Fractal

Se la vie

Γράφει ο Άγγελος Πετρουλάκης //

 

Λίνα Βαλετοπούλου “Μισή όρθια, μισή χαλάσματα”, Εκδόσεις Γαβριηλίδη

 

Ήταν το δεύτερο βιβλίο της, που διάβαζα. Το πρώτο της, μια συλλογή αφηγημάτων με τίτλο «Ζωές σε αναδίπλωση» με είχε ξαφνιάσει ευχάριστα. Πλούσιο σ’ έκφραση, λιτό, σε μια ιδιαίτερα γλαφυρή γλώσσα, με σύντομους διαλόγους, που μου άφηναν την εντύπωση πως η συγγραφέας ‘‘κεντούσε’’ τις λέξεις στο χαρτί.

Το «Μισή όρθια, μισή χαλάσματα» έφτασε στα χέρια μου σε μια… άτυχη (για το ίδιο) στιγμή. Τρεις δεκάδες βιβλία, στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο, στις δυο από τις γωνίες τού γραφείου μου, περίμεναν τον αναγνώστη τους. Τα περισσότερα απ’ αυτά πραγματικά ‘‘τούβλα’’, όπως το τελευταίο τού Δοξιάδη, με περισσότερες από χίλιες σελίδες, ή του Δερτιλή, ή του Προυστ. Τελείωνα το ένα, άρχιζα το άλλο, από λογοτεχνία σε ιστορία, από την Ελλάδα τού σήμερα (Τατσόπουλος) στη Γαλλία των αρχών τού 20ου αιώνα (Προυστ), αλλά στη στοίβα έμπαιναν κι άλλα, Ταμπούκι, Αμάντα Μιχαλοπούλου, Σεφέρης, σειρά ατελείωτη. Το «Μισή όρθια, μισή χαλάσματα» της Λίνας Βαλετοπούλου περίμενε σιωπηλό, υπομονετικό, ταπεινό. Άλλωστε, τι ήταν αυτό; Ένα μικρό βιβλιαράκι, σε 16 Χ 12, με 148 σελίδες ‘‘ψαχνό’’.

Κάποια στιγμή, επιτέλους, η τύχη μού χαμογέλασε. Γράφω «μού χαμογέλασε» γιατί για μένα ήταν η καλή στιγμή, εγώ ήμουν αυτός που θ’ αποκόμιζε το κέρδος, ο αναγνώστης.

Από τις πρώτες αράδες η αμεσότητα της γραφής υπήρξε ξεκάθαρη. Χωρίς περιστροφές, χωρίς εισαγωγές και περιγραφές, με αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, η Ανθούλα, ο κεντρικός άξονας του βιβλίου, κάνει την εμφάνισή της μέσα από τα χαλάσματα του σπιτιού της, που έχει προκαλέσει ένας σεισμός.

Όμως ίδια, ίσως και χειρότερα, χαλάσματα είναι και η ζωή της, που πλέον αρχίζει να περνά από τα μάτια της, καθώς μάταια περιμένει να φτάσει μέχρι σ’ αυτήν κάποιος που θα την ανασύρει. Όπως ακριβώς στη ζωή της, δηλαδή. Κανένα χέρι να την τραβήξει έξω από τα γκρεμίδια που απειλούσαν να την καταπλακώσουν.

Η πρώτη εντύπωση που εισπράττει ο αναγνώστης είναι πως πρόκειται για μια απλή ιστορία, η οποία περιγράφει τη ζωή μιας ιδιαίτερα άτυχης γυναίκας, της οποίας όμως η ζωή έχει, συμπτωματικά,  σημαδευτεί από σεισμούς σαν κι αυτόν, τον τελευταίο, μια και η γυναίκα αυτή έχει ζήσει όλους τους καταστροφικούς σεισμούς του Βόλου.

Άτυχη, γιατί μεγαλώνοντας σε μια οικογένεια ιδιαίτερα φτωχή, χωρίς να εισπράττει στοργή, θέλει να πάρει τη ζωή στα χέρια της, ακολουθώντας έναν άντρα που ελάχιστα θα την αγαπήσει και ακόμα πιο λίγα θα κάνει γι’ αυτήν.

Η Ανθούλα θα ζήσει τη συζυγική περιφρόνηση, θα τεκνοποιήσει μετά από δέκα χρόνια, αφού μείνει έγκυος σε μια στιγμή αντρικής εκτόνωσης, θα ζήσει την κοινωνική απαξίωση, αφού ο σύζυγος θα πεθάνει στο σπίτι τής ερωμένης του (ή αυτής που εμφανίζεται ως ερωμένη), αλλά θα βιώσει και την απομάκρυνση της κόρης της…

Η περιγραφή της στιγμής τού έρωτα, που θα σπείρει μέσα της το πολυπόθητο παιδί, είναι συγκλονιστική μέσα στη γυμνή λιτότητά της. Είναι μια αλήθεια που τη βίωνε σχεδόν στο σύνολό του ο γυναικείος πληθυσμός τής χώρας, ιδιαίτερα της υπαίθρου και της επαρχίας, όταν αυτά που λέμε ‘‘προκαταρτικά’’ και ‘‘τρυφερότητα’’ ήταν άγνωστες λέξεις για τις περισσότερες γυναίκες. Για λογαριασμό αυτών των γυναικών γράφει η Λίνα Βαλετοπούλου, κοφτά, καθαρά.

Μόνη της παρηγοριά η αναγνώριση της τέχνης της. Μοδίστρα φιλότιμη και άξια. Το βελόνι της είναι αυτό που θα την κρατήσει στη ζωή. Αυτό που σε κάποια στιγμή θα το στερηθεί, γιατί συχνά η λύτρωση είναι σχήμα λόγου. Συνήθως η ζωή αποφεύγει σε κάποιους ανθρώπους να χαρίσει και το ελάχιστο χαμόγελο.

Όμως…

Η δύναμη της μυθοπλασίας που διαθέτει ένας συγγραφέας, θα προσφέρει τις εκπλήξεις και τις ανατροπές.

 

Λίνα Βαλετοπούλου

 

Η ερωμένη τού συζύγου, που δεν ήταν εν τέλει ερωμένη, αλλά εξώγαμη αδελφή του. Κι εδώ, η συγγραφέας με λίγες μόνο αράδες (της αρκούν – μας αρκούν) θα δείξει τη μαστοριά της, τραβώντας απότομα την κουρτίνα που αποκαλύπτει πόσο δραματικές μπορεί να είναι κάποιες αλήθειες, για την καθημερινότητα μιας επαρχιακής πόλης. Σχεδόν τηλεγραφικά, ωστόσο απόλυτα λογοτεχνικά, μιλά για τα θανάσιμα μυστικά που μπορεί να κρύβουν οι ζωές κάποιων ανθρώπων. Δεν χρειάζονται πολλά σ’ έναν μάστορα του λόγου για να φέρει στο φως κοινωνικά σκοτάδια. Αρκεί να έχει την τέχνη να τα φωτίσει κατάλληλα και την κατάλληλη στιγμή. Και η Βαλετοπούλου το επιτυγχάνει αυτό.

Η στενή φιλενάδα, που δεν ήταν το στήριγμά της, μόνο, αλλά και η ερωμένη τού συζύγου. Ο φωτισμός αυτής της αποκάλυψης είναι από μόνος του μια κορυφαία στιγμή στη ζωή τής Ανθούλας, η οποία έχει κάθε λόγο να μισήσει, να επιθυμεί την εκδίκηση, να μην κρατήσει κανένα πρόσχημα ορίων. Όμως, η συγγραφέας – ίσως και η ίδια η ζωή – θέλει την Ανθούλα γενναιόδωρη με τον τρόπο της, συγχωρητική, υπερβατική χωρίς να χάσει την αξιοπρέπειά της. Ο άνθρωπος που πονά βαθιά, μπορεί και να κατανοεί, ίσως και να συγχωρεί.

Ο άλλος άντρας, χήρος κι αυτός, που δεν την ήθελε για γυναίκα εξ αιτίας ενός έρωτα, αλλά για να του μεγαλώσει τα παιδιά. Η συγγραφέας, θα δείξει ακόμα μια πλευρά τού χαρακτήρα τής Ανθούλας. Εκείνη, που παρά τα βάσανα, παρά τα αδιέξοδα, κρατά την αξιοπρέπεια της γυναίκας ιδιαίτερα προφυλαγμένη. Η Ανθούλα αρνείται τον συμβιβασμό, αρνείται τις ανάπηρες λύσεις. Αν πρόκειται να ζήσει στο πλευρό ενός άντρα και πάλι, πρέπει αυτός να την επιθυμεί σαν ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Αν αυτό δεν είναι ένα δίδαγμα για την ίδια τη ζωή, τι είναι;

Το γκρέμισμα του γάμου τής κόρης, γιατί ο σύζυγος αποκαλύφθηκε πως είχε γυναικεία γούστα. Είναι εντυπωσιακό το ότι το γεγονός αυτό, όχι και τόσο σπάνιο στις μέρες μας, η Βαλετοπούλου το δίνει σε λίγες αράδες, ενώ θα μπορούσε να επεκταθεί σε εκατοντάδες σελίδες (κι εδώ επιστρέφω στον Προυστ, στα «Σόδομα και Γόμορα»), συμπυκνώνοντας δραματικά την ένταση του κειμένου. Κάποιες φορές, κάποια, μπορούν να ειπωθούν το ίδιο καλά με εκατό λέξεις αντί με δέκα χιλιάδες. Ο αναγνώστης ίσως εισπράττει πιο γόνιμα τις εκατό λέξεις, και ίσως αυτές τον οδηγούν σε πολύ πιο γόνιμους προβληματισμούς.

 

 

Το σημαντικό, όμως, είναι πως όλα αυτά δεν αποτελούν απλές ανατροπές που κάνουν ενδιαφέρουσα τη μυθοπλασία. Το σημαντικό είναι πως η Λίνα Βαλετοπούλου διδάσκει ότι μπορείς ν’ αφηγηθείς μια ιστορία, που μπορεί να επεκταθεί σε πεντακόσιες σελίδες, μόνο σε εκατόν πενήντα, κεντώντας αυτά που πρέπει και χρησιμοποιώντας τις κλωστές που πρέπει, σ’ ένα καμβά που έχει όλα όσα χρειάζονται για να περιγραφεί μια σημαντική πτυχή τής ελληνικής κοινωνίας των δεκαετιών από το 1950 μέχρι και το 1980.

Σφιχτοδεμένη γραφή, γρήγορη, σχεδόν λακωνικές οι περιγραφές, για τούτο και ιδιαίτερα δυνατές. Γραμμική η ανάπτυξη της μυθοπλασίας. Καμιά πολυλογία, καμιά υπερβολή. Η Βαλετοπούλου μπαίνει στη ζωή τής Ανθούλας, περιγράφοντας έναν υπαρκτό μικρόκοσμο, επικεντρώνεται στο θέμα χωρίς να κουράζει τον αναγνώστη, χωρίς να δημιουργεί ‘‘κοιλιές΄΄, μένοντας στην ουσία, που δεν είναι άλλη παρά η δύναμη της ελπίδας ακόμα και όταν όλα γύρω έχουν μείνει χαλάσματα.

Άλλοτε πικρή, άλλοτε ελαφρά ειρωνική, η γραφή της, συναρπάζει. Η ανθρωπογεωγραφία που ξετυλίγει γίνεται οικεία, είναι αυτή της γειτονιάς μας, που δεν θα τη φωτίσουν ποτέ φώτα δημοσιότητας.

Και κάτι ακόμα: Ξέρει να χειρίζεται τη γλώσσα, το ρήμα, το όνομα, τα σημεία στίξης. Και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, επίσης.

 

 

Η Λίνα Βαλετοπούλου γεννήθηκε στον Βόλο, αλλά ζει στη Λάρισα. Είναι φιλόλογος και καθηγήτρια πιάνου. Μητέρα τριών παιδιών.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top