Fractal

Μιχάλης Δέλτα. Μία ζωή χωρίς επαναλήψεις (1ο μέρος).

Από τον Γιάννη Παναγόπουλο //

 

2015 delta

 

Η συνέντευξη τελείωσε. Και πριν πούμε: «Ευχαριστώ – Γεια – Τα λέμε», στην ερώτηση «Μπορώ να δω τα συνθεσάιζέρ σου;» απάντησε «Ναι». Με πήγε στο δωμάτιο που τα φυλάει. Νομίζω, πάτησε το κουμπί «enter» στο πληκτρολόγιο τού Mac του όταν η οθόνη φώτισε σχήματα. Και μετά νομίζω πως ο Μιχάλης Δέλτα  πάτησε ένα άλλο κουμπί που έγραφε «play». Όταν από τα ηχεία του σπιτιού του χύθηκε μουσική, το σώμα του άρχισε να ακολουθεί τον ρυθμό της. Μου αρέσουν οι άνθρωποι που χορεύουν εύκολα. Και νομίζω πως, λίγη ώρα πριν, το ίδιο εύκολα χόρευε με τις λέξεις που διάλεγε να απαντήσει στις ερωτήσεις της κουβέντας μας.

 

Ο Μιχάλης Δέλτα – ο τύπος που τη δεκαετία του ’90 με τους Στέρεο Νόβα είπε στην Ελλάδα πως μπορεί να  υπάρξει ακομπλεξάριστη ηλεκτρονική, χορευτική, μουσική με ελληνικό στίχο – μετά από τέσσερα χρόνια καλλιτεχνικής σιωπής, κυκλοφορεί νέο άλμπουμ: «Inner City Lights» και το Σάββατο, 28 Μαρτίου, θα το παρουσιάσει στο «Ρομάντσο». Σκέφτεται, επίσης, στη διάρκεια της χρονιάς, να κυκλοφορήσει ακόμα δύο. Αυτό, για κάθε καλλιτέχνη που φροντίζει την εικόνα της καριέρας του χαϊδεύοντας τις εντολές του μάρκετινγκ θα ήταν πράξη απαγορευτική. Όμως εκείνος δεν έχει όρεξη – χρόνο να σεβαστεί μέινστριμ εντολές. Αυτό που διεκδικεί, χρόνια τώρα, είναι να ισορροπεί ανάμεσα στην εσωτερική του ειρήνη, την πνευματικότητα της σιωπής και τα μετρημένα θέλω του. Τώρα που το σκέφτομαι, αν υπάρχει ένα μέρος που ο Μιχάλης πάει για καριέρα, αυτό δεν είναι η μουσική αλλά ο καλύτερος εαυτός του.

 

– Θα ήθελα να ξεκινούσαμε από κάτι που έχεις παραδεχτεί επανειλημμένα. Έχεις κάνει ψυχοθεραπεία. Το λες. Το τονίζεις. Γιατί το κάνεις αυτό;

– Αποφάσισα να μπω σε αυτή τη διαδικασία ευτυχώς νωρίς. Υπήρξαν θέματα, που ξεκινούσαν από την παιδική μου ηλικία, που με παίδευαν και είχαν αρχίσει να σωματοποιούνται. Είχα δοκιμάσει τα πάντα. Κάθε είδους, κάθε τύπου ιατρικές εξετάσεις. Εγκεφαλογραφήματα. Αξονικές τομογραφίες, ό,τι μπορείς να φανταστείς. Οι γιατροί δεν έβρισκαν τίποτε. Εγώ όμως είχα κρίσεις πανικού. Και τα συμπτώματά τους είχαν ήδη ξεκινήσει από τη δεύτερη δεκαετία της ζωής μου. Ήμουν 30άρης όταν αποφάσισα να προχωρήσω στη διαδικασία της ψυχοθεραπείας. Ήμουν ένας νέος άνθρωπος, που στα δύσκολα το σώμα του πανικοβαλλόταν. Κάποια στιγμή αποφάσισα πως έπρεπε να δουλέψω με τον εαυτό μου. Να αναζητήσω μία ειλικρινή σχέση μαζί του. Δεν έχω την αίσθηση πως κάνοντας ψυχοθεραπεία ανακάλυψα έναν μονόδρομο εσωτερικής μου ισορροπίας. Τον δρόμο που οι πάντες πρέπει να ακολουθήσουν. Ο καθένας μπορεί να ακολουθήσει τη δική του διαφορετική διέξοδο για να καταφέρει το ίδιο. Κάποιοι άνθρωποι κάνουν γιόγκα. Κάποιοι άλλοι διαλογίζονται. Κάποιοι βγαίνουν στον δρόμο και τρέχουν. Ή κάποιοι άλλοι θεωρούν πως βρίσκουν ειρήνη πίνοντας ένα ποτήρι ουίσκι. Δεν κρίνω κανέναν. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως, στη δική μου περίπτωση, η επιλογή της ψυχοθεραπείας ήταν μία αποκαλυπτική διαδικασία. Στη διάρκειά της, έμαθα πως αυτό που νόμιζα πως ήμουν ήταν λάθος. Μου πήρε χρόνο να αποχωριστώ, να αναθεωρήσω μία σειρά δομών που στην παιδική ηλικία, είχαν παρουσιαστεί ως αξιώματα ζωής. Η πορεία αυτής της διαδικασίας ήταν υπέροχα γοητευτική. Από ένα σημείο και μετά, δεν ήθελα να μείνω μόνο στις επιστημονικές θεωρίες του ενός ή του άλλου αλλά ήθελα να πάω παρακάτω. Να προσεγγίσω τον άνθρωπο μέσα από μία πιο ολιστική και ευρεία αντίληψη. Μου πήρε χρόνια να δεχτώ και να μάθω πως μέσα μου ζούσε ένας άλλος Μιχάλης. Εκείνος του υποσυνειδήτου του, που μπορεί να είχε άλλη άποψη για τα πράγματα….

 

– Και που ίσως ήταν εξυπνότερος από τον Μιχάλη του συνειδητού;

– Μπορεί ναι, αλλά μπορεί να ήταν και περισσότερο επιθετικός στην ανάγκη του να τον αποδεχτούν. Για μένα και για όλους, σήμερα, λέω πως ουσία είναι να βρίσκουμε τον τρόπο να αναπτύσσουμε πραγματικό διάλογο με τον εαυτό μας. Να ακούμε την φωνή του. Αυτό μας κάνει να εξοικειωνόμαστε με τους φόβους μας.

 

– Συνεχίζεις ως σήμερα την ψυχοθεραπεία που κάποτε ξεκίνησες;

– Σε επίπεδο συμβουλευτικής, ναι.

 

– Δηλαδή συνεχίζεις. Θεωρείς πως αυτή η διαδικασία δεν έχει αρχή – μέση – τέλος;

– Συνεχίζουν να με απασχολούν μία σειρά πραγμάτων. Ο άνθρωπος κατέκτησε τα πάντα. Το έκανε ισοπεδώνοντας μία σειρά δομών που ο ίδιος επινόησε. Πίστεψε στην οικογένεια. Τον πρόδωσε. Έκτισε κοινωνίες. Τον πρόδωσαν. Οργάνωσε θρησκείες. Τις προσπέρασε. Ο θεός του είναι νεκρός. Το γνωρίζει. Πλέον, αντέχει στην ιδέα άνθρωπος να σκοτώνει άνθρωπο. Αυτό για μένα σημαίνει άνθρωπος χωρίς θεό. Έχουμε αντιληφθεί τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Πιστεύω πως όλοι μας πρέπει να ανακαλύψουμε τι πραγματικά είμαστε. Αυτό θα μας δώσει γαλήνη. Η αγάπη προς τον εαυτό μας είναι μία συχνότητα που άλλοι, όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, την ονομάζουν «αυταγάπη», άλλοι την λένε θεϊκό εαυτό, άλλοι ανώτερο εαυτό κι εγώ την λέω απλώς αποδοχή του εαυτού μου. Το ψάξιμό του είναι μία πανέμορφη διαδικασία. Δεν έχει ανάγκες. Δεν έχει φόβο. Δεν έχει ερωτήσεις. Όταν φτάνω εκεί συμβαίνουν πολλά. Μπορεί να κλάψω απαρηγόρητα για το πόσο μακριά είμαι από αυτό που τελικά είμαι. Παράλληλα με τη μουσική, το τελευταίο διάστημα γράφω ένα κείμενο που ίσως κάποτε εκδοθεί. Πιθανός του τίτλος μπορεί να είναι: «Ένας κόσμος χωρίς το άριστα».

 

Michael Delta cover

 

– Διδάσκεις, σε σχολή, μουσική τεχνολογία και παραγωγή μουσικής. Βαθμολογείς μαθητές. Είσαι εντός μίας διαδικασίας που περιέχει το άριστα. Έτσι δεν είναι;

– Έχω εξηγήσει στα παιδιά πως η βαθμολογία είναι μία αναγκαστική διαδικασία. Εγώ προσωπικά δεν την δέχομαι. Δεν μπορώ να την αρνηθώ γιατί θα απολυθώ. Ναι, αυτός είναι ένας συμβιβασμός αλλά θεωρώ πως η βαθμολογία δεν έχει σημασία. Αυτό που λέμε τώρα είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα. Και θεωρώ πως το έχω μελετήσει πάνω μου. Ως παιδιά, μεγαλώνουμε στη λογική «δεν αξίζω τίποτα». Και αυτό το πρόβλημα ξεκινά από το σπίτι. Όταν οι γονείς εντάσσουν τα παιδιά τους σε ένα παρατεταμένο κυνήγι ανώφελων συγκρίσεων μεταξύ τους, είναι σαν να δοκιμάζουν να τα συμφιλιώσουν με την αχρηστία. Άραγε αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε πατρική ή μητρική αγάπη; Ένας γονιός θεωρεί λογικό να πει σε ένα από τα παιδιά του: «Κοίτα πώς τα κατάφερε ο αδελφός σου. Εσύ είσαι άχρηστος. Ούτε μία πρόκα δεν μπορείς να καρφώσεις;» Μία μητέρα δεν έχει κανένα πρόβλημα να πει στην κόρη της «χάσε κιλά, κοίτα, η φίλη σου είναι πιο αδύνατη από εσένα». Σε όλους αυτούς τους ανθρώπους θέλω να φωνάξω μια ερώτηση: «Πού είναι η αγάπη ρε γαμώτο;». Γιατί πρέπει τα αγόρια να κάνουν όσα τα προστάζουν οι πατεράδες τους, για να τους αποδείξουν πως αξίζουν τον σεβασμό τους; Τι καριολιά είναι αυτή; Όλοι αυτοί οι εκβιασμοί είναι εξοργιστικοί. Γνωρίζω περιπτώσεις αγοριών που δεν τόλμησαν να γίνουν κάτι καλύτερο από τους πατεράδες τους απλά και μόνο για να μην τους ρίξουν από τον πατρικό τους θρόνο. Θέλουμε όλοι θεραπεία. Ο κάθε ένας από εμάς ξεχωριστά. Πρέπει να λυθούμε από αυτά τα δεσμά. Πρέπει να παραδεχτούμε πως το μίσος είναι βασικός άξονας των οικογενειών μας και πως, κάποια στιγμή, αυτό είναι ανάγκη να αλλάξει!

 

Διαβάστε το 2ο μέρος της συνέντευξης >>

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top