Fractal

Ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

mikro-xroniko-trelasΑύγουστος Κορτώ «Μικρό χρονικό τρέλας», εκδ. Πατάκη, σελ. 246

 

Τον Αύγουστο Κορτώ τον ακολουθώ σαν πιστός οπαδός από τότε που έγινε από Πέτρος, Αύγουστος. Διαβάζω εμμονικά ό,τι δικό του, εξακολουθώ να επιμένω ότι ξεκίνησε με μια έκρηξη από τα πολύ νεαρά του χρόνια συγγραφικά, έχω διαβάσει ό,τι δικό του επιμένοντας ότι με «Το βιβλίο των βίτσιων», το «Ραμπαστέν» και «Το τετράγωνο» το 1999 έγινε το μπαμ, εξακολουθεί να είναι στα αγαπημένα μου ο «Στοιχειωμένος» με την χαμένη παρτιτούρα το πιο αγαπημένο μου, τον είδα να μετασχηματίζεται συγγραφικά με τα «Αυτοκτονώντας ασύστολα» το 2005 και με την «Εξαφάνιση της Ντόροθι Σνοτ» το παιδικό του που του χάρισε και το Κρατικό Βραβείο το 2003 χωρίζοντας τη ζωή του σε πριν από το θάνατο και μετά τον θάνατο της Κατερίνας, η αυτοκτονία της μητέρας του υπήρξε ορόσημο, ο συγγραφέας θα έπρεπε να λύσει τον γόρδιο δεσμό του αν ήθελε να ζήσει, αν ήθελε να κατορθώσει τελικά εκείνο το ακατόρθωτο, αν ήθελε να γλιτώσει εν τέλει από την καθήλωση και να πάει μπροστά.

Είχε ήδη αποδείξει εν τη εμφανίσει του ότι ήταν ο άνθρωπος που από τα δάχτυλα έτρεχαν λέξεις του, πώς κουβαλούσε υποσυνείδητα μια σκοτεινή ευρωπαϊκή ατμόσφαιρα, έγραφε και ακούγονταν μουσικές, κατείχε από γεννησιμιού του φύσει και θέσει σαν όπλο του και άμυνα ένα ιδιότυπο χιούμορ και αυτοσαρκασμό αλλά ξαφνικά και με «Το βιβλίο της Κατερίνας» αποφάσισε να γίνει διάφανος. Διασώζοντας – ασυνείδητα ίσως- την χαμένη μητέρα, η Κατερίνα πια πολυαγαπημένη από τους αναγνώστες του και ήδη ένα βιβλίο θα διαρκούσε για πάντα, εδώ θα ζούσε αιώνια, δεν θα ξαναπέθαινε πια.

Δεν υπάρχει δυσκολότερο είδος από την αυτοβιογραφία. Το ευκολότερο είναι να πεις την αλήθεια σου ή να την ψάξεις μασκαρεμένος, σαν ένας από τους ήρωες ή και σαν όλοι οι ήρωες, ώστε να πεις «το είπε εκείνος, δεν είναι δικό μου», ωστόσο ο Αύγουστος- Πέτρος δεν το καταδεχόταν -εκείνο που κάτεχε όσο άλλος κανείς- πια. Και ξεκίνησε έτσι γυμνός και ευάλωτος από το πιο καίριο σημείο, από το σημείο που χώρισε τη ζωή του σε πριν από το θάνατο της Κατερίνας και σε μετά.

Το ίδιο ακριβώς γυμνός κι ευάλωτος αποφασίζει να βαδίζει και σε εκείνο το «Μικρό Χρονικό Τρέλας», ξαναβαδίζοντας επικίνδυνα και επώδυνα στο σημείο μετάλλαξης, ακριβώς στη διακεκαυμένη του ζώνη, να «χορέψει» και πάλι στο όριο, να διαβεί τα φανάρια με κόκκινο για να τ’ αφήσει επιτέλους πίσω του πια.

Θα ξεκινήσει «Θεός» στην πιο ανεξερεύνητη ώρα, κουβαλώντας στις πλάτες του ως αρχετυπική ενοχή όλον τον κόσμο και όχι μόνο την αυτοκτονία της μητέρας, θα προσπαθήσει να εξιλεωθεί για «τα αδιανόητα σφάλματα» «βαδίζοντας σαν άοκνος προσκυνητής, στα πέρατα του κόσμου» «για να γιατρέψει τον κόσμο με την αγάπη του» και «για να σφίξει στην αγκαλιά του έναν προς έναν κάθε πονεμένο άνθρωπο μέχρι να πάψει να πονά». «Ο κόσμος που -εξαιτίας του- είχε χαλάσει θα γινόταν ο παράδεισος που ήταν προδιαγεγραμμένος ανέκαθεν να γίνει». Εξάλλου αυτό δεν λένε Θεοί και σοφοί ποιητές; «Ο,τι πράττει ένας άνθρωπος είναι σα να το έπρατταν όλοι οι άνθρωποι. Γι’ αυτό δεν είναι άδικο κάποια ανυποταξία σε έναν κόσμο να μολύνει ολάκερο το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτό δεν είναι άδικο η σταύρωση ενός και μόνο εβραίου να αρκεί για να το σώσει. Ίσως ο Σοπενάουερ έχει δίκιο: εγώ είμαι οι άλλοι, οποιοσδήποτε άνθρωπος είναι όλοι οι άνθρωποι, ο Σέξπιρ κατά κάποιον τρόπο είναι ο άθλιος John Vincent Moon», Μπόρχες και το προπατορικό αμάρτημα όλου του κόσμου, λοιπόν αυτό νοιώθει, ο κόσμος κινδυνεύει και εξαρτάται απ’ εκείνον, εκείνον που δεν διστάζει να πάει γυμνός κι άοπλος, αθώος κι αμέριμνος, απροστάτευτος επειδή κατ΄ουσίαν είναι τόσο πολύ δυνατός, στον χαμό.

Κι αυτό θα κάνει, έστω και ασυνείδητα. Θα περιγράψει με το γνωστό δικό του ύφος αλά Κορτώ βήμα – βήμα και με ρεαλιστική ακρίβεια την «θεοποίησή του», τις ενοχές που εκρίγνυνται, το υποσυνείδητό που πλημμυρίζει για να ακούσει «προσευχές κι ικεσίες» όχι φωνές. Θα διασχίσει ξανά όλα τα φανάρια με κόκκινο, θα ξαναπαίξει ρουλέτα με τη ζωή του, θα ανοίξει και πάλι την κόκκινη ομπρέλα, θα αρνηθεί να ωραιοποιήσει ή να κάνει συγγραφικό σενάριο το οτιδήποτε, θα επιμείνει ωστόσο να κάνει κωμωδία και αυτοσαρκαστικό σχόλιο το ανυπέρβλητο εκείνο για να αποδείξει ότι εντέλει δεν υπάρχει δεδικασμένο και ότι από παντού μπορεί να επιστρέψει κανείς ακόμα και από το τρελοκομείο, πως δεν υπάρχει μοίρα που να μη ξεπερνιέται με μετωπική ή με περιφρόνηση και ότι η σαλότης, τελικά, είναι νόσος των Θεών. Και θα βγει νικητής σώζοντας ταυτοχρόνως και όσους θα κινδυνέψουν ή κινδυνεύουν, τονίζοντας την αναγκαιότητα της χημείας και υποδεικνύοντας το ιερό δώρο, τελικά, της ζωής.

 

ACorteau_

Αύγουστος Κορτώ

 

Μαζί με «Το βιβλίο της Κατερίνας», το πιο γενναίο και ηρωικό του βιβλίο, ένα βιβλίο – αντίδωρο σε όποιον νοσεί ή θα νοσήσει, σε κάθε ευάλωτο και υπέροχο που φορτώνεται με ιερό μένος το φορτίο των αγαπημένων και αυτής καθ’ εαυτής της ζωής. Ξαναβουτά μέσ’ στα σπασμένα γυαλιά και βγαίνει ολόκληρος κι άκοπος, γενναιόδωρος πάντα, σωσμένος για πάντα, σώζει και σώζεται, θα μπορούσε αυτό και να το πει «εμπειρία θείου» η Γκορίτσεβα αυτά έγραφε στα βιβλία της «Πώς είδα τον Θεό στη Σοβιετική Ένωση» και «Είναι επικίνδυνο να μιλάς για τον Θεό» και δεν ήταν τρελή. Μπράβο Πέτρο! Με τον τρόπο σου είσαι «Ο φύλακας στη σίκαλη», η ζωή έτσι γυρίζει και με κόπο και βάσανο, από τύπους αυτοθυσιαστικούς και μεσιανικούς.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top