Fractal

Το κορίτσι με τη φλόγα στα μάτια

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

milena_praga«Μίλενα από την Πράγα» της Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόυμαν, Εκδ. Κίχλη, σελ. 516

 

Μάτια αεικίνητης βαθύτητας. Ατίθασο μαλλί, παιγνιώδης διάθεση, αλλά και κάτι αιχμηρό που διαπερνάει το βλέμμα, το τραχύ μέτωπο. Μια ωραιότητα που δεν είναι φτιαγμένη για να εξάπτει, να προκαλεί δέος, αλλά να κρατάει άσβεστη μια ταπεινή ανθρώπινη φλόγα. Ενας σωρός από συναισθήματα, όπως έλεγε και η ίδια για τον εαυτό της. Ποια ήταν, άραγε, η Μίλενα Γιέσενκα που της άρεσε να συστήνεται ως «Μίλενα από την Πράγα», λες και ο τόπος καταγωγής της ήταν καταδηλωτικός της ψυχοσύνθεσής της; Σπαράγματα πραγματολογικών στοιχείων γύρω από τη βιογραφία της γνωρίζουμε λόγω της συνάφειάς της με τον Φραντς Κάφκα και των πύρινων γραμμάτων που εκείνος της έστελνε. Υποφωτισμένη  και σε δεύτερο πλάνο σε σχέση με τον Κάφκα, ελάχιστα μας έχουν απασχολήσει οι δικές της περιδινήσεις, αλλά και το εύφλεκτο της προσωπικότητάς της. Κι όμως, η Μίλενα είναι ένα πλάσμα σχεδόν μυθιστορηματικό. Μια φιγούρα που κουβαλάει ένα βάρος τραγικό, μια ζωή πλήρη αναζητήσεων, παθών, ερώτων, ανάγκης για ελευθερία και αυτοδιάθεση. Ήταν μια  γυναίκα που προηγήθηκε της εποχής της, ένα φιλελεύθερο πνεύμα που δεν δεχόταν τα όρια που ο αυταρχικός της πατέρας έθεσε εξαρχής ή οι κοινωνικές και πολιτικές δεσμεύσεις προσπάθησαν να κανοναρχήσουν τη ζωή της.

Γυναίκα που πόθησε και έγινε ποθητή. Γυναίκα που έζησε πολλά σε έναν άκρως συμπυκνωμένο χρόνο. Γυναίκα που κινήθηκε σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα δράσης. Γυναίκα, τελικά, που δέχθηκε την ατίθαση φύση της ως προαπαιτούμενο ζωής. Μιας άλλης τάξης ζωή.

Η βιογραφία της επιστήθιας φίλης της (από τα χρόνια του κοινού τους εγκλεισμού στο στρατόπεδο Ράβενσμπουργκ), Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόυμαν έρχεται να καλύψει ένα κενό «γνώσης» για την πραγματική Μίλενα. Η Μπούμπερ-Νόυμαν έκανε πράξη την υπόσχεση που είχαν δώσει οι δύο φίλες: όταν με το καλό θα τελείωνε η κόλαση του ναζισμού θα έγραφαν από κοινού ένα βιβλίο για τους δύο «σιαμαίους» ολοκληρωτισμούς που κατέπεσαν ωσάν λαίλαπα στην παγκόσμια κοινότητα τον 20ο αιώνα: τον κομμουνισμό του Στάλιν και τον ναζισμό του Χίτλερ. Το έργο δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, καθώς ο Μίλενα άφησε την τελευταία της πνοή στο στρατόπεδο – κάτισχνη, χτυπημένη από τις κακουχίες και με σακατεμένο σώμα. Προηγουμένως, όμως, είχε προλάβει να ρίξει τους σπόρους του πηγαίου ανθρωπισμού της σε όσους την γνώρισαν.

Η Μίλενα κουβαλάει το οικογενειακό βάρος σαν σφραγίδα που καθορίζει την ταυτότητά της: χάνει πολύ νωρίς τη μητέρα της και οι σχέσεις της με τον αυταρχικό πατέρα της είναι σαν να πιάνει κανείς αναμμένα κάρβουνα με γυμνά χέρια. Όσο κι αν φλεγόταν να τον πλησιάσει και να τον δει σαν πρότυπο, εκείνος την απογοητεύει οικτρά. Δεν διστάζει να την κλείσει σε φρενοκομείο για να την συνετίσει. Η αδέσμευση Μίλενα, όμως, δεν θα πτοηθεί: θα μετατρέψει τα τραύματα και τις ελλείψεις της σε δημιουργία. Είναι μονίμως σε κατάσταση εντατικής αναζήτησης. Οι συνεχείς απογοητεύσεις αποτελούν «καύσιμο» υλικό για να βαθύνει ακόμη περισσότερο τη σκέψη της. Εμπλέκεται στο κομμουνιστικό κόμμα, αλλά πολύ σύντομα διαχωρίζει τη θέση της λόγω του Στάλιν. Εθίζεται στη μορφίνη. Ζει έντονα, είναι μια φύση ποιητική που έλκεται από τη δημοσιογραφία, την τέχνη, τη ζωή – την τέχνη της ζωής. Παντρεύεται, γίνεται μητέρα, τα χάνει όλα όταν συλλαμβάνεται από τους ναζί για την αντιστασιακή της δράση και για τη βοήθεια που πρόσφερε αφειδώς σε Εβραίους.

Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόυμαν

Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόυμαν

Η σχέση με τον Φραντς Κάφκα θα αποτελέσει σημαντικό κομμάτι στη ζωή της. Γνωρίζονται, έρχονται κοντά (όσο κοντά μπορούσε να έρθει μια γυναίκα στον Κάφκα), μεταφράζει στα τσέχικα κάποια έργα του, αλλά στο τέλος μένει μια πληγωμένη γυναίκα. Ο ίσκιος του φοβισμένου Κάφκα θα μείνει για πάντα στο πλευρό της. Η Μπούμπερ Νόυμαν δίνει με τη σειρά της μεγάλη σημασία σε αυτή τη σχέση. Διόλου τυχαία ότι κάθε κεφάλαιο του βιβλίου της φέρει μια φράση από τα όσα έγραφε ο Κάφκα στην Μίλενα, ενώ η ανάπτυξη της ψυχοσύνθεσης του μεγάλου συγγραφέα είναι λεπτολογική και άκρως γλαφυρή. Χρόνια μετά, η Μίλενα, αναπολώντας τους δύο γάμους της, αλλά και τη σχέση της με τον Κάφκα θα παραδεχθεί ότι όλοι οι άνδρες της ήταν φοβισμένα όντα που έπρεπε εκείνη να τους ανασυνθέτει. Ήταν μια δυναμική γυναίκα, αλλά και ένα κοριτσάκι που ζητούσε αγάπη. Κι όσο δεν την έβρισκε τόσο την πρόσφερε απλόχερα. Οι σκηνές από τις κολασμένες ημέρες στο στρατόπεδο συγκέντρωσης σκιαγραφούν τη Μίλενα με χρώματα έντονα: είναι ένα ατρόμητο κορίτσι που δεν ορρωδεί μπροστά στους ολετήρες ναζί. Με έντονο το αίσθημα του ανήκειν και της προσφοράς κάνει τα πάντα για να ελαφρώσει τη θέση των άλλων γυναικών. Κι ας έχει μπει στο μάτι των κομμουνιστριών (ομοίως και η Μπούμπερ-Νόυμαν). Φυλακίστηκε γιατί δεν μπορούσε να κάτσει στη γωνιά της όταν η χώρα της έπεφτε στα χέρια των ναζί. Μια γυναίκα που τολμάει να φορέσει το κίτρινο αστέρι δίχως να είναι Εβραία, μπορεί να κάνει τα πάντα: να αντισταθεί μέχρις εσχάτων. Και το πράττει. Μέσα και έξω από το στρατόπεδο. Με το σώμα και το πνεύμα. Με λέξεις και πράξεις. Με τη στάση ζωής της, την απόλυτα αισιόδοξη για την προοπτική του ανθρώπου.

Πέραν της ιστορία της Μιλένα, η Μπούμπερ-Νόϋμαν καταγράφει και την καθημερινότητα στο κολαστήριο του Ράβενσμπουργκ. Μπορεί η μαρτυρία της να μην έχει τη σαρωτική δύναμη ενός Λέβι ή Σαλάμοφ ή Σολζενίτσιν, ωστόσο το γεγονός ότι έζησε στο πετσί της έναν διπλό εγκλεισμό (από τους σοβιετικούς και τους ναζί), καθιστά την εμπειρία της άκρως διαφωτιστική για το πώς λειτουργούν τα απολυταρχικά καθεστώτα ανεξάρτητα από τις ιδέες που εμφορούνται.

Η δυναμική του βιβλίου εστιάζεται στις απλότητα και την ειλικρίνεια των συναισθημάτων του. Υπάρχουν σκηνές όπου τα δύο κορίτσια, έγκλειστες για να μην το ξεχνάμε, βαδίζουν κλεφτά χέρι-χέρι, συζητούν, ονειρεύονται, έρχονται κοντά η μία στην άλλη, έχουν μια απτική επαφή απόλυτα ανθρώπινη. Κι όλα αυτά μέσα σε έναν γενικευμένο ζόφο. Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ανάλυση του σκηνικού κατά τον Μεσοπόλεμο, εποχή που η Μίλενα «άνθισε» και έδρασε.

Η παρούσα, υψηλής αισθητικής, έκδοση συμπληρώνεται από ένα μακροσκελές και ιδιαίτερο επίμετρο (και επιμέλεια) της Αδριανής Δημακοπούλου, με ένα αναλυτικότατο κεφάλαιο με βιογραφικά σημειώματα των ανθρώπων που παρελαύνουν στο βιβλίο, καθώς και πλήθος κυριώνυμων τα οποία με τη σειρά τους επεξηγούνται επαρκώς. Η θεώρηση των κειμένων έγινε την Μήνα Πατεράκη-Γαρέφη, ενώ η έξοχη μετάφραση ανήκει στην Τούλα Σιετή. Μια άξια μεταφράστρια –κυρίως της γερμανόφωνης λογοτεχνίας- η οποία, φευ, δεν είναι μια κοντά μας.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top