές επαφές με γυναίκες και ταλανίζεται ανάμεσα στην ανία και στη θέληση να κάνει επιτέλους κάτι σημαντικό. Η νεαρή και όμορφη Χέλγκα ζητάει τη βοήθειά του: απεχθάνεται τον ηλικιωμένο σύζυγό της και θέλει να αποφύγει τις -υποχρεωτικές- συζυγικές σεξουαλικές συνευρέσεις μαζί του, κυρίως επειδή έχει έναν νεαρό και γοητευτικό εραστή. Ο γιατρός αποφασίζει να τη βοηθήσει και, με την ιδιότητα του οικογενειακού γιατρού, συνιστά στον ηλικιωμένο πάστορα να αποφύγει τη δράση στην κρεβατοκάμαρα εξαιτίας της -υποτιθέμενης- κλονισμένης υγείας της συζύγου. Αυτό δεν αποθαρρύνει τον λάγνο ιερέα, οι ορμές του οποίου δεν αναχαιτίζονται ούτε όταν ο Γκλας τού κρούει τον κώδωνα και για τη δική του υγεία. Έτσι, ο γιατρός αρχίζει να σκέφτεται την ύστατη λύση, το φόνο, αφενός λόγω της έλξης που νιώθει για τη Χέλγκα και αφετέρου επειδή ψάχνει να βρει ένα νόημα στην έως τότε αδιάφορη ύπαρξή του.
Μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος για να βοηθήσει κάποιον άλλον ή και τον ίδιο του τον εαυτό; Πού τελειώνει το σωστό και πού αρχίζει το λάθος; Ποιες συνέπειες επιφέρει η εκάστοτε επιλογή; Θα μπορέσει ο Γκλας να κρατήσει τις ισορροπίες ή θα σπάσει σε χίλια κομμάτια; Θα διέλθει αλώβητος την εσωτερική του μάχη ή θα γίνει θρύψαλα;
Ο “Δόκτωρ Γκλας” του Γιάλμαρ Σέντερμπεργκ, ένα σύντομο “noir” μυθιστόρημα γραμμένο υπό μορφή ημερολογίου, είναι ίσως το πλέον αγαπημένο και πολυσυζητημένο από τα κλασικά έργα της σουηδικής λογοτεχνίας.

 

 

Αστυνομικό μυθιστόρημα:

 

Jo Nesbo «Η δίψα», Μετάφραση:  Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 664

Ο Χάρι Χόλε επιστρέφει με την ενδέκατη περιπέτειά του!
Η “Δίψα” αποτελεί τη συνέχεια του μπεστ σέλερ “Η αστυνομία” (του δέκατου βιβλίου στη σειρά Χάρι Χόλε), στο οποίο ο βετεράνος επιθεωρητής παλεύει να προστατέψει τους συναδέλφους του από έναν δολοφόνο που επιζητά εκδίκηση από την αστυνομία. Στη “Δίψα” ο Χάρι θα ξαναενταχθεί στις τάξεις της αστυνομίας του Όσλο για να εντοπίσει έναν σίριαλ κίλερ που σκοτώνει χρήστες του κοινωνικού δικτύου γνωριμιών Tinder. Ο τρόπος του και η μέθοδος του δολοφόνου θα οδηγήσουν τον Χάρι στο κυνήγι μιας νέμεσής του από το παρελθόν.
Πλινκ: Ο ήχος του ταιριάσματος στο Tinder είναι ο τελευταίος που θα ακούσει η Ελίζε Χέρμανσεν πριν πέσει θύμα δολοφονίας μες στο διαμέρισμά της. Το νεκρό κορμί της θα βρεθεί από την αστυνομία σημαδεμένο και στραγγισμένο από το αίμα.
Όταν μια ακόμα γυναίκα δολοφονείται, τα αντανακλαστικά του πρώην επιθεωρητή και νυν καθηγητή στην Αστυνομική Ακαδημία Χάρι Χόλε, θρυλικού διώκτη σίριαλ κίλερ, ενεργοποιούνται…
Άλλωστε ένας επαναλαμβανόμενος εφιάλτης στοιχειώνει τον ύπνο του, φωνές κατακλύζουν κάθε τόσο το μυαλό του: υπάρχει ένας δολοφόνος που ο Χάρι δεν κατάφερε να συλλάβει. Μήπως ήρθε η ώρα να αναμετρηθούν ξανά;
“Σιωπηλές κραυγές φούντωναν μες στο κεφάλι του, κατέκλυζαν το δωμάτιο και το κορμί του. Κραυγές που ήθελαν να δραπετεύσουν, που έπρεπε να δραπετεύσουν. Μήπως αποτρελαινόταν; Σήκωσε το βλέμμα προς το τζάμι του παραθύρου. Το μόνο πράγμα που φαινόταν στο σκοτάδι ήταν η αντανάκλασή του. Ήταν εκείνος. Εκεί έξω ήταν εκείνος. Τους περίμενε. Τραγουδώντας. Βγείτε να παίξουμε!
Ο Χάρι έκλεισε τα μάτια του. Όχι, δεν τους περίμενε. Τον περίμενε. Περίμενε τον Χάρι. Βγες να παίξουμε!”
Όπως δηλώνει ο Jo Nesbo:
Πάντα επέστρεφα στον Χάρι, είναι η αδελφή ψυχή μου. Βέβαια είναι ψυχή χαμένη στο σκοτάδι οπότε η εμπειρία της κατάδυσης σ’ αυτήν είναι μεν συναρπαστική αλλά και συναισθηματικά εξαντλητική. Όμως ο Χάρι και η ιστορία του αξίζουν τις άγρυπνες νύχτες μου.

 

Andreas Pfluger «Μια για πάντα», Μετάφραση: Βασίλης Τσαλής, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 552

Πριν από πέντε χρόνια έχασε την όρασή της.
Νόμιζε ότι ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής της.
Έκανε λάθος.
Η χειρότερη μέρα της ζωής της είναι σήμερα.
Όλα ξεκινούν στη Βαρκελώνη… Κατά τη διάρκεια μιας παράδοσης λύτρων, οι πράκτορες της πλέον μυστικής επίλεκτης ομάδας της γερμανικής Αστυνομίας η Τζένι Άαρον και ο Νίκο Κβιστ εμπλέκονται σε μια φονική ανταλλαγή πυροβολισμών. Η Τζένι αφήνει τον συνάδελφο και αγαπημένο της Νίκο βαριά τραυματισμένο και εγκαταλείπει τη σκηνή του εγκλήματος, έχοντας και η ίδια πληγωθεί από σφαίρα.
Πέντε χρόνια μετά…
Η τυφλή πρώην πράκτορας Τζένι Άαρον ταξιδεύει στο Βερολίνο γιατί οι παλιοί της συνάδελφοι χρειάζονται τη βοήθειά της. Ο Ράινχολντ Μπένις, που εκτίει ισόβια κάθειρξη για μια σειρά από φόνους, στη φυλάκιση του οποίου είχε συμβάλει η Άαρον πολύ καιρό πριν, δολοφόνησε μια ψυχολόγο στη φυλακή. Η Τζένι αποφασίζει να αναλάβει την υπόθεση και να αντιμετωπίσει το παρελθόν της. Ο Μπένις όμως είναι μόνο η αρχή. Όταν, λίγο αργότερα, μια ολόκληρη τάξη μαθητών πέφτει θύμα απαγωγής στο Βερολίνο, η γυναίκα συνειδητοποιεί ότι η ζωή της ως τώρα δεν ήταν παρά προετοιμασία για τις επόμενες τριάντα έξι ώρες. Και πρέπει να δώσει μάχη γι’ αυτήν – όπως ποτέ πριν.

 

 

Ταξιδιωτική λογοτεχνία – Μαρτυρίες:

 

Γιώργος Βέης «Ινδικοπλεύστης», εκδ. Κέδρος, σελ. 232

Γινόμαστε ένα με τα τοπία των ταξιδιών μας σε μια ειδική μεμβράνη του νου. Εκεί που ταξινομούνται όσα μας θέλγουν, όσα μας ευχαριστούν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Γινόμαστε ένα με το χώμα, με τις πόλεις, με τα νερά άλλων τόπων. Η μοναξιά ίσως έτσι εξοντώνεται. Μήπως είναι οι στιγμές μιας αποκάλυψης; Μήπως το Βιετνάμ, η Ινδία, η Κίνα, η Ινδονησία, η Ιαπωνία, οι χώρες οι οποίες δείχνουν στις σελίδες αυτού του βιβλίου κάποιες ιδιαίτερες πτυχές τους, εισέρχονται στα όνειρά μας, για να μείνουν για πάντα εκεί; Τότε ακριβώς μαθαίνουμε ότι το ταξίδι είναι όντως ο ευρύτερος, ο διευρυμένος εαυτός μας.
Μαρτυρίες λοιπόν: διότι τίποτε δεν χρειάστηκε να επινοηθεί εδώ. Οι τόποι αφηγούνται με τη γλώσσα των κατοίκων τους το έπος της δικής τους ζωής, ατομικά, συλλογικά, διαχρονικά.
Παρεκβάσεις, επίσης: από το ένα σημείο του πλανήτη προωθείται στο άλλο η κατάθεση αυτή με τη διάθεση και τη δύναμη των ανέμων.
“Χαρτογραφώντας τον κήπο με τα θαύματα της Άπω Ανατολής […] o Γιώργος Βέης δεν μεταφέρει απλώς την περιγραφή των τόπων αλλά και τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Και, παράλληλα, ταξιδεύει και στα κείμενα των συγγραφέων εκείνων που επίσης ταξίδεψαν και έγραψαν και σημάδεψαν με τη γραφή τους την περιπέτεια του ανθρώπινου πνεύματος. Έτσι ο αναγνώστης βρίσκεται πολλαπλά ωφελημένος. Γοητευμένος, θα έλεγα, γιατί μαθαίνει και χαίρεται αυτά που θεωρεί άξια να μην ξεχαστούν: Αξίες της καθημερινής ζωής που έτσι κι αλλιώς υποκύπτουν κάποτε στον αμείλικτο χρόνο […]
Τι είναι λοιπόν το Παντού του Βέη; Ταξίδι, τοπίο, σκέψη, ανάμνηση, πατρίδα, άρωμα άλλης γης που όπου κι αν είσαι σου θυμίζει τη δική σου, τα ορατά και αόρατα σε σύνθεση; Όλα, θα απαντούσε κανείς. […] Δεν ψάχνει πια για πράγματα ή για λέξεις, αλλά για σκιές ερεθισμάτων, για προβολές πόθων και, αν αναγνωρίζω καλά, κάτω από την αφαιρετική ποιητικότητα των φράσεων προβάλλει το συγκρίσιμο μέγεθος που βρίσκεται ΠΑΝΤΟΥ και κυρίως πίσω στις αρχετυπικές εντυπώσεις. Ο Βέης με το βιβλίο του αυτό μας δανείζει τα μάτια του για να ταξιδέψουμε στα όνειρά του”. Γιάννης Παπακώστας, Φρέαρ, 24 Ιουνίου 2015

 

 

Ανθολογίες- Δοκίμια:

 

Κατερίνα Σχινά «Μυστικά του συρταριού: Η τέχνη και οι τεχνίτες της ημερολογιακής γραφής», εκδ. Πατάκη, σελ. 542

Τα Μυστικά του συρταριού είναι µια ανθολογία ηµερολογιακών εγγραφών, από τις πρώτες στιγµές της ανάδυσης του είδους (εµβληµατικός πρωτουργός ο Βρετανός Σάµιουελ Πέπυς, που άρχισε να κρατάει ηµερολόγιο την Πρωτοχρονιά του 1660) ως τη µεγάλη του έκρηξη, τον 20ό αιώνα (Κάφκα, Γουλφ, Αναΐς Νιν, Μαξ Φρις, Β. Γκοµπρόβιτς, Σύλβια Πλαθ). Ανθολογούνται εκατόν τριάντα δεινοί ηµερολογιογράφοι, συγγραφείς, µουσικοί, εικαστικοί καλλιτέχνες, στοχαστές και απλοί καθηµερινοί άνθρωποι, που στράφηκαν στη µοναξιά της καρδιάς τους, ανέπτυξαν την ιδέα της πραγµάτωσης του εαυτού, εξωτερίκευσαν το εσωτερικό βάθος, διατράνωσαν την ιδιαιτερότητά του και διεκδίκησαν την αναγνώρισή της — ακόµη και ως εγγραφής σε ένα µυστικό τετράδιο. Ίσως αναρωτιέται, βέβαια, κανείς τι νόηµα έχει µια τέτοια ανθολογία σε καιρούς που παρατηρείται µια άνευ προηγουµένου διάχυση αυθιστορήσεων, µια ανεξέλεγκτη εξάπλωση του λόγου περί εαυτού, όχι πια στις σελίδες ενός επτασφράγιστου τετραδίου, αλλά στην οθόνη του υπολογιστή. Μα για να δούµε πώς συνδιαλεγόταν κανείς µε τα φαντάσµατα και τους καηµούς του, πριν αποφασίσει να κατοικήσει σε γυάλινο σπίτι, τι αποσιωπούσε δηµοσίως και τι εκµυστηρευόταν ιδιωτικώς, προτού τα όρια ανάµεσα στη δηµόσια και στην ιδιωτική σφαίρα, στο µέσα και στο έξω, στο υποκείµενο και στο αντικείµενο γίνουν ρευστά και εναλλάξιµα, φέρνοντας στον νου την τοπολογία της λωρίδας του Μέµπιους. Και σίγουρα προς συνηγορία του αινίγµατος — αυτού που είναι κάθε ανθρώπινος βίος.

 

 

Βιβλία για παιδιά:

 

Μάνος Κοντολέων «Η υφήλιος των παραμυθιών», Εικονογράφηση: Άννα Δενδρινού, εκδ. Πατάκη, σελ. 257

Λοιπόν, ας διαβάσουμε μερικά λαϊκά παραμύθια φερμένα από άλλες χώρες, από άλλους πολιτισμούς.
Κι ας ταξιδέψουμε μαζί τους σε γνωστές και άγνωστες γωνιές της υφηλίου.
Θα γνωρίσουμε με έναν τρόπο μαγικό τις αξίες μα και τις κατεργαριές όσων σε άλλα μέρη, μακρινά, ζήσανε και ζούνε.
Κι έτσι θα ανακαλύψουμε πως οι άνθρωποι, είτε κατοικούνε εδώ δίπλα στη Μεσόγειο είτε στην Αφρική, στην Ασία ή στην Κεντρική ή Νότιο Αμερική, λίγο πολύ μοιάζουνε. Με τα ίδια πράγματα ενθουσιάζονται, τα ίδια όνειρα κάνουν. Η ανθολόγηση και η μετάφραση είναι του Μάνου Κοντολέων.

 

 

Τασούλα Επτακοίλη «Ο Γουργούρης», Εικονογράφηση: Τόμεκ Γιοβάνης, εκδ. Πατάκη, σελ. 70

Ένας γάτος που ζει σε ένα διαμέρισμα στη μεγάλη πόλη. Κι ένα σκυλάκι που γεννήθηκε σε ένα χωριό ψηλά στο βουνό. Τους χωρίζουν πολλά. Όμως τους ενώνει κάτι που άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί. Ούτε άλογο. Ούτε κατσίκα. Ούτε αγελάδα. Ούτε κότα. Ούτε κουνέλι. Ούτε… ούτε…
Ο γάτος είναι ο Γούρης, από το Γουργούρης. Ο σκύλος δεν έχει όνομα. Αν θέλετε, όμως, μπορούμε να τον φωνάζουμε κι αυτόν Γουργούρη.
Ναι, αλλά τα σκυλιά δε γουργουρίζουν, θα μου πείτε.
Είστε σίγουροι;
Μια ιστορία για την αγάπη που ποτέ δε χάνεται. Για την ανθρωπιά και την απανθρωπιά -ανθρώπων και ζώων. Και για το πόσο ωραίο είναι να είσαι διαφορετικός.

 

Γιώργος Κ. Παναγιωτάκης «Αταξίες στην τάξη», Εικονογράφηση: Χρήστος Δήμας, εκδ. Κέδρος, σελ. 96

H κόντρα σιγοβράζει εδώ και χρόνια! Από τότε που ήμασταν παιδάκια. Πειράγματα, κοροϊδίες, προσβολές… Ήρθε, επιτέλους, η ώρα να λύσουμε τις διαφορές μας. Σε λίγο θα ξεκινήσει η μητέρα όλων των μαχών. Ο αγώνας που θα κρίνει το μέλλον της τάξης μας, του κόσμου μας, του πολιτισμού μας. Εμείς εναντίον εκείνων! Τα ψέματα τελείωσαν.
Στο έκτο βιβλίο της σειράς Αταξίες στην Τάξη ο Πάνος, η Άννα και τα άλλα παιδιά της παρέας θα βρεθούν στη δίνη μιας αιώνιας διαμάχης. Για να δούμε…
Θα μπορέσουν τα αγόρια και τα κορίτσια να συνυπάρξουν; Ή θα οδηγηθούν στη μεγάλη, την τελειωτική σύγκρουση; Και αν γίνει το δεύτερο, ποια πλευρά θα νικήσει ώστε να επιβάλει τα γούστα και τις απόψεις της; Ένα βιβλίο γεμάτο πάθη και συγκινήσεις!

 

 

Ανθολογία- Τραγούδια:

 

Δημήτρης Φύσσας «Τραγούδια της φυλακής», εκδ. Gutenberg, σελ. 317

Όπως είναι γνωστό από την Πλατεία Λένιν, πρώην Συντάγματος, η Λαοκρατία Σερβίδου μάζευε τραγούδια της φυλακής απ’ όταν ήταν πολιτική κρατούμενη. Όταν ηττήθηκε η εξέγερση της λεγόμενης “Ελεύθερης Ελλάδας” εναντίον της κυβέρνησης του ΚΚΕ (Πολυτεχνείο, Νοέμβρης 1973) και η Λαοκρατία σκοτώθηκε, οι γονείς της διαφυλάξανε τη συλλογή των τραγουδιών από τις έρευνες της ΛΑΚΡΑΣΦΑ (Λαϊκή Κρατική Ασφάλεια). Πολύ αργότερα, την εμπιστεύτηκαν για έκδοση στον Ροβήρο Μαράνου-Καραντουμιτράκε (Ρ.Μ.-Κ.), δρ Νοελληνικής Φιλολογίας, ο οποίος, αυθαίρετα, προόσθετε τραγούδια μέχρι σχεδόν τον θάνατό του (στο γνωστό αεροπορικό δυστύχημα της Ν. Παταγονίας, τέλη του 2016). Τελικά, η συλλογή έφτασε στον Δημήτρη Φύσσα, με τη φροντίδα του οποίου τώρα εκδίδεται. Είναι προφανές ότι το ανά χείρας βιβλίο καλύπτεται από τριπλό κόπιραϊτ: της οικογένειας Σερβίδου, της οικογένειας του Ρ.Μ.-Κ. και του Φύσσα. Είναι εξίσου προφανές ότι, παρόλο που περιέχει γύρω στα 400 τραγούδια – πολλά σχολιασμένα και όλα “βιβλιογραφημένα” – η συλλογή αυτή δεν κλείνει το θέμα. Γι’ αυτό και από τον τίτλο του βιβλίου απουσιάζει το οριστικό άρθρο.

 

 

Ποίηση:

 

Νατάσα Χατζιδάκι «Via Dolorosa», εκδ. Τυπωθήτω, σειρά Λάλων Ύδωρ, σελ. 168

Συμβαίνει συχνά η ποίηση να ανατέλλει την ώρα [και την χρονιά] που δύει ο ποιητής. Έτσι συνέβη και με την Νατάσα Χατζιδάκι φέτος.

Η Νατάσα Χατζιδάκι (1946-2017) γεννήθηκε στην Κρήτη. Σπούδασε δημοσιογραφία στην Αθήνα και Αγγλική λογοτεχνία στο Λονδίνο. Στην Αγγλία έζησε συνολικά πέντε χρόνια. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1971, με την ποιητική συλλογή “Στις εξόδους των πόλεων”, με την οποία κατατάσσεται στην ομάδα ποιητών της γενιάς του ’70 με φανερές επιδράσεις από τον υπερρεαλισμό και τους Αμερικανούς beat ποιητές (Λ. Πούλιος, Β. Στεριάδης, Τ. Δενέγρης, κ.ά.). Στη συνέχεια, όμως, διαφοροποιήθηκε υιοθετώντας μια πιο πυκνή, λεκτικά, ποιητική γλώσσα και “μια παράδοξη και αντιφατική εικονοπλασία, μέσω της οποίας σατιρίζονται και σαρκάζονται και άλλοτε μυθοποιούνται ή εξιδανικεύονται τα αποσπασματικά βιώματα, οι συναισθηματικές διακυμάνσεις και η ψυχική περιπέτεια της σύγχρονης γυναίκας”, όπως σημειώνει ο Α. Ζήρας, με πιο χαρακτηριστική τη σύνθεσή της “Βαθυέρυθρο” (Νέο Επίπεδο, 2005). Συνεργάστηκε στη σύνταξη των λογοτεχνικών περιοδικών “Πρόσωπα”, “Σήμα” και “Ρεύματα”. Επίσης συνεργάστηκε ως παραγωγός εκπομπών λόγου στην Ελληνική Ραδιοφωνία (Τρίτο και Πρώτο Πρόγραμμα) και στην ΕΤ1. Παρουσίασε “οπτικά ποιήματά” της σε ομαδικές εκθέσεις και προσκλήθηκε να λάβει μέρος σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης στην Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία και Ισπανία. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Ποιήματά της μεταφράστηκαν στα αγγλικά και γαλλικά. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 71 ετών στην Αθήνα, στις 24 Ιανουαρίου 2017, από ανακοπή καρδιάς κατά τη διάρκεια νοσηλείας για πνευμονία.

Το «Via Dolorosa» κυκλοφόρησε αμέσως σχεδόν μετά.

Δείγμα γραφής:

ΣΕ ΣΤΑΔΙΟ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ
(Γ.Δ.Χ.)

Τ’ Αγριολούλουδα σου άστραφταν
από ομορφιά
Στο πενιχρό κιβούριό σου.
Σε έβλεπα ακίνητο. Με
ένα Πλήθος – προς Επίρρωσίν σου.

Δεν ήξερα τι έκανα Εκεί. Ούτε
μπορούσα να σε Αναστήσω.
Ήθελα όμως. Μάλιστα. Διακαώς.

 

Κατερίνα Λαγουτάρη «Νόστος», εκδ. Πηγή, σελ. 52

Τη στιγμή που η σκέψη αποφασίζει να μιλήσει εξωτερικεύοντας όσα καλά κρύβει μέσα της, καταφεύγει στη βοήθεια της λέξης. Της εμπιστεύεται τον εαυτό της, επιτρέποντας στους ανθρώπους να την πλησιάσουν. Έτσι, η λέξη αποκτά κουράγιο, δύναμη και από ένας απλός συνδυασμός φθόγγων γίνεται ο κόσμος μας, ακοή και όραση μαζί. Βρίσκει την ευκαιρία να ψυχογραφήσει το συναίσθημα την ώρα που χαίρεται, υποφέρει, διαπράττει σφάλματα, ζητά συγχώρεση, ζει. Σε μια εξομολόγηση, ο ποιητικός τόνος της οποίας, κάποιες φορές, θύμα της κυκλοθυμίας και της ακαριαία εναλλασσόμενης φύσης του συναισθήματος, διαφεύγει και μονολογεί πεζολογώντας.
Η λέξη, όμως, ανυποχώρητη επιμένει στην ομολογία του φόβου, της ενοχής, του μυστικού που αποσιωπά από εσωστρέφεια η ντροπή· εκφράζεται· επικοινωνεί· επιστρέφει.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top