Fractal

Τα μικρά και μεγάλα «αν» της ζωής

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

mikres-stigmesΚική Παπαδάτου «μικρές στιγμές …μικρές ζωές», εκδ. Περίπλους, 2016, σελ. 104

 

Με αγάπη για τον καθημερινό άνθρωπο, εντιμότητα απέναντι στην αλήθεια, κυλούν οι είκοσι μία σύντομες ιστορίες της Κικής Παπαδάτου, με τον γενικό τίτλο «Μικρές στιγμές… μικρές ζωές», στο ντεμπούτο της στο χώρο της λογοτεχνίας, με μία άρτια επιμελημένη έκδοση .

«Γλαρώνουν τα μάτια της κι ακόμα συλλογιέται. Πώς θα μπορούσε να είναι η ζωή της αν δεν την εγκλώβιζε στο καθήκον και την υποχρέωση. Στο βόλεμα της δυστυχίας της. Γιατί βόλεμα ήταν κι η δυστυχία.»

Ματαιωμένες επιθυμίες, ανεκπλήρωτα όνειρα, απαντοχή, κουράγιο να αντέξουν την πραγματικότητα ή απόδραση μέσα από τη virtual reality της ηλεκτρονικής επικοινωνίας, είναι τα αισθήματα και οι καταστάσεις που βιώνουν οι ήρωες της.

Σχεδόν όλους τους κατατρώει, τους συντρίβει η καθημερινότητα, η ζωή που φθείρεται, ο έρωτας που σβήνει, η φτώχεια που σκοτώνει καλά συναισθήματα, και ανάμεσά τους, ένας διάσημος συγγραφέας που ψάχνει την έμπνευσή του. 

Μια ηλικιωμένη κυρία που σπαταλήθηκε σε μια μίζερη ζωή.

Μια «facebook alcoholic»

Ένας κύριος πολύ συνηθισμένος.

Μια γυναίκα που αποφασίζει να κάνει μια «παράξενη» ιngognito βόλτα.

Το τέλος ενός ερωτικού φετίχ.

Το κλάμα ενός βιολιού.

Ένας νεαρός άνδρας που προσπαθεί να αντιμετωπίσει την αρρώστια της μητέρας του.

Μια γιαγιά που δεν ξεχνά τα χρόνια της Γερμανικής κατοχής.

Κάποια που ζηλεύει πολύ.

Ένα μάλλον απαραίτητο ταξίδι

Μια οργισμένη Ζακυνθινή.

Ένα τούρκικο σήριαλ.

Δυο αποχαιρετισμοί. Ο οδυνηρός και ο «ασήμαντος».

Αυτές και άλλες στιγμές ανθρώπων. Μικρές στιγμές… Μικρές ζωές…Ένα σύμπαν ολόκληρο!

 

Η Κική Παπαδάτου θίγει πολλά ζητήματα της σύγχρονης ζωής, και άλλα που παραπέμπουν σε περασμένες εποχές, με γλώσσα απλή, καθαρή, αντίστοιχη του επιπέδου των ηρώων της, που προσδίδει έναν έντονο ρεαλισμό στην αφήγησή της.

«Μόνο όταν ακουμπάει το κουρασμένο της σαρκίο στο κρεβάτι της αφήνει  δύο δάκρυα να κυλήσουν και επιτρέπει στον εαυτό της να σκεφθεί. Να σκεφθεί πως θα ήταν η ζωή της αν τον είχε αφήσει πριν σαράντα χρόνια…»  

 

Κική Παπαδάτου

Κική Παπαδάτου

 

Αυτά τα «Αν» των αποφάσεων που δεν πάρθηκαν, η αμφισβήτηση του τρόπου που επιδιώχθηκαν, τα γεγονότα που δεν εξελίχθηκαν σύμφωνα με τις επιθυμίες των ηρώων… Πίσω από κάθε «Αν» παραμονεύει το «άλλο» που θα μπορούσε να είχε συμβεί, το «επόμενο» και το «πιθανότερο», που δεν θα συμβεί ποτέ πια.

Η ζήλια. Σε ένα υπερβατικό διήγημα.  

«Την αντιπαθώ πάει και τέλειωσε. Όταν τη βλέπω να φοράει τα πλουμιστά της πουκαμισάκια και εφαρμοστές φούστες που διαγράφουν το εσώρουχο μου έρχεται να της χώσω έναν φούσκο.

Ο γέρο-ξεμωραμένος που μου θέλει και έρωτες. Την έφερε στο σπίτι μου και την έβαλε να κοιμάται στο κρεβάτι μας. Στο κρεβάτι μου! Η φοράδα η Ρωσίδα!»

 

Η εξάρτηση από τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας,  που φέρνει ουσιαστική απομόνωση.

«Θα το έγραφε στο φέισμπουκ αύριο το πρωί. Αν είχε ρεύμα. Θα έγραφε: ”Δύσκολη νύχτα. Κουνούπια, ζέστη και χωρίς φβ”. Χμ! Όχι! Δεν ήταν πολύ εντυπωσιακό! Πόσα λάικ να μαζέψεις με τόσο κοινότοπη φράση! Κάτσε να δεις πώς θα το μανουβράριζε λίγο να γίνει πιο πιασάρικο! ”Hot νύχτες! Απανωτά τσιμπήματα! Κι όμως εσύ μου λείπεις! Άραγε θα καταλάβαιναν ότι το ”εσύ μου λείπεις” κολλάει στο fb;»

Η αγάπη του λαού μας για τα προσωνύμια και την περιπαιχτική διάθεση απέναντι στους άλλους.

«Κουλή με φωνάζουνε. Η Καλλιόπη η κουλή. Καλλιόπη με λένε και δεν είμαι κουλή. Πώς διάολο με βγήκε το παρατσούκλι, θα μου πεις. Από τότε που ήρθα να μείνω σ’ αυτό το σκατοχώρι θα ‘ταν ο πρώτος ο δεύτερος μήνας άκουσα το γιο του μπακάλη πρώτα να με λέει έτσι. Λοιπόν όταν πρωτοήρθα είχα σπασμένο χέρι και το είχα στο γύψο… Να, ρε!… γι’ αυτό  μου έμεινε το κουλή… Είδες τι είναι οι κωλοχωριάτες; […]

Μεροκάματο να υπάρχει και χέρια να ‘χω δυνατά… Δυνατά χέρια κι ας με φωνάζουνε κουλή…»

 

Βουτιές στην αθωότητα, την αγνότητα των ανθρώπων μιας εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί, στιγμές και αγγίγματα ανθρώπων διαφορετικών εθνών και τάξεων, η κρίση που μαστίζει τη μέση ελληνική οικογένεια, τα βιβλιοπωλεία θύματα  της  τρέχουσας οικονομικής κατάστασης της χώρας, οι διαψεύσεις των προσδοκιών των πολιτών από τα πολιτικά κόμματα και ένας  υπέροχος έρωτας που εκφράζεται από τις χορδές ενός βιολιού, με ένα δείγμα λυρικής γραφής της συγγραφέως, είναι η λοιπή θεματολογία των διηγημάτων της Παπαδάκου.

 

Με ζακυνθινή ντοπιολαλιά ένα ακόμη ιδιαίτερο διήγημα της Παπαδάκου, προφανώς κάτι τη δένει με το νησί.

«Βέβαια! Αντίθετα μ’ εκειούς, εγώ δεν έφτιαξα την αναθεματισμένη τη ζωή μου όπως ήθελα. Εμένανε με επήρανε κοπελούλα δεκαεφτά χρονώνε από τη μάνα μου και με παντρέψανε δελέγκου με τον Τάση, για να γλιτώσω, λέει από τη φτώχια που ‘χανε τα πατρογονικά μου…. Να δουλεύω στα αμπέλια, να υπερετώ στο σπίτι τη μάνα του, τον πατέρα του και τα αδρέφια του. Το τι έχω τραβήξει η καψερή… να τρίβουνε τα μάτια τους ετούνοι οι σέμπιοι, οι σπουδαγμένοι, οι Αθηναίοι.»

Το πρώτο πόνημα της Κικής Παπαδάκου δημιουργεί προσδοκίες!

 

 mikres_zwes_cover

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top