Fractal

Μυρσίνη Ζορμπά: “Η κρίση έχει κατεξοχήν πολιτισμικά χαρακτηριστικά”

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

Zorba1«Η κρίση έχει, κατά τη γνώμη μου, εγκατασταθεί και αποτελεί το νέο καθεστώς στη χώρα. Όταν καταφέρουμε να βρούμε όνομα στη νέα αυτή κατάσταση, θα σημαίνει ότι την κατανοούμε βαθύτερα και, συνεπώς, έχουμε περισσότερες πιθανότητες να τη διαχειριστούμε και να την αλλάξουμε προς το καλύτερο. Υποχρεωτικά, οι προτεραιότητες είναι πολιτικές σε όλα τα επίπεδα»

υποστηρίζει και υπογράφει είκοσι χρόνια μετά το βιβλίο της «Κρατική για το βιβλίο» (Οδυσσέας, 1995), το δοκίμιο «Πολιτική του Πολιτισμού» (Πατάκη, 2014). Μελέτη που είχε ξεκινήσει πριν την κρίση.

 

Η Μυρσίνη Ζορμπά, εκδότρια του «Οδυσσέα» κάποτε, μεταφράστρια βιβλίων, η πρώτη Διευθύντρια του ΕΚΕΒΙ, πρώην Ευρωβουλευτής, συνιδρύτρια και Πρόεδρος του «Δικτύου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, μιλά στο Fractal για όλα: Τον Πολιτισμό και την κρίση, το ΕΚΕΒΙ και τις βιβλιοθήκες, την πολιτισμική πολιτική και το καινούργιο βιβλίο της, τη σχέση Κουλτούρας και Δημοκρατίας, την ελληνική λογοτεχνία στις μέρες μας, τους υπουργούς πολιτισμού που αγάπησαν το βιβλίο, για όσα χάθηκαν ανεπιστρεπτί και όσα μπορεί και ν’ αλλάξουν: «Το πιο αισιόδοξο είναι να βρεθεί η πολιτική βούληση και ευθύνη που θα σχεδιάσει τα μελλοντικά βήματα. Το πιο απαισιόδοξο είναι να θεωρηθεί περιττή και να καταργηθεί, εναποθέτοντας στις δυνάμεις της αγοράς την αυτορρύθμιση και στη φιλανθρωπία την επιλεκτικότητα».

 

-Από το βιβλίο «Κρατική πολιτική για το βιβλίο» (Οδυσσέας, 1995) ως την «Πολιτική του πολιτισμού» (Πατάκη, 2014) τί έχει αλλάξει και τί παραμένει αναλλοίωτο, κυρία Ζορμπά;

Τι έχει αλλάξει: Έχει μικρύνει αλλά, ταυτόχρονα, και σκληρύνει ο πυρήνας του κράτους-μαικήνα. Το πελατειακό μοντέλο της παραδοσιακής συγκεντρωτικής κρατικής πολιτιστικής πολιτικής βρίσκεται σε κρίση αλλά δεν καταφέρνει να μεταρρυθμιστεί. Ζούμε τις οδύνες της αιφνιδιαστικής αλλαγής παραδείγματος από τον συγκεντρωτισμό στην αγορά, χωρίς σχέδιο, χωρίς προαπαιτούμενα και χωρίς πολιτικό σκεπτικό αξιοποίησης του πολιτισμικού κεφαλαίου που διαθέτει η χώρα.
Τι παραμένει ίδιο: Η ανάγκη για συστηματική έρευνα, για δημόσιο διάλογο γύρω από τα θέματα που αφορούν τον πολιτισμό και την κουλτούρα της κοινωνίας μας. Ίδια επίσης παραμένει η ανάγκη για δημόσια πολιτική του πολιτισμού, για στρατηγική και πλαίσιο, για σχεδιασμό μιας αειφόρου πολιτισμικής ανάπτυξης της χώρας, είτε αυτή αφορά το βιβλίο, την ανάγνωση και τις βιβλιοθήκες, είτε την διαφορετικότητα, την πολυπολιτισμικότητα, τις τέχνες και τις πολιτιστικές πρακτικές των νέων τεχνολογιών στα μουσεία ή στην εκπαίδευση. Τέλος, ίδια παραμένει η ανάγκη για περισσότερη πολιτισμική δημοκρατία, είτε σε επίπεδο περιφερειακής αποκέντρωσης είτε σε ό,τι αφορά τις ανισότητες και διακρίσεις που γεννούν αναπόφευκτα ανοιχτές ή υπόρρητες πολιτισμικές συγκρούσεις.

-Ο πολιτισμός ήταν ένα από τα θύματα της κρίσης;

Ναι, διότι η κρίση έχει κατεξοχήν πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Η πολιτική της διαχείριση δεν περιορίστηκε στη δραματική περιστολή του κράτους, κυρίως του κράτους πρόνοιας, στις οικονομικές περικοπές, στην αύξηση της ανεργίας. Συνοδεύτηκε, παράλληλα, από μια επικοινωνιακή θύελλα ενοχοποίησης των πολιτών αδιακρίτως ευθυνών, αλλοίωσης των αιτίων και των δεδομένων, επανακατασκευή της κοινωνικής πραγματικότητας, αντιδημοκρατικές διαδικασίες, αναδιανομή όχι μόνο του στενά οικονομικού αλλά και του συμβολικού κεφαλαίου. Όλα αυτά είναι πολιτισμικά συστατικά της σύγχρονης δημοκρατικής κοινωνίας που αφορούν την πολιτισμική ταυτότητα. Αυτή, κατά τη γνώμη μου, βρίσκεται στο στόχαστρο της αναδιαπραγμάτευσης που συντελείται τα τελευταία χρόνια. Ζούμε τη μετατροπή των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του πολίτη σε φιλανθρωπική ελεημοσύνη.

-Τι σας έκανε ειδικά αυτήν εδώ την εποχή να γράψετε αυτό το βιβλίο;

Είχα αρχίσει να γράφω το βιβλίο πριν την κρίση και, ομολογώ, ότι κλονίστηκα όταν η κρίση έλαβε τέτοια διάσταση. Ωστόσο, διαπίστωσα, στη διάρκεια της ολοκλήρωσής του, ότι τα θέματα της κουλτούρας και της πολιτικής της διαχείρισης βρίσκονταν στον πυρήνα όχι της κρίσης αλλά και της μετα-κρίσης εποχής που ελπίζω να ζήσουμε κάποια μέρα. Γιατί δεν περιορίζονται μόνο στις τέχνες, στην κληρονομιά και στον πολιτισμό όπως στερεότυπα γινόταν αντιληπτός για μεγάλο διάστημα, αλλά αγκαλιάζουν όλο το φάσμα της καθημερινής ζωής μας, τις πολιτισμικές πρακτικές, την ίδια μας την ταυτότητα μέσα σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία και σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.

-Μαζί σας ξεκίνησε το 1994 αν θυμάμαι καλά το ΕΚΕΒΙ, υπήρξατε η πρώτη και ομολογουμένως η πιο επιτυχημένη Διευθύντρια, γιατί έκλεισε το ΕΚΕΒΙ;

Το ΕΚΕΒΙ ιδρύθηκε και αναπτύχθηκε σε μια εποχή που υπήρχε ακόμη η προσδοκία της κρατικής ρυθμιστικής παρέμβασης, της υποστήριξης της έρευνας και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η κρίση, αλλά και πριν από την κρίση, με τον Κώστα Καραμανλή κατ’ ευφημισμόν «υπουργό» Πολιτισμού, τον Λιάπη, τον Βουλγαράκη, τον Ζαχόπουλο και Σία η πολιτιστική πολιτική οδηγείτο με μαθηματική ακρίβεια σε αδιέξοδο. Η κρίση έδωσε τη χαριστική βολή και η ρητορική «υπαγωγή» του ΕΚΕΒΙ στο ΕΙΠ δείχνει πώς αντιλαμβάνονται οι κρατούντες την πολιτιστική πολιτική της χώρας. Όλα, πλέον, κατατείνουν σε εντυπωσιακά πυροτεχνήματα σαν αυτό της ανακάλυψης του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Αμφίπολη, όπως προπαγανδίζει αντιεπιστημονικά και ανερυθρίαστα η πιο πρόσφατη επικοινωνιακή θύελλα αυτού του καλοκαιριού. Προκειμένου να ξεχάσουμε το φιάσκο του ΕΜΦΙΑ και των ροδάκινων; Πρόκειται για εργαλειοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς και έλλειψη σεβασμού στο ιστορικό παρελθόν, από τουλάχιστον επιπόλαιους πολιτικούς χειρισμούς.

-Και τι σημαίνει αυτό για τον χώρο του βιβλίου;

Η κατάργηση του ΕΚΕΒΙ έβαλε τέλος σε μια εικοσαετή συλλογική προσπάθεια να οργανωθεί ο χώρος του βιβλίου με σύγχρονες μεθόδους έρευνας, υποστήριξης της αναγνωστικής συμπεριφοράς και μεταρρυθμιστικών πολιτικών στη χώρα μας. Αντί να προχωρήσουμε το ταχύτερο στις αλλαγές που έπρεπε να γίνουν εδώ και καιρό στο δίκτυο βιβλιοθηκών της χώρας, γυρίζουμε πίσω ολοταχώς εγκαταλείποντας στο δημόσιο καθήκον στην πολιτική των ιδρυμάτων, όπως στην προκειμένη περίπτωση του ιδρύματος Νιάρχου, που ευτυχώς έδειξε συνέπεια και αποφασιστικότητα όσον αφορά την νέα Εθνική Βιβλιοθήκη. Αλλά είμαστε μάλλον η μοναδική χώρα που δεν κατάφερε να έχει μια Εθνική Βιβλιοθήκη με ευθύνη του κράτους.

-Έχετε ζήσει τέσσερις (Μικρούτσικο, Μπένο, Βενιζέλο, Παπαζώη) υπουργούς πολιτισμού, ποιος αγάπησε περισσότερο απ’ όλους, αλήθεια, το βιβλίο;

Ίσως το αγαπούσαν όλοι, καλλιεργημένοι άνθρωποι ήταν. Όμως πολιτική βιβλίου με όλη τη σημασία και την ανάληψη των συνεπειών που έχει κάτι τέτοιο, έκανε, σε πείσμα των πολιτικών δυσκολιών και των συντεχνιακών και ιδιοτελών αντιστάσεων, ο Θάνος Μικρούτσικος. Την πίστεψε, την υποστήριξε, ήταν διατεθειμένος και πλήρωσε το κόστος της, διότι όπως ξέρετε οι ριζοσπαστικές πολιτικές έχουν κόστος.

Zorba1-Στο βιβλίο σας αναφέρεστε στις συνθήκες που οδήγησαν στη γένεση της πολιτικής του πολιτισμού στη δυτική Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, τι έχει αλλάξει από τότε;

Έχει αλλάξει σταδιακά και, τα τελευταία χρόνια, έχει ανατραπεί η μεταπολεμική καταστατική συνθήκη. Την πολιτική συναίνεση που εκφραζόταν με το κράτος πρόνοιας, παρακλάδι του οποίου ήταν η πολιτιστική πολιτική, αντικατέστησε ο σκληρός ανταγωνισμός των αγορών και η παγκοσμιοποίηση. Ο Χάντινγκτον προανήγγειλε τον πόλεμο των πολιτισμών ενώ τον Ψυχρό Πόλεμο διαδέχονται μια σειρά από πόλεμοι με θύματα εκατοντάδες χιλιάδες αμάχους, που θεωρούνται απλώς παράπλευρες απώλειες. Η πολυπολιτισμικότητα και η διαφορετικότητα αποτελούν το σταυροδρόμι μεγάλων διενέξεων, ο ρατσισμός και ο ναζισμός μας απειλούν και πάλι με νέο προσωπείο και λόγο.

-Αναφέρεστε, επίσης, στη δόμηση πολιτισμικής πολιτικής που απαιτεί κυβερνητικό σχέδιο, στρατηγική και στόχους, υπάρχει αυτό στις μέρες μας;

Όχι, ούτε κατά διάνοια, αλλά είναι απολύτως αναγκαίο εάν θέλουμε να μην μετατραπούμε σε μια χώρα πολιτισμικού κανιβαλισμού. Μια τόσο αδύναμη πολιτική διαχείριση και βούληση όσο η σημερινή, ενέχει εξαιρετικούς κινδύνους σε βάρος των πιο ευάλωτων. Είτε αυτά είναι τα μουσεία, οι βιβλιοθήκες, οι ορχήστρες, είτε είναι η καλλιτεχνική παιδεία ή τα παιδιά ενός σχολείου, η έλλειψη πολιτισμικής πολιτικής οδηγεί σε υποβάθμιση και ανισότητα ευκαιριών.

-Τι έχει αλλάξει στη χώρα μας όσον αφορά την πολιτισμική πολιτική από την δεκαετία του ’50 ως τις αρχές του 21ου αιώνα;

Περάσαμε από την προπαγάνδα στην επικοινωνία, από το φόβο στην ελεύθερη έκφραση, από την καταστολή στον ανεξάρτητο λόγο, από την πυραμιδική ιεραρχία στα δίκτυα, από την απόλυτη κυριαρχία της παράδοσης και του κανόνα στην αμφισβήτηση, από την πίστη σε ιδεώδη και υπέρτατες αισθητικές και άλλες αξίες στις πολλαπλές ερμηνείες. Εντέλει κάναμε σημαντικά βήματα εκδημοκρατισμού αλλά απαιτούνται ακόμη πολλά για να μπούμε σε μια τροχιά πολιτισμικής δημοκρατίας, κι αυτό είναι κρίσιμο.

-Να αναφερθούμε στη σχέση Κουλτούρας και Δημοκρατίας;

Στις μέρες μας η κουλτούρα έχει σε μεγάλο βαθμό αποϊεραρχηθεί, έχει απελευθερωθεί από τα παλιά δεσμά της υψηλής αισθητικής, έχει αναγνωριστεί η σημασία της κουλτούρας της καθημερινής ζωής. Σε μεγάλο βαθμό και χάρη στις νέες τεχνολογίες ή/και εξαιτίας της αγοράς των πολιτιστικών προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά ουδέν κακόν αμιγές καλού. Αυτό επηρέασε σημαντικά τη συγκρότηση των ταυτοτήτων. Έτσι, η πολιτική δημοκρατία περιέχει και δείκτες που σχετίζονται με την πολιτισμική δημοκρατία, οι οποίοι μαρτυρούν πόση αναγνώριση και ισοτιμία ή, αντίθετα, πόσος ρατσισμός και διακρίσεις ενυπάρχουν σε μια κοινωνία. Δεν φτάνει πια μόνο να ψηφίζουμε σε μια δημοκρατική κοινωνία, όλοι αναγνωρίζουμε ότι χρειαζόμαστε μια διαρκή καθημερινή δημοκρατική ζωή που θα είναι απαλλαγμένη από διακρίσεις φύλου, φυλής, γλώσσας, θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού, κλπ.

-Σε εποχή που καταρρέει το Κράτος Πρόνοιας, η Πολιτισμική Πολιτική θα μπορούσε από κάποιους να θεωρηθεί πολυτέλεια;

Ναι, θεωρείται πολυτέλεια από όσους δεν αντιλαμβάνονται ότι το κράτος πρόνοιας περιείχε από τη σύστασή του την πολιτισμική πολιτική. Χωρίς αυτή τη συμπερίληψη, που σήμαινε το σεβασμό στην αξιοπρέπεια των πολιτών και στα δικαιώματά τους, το κράτος πρόνοιας δεν θα ήταν παρά μια παραλλαγή της φιλανθρωπίας αποκλειστικά για τους φτωχούς. Ο Κέυνς, όμως, που συνέλαβε την ιδέα και την υλοποίησε, είχε αυτό το κάτι παραπάνω στο νου του, την έννοια της συμβίωσης των ανθρώπων σε μια κοινωνία. Ωσότου, βέβαια, ήρθε η Θάτσερ με την αξίωση να την καταργήσει, καθώς αδυνατούσε να διακρίνει την κοινωνία κι έβλεπε μόνο άτομα. Σήμερα ζούμε τις συνέπειες αυτής της νεοφιλελεύθερης αντίληψης.

-Τι έχει αλλάξει ανεπιστρεπτί στο χώρο του βιβλίου;

Η αγορά έχει επιβάλει τους όρους της, το αναγνωστικό κοινό είναι πιο διαφοροποιημένο, οι εκδοτικοί οίκοι έχουν μεγεθυνθεί και εργάζονται πιο επαγγελματικά. Τα βιβλιοπωλεία παραμένουν ο πιο αδύνατος κρίκος μαζί με τις βιβλιοθήκες.

-Υπήρξε, αλήθεια, εκδοτική φούσκα (όσον αφορά το βιβλίο) τα τελευταία χρόνια;

Δεν γνωρίζω τους ισολογισμούς των εκδοτικών οίκων αλλά η υπερπαραγωγή που είχε παρατηρηθεί δημιουργούσε προβλήματα που υπερέβαιναν τα όρια του ανταγωνισμού.

-Στην Ελλάδα της κρίσης (μπορούμε ακόμα να μιλάμε για κρίση ή είναι πια μόνιμη κατάσταση;) τι θα μπορούσε να γίνει; Ποιες θα έπρεπε ή θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητες;

Η κρίση έχει, κατά τη γνώμη μου, εγκατασταθεί και αποτελεί το νέο καθεστώς στη χώρα. Όταν καταφέρουμε να βρούμε όνομα στη νέα αυτή κατάσταση, θα σημαίνει ότι την κατανοούμε βαθύτερα και, συνεπώς, έχουμε περισσότερες πιθανότητες να τη διαχειριστούμε και να την αλλάξουμε προς το καλύτερο. Υποχρεωτικά, οι προτεραιότητες είναι πολιτικές σε όλα τα επίπεδα. Πρέπει να περάσουμε από την σοβαρή κριτική του παρελθόντος και των αιτίων στη διατύπωση επιχειρημάτων, λύσεων, προτάσεων, λόγου και σχεδίου. Σε όλα τα επίπεδα και όχι μόνο στο κεντρικό πολιτικό. Αυτό ισχύει εξίσου για τα ζητήματα του πολιτισμού. Η κεντρική πολιτική σκηνή πρέπει να συνοψίζει στρατηγικά τα επιμέρους αλλά όχι να λύνει αφ΄ υψηλού προβλήματα που απαιτούν ιδιαίτερη γνώση, προβληματισμό και τεχνογνωσία.

-Τι έχει αλλάξει ή χαθεί ανεπιστρεπτί και τι θα μπορούσε έστω και τώρα να γίνει;

Έχει χαθεί η αθωότητα και η ανεμελιά. Μπροστά στην καταστροφή καθένας και καθεμιά μας έχει γίνει πιο υπεύθυνος αλλά, δυστυχώς, και πιο απελπισμένος. Γι’ αυτό επείγει να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας και να καθίσουμε γύρω από ένα τραπέζι για να καταστρώσουμε σχέδια και να βρούμε λύσεις.

zorba2-Έχει προκύψει κάτι καλό απ’ όλα αυτά; Τουλάχιστον η κρίση έκανε την ελληνική λογοτεχνία, καλύτερη λογοτεχνία;

Διαβάζω πολύ ενδιαφέροντα ελληνικά βιβλία, γειωμένα και πιο ειλικρινή, λιγότερο αυτοαναφορικά και ναρκισσιστικά απ’ ό,τι στο παρελθόν. Εύχομαι αυτή να είναι μια νέα τάση, μια προσέγγιση που θα οδηγήσει την ελληνική πεζογραφία να αφηγηθεί την κρίση αποκαλύπτοντας τις πιο κρυφές πλευρές της.

-Από πότε σας απασχολούσε, αλήθεια, η σχέση Κουλτούρας και Λογοτεχνίας και γιατί;

Ο χώρος του βιβλίου, τον οποίο βίωσα ως συνεκδότρια του Οδυσσέα μαζί με τον Τίτο Μυλωνόπουλο από 22 ετών, ήταν ένας ολόκληρος κόσμος μέσα στον οποίο από παιδί ανατράφηκα κι ακόμη ένα ανοιχτό πεδίο προβληματισμού. Η λογοτεχνία, το δοκίμιο, η ιστορία, οι γλώσσες, η μετάφραση, οι βιβλιοθήκες, η αναγνωστική συμπεριφορά με οδήγησαν στην έρευνα, τις πολιτισμικές θεωρίες και, εντέλει, στην πολιτισμική πολιτική. Αυτήν που «διαχειρίζεται» τις ανάγκες, που κατασκευάζει νέες πραγματικότητες και που μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που σκέφτονται και τις προσδοκίες των νέων ανθρώπων.

-Ανατρέχοντας σε εκδοτικούς καταλόγους (του Οδυσσέα, που σας αφορά κιόλας) σήμερα όλα δείχνουν πια χωρίς «λογική», δίχως στρατηγική, σε ποιους αναλογεί η μεγαλύτερη ευθύνη;

Η χαμένη πυξίδα ευθύνεται γι’ αυτό. Όλα δείχνουν όπως τα περιγράφετε γιατί η παλιά πυξίδα σκούριασε και την πετάξαμε. Πρέπει να βρούμε και να χρησιμοποιήσουμε μια καινούρια, που προδιαγράφεται από το διάλογο με την επιστημονική κοινότητα, τα ευρωπαϊκά και διεθνή ρεύματα αλλά και τη δική μας εσωτερική συνοχή, την αξιοκρατία, τη διάθεση να δουλέψουμε σκληρά για το δημόσιο συμφέρον.

-Το πιο αισιόδοξο και απαισιόδοξο σενάριο για την πολιτική του πολιτισμού;

Το πιο αισιόδοξο είναι να βρεθεί η πολιτική βούληση και ευθύνη που θα σχεδιάσει τα μελλοντικά βήματα. Το πιο απαισιόδοξο είναι να θεωρηθεί περιττή και να καταργηθεί, εναποθέτοντας στις δυνάμεις της αγοράς την αυτορρύθμιση και στη φιλανθρωπία την επιλεκτικότητα.

-Κάποιο καλό νέο όσον αφορά την «φιλαναγνωσία»;

Τα νέα μικρά βιβλιοπωλεία, που άνθισαν σαν λουλούδια μέσα στο χειμώνα της κρίσης.

-«Κασσαβέτεια: Το χρονικό μιας βιβλιοθήκης στη φυλακή ανηλίκων» (1998), κυρία Ζορμπά, και τώρα κλείνουν βιβλιοθήκες. Γιατί; Ανοησία ή πρόθεση;

Πρόθεση ανοήτων.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top