Fractal

Μικρές και μεγαλύτερες ζωτικές προσδοκίες και οι απαραίτητες προδοσίες τους

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

«Μικρές και μεγάλες προδοσίες», Τζένη Μανάκη, Εκδόσεις Περίπλους. 2015. Αθήνα

 

‘Για να προδώσεις, πρέπει πρώτα να ανήκεις’, είπε κάποτε ο Άγγλος διπλωμάτης, αλλά  σοβιετικός κατάσκοπος στην πραγματικότητα, Κιμ Φίλμπυ, αφού ο ίδιος γνώριζε καλά ότι ανήκε τουλάχιστον ιδεολογικά, ηθικά, πολιτικά, και ποιος ξέρει τι άλλο άραγε, φίλα προσκείμενος προς την παντοδύναμη τότε Σοβιετική Ένωση. Έτσι, λοιπόν,  ξεκινώντας ένα ταξίδι στις σελίδες του βιβλίου ‘Μικρές και μεγάλες προδοσίες’ της Τζένης Μανάκη, ο αναγνώστης πρέπει να είναι προετοιμασμένος για κάθε είδους παρεμφερείς  δραστηριότητες των ηρώων της, που είχαν την ατυχία ή καλύτερα και πιο σωστά την τύχη να ανήκουν ….κάπου. Γιατί αν αφεθείς ανένταχτος, αν δεν εμφιλοχωρήσεις εντός των εξελίξεων, είσαι χαμένος, όπως άλλωστε λέει και η Μανάκη, αλλά με κάπως διαφορετικά λόγια στο πολυσέλιδο κείμενό της.

Η βασική πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος, Αλεξάνδρα Μελά, πτυχιούχος φιλοσοφικής Σχολής, γράφει άρθρα με πολιτιστικό περιεχόμενο σε εφημερίδες, κριτικές βιβλίων, διαβάζει, αλλά το σπουδαιότερο όνειρό της είναι η συγγραφή και κυκλοφορία ενός δικού της βιβλίου που θ’ αφήσει το εντύπωμά του στους δύσκολους και δύστροπους λογοτεχνικούς κύκλους. Μέσα σ’ όλα αυτά προσπαθεί να χωρέσει, όσο μπορεί,  και την προσωπική της ζωή. Έρωτες, φίλους, συγγενείς, καριέρα, προσδοκώντας σε μια μικρή έστω φλούδα και γεύση μελλοντικής ευτυχίας, αν και ‘…τρομάζει η ευτυχία, ίσως γιατί βιώνεται συγχρόνως με τον προληπτικό φόβο της αναπότρεπτης απώλειάς της’, όπως γυροφέρνει σε τακτά χρονικά διαστήματα στο μυαλό της πρωταγωνίστριας. Άλλες πάλι φορές παρουσιάζεται περισσότερο διαλλακτική και αισιόδοξη, ίσως πιο προσγειωμένη, γιατί όχι και λίγο απαισιόδοξη, αφού μας φέρνει ενώπιον το ερώτημα ‘αν υποψιαζόμασταν  εκ των προτέρων την κατάληξη των ερώτων μας, θα θέλαμε αλήθεια να τους βιώσουμε’, αναζητώντας προφανώς να πληροφορηθεί και τη γνώμη κάποιων άλλων. Στο κείμενο, βέβαια, υπάρχουν άφθονα αποφθέγματα πολλών συγγραφέων που στριφογυρίζουν στις σκέψεις της, όπως βέβαια και άλλα δικά της. ‘Πάντοτε είχα την άποψη ότι είναι καλύτερα να μετανιώνεις για κάτι που έκανες παρά για κάτι που παρέλειψες να κάνεις’, παραδέχεται κάπου αλλού!

Δίπλα της, η αγαπημένη φίλη, η ψυχίατρος Μαρίνα Φωτίου, μοιράζεται μαζί της έναν κυκεώνα λέξεων, φράσεων, ατέλειωτων ωρών συζήτησης και διατύπωσης απόψεων που έχουν σχέση με την ακριβοθώρητη, όπως εξελίσσεται η ζωή, ευτυχία, ή έστω την πιθανότητα εκπλήρωσης των προσδοκιών και επιθυμιών κάθε μιας εξ αυτών. ‘… Υπάρχουν πράγματα χειρότερα από τον πόλεμο: η δειλία, η προδοσία και η ιδιοτέλεια…’, μας υπενθύμιζε ή μάλλον μας  άφησε παρακαταθήκη,  παλιότερα, ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ.  Στο βιβλίο ετούτο, βασικό θέμα είναι, όπως άλλωστε ομολογεί και ο τίτλος του, οι πάσης φύσεως προδοσίες μεταξύ των ανθρώπων. Η Μαρίνα, ως ψυχίατρος και γυναίκα, καταλήγει ότι ‘… θέλουν το χρόνο τους να ξεπεραστούν… είτε είσαι αυτός που τις προκάλεσε, είτε αυτός που τις δέχτηκε. Κυρίως θέλουν μεγαλείο ψυχής, αν ανήκεις στη δεύτερη κατηγορία…’.

 

 

                                  Edward Hopper, Summer Interior (1909).

 

Στα περισσότερα κεφάλαια, είτε στην αρχή, είτε ενδιάμεσα, παρατίθενται αποφθέγματα μεγάλων συγγραφέων και αντρών, όπως για χαρακτηριστικό παράδειγμα του Μπόρχες.  Η καλή και σωστή, αριστοκρατική και  εκλεπτυσμένη  χρήση της ελληνικής γλώσσας στο κείμενο, βρίσκεται σε καταφανή αντίθεση με τους τσαλακωμένους, ψυχολογικά και σωματικά, πρωταγωνιστές της Τζένης Μανάκη, σε ολόκληρο το κείμενο του μυθιστορήματος. Σ’ αυτό το πρώτο της βιβλίο, μυθιστόρημα συγκεκριμένα, η Τζένη Μανάκη μας εξομολογείται μέσω των ηρώων της, τις βαθύτερες προσωπικές της απόψεις για την πορεία του ανθρώπου, την προδοσία, την επιτυχία και ευτυχία, προσωπική και επαγγελματική, για την ίδια τη ζωή, ολότελα.  Ίσως κάποιες συμπτώσεις σε ορισμένα σημεία  να φαίνονται εξαιρετικά υπερβολικές και απίθανες στα μάτια του καλοπροαίρετου αναγνώστη, αλλά σίγουρα δίνουν το πολυπόθητο έναυσμα  για συνέχιση της συγγραφής του μυθιστορήματος και κυρίως για το ξεδίπλωμα όλων των βαθύτερων και εσώτερων απόψεων της συγγραφέως για τη ζωή του ανθρώπου κι τις σχέσεις του με τον εγγύς περίγυρο και κυρίως τους συνανθρώπους του.

Ολόκληρο το κείμενο, παραπαίει από γεωγραφικής πλευράς όμορφα και σε συνεχή βάση ανάμεσα σε πολλές και διαφορετικές πόλεις και γωνιές του πλανήτη, τη Θεσσαλονίκη, αρχικά, το Λονδίνο, το Παρίσι, αργότερα, αλλά φυσικά κερδίζουν τις εντυπώσεις του αναγνώστη οι δυό γνωστές πόλεις της Πολιτείας της Καλιφόρνιας, το Σαν Φρανσίσκο και το Λος Άντζελες, με κάποιες μικρές συμπαθητικές γωνιές τους. Οι γεωγραφικές αυτές περιπλανήσεις των ηρώων, προσφέρουν την απαραίτητη ξεκούραση και αλλαγή της διάθεσης και της στιγμιαίας προσοχής του αναγνώστη κατά τη διάρκεια του περίπλου του στις σελίδες του εκτεταμένου κειμένου.

Κάτω, χαμηλά στον τάφο του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, είναι χαραγμένη η  φράση ‘Περισσότερο από όλα αγαπούσε την πτώση… τα κίτρινα φύλλα πάνω στις λεύκες, τα φύλλα που επιπλέουν στο ποτάμι, και πάνω από τους ψηλούς λόφους τον μπλε ουρανό… Τώρα θα είναι μέρος τους για πάντα’. Οι ήρωες, και κυρίως οι ηρωίδες της Τζένης Μανάκη είναι ακόμα εν ζωή, σίγουρα ήλπισαν πολύ, δεν αγαπούσαν την όποια πτώση, πληγώθηκαν περισσότερο, αλλά έγιναν πιο έμπειρες και καλύτερα προσαρμόσιμες στις αιφνίδιες εκρήξεις των καιρών, στις ανατροπές, στις αντιφάσεις, στις αναμνήσεις, στις απαρνήσεις, στις παραλείψεις και αλλαγές, στις απαραίτητες προδοσίες, στις πολυποίκιλες εν τέλει και ενσωματωμένες απαιτήσεις της ίδιας της πολύχρωμης ζωής τους, όπως είναι άλλωστε η ζωή όλων μας!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top