Fractal

Παλιά σύμβολα με νέο περιεχόμενο

Γράφει ο Παύλος Δ. Πέζαρος //

 

Δημήτρης Κρουσταλιάς: “Νέα Ιθάκη”. Εκδ. Νοών, 2018, σελ. 130

 

Πληθωρικός ποιητής ο Δημήτρης Κρουσταλιάς (Βόλος, 1955). Δεν είναι μόνο οι 15 ποιητικές συλλογές που έχουν προηγηθεί από το 1983 και δώθε, και που ασφαλώς του δίνουν το δικαίωμα να θεωρηθεί ως κατεξοχήν δοκιμασμένος εν ποιήσει. Είναι και η προτίμησή του στη σύνθεση μακροσκελών ποιημάτων, όπως και στην τελευταία του συλλογή.

Πράγματι, 61 ποιήματα σε μία συλλογή, πολύστιχα στη μέγιστη πλειοψηφία τους, που εκτείνονται σε 130 σελίδες μεγάλου σχήματος, δεν είναι κάτι συνηθισμένο στις ποιητικές συλλογές των τελευταίων τουλάχιστον δεκαετιών.

Με τη «Νέα Ιθάκη», ο Δ.Κ. επιχειρεί ένα φιλόδοξο αλλά δύσκολο εγχείρημα, από πλευράς τόσο ύφους όσο και περιεχομένου. Από τη μια, είναι προφανής η πρόθεση του ποιητή να δώσει μια συνθετική συνοχή στο σύνολο της συλλογής. Από την άλλη, επιχειρεί να επανακαθορίσει, κατά κάποιο τρόπο, το τέλος της Οδύσσειας, δίνοντας νέο περιεχόμενο στην προσωπική του «Ιθάκη», όπως άλλωστε δηλώνει και ο τίτλος της συλλογής, με επίκεντρο τον έρωτα κυρίως. «Φωτεινός, σε όλα τα χρόνια / και της βασίλισσας που δεν ξέχασες / ο έρωτας, ακόμα γυμνός.» (Προπομπός μνήμης, σ.41). Εξάλλου, ένας διάλογος μεταξύ «Οδυσσέα» και «Πηνελόπης» (Υφαίνοντας τον πειρασμό, σ. 65-66) αποκρυπτογραφεί κατά κάποιο τρόπο τόσο τον τίτλο όσο και το περιεχόμενο της συλλογής.

Στο πλαίσιο αυτό, ο ποιητής δεν διστάζει να κάνει εμφανείς τις πηγές του, είτε από την ίδια την ομηρική Οδύσσεια, είτε από τον Αλεξανδρινό ποιητή μας, συνθέτοντας στίχους των οποίων η πηγή είναι εμφανής. «Με τους αόρατους, περαστικούς θιάσους / ολοένα μας ταξιδεύεις για όλα τα θνητά / που ξαναγεννιέσαι, θαύμα για την ευωδιά / των λουλουδιών μέσα σε μεγάλες χαρές.» (Ίδια μήτρα των τύψεων, σ. 75).

Όλα αυτά βέβαια, συμβολοποιημένα στο σήμερα. «Ποιος όρος σοφός, ποια τέχνη της αγάπης / του ονείρου δείχνει ακόμα πιο αληθινούς, / πότε έναν Πρίαμο και πότε έναν Οδυσσέα / και πότε, όταν ταράζεται, όλη η αλήθεια / δείχνει πτώσεις ειδώλων που εξουσιάζεις.» (Θείος ο άνεμος, σ. 71). Στο πλαίσιο αυτό, δεν λείπουν οι κοινωνικο-πολιτικές νύξεις, έστω και εξ απαλών ονύχων, είτε μεταμφιεσμένες είτε ως διφορούμενες έννοιες, γιατί «Όπου γεννιέσαι, γεννιέται και μια θυσία» κι ακόμη «Όσοι διχάζουν ξέρουν, πιο σκληρά πληρώνουν» (Ιφιγένεια, σ. 7-8).

Έτσι, αναδεικνύεται η αστείρευτη πηγή του μύθου και της ιστορίας για την ερμηνεία του τώρα. Με άλλα λόγια, η Ιθάκη και η Οδύσσεια γενικότερα, αποτελούν τον καμβά, πάνω στον οποίο δομούνται στοχασμοί, σκέψεις, προβληματισμοί, αισθητικές αναζητήσεις. Και βέβαια, το ανεκπλήρωτο είναι πανταχού παρόν, διατρέχοντας ολόκληρη σχεδόν τη συλλογή: «Μορφές πεθαίνουν, μορφές πάλι ανασταίνονται, / γυμνές και πονεμένες απ’ τη νοσταλγία των γυναικών, / απ’ τους πόθους που δεν έμειναν χωρίς στέμμα …» (Το καθαρότερο πέπλο, σ. 31) και «Θυμάμαι τις παύλες, τις τελείες του ανήσυχου έρωτα» (Θυμάμαι το ποίημα, σ. 84).

 

Δημήτρης Κρουσταλιάς

 

Κοντολογίς, θεωρώ ότι όντως επιτυγχάνεται η επιδιωκόμενη συνοχή στο περιεχόμενο της συλλογής, ευδιάκριτη πολλές φορές, ακόμη και μέσα από τους τίτλους των περισσότερων ποιημάτων, ξεκινώντας από την Αυλίδα του μύθου, με το ποίημα «Ιφιγένεια» (σ.7). Ωστόσο, κατά την άποψή μου, δεν πρόκειται για ολοκληρωμένη ποιητική σύνθεση. Και τούτο διότι η σύνθεση χρειάζεται διάρκεια έμπνευσης, προκειμένου να ειπωθεί μια ιστορία, και όχι πληθωρισμός εννοιών, εκφράσεων, περιγραφών, εμμονών.

Από την άλλη, δεν μπορώ να μην σημειώσω ότι, σε αρκετά ποιήματα της συλλογής, διακρίνεται μια περίεργη αίσθηση σύνταξης όπου το υποκείμενο χάνεται, το ρήμα παραμένει απροσδιόριστο, το αντικείμενο παραπαίει. Κι από κοντά, πληθωρισμός των σημείων στίξης, κομμάτων ιδίως, σε σημείο που η σύνταξη και η γραμματική συγχέονται, αμφισβητώντας τα καθαρά νοήματα. Έτσι, οι στίχοι, ωραίοι μεν αλλά μπουκώνουν, παραφουσκώνονται, προκαλώντας σύγχυση και φέρνοντας τον αναγνώστη σε δυσκολία να εντοπίσει το κλειδί της συλλογής.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, νοιώθει κανείς την ανάγκη να υπενθυμίσει την αρχή ότι «ουκ εν τω πολλώ το ευ», ιδίως όταν διαπιστώνει κανείς ταυτόχρονα, ότι ο Δ.Κ. θα μπορούσε να διαπρέψει πολύ περισσότερο στη μικρή φόρμα, όπως δείχνουν τα δύο ολιγόστιχα «κομψοτεχνήματα» που περιέχονται στη συλλογή: «Γυρίζω για σένα, / εκτροχιάζομαι, / όλα τα φθονώ, / όλα τα διχοτομώ» (Η λάμψη, σ. 48) και «Ξανά σε θωπεύω, / λάφυρο αλήθειας, / ποίημα που σε ξέρω, / ποίημα που σε καλώ» (Λάφυρο, σ. 95).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top