Fractal

Για τον Μισέλ Φέημπερ και «Το Βιβλίο των Παράξενων Νέων Πραγμάτων» του

Γράφει η Βιβή Γεωργαντοπούλου //

 

«Το Βιβλίο των Παράξενων Νέων Πραγμάτων» του Μισέλ Φέημπερ / «The Book of Strange New Things», Michel Faber

 

Τους μεγάλους συγγραφείς τους καθιερώνουν οι μέσοι αναγνώστες της εποχής τους, όση πλύση εγκεφάλου κι αν υφίστανται με υπερδόσεις υποκουλτούρας από τα μμε και μκδ.

 

FABER

 

Πόσα αριστουργήματα μπορεί να γράψει ένας συγγραφέας, των καιρών μας, στην ζωή του;

 

Αν ο κοινά παραδεκτός κανόνας λέει ένα και η στατιστική μοιάζει να το επιβεβαιώνει παρόλο που δεν πρέπει ποτέ να είμαστε απόλυτοι πριν ο πανδαμάτωρ χρόνος περάσει σαρωτικά από πάνω του για να το σφραγίσει ως τέτοιο, τότε ο Μισέλ Φέημπερ, αναγνωρισμένος δημιουργός δυο πολύ  ξεχωριστών λογοτεχνικών έργων -του αριστουργηματικού«Το Άλικο και το Λευκό»  και του ευρηματικού «Κάτω από το Δέρμα» (και άλλων)- διαψεύδει κανόνες, στατιστικές και τον χρόνο (κατά πάσα πιθανότητα κι αυτό θα συμβεί) και το 2014 γίνεται η εξαίρεση και των τριών με το έξοχο «Βιβλίο των Παράξενων Νέων Πραγμάτων», το δεύτερό του αριστούργημα (το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από την Χριστιάννα Σακελλαροπούλου για τις εκδόσεις Λιβάνη υπέροχα όπως το πρώτο).

 

Tο «The Book of Strange New Things» είναι ένα μνημειώδες μυθιστόρημα που μας αιφνιδιάζει με την διαφορετικότητά του, όντας γραμμένο χωρίς αφηγηματικά εφέ*, μη κατατάξιμο σε είδος με βάση τα γνωστά και πεπερασμένα μας κριτήρια, πρωτότυπο, πρωτοπόρο, απ’ αυτά τα σοφά που είχαμε χρόνια να διαβάσουμε και δεν ελπίζαμε καν πως γεννιούνται ακόμα στην εποχή της εμπορευματοποίησης της Τέχνης και της κατανάλωσής της σαν ένα ακόμα προϊόν των ραφιών, μυθιστόρημα με κείμενο ουμανιστικό ως την τελευταία του φράση, γραμμένο για το ευρύ κοινό, με χαρακτηριστική αρετή την σεμνότητα της ένθεης διατύπωσης των ερωτημάτων του.
Από τον δημιουργό του «The Crimson Petal and the White» και του «Under the Skin» εμείς οι σταθεροί του αναγνώστες ξέραμε, περιμέναμε πως θα συνέχιζε έτσι καλά, ανοδικά, όμως εκείνος μας δικαίωσε αν θέλετε και σίγουρα μας ενθουσίασε γράφοντας ένα ασύλληπτο έργο που ξεφεύγει από τα συνήθη βάζοντας στο οπτικό μας πεδίο τεράστια θέματα χωρίς να φιλοσοφεί ή και να υποδεικνύει δασκαλίστικα τρόπους προσέγγισής τους, από την πλευρά του απλά ζητώντας μας μόνο λίγη προσοχή, αυτήν την ευλογημένη την προσοχή που μας κάνει, συχνά ευτυχώς, να αγνοούμε ή να μην διαβλέπουμε παντού κλισέ και λογοτεχνικές φάμπρικες και έτσι να βρίσκουμε εν τέλει απείραχτους, και να ωφελούμαστε κι εμείς, τους μεγάλους θησαυρούς των ιδεών πίσω από τις λέξεις.

Τυπικά είναι ευκολοδιάβαστο το κείμενό του -ναι, πράγματι, ρέει σαν ποτάμι μπρος στα ξαφνιασμένα μάτια μας, κυλάει μέσα από τις χιλιάδες λέξεις που αβίαστα γίνονται μύριες εικόνες και ήχοι- όμως έχει αυτό καθ΄αυτό θέμα πάρα πολύ σοβαρό, δύσκολο, πολύ ανώτερο των κοινών μυθοπλασιών με τις οποίες προχωράει ασθμαίνοντας η σύγχρονη Λογοτεχνία, βαθύ θέμα, που αν δεν του αφοσιωθούμε θα χάσουμε το νήμα. Είναι μίτος αυτό το νήμα, οδηγός σ’ έναν αλλιώτικο λαβύρινθο/κείμενο γραμμένο σ΄ όλη την έκτασή του με τρόπο σχεδόν δωρικό που ακριβώς γι αυτόν τον φωτισμένο συνδυασμό ευκολίας ανάγνωσης, σοβαρότητας, απλότητας, ευρηματικότητας αλλά και μεγαλείου ανεβάζει τον Michel Faber στην πιο ψηλή θέση του βάθρου των πραγματικά σημαντικών αγγλόφωνων bestselling authors /λογοτεχνών της εποχής μας και το σωστό είναι να γράφουμε και να λέμε με άλλη σειρά πια από δω και πέρα ετούτη την παραδοχή: των αγγλόφωνων λογοτεχνών/bestselling authors της εποχής μας. Ή καλύτερα να τον καταργήσουμε τελείως τον δεύτερο όρο και αυτή θα είναι μια κατάργηση** έντιμη, χρήσιμη στις περί θεωρίας της λογοτεχνίας κουβέντες που (και) εμείς αγαπάμε να κάνουμε.

 

faber2

 

Γιατί όλα αυτά; Διότι συγγραφέας με τέτοια σταθερά υψηλή λογοτεχνικότητα,τεχνική αρτιότητα και αυτήν την μεγάλη εμβέλεια απήχησης της διαφορετικής κάθε φορά θεματολογίας του σε ανόμοιες κατηγορίες του παγκόσμιου κοινού,ευρηματικός κλάσης Οδυσσέα στην δόμηση και οικονομία του λόγου,την γλώσσα και το ύφος που τα καταφέρνει εξίσου άψογα και στη μικρή και την μεγάλη φόρμα αφήνοντας αχρείαστα πίσω του τα καταχωρημένα λογοτεχνικά είδη και τις πάσης φύσεως ταμπέλες δεν νομίζω ουδείς άλλος να υπάρχει  σαν τον Φέημπερ αυτήν την στιγμή και χαίρομαι,γιατί από το 2010 τον έχω προτείνει δεκάδες φορές στο μπλογκ και μιλούσα με διθυράμβους γι αυτόν σε κάθε ευκαιρία.

 

Ο Φέημπερ μ΄αυτό το βιβλίο πέρασε στους μελλοντικούς κλασικούς της παγκόσμιας λογοτεχνίας παρέα με άλλους αγγλόφωνους λογοτέχνες, άλλου βεληνεκούς και φιλοσοφίας πχ σαν εκείνην του Κόρμακ Μακ Κάρθυ (που καταπιάνεται με θέματα ας τα πούμε γενικόλογα πίστης, εμφανές ειδικά στον «Ματωμένο Μεσημβρινό») με τον οποίο όμως δεν έχει καμία αισθητική σχέση ούτε διανοείται κανείς εξ ημών να κάνει συγκρίσεις. Ο Φέημπερ άντεξε και την εκδοτική πλημμυρίδα της εποχής και την ελλιπέστατη, ανελέητη και ενίοτε ανόητη καθότι κατευθυνόμενη επαγγελματική κριτική και, κυρίως και βασικά αυτό, το μπούχτισμα/ σιχτίρισμα των αναγνωστών με τόσα θολά που σερβίρονται ως καλή λογοτεχνία τάχα και μετά το ταμείο. Να το πω πιο απλά: τον ως τώρα δεινό μπεστσελερίστα Φέημπερ δεν τον κυνηγάει ο αναγνώστης της παραλίας για το καινούργιο του και αυτό είναι όλο καθώς μετά θα πάει στο επόμενο του χ,ψ που πλασάρει αδιάκοπα η βιομηχανία των μπεστ σέλερ. Τον Φέημπερ τον παρακολουθεί και ο απαιτητικός και ασκημένος να εμβαθύνει μέσος αναγνώστης Λογοτεχνίας, που μακριά από τις ελίτ και τις νομενκλατούρες εγωμανών κριτικογράφων διαβάζει ερμηνεύοντας και απολαμβάνοντας και ξαναγυρίζει στα προηγούμενά του για να τον μελετήσει,να τον δει συνολικά,να τον κατακτήσει όπως κάθε χαρισματικό συγγραφέα που κάνει λογοτεχνία κι όχι φασόν γιατί ως εκεί φτάνει η μαγιά.

 

Τους μεγάλους συγγραφείς λοιπόν οι μέσοι αναγνώστες της εποχής τους τους καθιερώνουν όση πλύση εγκεφάλου κι αν τους γίνεται με την υποκουλτούρα κι όσο κι αν αυτό σαν διαδικασία δεν αρέσει σε κάποιους εθισμένους στην επιβολή και στις μικροεξουσίες.

 

 

It is very alien to our lives. Είναι άραγε;

 

Ο 33χρονος Βρετανός πάστορας Πίτερ Λι, πρώην μικροκλέφτης, άστεγος και χρήστης ουσιών και τώρα αναβαπτισμένος κήρυκας της χριστιανικής πίστης που σώζει ψυχές και ζωές, (ένας χαρακτήρας βγαλμένος από τα σπλάγχνα του ντοστογιεφσκικού μεγαλείου, έτσι μου φάνηκε) στέλνεται -αφού θεωρηθεί κατάλληλος και επιλεγεί αυτός και μόνον αυτός από χιλιάδες άλλους υποψήφιους με μια πολύ εξειδικευμένη και αυστηρή σειρά συνεντεύξεων- στο αχανές διάστημα, σ΄έναν άλλο πλανήτη με ατμόσφαιρα παρόμοια με εκείνην, στο περίπου, με την Γη. Φτάνει μόνος του αφήνοντας πίσω την συζυγό του και σωτήρα του Μπίατρις, την γλυκιά, έξυπνη χριστιανή νοσοκόμα που έγινε αιτία πριν πολλά χρόνια να σωθεί από τους δαίμονές του και τελικά να αλλάξει πορεία. Ο ευαίσθητος και καλός Πίτερ, ευγνώμων και πιστός πέρα για πέρα στον Θεό του, Θεό των χριστιανών, θα βρεθεί μπροστά σ’ ένα περιβάλλον αλλόκοτο και μυστηριακό,με τους δικούς του κατοίκους, αλλιώτικο, μα στο οποίο μπορεί και ο άνθρωπος της γης να (επι)ζήσει.

Πέφτει με τα μούτρα στην δουλειά του που δεν του έχει περιγραφεί επακριβώς από την πολυεθνική , την USIC,που κάνει αυτά τα ταξίδια και διεκπεραιώνει την όλη εγκατάσταση της αποικίας στον πλανήτη, ο οποίος έχει βαφτιστεί «Όασις» από ένα κοριτσάκι στις ΗΠΑ μέσα από κάτι σαν ριάλιτι σόου, διαγωνισμό με χρηματικό έπαθλο κτλ.

Ο Πίτερ διαπιστώνει με χαρά του ότι οι κατ΄αρχάς φιλικοί και άκακοι ντόπιοι,τους οποίους εκείνος αποκαλεί αμέσως Οάσιους ενώ οι συνάδελφοί του υπάλληλοι της USIC τέρατα αν και είναι ένα είδος ομιλούντος,νοήμονος και ανθρώπινου πλάσματος, έχουν ενστερνιστεί τον χριστιανισμό και ξέρουν πολλές ιστορίες από την Βίβλο,μάλιστα αγαπούν παθιασμένα την Καινή Διαθήκη περισσότερο και είναι αρκετά μυημένοι από τον προκάτοχό του που στο μεταξύ έχει εξαφανιστεί (προς Θεού, δεν είναι αστυνομικό το μυθιστόρημα του Φέημπερ, ο πάστοράς μας, μάλλον ο πάστοράς τους δεν αρχίζει να ψάχνει κανέναν σαν άλλος ντετέκτιβ του διαστήματος απ΄αυτούς που σκαρώνει το Χόλυγουντ).

Ο Πίτερ έχει αρκετά τακτική επικοινωνία με την πολυαγαπημένη του Μπία μέσω των ηλεκτρονικών, φυσικά, επιστολών που μπορεί να στέλνει και να λαμβάνει χάρη στο ανάλογο τεχνολογικό μέσο, το Σουτ, μέσο που γρήγορα μαθαίνει να μεταχειρίζεται. Οι τεχνικές, ας τις πω έτσι, λεπτομέρειες που επινοεί για διάφορα πράγματα της καθημερινότητας των επισκεπτών ο Φέημπερ είναι απίστευτα… πιστευτές,λογικές,και όσον αφορά τους γήινους είναι συνέχεια των τεχνολογικών επιτευγμάτων που ήδη ξέρουμε και που εφαρμόζονται ενισχυμένες και κατάλληλα προσαρμοσμένες στην Όαση.

Όμως και οι αρκετά λεπτομερείς περιγραφές του πλανήτη ΄Οασις -της ατμόσφαιρας, της βροχής, του καιρού γενικότερα, του τοπίου, του εδάφους, των φαινομένων, του χρόνου κτλ- είναι ευφυείς, κλείνουν μέσα τους την πιθανότητα να είναι έτσι,του γιατί να μην είναι έτσι κι αυτό αμέσως απαλλάσσει το μυθιστόρημα από την ευκολία της πολυφορεμένης και στραπατσαρισμένης ετικέτας sci fi.

 

Ο Πίτερ αμέσως πηγαίνει -εξάλλου αυτό θεωρεί και καθήκον και δουλειά του- να μείνει μαζί με τους Οάσιους.Τον δέχονται και τον αγαπούν αμέσως κι αυτοί,δεν είναι και δεν γίνονται όλοι χριστιανοί αλλά είναι συμπαγής κοινότητα,είναι σύνολο κι αυτό δεν αλλάζει.Ο καλοπροαίρετος Πίτερ, διόλου φανατικός και στενόμυαλος εκπρόσωπος ενός ελεήμονος Θεού τούς ανακαλύπτει βήμα βήμα, δεν τους γνωρίζει απλώς, τους α ν α κ α λ ύ π τ ε ι και οι ανακαλύψεις του που απλόχερα αυτοί τον ωθούν με ηπιότητα και ευγένεια να τις βιώσει και να είναι, σε μερικές,  κοινωνός κι ο ίδιος, ένας απ΄ αυτούς -σύντομα καλλιεργεί μαζί τους και παρασκευάζει τροφή- μετά από μια πολύμηνη συμβίωση στην διάρκεια της οποίας συμβαίνουν πολλά και στην βάση των επισκεπτών Γήινων,και στην κοινότητα των Οάσιων αλλά και στην Γη (η οποία καταρρέει η κακομοίρα αφού η απομύζησή της, η αφαίμαξη των πόρων, η βίαιη μεταχείρισή της, οι εξορύξεις, η εκμετάλλευση του υδάτινου πλούτου και της ομορφιάς της έχει φτάσει στο ύστατο όριο) διαπιστώνει με δέος και συντριβή (και κλονίζεται επίσης) πως δεν είναι παρά η πεμπτουσία της υπέροχης πίστης που θεωρητικά εκείνος έχει έρθει ως τον τόπο τους να μεταδώσει!

Αυτή την πεμπτουσία καλείται και ο αναγνώστης να διακρίνει,να μοιραστεί,να σκεφτεί γι αυτήν. Τα έθιμα των Οάσιων, οι πράξεις, οι τρόποι που αντιδρούν και λειτουργούν,ειδικά σε και για μερικές πτυχές της ζωής και του θανάτου είναι ούτε λίγο ούτε πολύ η ύψιστη πραγμάτωση των ανώτερων ιδεών που (θα έπρεπε να) πατά πάνω τους ο χριστιανός για να βρει το αληθινό του νόημα σ΄όλο το πνευματικό οικοδόμημα της πίστης στον Θεό(που είναι και Φύση και Σύμπαν).

 

Ο Φέημπερ με το «Κάτω από το Δέρμα» έχει δώσει καθαρό στίγμα, έχει πάρει θέση κατά της βίας που ασκεί ο άνθρωπος στην φύση με τους εντονότατους – οικολογικούς σε πρώτη κι εύκολη αντίληψη- προβληματισμούς του που όμως είναι βαθιά υπαρξιακοί στον πυρήνα τους και εναντιώνεται με τον τρόπο του,την πένα του, στην συνέχιση της κερδολάγνας αντίληψης που δείχνουν εμμονικά οι άνθρωποι σε ό,τι και οποιονδήποτε πέφτει ή ρίχνουν αυτοί βορά στην κυριαρχία τους. Στον μακρινό πλανήτη οι σαφώς πιο εξελιγμένοι τεχνολογικά Γήινοι εκμεταλλεύονται ως ένα βαθμό (πόσο, για λογαριασμό ποιων, γιατί άραγε;)τους κατοίκους, τους σχεδόν πρωτόγονους μα μόνο στα δικά τους «τυφλά» από την μοναξιά και την ματαίωση μάτια, Οάσιους. Ο Πίτερ όμως κι ας μην είναι επιστήμονας με λαμπρές περγαμηνές επειδή έχει ζήσει την δική του κόλαση κι έχει γλυτώσει απ΄αυτήν καταλαβαίνει ότι απλώς οι Γήινοι δεν βλέπουν πέρα από την μύτη τους την ασκημένη να οσμίζεται θύματα σε βάρος των οποίων θα επιβιώσουν αφού καταστρέψουν σαν ηλίθιοι το δικό τους κόσμο.

Οι δυο κόσμοι, αυτός εκεί πάνω, κάπου, σ’ ένα μακρινό ηλιακό σύστημα κι ο κόσμος της Γης που ο συγκεκριμένος κληρικός, βγαλμένος θαρρείς από τον σκοτεινό κόσμο του Ντοστογιέφσκι σε μια πιο σύγχρονη εκδοχή, τον εκπροσωπεί με ζέση και προσωπικό πόνο και πρόθεση να τον διευρύνει μα τώρα,όπως τον ενημερώνει με τις επιστολές της η τσακισμένη από την απόσταση Μπία, διαλύεται με βιβλικούς σεισμούς και τεράστιες, αρμαγεδδονικού τύπου καταστροφές, έρχονται σε πνευματική διάσταση και εκείνος βρίσκεται ανάμεσα σε δυσθεώρητες συνειδησιακές συμπληγάδες και τα χάνει προς στιγμήν μα ξαφνικά αυτοί οι κόσμοι συγκλίνουν και γίνονται ένα, όπως είναι το Σύμπαν μας, ιδωμένοι μέσα από την αγάπη του ενός Θεού. Ποιους αγαπά αυτός ο Θεός και γιατί,ποιοι πρέπει επομένως να κάνουν και τι, πότε, πώς και γιατί; Ποιος είναι αυτός ο ένας,ο κοινός,καλός και ελεήμων και γεμάτος σοφία Θεός; Πού κατοικοεδρεύει; Μέσα μας, παντού, ακόμα και στις αλληγορίες των λέξεων και πότε επιτέλους εμείς θα γίνουμε ικανοί να «δούμε»;

 

Το «Βιβλίο των Παράξενων Νέων Πραγμάτων» έχει κλασική δομή: μια απλή, βατή και γλυκιά αρχή (τον προσωρινό, όπως εκείνοι ελπίζουν χωρισμό, δυο αγαπημένων συζύγων που συν τοις άλλοις τους ενώνει η αγάπη για τον Θεό και επομένως και τον άνθρωπο, άρα θεωρούν τον χωρισμό τους ως το τερπνόν μετά του ωφελίμου, ευκαιρία δηλαδή εκ της χρείας να εξοικονομήσουν με τρόπο που γι αυτούς να είναι τίμιος χρήματα για την ανάπτυξη της φιλανθρωπική τους δράσης μα και παράλληλα καθήκον που απορρέει από την πίστη και την εμπιστοσύνη στον Θεό που τους προσφέρει έναν άλλο πλανήτη κι αυτό είναι από μόνο του συναρπαστικό), ύστερα υφαίνεται  μέση, δηλαδή ανάπτυξη του μέρους που αφορά κυρίως στα όσα κάνει, λέει, σκέφτεται ο κεντρικός ήρωας στον εκτός μητρόπολης μακρινό, διαφορετικό αλλά φιλόξενο τόπο που εξελίσσεται η δράση την οποία εμείς μαθαίνουμε μέσα από τις επιστολές και τις με φειδώ δοσμένες μικροϊστορίες των υπαλλήλων της USIC , με τρόπο που δεν προδίδεται η ως εκείνη την ώρα θαυμάσια και ισορροπημένη πλοκή κι αμέσως αλλά όχι βιαστικά ένα ευγενικό και ιδεαλιστικό τέλος-μη τέλος στην ουσία- που περιστρέφεται γύρω από το τρομερό δίλημμα του Πίτερ αν πρέπει να γυρίσει στην πληττόμενη Γη και στην εν μέρει παρατημένη  να τα βγάλει πέρα μόνη της στις εντελώς νέες καταστάσεις Μπία ή όχι.

Το τέλος μπορεί ο αναγνώστης να το φανταστεί όπως θέλει. Δεν μαθαίνουμε άλλα για την Γη και την επισφαλή και χαοτική κατάσταση που επικρατεί ανάμεσα στους Γήινους,οι δε Οάσιοι κι αυτοί έχουν μόλις βρει ένα κανάλι επικοινωνίας χάρη στον Πίτερ, ένα στενό, δύσκολο μονοπάτι επαφής που αν το διαβούν με σύνεση τότε και οι ξεκρέμαστοι στην πραγματικότητα άνθρωποι της βάσης της USIC -αυτοί οι μοναχικοί και κυνικοί επιστήμονες – θα δουν ότι δεν έχουν κανένα δικαίωμα να αποκαλούν τέρατα τα σοφά μέσα στην απλότητά τους πλάσματα που τους παρέχουν την δυνατότητα όχι μόνο της επιβίωσης μα της ίδιας της συνέχειας του είδους τους ζητώντας σαν μοναδικό αντάλλαγμα την πίστη σ’ έναν Θεό, εκείνον που οι ίδιοι έχουν ο καθένας για τους δικούς του λόγους ξεχάσει .

 

Το μυθιστόρημα του Faber, και κλείνω μ’ αυτή την σκέψη, δεν είναι προσηλυτιστική, κατηχητική μπροσούρα που δίνει μεγαλόστομες υποσχέσεις μην απαντώντας στο μεγάλο ερώτημα ποιο μπορεί και ποιο πρέπει από άποψη ηθική και φυσική να είναι το μέλλον της ανθρωπότητας σε μια  γη ολοένα και πιο στυγνά λεηλατούμενη από τις εξουσίες. Είναι ένας χάρτης διάστικτος από ωραία πνευματικά μονοπάτια στα οποία ο αναγνώστης μπορεί να βαδίσει με ασφάλεια ώστε να φτάσει – ίσως,αν η εξερεύνηση αυτού του χάρτη γίνεται καιρό και πάντως συστηματικά – στην απάντηση των μεγάλων του ερωτημάτων. Και αναλόγως να πράξει. Εκεί, στο κρίσιμο σταυροδρόμι, να διαλέξει, τι άλλο, την Αρετή.

 

tov

 

*Δεν είναι αφηγηματικό τερτίπι η χρήση ταϋλανδέζικων χαρακτήρων για να αποδοθεί στο χαρτί η προφορά των Οάσιων στην καινούργια ξένη γλώσσα που τους φέρνουν οι επισκέπτες.

Σχετικό απόσπασμα από την συνέντευξη του Φέημπερ στην Ramona Koval βοηθά ώστε αν βρεθείτε σε κάποιο βιβλιοπωλείο και ξεφυλλίσετε το 660 σελίδων βιβλίο να μην εκλάβετε – σαν μερικούς μερικούς βιαστικούς,ονόματα δεν λέμε- σαν κακέκτυπο τα μαύρα σημαδάκια που θα δείτε σε πολλές σελίδες από την 140ή περίπου και μετά.

 

RK: And you use this strange orthography, I think that’s the word, isn’t it? It looks a little bit like Tibetan, or something, to my untrained eye.

MF: It’s a purpose-designed language. When I first wrote the book in my own typescript on the computer, in order to have those characters that stand for the sounds that the Oasans cannot make – because they don’t have vocal chords, they don’t have larynxes – I took Thai characters because it was the easiest thing to find on the internet. So whenever there was an “s” sound or a “t” sound or a “c-h” sound, I would put a Thai character. The purpose there is it’s not an alphabet as we know it. So it is very alien to our lives. But because I know that there are Thai people in the world and I don’t want to risk one of these characters meaning “your grandmother” or something …

 

Την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη την διαβάζετε ολόκληρη εδώ: http://ramonakoval.com/2014

/11/05/ the-monthly-book-november-2014-michel-fabers-the-book-of-strange-new-things/

 

**Αν το καλοσκεφτούμε η κατάργηση έχει κι άλλες καλές πλευρές για μας τους αναγνώστες, γίνεται κίνητρο για συγγραφείς που επίσης παρακολουθούμε,βάζει ας πούμε φωτιά και στα μπατζάκια του δεύτερου τη τάξει πλην επίσης ταλαντούχου παραμυθά,που είναι κατά την ταπεινή την δική μου και πολλών άλλων γνώμη ο Ντέηβιντ Μίτσελ (που μάλλον βαρύ του έπεσε το σακί του “Cloud Atlas” ) και εδώ παραδέχεται και ο ίδιος -και είναι προς τιμήν του- την πραγματικότητα αυτή που διαμορφώθηκε (και δύσκολα θα αλλάξει) όταν αποκαλεί κι εκείνος το «The Book of Strange New Things» ως το «Michel Faber’s second masterpiece,a masterwork from a writer in full command of his many talents», το διαβάσαμε σε συνέντευξή του κι έχει δίκιο, έτσι είναι, αγαπάμε τον Μίτσελ μα ο Φέημπερ από πέρσι έχει άλλο ένα, απλησίαστο από κάθε άποψη, βιβλίο στο ενεργητικό του και μακάρι η θλίψη του για την απώλεια της γυναίκας του να υποχωρήσει τόσο ώστε απλά και μόνον να συνεχίσει να γράφει.

My God

People — what have you done –locked Him in His golden cage.Made Him bend to your religion –Him resurrected from the grave.He is the god of nothing –if that’s all that you can see.You are the god of everything –He’s inside you and me.So lean upon Him gentlyand don’t call on Him to save youfrom your social gracesand the sins you used to waive.The bloody Church of England –in chains of history –requests your earthly presence atthe vicarage for tea.And the graven image you-know-who –with His plastic crucifix –he’s got him fixed –confuses me as to who and where and why –as to how he gets his kicks.Confessing to the endless sin –the endless whining sounds.You’ll be praying till next Thursday toall the gods that you can count.

“Aqualung”,Jethro Tull 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top